Στα μέσα του 1934 το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα τεταμένο. Είχε προηγηθεί η ήττα των βενιζελικών στις εκλογές του 1933, το αποτυχημένο κίνημα Πλαστήρα στις 6 Μαρτίου και η διαφυγή του στο εξωτερικό μέσω των Ιταλοκρατούμενων Δωδεκανήσων ενώ εκκρεμούσε εις βάρος του εισαγγελικό ένταλμα σύλληψης. Στην νέα βουλή σχετικής αντιβενιζελικής πλειοψηφίας, ο Ιωάννης Μεταξάς αρχηγός των "Ελευθεροφρόνων" κατηγόρησε τον Βενιζέλο ως βασικό υποκινητή του Πλαστηρικού κινήματος ζητώντας να διεξαχθεί επείγουσα δικαστική έρευνα. Ο Βενιζέλος από το βήμα της βουλής προσπάθησε να υπερασπιστεί τον εαυτό του, αλλά όταν αναφέρθηκε επαινετικά στον Πλαστήρα για τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει στην Ελλάδα κατά το παρελθόν διεκόπη από τις φωνές και τα σφυρίγματα αντιβενιζελικών βουλευτών που δεν του επέτρεπαν να συνεχίσει παρά τις προσπάθειες του Βοζίκη (πρόεδρος βουλής) αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού Τσαλδάρη. Ο Βενιζέλος αποχώρησε συγχυσμένος δηλώνοντας πως δεν σκόπευε να επανέλθει στην βουλή υπό αυτές τις συνθήκες. Ακολούθησε η αποτρόπαια απόπειρα δολοφονίας εις βάρος του Βενιζέλου στην οδό Κηφισίας στις 6 Ιουνίου 1933, γεγονός που δηλητηρίασε το πολιτικό κλίμα και έθεσε τις δύο παρατάξεις σε τροχιά σύγκρουσης (στον περίφημο "δεύτερο διχασμό").
Μέσα σε αυτή την πολύ κακή πολιτική συγκυρία συνέβησαν τα αιματηρά γεγονότα της 8ης Μαΐου στην Καλαμάτα. Την εποχή εκείνη το ήμισυ σχεδόν του σιταριού της εγχώριας κατανάλωσης προερχόταν από εισαγωγές (για τον λόγο αυτό άλλωστε και οι περισσότεροι αλευρόμυλοι βρίσκονταν κοντά στα μεγάλα λιμάνια). Η όλη διαδικασία όμως αύξανε τελικά την τιμή του άρτου στην αγορά κάτι που ήταν δυσβάστακτο για την πλειοψηφία των καταναλωτών που μαστιζόταν από φτώχεια και ανέχεια. Επειδή τα μέσα εκφόρτωσης από τα πλοία σε εκείνα τα χρόνια ήταν ανύπαρκτα, υπήρχαν αρκετοί λιμενεργάτες που ασχολούνταν με αυτή την δραστηριότητα. Στις αρχές του 1934 όμως, παρουσιάστηκε στην Καλαμάτα το πρώτο "σιλό", ένας γιγαντιαίος απορροφητήρας ο οποίος ξεφόρτωνε το σιτάρι απευθείας στους αλευρόμυλους. Η χρησιμοποίηση των "σιλό" θα επέφερε δραματική ανεργία στις τάξεις των λιμενεργατών οι οποίοι αμέσως αντέδρασαν με έντονες δημόσιες διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις. Υπεύθυνος για την αντιμετώπιση της κρίσης ορίστηκε από την κυβέρνηση ο Στέφανος Στεφανόπουλος, υφυπουργός οικονομικών ο οποίος αρχικά έδωσε διαταγή να μην λειτουργήσει το "σιλό", ενώ αμέσως μετά κάλεσε τους αντιπροσώπους των εργοδοτών και των εργατών στην Αθήνα για να βρουν μια συμβιβαστική λύση.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Κυβέρνησης, η χρησιμοποίηση του "σιλό" στον αλευρόμυλο της "Ευαγγελίστριας" θα οδηγούσε στην ανεργία περίπου 100 λιμενεργάτες. Προκρίθηκε λοιπόν η λύση οι εργοδότες να καταβάλλουν ένα ποσοστό από τα κέρδη που θα αποκόμιζαν από την χρήση του "σιλό" με μορφή αποζημίωσης σε όσους θα λιμενεργάτες θα έχαναν την δουλειά τους, η σύνταξης για τους υπερήλικες. Το ποσό που προβλεπόταν να δοθεί ήταν περίπου 1.200.000 δρχ, σημαντικό ποσό για τα δεδομένα της εποχής. Το κεφάλαιο αυτό θα καταβαλλόταν άμεσα από την Εθνική τράπεζα στους δικαιούχους, ενώ οι εργοδότες θα το εξωφλούσαν σταδιακά καταβάλλοντας το ποσοστό των κερδών τους που είχε προβλεφθεί. Ο συμβιβασμός ήταν μια προσωπική επιτυχία του Στεφανόπουλου και φάνηκε ότι έλυνε το ζήτημα, καθώς αρχικώς την συμφωνία την αποδέχθηκαν και οι δύο πλευρές. Αιφιδιαστικά όμως και λίγες μέρες πριν αφιχθεί νέο φορτίο σίτου στην Καλαμάτα, οι εργάτες υπαναχώρησαν ζητώντας περισσότερα χρήματα από αυτά που προέβλεπε η συμφωνία. Ο Στεφανόπουλος που είχε δώσει οδηγία στον νομάρχη να επιτρέψει την χρήση του "σιλό" έστειλε επείγον τηλεγράφημα για να ματαιώσει την αρχική του οδηγία και ο νομάρχης αμέσως ενημέρωσε τον λιμενάρχη για την νέα εξέλιξη. Οι συννενοήσεις αυτές δεν αποσώβησαν τελικά τα τραγικά γεγονότα που επακολούθησαν.
Από πολύ νωρίς το πρωινό της 9ης Μαϊου ξεκίνησαν να συγκεντρώνονται οι λιμενεργάτες στο λιμάνι της Καλαμάτας για να προσπαθήσουν να εμποδίσουν το ατμόπλοιο "Λίμνη" να ξεφορτώσει το φορτίο σιταριού μέσω του "σιλό. Η χωροφυλακή της πόλης δεν επαρκούσε για την αστυνόμευση και
ο νομάρχης διέταξε τμήμα στρατού να καταλάβει την περιοχή όπου βρισκόταν το "σιλό" και θα γινόταν η εκφόρτωση. Οι λιμενεργάτες περικύκλωσαν την περιοχή και κάποιοι ανέβηκαν σε μια μαούνα και προσπάθησαν να πλησιάσουν το ατμόπλοιο. Ο επικεφαλής του στρατιωτικού τμήματος έχασε την ψυχραιμία του και διέταξε πυρ κατά των επιβαινόντων στην μαούνα. Ακολούθησε πανδαιμόνιο, καθώς το συγκεντρωμένο πλήθος στο λιμάνι αιφνιδιάστηκε και διαλύθηκε. Στη συνέχεια άλλοι εργάτες πήραν τις σωρούς των συναδέλφων τους και τις
περιέφεραν στους δρόμους της πόλης, σε έξαλλη κατάσταση βρίζοντας και
φωνάζοντας κατάρες για τους δολοφόνους. Διαδηλωτές πέταξαν πέτρες στην Τράπεζα Αθηνών
και μπήκαν στο σπίτι του κυριότερου μετόχου του Κυλινδρόμυλου και
προκάλεσαν ζημιές. Το αποτέλεσμα των γεγονότων της ημέρας ήταν τραγικό: επτά ναυτεργάτες νεκροί και δεκαπέντε τραυματίες, ένας απολογισμός πρωτοφανής ακόμα και με τα μέτρα του ταραγμένου Ελληνικού μεσοπολέμου. Χαρακτηριστικό ήταν ότι στις ανταποκρίσεις των εφημερίδων δεν αναφέρονταν τραυματίες από χωροφύλακες η στρατιώτες, σπάνιο φαινόμενο σε τέτοιου είδους συρράξεις. Τα ονόματα των νεκρών ναυτεργατών ήταν οι: Αντώνης
Μαραγκουδάκης, Ανδρέας Σπάλας, Παναγιώτης Μπλίκος, Γιάννης Κολιτσιδάκης,
Π. Πηλίκας και Βασίλης Γιαλατσινός. Ένας από τους τραυματίες, ο Βασίλης
Καπετανέας, θα πεθάνει αργότερα στο νοσοκομείο.
Κυβερνητικοί παράγοντες θεώρησαν αρχικά ως υπεύθυνους της αιματοχυσίας τους νεοσυλλέκτους στρατιώτες που έχασαν την ψυχραιμία τους έναντι του πλήθους. Η Κυβέρνηση αμέσως απομάκρυνε τον νομάρχη ενώ έθεσε σε διαθεσιμότητα τον λιμενάρχη και τον διευθυντή της αστυνομίας Καλαμών. Στην βουλή τα βενιζελικά κόμματα και κυρίως ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν πολιτικά τα αιματηρά γεγονότα κατηγορώντας την κυβέρνηση Τσαλδάρη για αυταρχισμό και για ανικανότητα να χειριστεί τα ζητήματα που αφορούν την εργατική τάξη. Ο Στεφανόπουλος έριξε όλες τις ευθύνες στον
νομάρχη Καλαμάτας, ενώ ο Τσαλδάρης προσπάθησε να κερδίσει χρόνο υποσχόμενος έρευνα για να αποδωθούν ευθύνες για το συμβάν. Μια πολύ σημαντική διάσταση των γεγονότων ήταν ότι οι νεκροί ανήκαν στην εργατική τάξη σε μια εποχή που ο κομμουνισμός, αν και ουσιαστικά ανίσχυρος, απειλούσε την άρχουσα αστική πολιτική ηγεσία της χώρας. Όλοι οι τοπικοί βουλευτές που έλαβαν τον λόγο στο κοινοβούλιο υποστήριξαν πως η εξέγερση των ναυτεργατών δεν είχε κομμουνιστικά χαρακτηριστικά, αλλά έγινε στο πλαίσιο δίκαιων διεκδικήσεων. Επίσης το συμβάν έγινε σε πόλη της Πελοποννήσου που ήταν την εποχή του Μεσοπολέμου πολιτικό προπύργιο των συντηρητικών.
Γενικώς το συμβάν έβλαψε ιδιαίτερα την εικόνα της κυβέρνησης Τσαλδάρη καθώς δόθηκε μια εικόνα αυταρχισμού της στην κοινή γνώμη. Τελικώς, ένα μήνα μετά, το πόρισμα της σχετικής έρευνας που διεξήχθη απέδωσε βαρύτατες ευθύνες στον λιμενάρχη, ο οποίος παρά τις οδηγίες που έλαβε να μην χρησιμοποιήσει το "σιλό", αυτός όχι μόνο επέτρεψε την χρήση του, αλλά ζήτησε και στρατιωτική επέμβαση. Το πλέον παράδοξο είναι ότι ο λιμενάρχης παραπέμφθηκε με το ερώτημα της απόταξης από την υπηρεσία του και ενώ το πρωτοβάθμιο συμβούλιο τον έκρινε παντελώς ανίκανο για υπηρεσία, το δευτεροβάθμιο που συνεδρίασε τον Ιούλιο τον δικαίωσε πανηγυρικά και έτσι διατήρησε τον βαθμό του. Πάντως ο υπουργός Ναυτικών Χατζηκυριάκος το 1935 τον απομάκρυνε από κάθε υπηρεσία.....
Ι. Β. Δ.
Μέσα σε αυτή την πολύ κακή πολιτική συγκυρία συνέβησαν τα αιματηρά γεγονότα της 8ης Μαΐου στην Καλαμάτα. Την εποχή εκείνη το ήμισυ σχεδόν του σιταριού της εγχώριας κατανάλωσης προερχόταν από εισαγωγές (για τον λόγο αυτό άλλωστε και οι περισσότεροι αλευρόμυλοι βρίσκονταν κοντά στα μεγάλα λιμάνια). Η όλη διαδικασία όμως αύξανε τελικά την τιμή του άρτου στην αγορά κάτι που ήταν δυσβάστακτο για την πλειοψηφία των καταναλωτών που μαστιζόταν από φτώχεια και ανέχεια. Επειδή τα μέσα εκφόρτωσης από τα πλοία σε εκείνα τα χρόνια ήταν ανύπαρκτα, υπήρχαν αρκετοί λιμενεργάτες που ασχολούνταν με αυτή την δραστηριότητα. Στις αρχές του 1934 όμως, παρουσιάστηκε στην Καλαμάτα το πρώτο "σιλό", ένας γιγαντιαίος απορροφητήρας ο οποίος ξεφόρτωνε το σιτάρι απευθείας στους αλευρόμυλους. Η χρησιμοποίηση των "σιλό" θα επέφερε δραματική ανεργία στις τάξεις των λιμενεργατών οι οποίοι αμέσως αντέδρασαν με έντονες δημόσιες διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις. Υπεύθυνος για την αντιμετώπιση της κρίσης ορίστηκε από την κυβέρνηση ο Στέφανος Στεφανόπουλος, υφυπουργός οικονομικών ο οποίος αρχικά έδωσε διαταγή να μην λειτουργήσει το "σιλό", ενώ αμέσως μετά κάλεσε τους αντιπροσώπους των εργοδοτών και των εργατών στην Αθήνα για να βρουν μια συμβιβαστική λύση.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Κυβέρνησης, η χρησιμοποίηση του "σιλό" στον αλευρόμυλο της "Ευαγγελίστριας" θα οδηγούσε στην ανεργία περίπου 100 λιμενεργάτες. Προκρίθηκε λοιπόν η λύση οι εργοδότες να καταβάλλουν ένα ποσοστό από τα κέρδη που θα αποκόμιζαν από την χρήση του "σιλό" με μορφή αποζημίωσης σε όσους θα λιμενεργάτες θα έχαναν την δουλειά τους, η σύνταξης για τους υπερήλικες. Το ποσό που προβλεπόταν να δοθεί ήταν περίπου 1.200.000 δρχ, σημαντικό ποσό για τα δεδομένα της εποχής. Το κεφάλαιο αυτό θα καταβαλλόταν άμεσα από την Εθνική τράπεζα στους δικαιούχους, ενώ οι εργοδότες θα το εξωφλούσαν σταδιακά καταβάλλοντας το ποσοστό των κερδών τους που είχε προβλεφθεί. Ο συμβιβασμός ήταν μια προσωπική επιτυχία του Στεφανόπουλου και φάνηκε ότι έλυνε το ζήτημα, καθώς αρχικώς την συμφωνία την αποδέχθηκαν και οι δύο πλευρές. Αιφιδιαστικά όμως και λίγες μέρες πριν αφιχθεί νέο φορτίο σίτου στην Καλαμάτα, οι εργάτες υπαναχώρησαν ζητώντας περισσότερα χρήματα από αυτά που προέβλεπε η συμφωνία. Ο Στεφανόπουλος που είχε δώσει οδηγία στον νομάρχη να επιτρέψει την χρήση του "σιλό" έστειλε επείγον τηλεγράφημα για να ματαιώσει την αρχική του οδηγία και ο νομάρχης αμέσως ενημέρωσε τον λιμενάρχη για την νέα εξέλιξη. Οι συννενοήσεις αυτές δεν αποσώβησαν τελικά τα τραγικά γεγονότα που επακολούθησαν.
Από πολύ νωρίς το πρωινό της 9ης Μαϊου ξεκίνησαν να συγκεντρώνονται οι λιμενεργάτες στο λιμάνι της Καλαμάτας για να προσπαθήσουν να εμποδίσουν το ατμόπλοιο "Λίμνη" να ξεφορτώσει το φορτίο σιταριού μέσω του "σιλό. Η χωροφυλακή της πόλης δεν επαρκούσε για την αστυνόμευση και
Στέφανος Στεφανόπουλος |
Κυβερνητικοί παράγοντες θεώρησαν αρχικά ως υπεύθυνους της αιματοχυσίας τους νεοσυλλέκτους στρατιώτες που έχασαν την ψυχραιμία τους έναντι του πλήθους. Η Κυβέρνηση αμέσως απομάκρυνε τον νομάρχη ενώ έθεσε σε διαθεσιμότητα τον λιμενάρχη και τον διευθυντή της αστυνομίας Καλαμών. Στην βουλή τα βενιζελικά κόμματα και κυρίως ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν πολιτικά τα αιματηρά γεγονότα κατηγορώντας την κυβέρνηση Τσαλδάρη για αυταρχισμό και για ανικανότητα να χειριστεί τα ζητήματα που αφορούν την εργατική τάξη. Ο Στεφανόπουλος έριξε όλες τις ευθύνες στον
Παναγής Τσαλδάρης |
Γενικώς το συμβάν έβλαψε ιδιαίτερα την εικόνα της κυβέρνησης Τσαλδάρη καθώς δόθηκε μια εικόνα αυταρχισμού της στην κοινή γνώμη. Τελικώς, ένα μήνα μετά, το πόρισμα της σχετικής έρευνας που διεξήχθη απέδωσε βαρύτατες ευθύνες στον λιμενάρχη, ο οποίος παρά τις οδηγίες που έλαβε να μην χρησιμοποιήσει το "σιλό", αυτός όχι μόνο επέτρεψε την χρήση του, αλλά ζήτησε και στρατιωτική επέμβαση. Το πλέον παράδοξο είναι ότι ο λιμενάρχης παραπέμφθηκε με το ερώτημα της απόταξης από την υπηρεσία του και ενώ το πρωτοβάθμιο συμβούλιο τον έκρινε παντελώς ανίκανο για υπηρεσία, το δευτεροβάθμιο που συνεδρίασε τον Ιούλιο τον δικαίωσε πανηγυρικά και έτσι διατήρησε τον βαθμό του. Πάντως ο υπουργός Ναυτικών Χατζηκυριάκος το 1935 τον απομάκρυνε από κάθε υπηρεσία.....
Ι. Β. Δ.
Γεια χαρά! θα μου επιτρέψετε να σχολιάσω οτι τα λέτε μισά και μπερδεμένα και δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο γιατί φαίνεστε αρκετά ενημερωμένος....
ΑπάντησηΔιαγραφή1) Οι νεκροί δεν ήταν 5 αλλά 8!!! το λένε οι πάντες.. Ξεχάσατε τους 3 νεκρούς στα γεγονότα που έγιναν στο κέντρο της πόλης αμέσως μετά απο το λιμάνι. Τα ονόματα είναι: Αντώνης Μαραγκουδάκης, Ανδρέας Σπάλας, Παναγιώτης Μπλίκος, Γιάννης Κολιτσιδάκης, Π. Πηλίκας, Βασίλης Γιαλατσινός, Βασίλης Καπετανέας και η κ.Γκριζέπη. Η τρεις τελευταίοι σκοτώθηκαν στο κέντρο της πόλης. Η κ. Γκριζέπη δεν ήταν λιμενεργάτης και σκοτώθηκε μέσα στο περίπτερό της....
2)Οι λιμενεργάτες ζητούσαν να τους δίνονται 8 δραχμές επιπλέον στον μισθό (αναδρομικά από το 1928) για κάθε τόνο σιταριού που θα ξεφόρτωνε ο απορροφητήρας. Με τα χρήματα που ζητούσαν θα έφτιαχναν το Ταμείο Συντάξεων. Οι συνδικαλιστές τους, διαπραγματευόμενοι με το κράτος, πετυχαίνουν το bonus 6 δραχμών για κάθε τόνο σιταριού που θα ξεφόρτωνε η “ρουφήχτρα”. Οι μυλεργάτες απορρίπτουν την πρόταση και αφού αποκηρύσσουν τους συνδικαλιστές που την δέχτηκαν, αποφασίζουν μέσω γενικής συνέλευσης να απεργήσουν από τις 8 Μάη και να εμποδίσουν τις εκφορτώσεις των πλοίων με το νέο μηχάνημα. Οπότε η συμφωνία που κλείστηκε δεν έγινε δεκτή απο τους εργάτες που συνέχισαν μόνοι τους την απεργία αποκηρύσσοντας τους συνδικαλιστές...
Καλό είναι να τα μαθαίνουμε όλα...
Οι νεκροί στο λιμάνι ήταν πέντε όπως έγραψα. Συνολικά όμως εκείνη την ημέρα ήταν επτά, σκοτώθηκε άλλος ένας σε συγκρούσεις μέσα στην πόλη ενώ ο Καπετανέας ο οποίος υπέκυψε στα τραύματα του αργότερα επίσης τραυματίστηκε από τις συγκρούσεις. Για την Γκριζέπη δεν βρήκα κάποιο στοιχείο, αν έχετε εσείς μετά χαράς να το συμπεριλάβω. Σε κάθε περίπτωση η πρόθεση μου δεν είναι να αμφισβητήσω τον αριθμό των νεκρών για αυτό διόρθωσα και το κείμενο στο σχετικό σημείο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτην δεύτερη παρατήρηση σας όμως, δεν αντιλαμβάνομαι το νόημα της διόρθωσης. Εγώ γράφω ότι οι αντιπρόσωποι των λιμενεργατών έφτασαν σε μια συμφωνία, από την οποία τελικώς οι λιμενεργάτες υπαναχώρησαν ζητώντας περισσότερα χρήματα. Ποιό είναι το λάθος ακριβώς;
Το άρθρο σας φέρνει πτυχές στην επιφάνεια που δεν τις γνώριζα. Πτυχές που μας λένε τις διαπραγματεύσεις και τις ενέργειες από πλευράς πολιτικής εξουσίας. Παρόλα αυτά θα μου επιτρέψετε να πω οτι ενώ το άρθρο είναι πλήρες από πληροφορίες με το τι έκανε η πολιτική εξουσία υστερεί όμως σε πληροφορίες για την αντίπερα πλευρά..
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι θέλω να πω:
1)Τα πτώματα μετά τα γεγονότα αφέθηκαν για μια μέρα στην πόλη για ''γνώση και συμμόρφωση''.
2)Εκτός από τις υπηρεσιακές ποινές των αξιωματούχων της πόλης υπήρχαν και δικαστήρια για τους εργαζομένους όπου τον Ιανουάριο του 1935 στη δίκη σχετικά με τα γεγονότα του Μαΐου της προηγούμενης χρονιάς που έγινε στην Καλαμάτα, στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθισαν εργάτες, 4 από τους οποίους καταδικάστηκαν (οξύμωρο!!) σε 18μηνη φυλάκιση και δύο χρόνια εξορία στον Άγιο Ευστράτιο.
3) Την Γκριζέπη οι εφημερίδες την παρουσιάζουν σαν βαριά τραυματισμένη η οποία εξέπνευσε μέρες αργότερα. Δυστυχώς το αρχείο μου από εφημερίδες σταματάει λίγες μέρες μετά την απεργία που φαίνεται ότι ακόμα δεν είχε εκπνεύσει. Πάντως ο ηλεκτρονικός ιστός την αναφέρει καθως και μάρτυρες εκείνων των γεγονότων (ο τελευταίος συμμετέχων στα γεγονότα πέθανε το 2008 στα 103 παρακαλώ!)
Όσο αφορά για την συμφωνία των εκπροσώπων συνδικαλιστών με την κυβέρνηση εννοώ ότι τα συμφωνηθέντα τελικώς ήταν εκτός των προσδοκιών των απεργών και γιαυτό το λόγο μετά από αυτή την συμφωνία που δεν έβρισκε σύμφωνους τους εργάτες οι συνδικαλιστές αποκηρύχτηκαν και οι απεργία έγινε χωρίς την ηγεσία του σωματίου. Δηλαδή η ένσταση μου βρίσκεται στο ότι στο κείμενό σας η απεργοί παρουσιάζονται σαν να αθέτησαν το λόγο τους χωρίς να υπολογίζεται στο ενδεχόμενο στο ότι οι συνδικαλιστές δεν έκαναν καλά την διαπραγμάτευση.
υγ. Ο δαίμων του τυπογραφείου χτύπησε και το άρθρο σας το οποίο σε κάποιο σημείο αναφέρει την απεργία ως 9 Μαρτίου και όχι Μαΐου.
Κατά τ'άλλα συγχαρητήρια για το άρθρο που αναδεικνύει μια διαφορετική πτυχή για τα γεγονότα της απεργίας.
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟμολογουμένως έχετε δίκαιο και εντοπίσατε ορθά το πνεύμα του άρθρου. Βρίσκομαι σε μια διαδικασία μελέτης για ερευνητικούς λόγους των πρακτικών του κοινοβουλίου την περίοδο 1922-1935. Εκεί συνάντησα κάποιες σημαντικές περιπτώσεις γεγονότων που η καθιερωμένη ακαδημαϊκή Ιστορία δεν αναφέρει. Η Ιστορία του "σιλό" είναι μια από αυτές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι λοιπόν μοιραίο ότι το άρθρο είναι ανισοβαρές αλλά κατά την γνώμη μου παραπληρωματικό όσων υπάρχουν ήδη στον ιστό γιατί ακριβώς παρουσιάζει την πολιτική πλευρά του θέματος που δεν ήταν αμελητέα.
Γενικώς προσπαθώ αυτό που παρουσιάζω να είναι ενδιαφέρον και, ως ένα σημείο, πρωτότυπο. Πάντοτε παραδέχομαι τυχόν λάθη μου, δέχομαι με ευχαρίστηση την καλόπιστη κριτική η οποία με βελτιώνει και μου μαθαίνει πράγματα και την παρέμβαση σας την εντάσσω σε αυτή την κατηγορία.