Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί εν έτει 2020 (ένας αιώνας συστηματικής εξόντωσης του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης).
γράφει ο Γιάννης Δασκαρόλης
Μεσοπόλεμος - ελληνοτουρκική προσέγγιση (1923-1940)
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί πριν λίγες ημέρες δεν είναι μια φονταμελιστική πρωτοβουλία εσωτερικής κατανάλωσης όπως μας τη σερβίρουν. Είναι απλά άλλος ένας κρίκος του τουρκικού κρατικού σχεδίου για την εξόντωση της ελληνικής μειονότητας της Κωνσταντινούπολης και την εξαφάνιση οποιουδήποτε χριστιανικού γνωρίσματος της πόλης. Η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε την επομένη της υπογραφής της συνθήκης της Λοζάνης τον Ιούλιο του 1923. Παρά το γεγονός ότι μόλις είχε υπογραφεί μια λεπτομερέστατη συνθήκη που ρύθμιζε όλες τις πτυχές των ελληνοτουρκικών σχέσεων, οι Τούρκοι εκμεταλλευόμενοι την απουσία πολλών μειονοτικών από την Κωνσταντινούπολη λόγω του φόβου μετά την επανακατάληψη της πόλης, ερμήνευσαν αυθαίρετα τον κανονισμό των εγκατεστημένων (etablis), βάσει του οποίου όποιος δεν πληρούσε κάποιες τυπικές προϋποθέσεις έχανε την Τουρκική υπηκοότητα και το δικαίωμα παραμονής στην Κωνσταντινούπολη.
Βάσει του νόμου αυτού 2.500 μειονοτικοί έχασαν τις περιουσίες τους ενώ οι Τουρκικές πιέσεις κορυφώθηκαν το 1925, όταν εντάχθηκε σε αυτό το καθεστώς ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Κωνσταντίνος ΣΤ΄ και εξαναγκάστηκε από τις τουρκικές αρχές να εγκαταλείψει την Πόλη ταπεινωμένος και να μεταβεί στο Άγιο Όρος. Το νέο συγκλόνισε τον ελληνισμό, κάποιοι πολιτικοί όπως ο Πάγκαλος ζήτησαν δημοσίως την επανάληψη του ελληνοτουρκικού πολέμου στη Θράκη, ενώ ο Μεταξάς, ως αρχηγός των Ελευθεροφρόνων απείλησε τους υπουργούς της κυβέρνησης Μιχαλακόπουλου με ειδικό δικαστήριο για την αδράνειά τους. Το 1924 εγκαθίσταται στην Κωνσταντινούπολη και αυτοανακηρύσσεται σε «Πατριάρχη της Τουρκορθοδόξου Εκκλησίας» ο περίφημος παπα-Ευθύμ, έχοντας την υποστήριξη των τουρκικών Αρχών που του επέτρεψαν να καταλάβει και να χρησιμοποιεί για λατρευτικούς σκοπούς κάποιους ορθόδοξους ναούς της Πόλης
Οι τουρκικές πιέσεις εναντίον των Ελλήνων μειονοτικών δεν μειώθηκαν τα επόμενα χρόνια, αλλά πέρασαν σε μια σταδιακή ύφεση την εποχή της ελληνοτουρκικής προσέγγισης Βενιζέλου - Κεμάλ το 1929. Ο ίδιος ο Βενιζέλος έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τη μειονότητα της οποίας η παρουσία στην Κωνσταντινούπολη επιτεύχθηκε με την προσωπική του επιμονή στη Λοζάνη και παρά τις αντιρρήσεις του Ινονού. Παρά τις εργώδεις προσπάθειες του Βενιζέλου η θέση των Ελλήνων μειονοτικών βελτιώθηκε ελάχιστα, ενώ ακόμη και τον Απρίλιο του 1930 ο Έλληνας πρόξενος Πολυχρονιάδης τηλεγραφούσε στην Αθήνα ότι η θέση της μειονότητας ουσιαστικά δεν είχε βελτιωθεί. Ο πατριάρχης Φώτιος με επιστολή του, ευχαρίστησε τον Βενιζέλο για τις προσπάθειές του ζητώντας να επιστραφούν στο πατριαρχείο οι Ιεροί ναοί που είχαν δοθεί στον παπά Ευθύμ, ενώ υπογράμμισε ότι η εκπαίδευση των Ελλήνων της Πόλης είχε υπονομευθεί από την αναγκαστική καθιέρωση της τουρκικής γλώσσας στα σχολεία τους, αλλά και την αναγκαστική διδασκαλία της ιστορίας και της γεωγραφίας στα Τουρκικά. Με την ελληνοτουρκική συμφωνία της Άγκυρας το 1930 που ήταν φανερά εις βάρος των ελληνικών συμφερόντων, η ελληνική πλευρά δέχθηκε ως τετελεσμένο την οριστική φυγή 30.000 Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη με αντάλλαγμα την παροχή ιθαγένειας από το Τουρκικό κράτος σε όσους είχαν παραμείνει και απειλούνταν με απέλαση. Χάρις τις συνεχείς πιέσεις της Τουρκίας στην ελληνική μειονότητα και τα επόμενα χρόνια μέχρι τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, αυτή είχε ήδη συρρικνωθεί σε 125.000 άτομα το 1935 από 300.000 που ήταν το 1922.
Κατοχή (1940-1945)
Οι διμερείς σχέσεις των 2 χωρών παρέμειναν κακές κατά τη διάρκεια της Κατοχής καθώς η Τουρκία προσπάθησε να εξασφαλίσει συμμαχική άδεια για την κατάληψη νησιών του Αιγαίου, ενώ διεκδίκησε παρασκηνιακά τα Δωδεκάνησα. Στην Κατοχή, τον Μάιο του 1941 αμέσως μετά από την κατάληψη της Ελλάδος και της Γιουγκοσλαβίας από τις Φασιστικές και Ναζιστικές δυνάμεις, η μονοκομματική κυβέρνηση της Τουρκίας με την χρήση μυστικού διατάγματος επιστράτευσε τους 40.000 άνδρες των μη-Μουσουλμανικών μειονοτήτων ηλικίας 18-45 ετών. Οι επιστρατευμένοι οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα εργασίας κατασκευής οδών, αεροδρομίων και κτιρίων, κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, χωρίς να έχουν άδεια επίσκεψης στην Πόλη. Το γεγονός αυτό ονομάστηκε «Είκοσι Ηλικίες» και δεν είναι γνωστά τα ακριβή κίνητρα και οι σκοποί του διωγμού αυτού. Το γεγονός ότι οι επιστρατευμένοι απολύθηκαν με την αλλαγή της τροπής του πολέμου (Νοέμβριος 1942) και οι έντονες φήμες που κυκλοφορούσαν στην Πόλη περί της μη επιστροφής τους, δίνει την δυνατότητα διαφόρων ερμηνειών και το μέτρο να σχετίζεται με παρόμοια συμβάντα σε άλλες περιοχές της Ευρώπης. Οι ηλικιωμένοι είχαν σταλεί σε στρατόπεδα στην Ανατολική Θράκη ενώ οι νεότεροι σε διάφορες περιοχές στο εσωτερικό της Ανατολής.
Στις 11 Νοεμβρίου 1942 ψηφίστηκε από την τουρκική εθνοσυνέλευση χωρίς καν να συζητηθεί, ο νόμος περί Φόρου Περιουσίας, γνωστός και ως Βαρλίκ Βεργκισί (Varlik Vergisi). Ο νόμος προέβλεπε την συγκρότηση σε κάθε επαρχία και νομό επιτροπών αποτίμησης περιουσίας, οι οποίες επιτροπές θα καθόριζαν το ποσό που θα πλήρωνε ο κάθε υπόχρεος. Οι αποφάσεις των επιτροπών θα ήταν τελικές και απρόσβλητες, ενώ οι υπόχρεοι θα ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν το καθορισθέν ποσόν εντός 15 ημερών. Όσοι δεν πλήρωναν τον καθορισθέν ποσόν εντός 15 ημερών, θα υποχρεώνονταν σε κατάσχεση και αναγκαστική εκποίηση της περιουσίας τους από τις επιτροπές και σε περίπτωση που και πάλι δεν ήταν δυνατή η αποπληρωμή του καθορισθέντος ποσού, οι υπόχρεοι θα στρατολογούνταν στα τάγματα εργασίας, για καταναγκαστικά έργα.
Στην Κωνσταντινούπολη συγκροτήθηκαν τρεις επιτροπές, οι οποίες στις 18 Δεκεμβρίου 1942 ανακοίνωσαν τις καταστάσεις με τους υπόχρεους και τα ποσά των φόρων που καλούνταν να καταβάλουν. Το 87% των φόρων καλούνταν να τον πληρώσουν οι μη μουσουλμάνοι (Έλληνες και Αρμένιοι), το 7% μουσουλμάνοι και το 6% διάφοροι άλλοι, οι οποίοι και πάλι ήταν άτομα που ανήκαν σε διάφορες μη μουσουλμανικές πληθυσμιακές ομάδες. Μετά από την εξοντωτική φορολογία πουλήθηκαν χιλιάδες ακίνητα στην Κωνσταντινούπολη και σε λίγες βδομάδες πέρασαν από χριστιανικά σε μουσουλμανικά χέρια, έναντι εξευτελιστικού τιμήματος. Το 67% των ακινήτων το αγόρασαν μουσουλμάνοι Τούρκοι και το υπόλοιπο κρατικές υπηρεσίες και οργανισμοί. Επίσης, από τις 21 Ιανουαρίου 1943 χιλιάδες ακίνητα που ανήκαν σε χριστιανούς κατασχέθηκαν για να πληρωθούν οι φόροι που τους επιδικάστηκαν.
Μεταπολεμική περίοδος - Σεπτεμβριανά (1949-1955)
Μεταπολεμικά η διμερείς σχέσεις συνέχισαν να είναι κακές. Μετά την ήττα στον ποδοσφαιρικό αγώνα Ιταλίας - Τουρκίας που έγινε στην Αθήνα στις 20 Μαΐου 1949, ο τουρκικός τύπος, αλλά και άλλοι Τούρκοι ιθύνοντες, έδωσαν μια άλλη διάσταση στο γεγονός δημιουργώντας μια πολεμική ατμόσφαιρα στην Τουρκία εναντίον της Ελλάδας και ειδικά στην Κωνσταντινούπολη. Ο πρόεδρος της τουρκικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας μίλησε για επεισόδια εις βάρος των Τούρκων αθλητών που καθοδηγήθηκαν από τις Ελληνικές Αρχές, τουρκικές εφημερίδες έγραφαν ότι η Ελληνοτουρκική φιλία έπαψε πλέον να υφίσταται μετά τα έκτροπα των Αθηνών, η εφημερίδα Τζουμχουριέτ έγραψε ότι κακώς δεν μετατράπηκε το γήπεδο σε πεδίο μάχης καθώς έτσι οι Έλληνες θα τρέπονταν σε φυγή, υπονοώντας την διάσπαση του μετώπου το 1922. Η Χουριέτ έφτασε μέχρι και να ζητήσει αλλαγή των ελληνοτουρκικών συνόρων από την στιγμή που δεν ισχύει πλέον η Ελληνοτουρκική φιλία, ενώ άλλα έντυπα πρότειναν να σταματήσουν οι εξαγωγές τροφίμων προς την Ελλάδα για να πεινάσουν οι Έλληνες.
Στις 24 Μαΐου ο φοιτητικός σύλλογος της Κωνσταντινούπολης διεξήγαγε συλλαλητήριο για το ζήτημα στο οποίο συμμετείχαν οι περισσότεροι αθλητές που είχαν εν τω μεταξύ γυρίσει από την Αθήνα, οι οποίοι διαβεβαίωσαν το πλήθος για την αντιτουρκική ατμόσφαιρα που αντιμετώπισαν στην Αθήνα. Υπήρχαν φοιτητές με πλακάτ που έγραφαν ότι οι "Έλληνες είναι φίδια", Τούρκοι παλαιστές πήραν τον λόγο διαβεβαιώνοντας ότι στους επερχόμενους διεθνείς αγώνες που θα γίνονταν στην Κωνσταντινούπολη θα "περιποιούνταν καταλλήλως" τους Έλληνες αντιπάλους τους, αντιπροσωπείες κατέθεσαν στεφάνια στο ηρώο των πεσόντων των Ελληνοτουρκικών πολέμων, ενώ το πλήθος φωνασκούσε ότι δεν θα ανεχόταν ποτέ η Κύπρος να γίνει Ελληνική. Τέλος, αντιπροσωπεία των φοιτητών ζήτησε ακρόαση από τον Πατριάρχη για να τον ρωτήσει ποια ήταν η γνώμη του για τα γεγονότα των Αθηνών, αλλά αυτός δεν τους δεχθηκε προφασιζόμενος ότι προσευχόταν την στιγμή που το πλήθος κύκλωσε το Πατριαρχείο και δεν μπορούσε να διακόψει. Το 1950 η κυβέρνηση Μεντερές δημιούργησε με κρατική πρωτοβουλία την Εταιρία κατακτήσεως της Ινσταμπούλ. Η Εταιρία αυτή καθιέρωσε τον πανηγυρισμό της 29ης Μαΐου ως ημέρα της Αλώσεως, εορτασμός που γίνεται κάθε χρόνο μέχρι τις μέρες μας.
Ακολούθησαν τα περίφημα "Σεπτεμβριανά" στις 6 Σεπτεμβρίου 1955. Το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη είχε προετοιμαστεί πάρα πολύ καλά από τον τουρκικό τύπο που διοχέτευε εμπρηστικά δημοσιεύματα κατά της Ελλάδας για το Κυπριακό. Μέσα στην ψυχολογία του όχλου που δημιουργήθηκε, ένα σημαντικό κομμάτι αφορούσε τη ζήλια και το φθόνο από τη συνεχή οικονομική πρόοδο των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης. Σ' αυτό προβαλλόταν έντεχνα απ' την Τουρκική προπαγάνδα η ιδέα πως η κακοδαιμονία της Τουρκίας και η αδυναμία οικονομικής της ανάπτυξης οφειλόταν στους Χριστιανούς, στους Αρμένιους, στους Εβραίους και στις άλλες μειονότητες που απολάμβαναν τον περισσότερο πλούτο. Μέσα σε λίγες ώρες 50.000 περίπου άτομα, με την βοήθεια των επίσημων τουρκικών αρχών κατέστρεψαν όλες τις ελληνικές περιουσίες στους εμπορικούς δρόμους της Πόλης βεβηλώνοντας τα όσια και τα ιερά των χριστιανών συμπατριωτών τους, ενώ σημειώθηκαν 20 δολοφονίες χριστιανών.
Σύγχρονη εποχή (1964-2020)
Ακολούθησαν οι περίφημες απελάσεις του 1964 που επέφεραν καίριο πλήγμα για τον ελληνισμό της Πόλης, καθώς ο αριθμός των Ελλήνων της Πόλης μειώθηκε από 90.000 σε 30.000 σε διάστημα ενός έτους. Η ανακοίνωση της έναρξης των απελάσεων γίνεται τη 16η Μαρτίου 1964 και αρχίζει αμέσως η ανακοίνωση καταλόγων Ελλήνων υπηκόων και παράλληλα η πρόσκληση αυτών σε ατμόσφαιρα τρομοκρατίας στο 4ο Τμήμα Ασφαλείας Κωνσταντινουπόλεως με αντιμετώπιση αυτών ως εγκληματιών του ποινικού δικαίου. Κορυφαία πράξη βίας υπήρξε ο εξαναγκασμός να υπογράψουν δήλωση που δεν επιτρεπόταν να διαβάσουν ότι δήθεν είχαν διενεργήσει βλαβερές ενέργειες κατά της Τουρκίας. Παράλληλα τα καταπιεστικά μέτρα επεκτείνονταν σε όλα τα μέλη και ιδρύματα της ομογένειας.
Αρκεί να αναφέρουμε τον έντονο οικονομικό αποκλεισμό που οργανώθηκε με την ανοχή της κυβέρνησης της Τουρκίας από τις δεξιές και αριστερές εθνικιστικές φοιτητικές οργανώσεις, αρχίζοντας τον Απρίλιο του 1964, αλλά και την τρομοκράτηση γενικότερα του ελληνικού πληθυσμού περί επικείμενης βίας, συνεχή προπαγάνδα κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου με κυβερνητικές δηλώσεις και δημοσιεύσεις του κατευθυνόμενου Τύπου. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της ανακριτικής έρευνας κατά της διοίκησης του μείζονος Ιδρύματος Βαλουκλί, αρχές του 1964, με αφορμή τη δωρεά που είχε στείλει η Παγκόσμια Ένωση Εκκλησιών, μιας κεντρικής μονάδας θέρμανσης για το νοσοκομείο, με την κατηγορία ότι περιείχε οπλισμό.
Ειδικός στόχος των διωγμών υπήρξαν τα σχολεία με τον διορισμό «υποδιευθυντών» με απόλυτες εξουσίες και αποστολή να καταστρέψουν τα σχολεία με προφανή σκοπό τη διάλυση του κοινωνικού ιστού της ομογένειας. Παράλληλα με τις απελάσεις, μυστικό διάταγμα δέσμευσε όλα τα περιουσιακά στοιχεία των Ελλήνων στην Τουρκία. Τα σπίτια και οι περιουσίες των απελαθέντων περιήλθαν στο Τουρκικό Δημόσιο, αφού πρώτα χαρακτηρίστηκαν από αυτό ως εγκαταλειμμένες περιουσίες. Οι μαζικές μεταναστεύσεις πληθυσμών που πραγματοποιήθηκαν τότε θεωρήθηκαν ως η μεγαλύτερη έξοδος ανθρώπων από μία χώρα σε καιρό ειρήνης στο έδαφος της Βαλκανικής Χερσονήσου, μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Κατά το διάστημα αυτό έκλεισαν και 100 επιχειρήσεις Ελλήνων υπηκόων με κεφάλαιο 500.000.000 δολαρίων. Ακολούθησε το κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης το 1971 εξαιτίας υποτίθεται ενός τουρκικού νόμου που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ο στόχος του συγκεκριμμένου μέτρου είναι να υπονομεύσει μακροπρόθεσμα τη δυνατότητα διαδοχής στον Οικουμενικό Θρόνο. Μέσα σε αυτό το συνεχές πλαίσιο καταπιέσεων η Ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης παρήκμασε αριθμητικά και σήμερα αριθμεί λιγότερο από 10.000 άτομα σε σύνολο 10.000.000 Τούρκων που κατοικούν την Κωνσταντινούπολη, ενώ το 98% του συνόλου της έχει εκπατριστεί χάνοντας παράνομα ιθαγένεια και περιουσία.
Ο πρόσφατος κρίκος της εξόντωσης του Ελληνορθόδοξου πολιτισμικού στοιχείου της Πόλης, είναι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί. Να είστε σίγουροι ότι δεν είναι ο έσχατος κρίκος. Αν αναλογιστούμε το ιστορικό πλαίσιο που περιγράψαμε και θυμηθούμε τη διχοτόμηση της Κύπρου, την ευθεία, την εξόντωση των ελληνικών πληθυσμών της Ίμβρου και της Τενέδου και την ευθεία αμφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει καθόλου το γεγονός. Ίσως πρέπει να μας εκπλήσσει πόσο ανίκανοι υπήρξαμε εμείς στην διαχείριση των ζητημάτων της ελληνικής μειονότητας της Κωνσταντινούπολης ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι στη ελληνική Θράκη η μουσουλμανική μειονότητα την ίδια περίοδο άκμασε αριθμητικά και τώρα αποτελεί την αιχμή του δόρατος για τον τουρκικό αναθεωρητισμό στην περιοχή. Δεν νομίζω ότι το ισοζύγιο των διμερών ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι αναστρέψιμο και αυτό συμβαίνει κυρίως επειδή διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις στάθηκαν χαρακτηριστικά αδιάφορες ή ανίκανες να προστατέψουν τα ζωτικά συμφέροντα της ρωμηοσύνης, τα οποία ήταν κατοχυρωμένα βάσει συνθηκών. Η ίδια η ελληνικότητα της συνείδησης (πολιτισμός, γλώσσα, ιστορία, ορθόδοξη πίστη) που οφείλει αυτονόητα να αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της κρατικής μας υπόστασης, υπονομεύεται συστηματικά από το ελληνικό επίσημο κράτος, την δημόσια εκπαίδευση, τους "ανθρώπους του πνεύματος", τα ΜΜΕ και τον δημόσιο λόγο που εκπέμπουν. Όταν βλέπεις η Ελλάδα να χάνεται όχι στα Ταταύλα και στο Πέραν αλλά στη Γερανίου και στην πλατεία Κουμουνδούρου που έχουν μεταβληθεί σε ισλαμιστικούς θύλακες στην καρδιά του κράτους, νομίζω ότι το ελληνικό ενδιαφέρον για την Αγία Σοφία μοιάζει κάπως υποκριτικό (ίσως και λίγο εκτός πραγματικότητας).
Πηγές
Συρίγος Άγγελος, Ελληνοτουρκικές σχέσεις, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2015.
Χατζηβασιλείου Ευάνθης, Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, η ελληνοτουρκική προσέγγιση και το πρόβλημα της ασφάλειας στα Βαλκάνια, ΙΒΣ, Θεσσαλονίκη 1999.
Δασκαρόλης Ιωάννης, Δημοκρατικά Τάγματα, εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2019.
Το άρθρο του κυρίου Δασκαρόλη είναι απολύτως πραγματιστικό και δυστυχώς συμφωνώ μαζί του και ως προς το τελευταίο σκέλος. Μακάρι, όσο είναι καιρός, να υπάρξει μία αλλαγή πορείας, μήπως και σώσουμε τίποτε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυστυχώς δεν θα υπάρξει τίποτε. Η σπείρα της παρακμής θα συνεχιστεί μέχρι την .... αργόσυρτη εξαφάνιση. Το πολιτικό σύστημα και συνολικά οι ελίτ του τόπου ούτε ξέρουν ούτε θέλουν ούτε μπορούν! Και δυστυχώς σήμερα δεν υπάρχει ένας ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ (με τα όποια λάθη του) .... ούτε ένας ΛΑΟΣ με εθνικό φρόνημα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔε χρειαζεται νεος βενιζελος, να ξαναδιχασει το λαο και να εκτελει αντιπαλους του Νεος Εθνοδημιουργος Εθναρχης Καποδιστριας χρειάζεται
ΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφή