γράφει ο Κωνσταντίνος Λινάρδος
Την Πέμπτη μέρα μετά την άλωση, δύο έφηβοι και κατόπιν ένας άντρας, αποκεφαλίζονται. Εκείνος ήταν ο Λουκάς Νοταράς, ο ισχυρότερος πολίτης της Κωνσταντινούπολης, που μετά την άλωση είχε συλληφθεί παραμένοντας μαζί με την οικογένεια του στην οικία του. Ο Νοταράς έδωσε θάρρος στα παιδιά του, (κατά μία εκδοχή ο ένας ήταν ο γαμπρός του) ενώ απεδέχθη το μοιραίο με υψηλό ηθικό και γενναία ψυχή. (Κριτόβουλος ``Ούτω γενναίως και μετά φρονήματος καθεστώτος και ψυχής ανδρείας απέθνησκεν``).
Αλλά και στον επικήδειο που έγραψε για εκείνον ο λόγιος της εποχής Ιωάννης Μόσχος , αποτυπώνεται το πρότυπο ενός γενναίου και φιλοπάτριδος αξιωματούχου `` Όσα τοίνυν αγωνιζόμενος άμα τω βασιλεί και αυ ιδία προς σπουδήν εφελκόμενος πάντας και προθυμίαν ων η πόλις τότε εδείτο εφαίνετο``. Σύμφωνα με την ιστορία του Δούκα, ο Νοταράς λίγους μήνες πριν φερόμενος ως αρχηγός της ανθενωτικής παράταξης αναφωνούσε `` Κρειττότερον εστί ειδέναι εν μέσον τη Πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν`` ενώ σύμφωνα με το χρονικό του Φραντζή, φύλαξε την περιουσία του προτάσσοντας την δική του σωτηρία , πράξη που όμως προκάλεσε την οργή του Σουλτάνου, που διέταξε να θανατωθεί, με τον Δούκα να αναφέρει ως αιτία θανάτου, την άρνηση του να παραδώσει στις σεξουαλικές ορέξεις του Μεχμέτ, τον ανήλικο υιό του.
Έχοντας ως βάση τα γραφόμενα αυτά, δεν είναι λίγοι εκείνοι που προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, κατατάσσουν τον Νοταρά, στην κατηγορία των προδοτών της Πατρίδος. Κατά πόσο όμως αυτή η βαριά κατηγορία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και κατά πόσο τα λεγόμενα των ιστορικών της εποχής είναι αξιόπιστα; Ο Δούκας ανήκε στην ενωτική παράταξη και ως απεσταλμένος της οικογένειας των Γατελούζων που εξουσίαζε το νησί της Λέσβου, είχε την δυνατότητα να έρχεται κάθε χρόνο στην Οθωμανική αυλή προκειμένου να καταβάλλει τον φόρο υποτέλειας….
Ο Δούκας ήταν ενήμερος για τα τεκταινόμενα στην Πόλη και η φράση `` καλύτερα φακιόλι τούρκικο παρά τιάρα λατινική `` πιθανότατα να απηχούσε την ιδεολογία αρκετών από εκείνους που κυκλοφορούσαν στην πόλη, βρίζοντας τον αυτοκράτορα και τους υποστηρικτές του, από πουθενά όμως δεν προκύπτει ότι η φράση ειπώθηκε από τον Νοταρά , αλλά και όπως θα δούμε παρακάτω δεν ήταν σύμφωνη ούτε με την πολιτική του ιδεολογία. Για το μεγάλο χρονικό του Φραντζή, είναι πλέον κοινά αποδεκτό, ότι σε κάποια σημεία υπάρχουν μεταγενέστερες προσθήκες από τον Μακάριο Μελισσηνό , η οικογένεια του οποίου είχε αντιπαλότητα με την οικογένεια των Νοταράδων, κοινό σημείο των οποίων ήταν η καταγωγή τους από την Μονεμβασιά! Το γεγονός αυτό αυτονόητα έχει επίπτωση στην αξιοπιστία των γραφομένων, που πριν υιοθετηθούν θα πρέπει να εξεταστούν διεξοδικότερα…
Πράγματι η καταγωγή της οικογένειας ήταν από την Μονεμβασιά, όταν περί τα μέσα του 14ου αιώνα ο Γεώργιος Νοταράς ήρθε στην Κωνσταντινούπολη ως έμπορος παστών ψαριών. Επεκτείνοντας τις δραστηριότητες του , ανέπτυξε σχέσεις με τους Ιταλούς και ιδιαίτερα με τους Γενουάτες του Πέρα. Στη βασιλική αυλή εισήλθε ως διερμηνευτής του Ανδρόνικου Δ’ . Τόσο ο Γεώργιος όσο και υιός του Νικόλαος Νοταράς, ήταν υποστηρικτές του Ανδρόνικου Δ’ και του Ιωάννη Ζ’ δηλαδή των αντιπάλων του μετέπειτα αυτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγου. Από το 1391 όμως τον Νικόλαο Νοταρά (πατέρα του Λουκά Νοταρά) , προσεταιρίστηκε ο Μανουήλ Παλαιολόγος στην αυλή του οποίου δραστηριοποιήθηκε ως διερμηνευτής και πρέσβης μέχρι τον θάνατο του το 1426. Παράλληλα ο Νικόλαος απέκτησε την Βενετική και Γενουατική υπηκοότητα, διατηρώντας και επεκτείνοντας τις εμπορικές δραστηριότητες του στην Ιταλία. Ήδη από τα τέλη του 14ου αιώνα η οικογένεια Νοταρά, που ανήκε στους μέσους, θεωρείτο από τις ισχυρότερες οικονομικά οικογένειες που εκμεταλλευόμενες τις διαμάχες των Παλαιολόγων παρεισέφρησαν στην αριστοκρατία επιδιώκοντας να συνδεθούν με την οικογένεια των Παλαιολόγων και κατ’ επέκταση με την πολιτική την οποία πρέσβευαν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι δύο από τις κόρες του Λουκά Νοταρά , παντρεύτηκαν άνδρες όπου μεταξύ των άλλων επωνύμων υπήρχε και το Παλαιολόγος. Ενώ και η ίδια η γυναίκα του Λουκά Νοταρά , θεωρείτο Παλαιολογίνα. Ο Λουκάς Νοταράς δεν ήταν ο πρωτότοκος, όμως ο μεγαλύτερος αδερφός του σκοτώθηκε το 1411, από τους Τούρκους σε συμπλοκή έξω από την Πόλη (Δούκας- Ιστορία) με τον πατέρα του να πληρώνει αδρά προκειμένου να εξασφαλίσει τη κομμένη κεφαλή του. Επομένως η οικογένεια Νοταρά, για προσωπικούς, πολιτικούς και οικονομικούς λόγους ήταν αντίπαλη με τους Οθωμανούς και συνδεδεμένη με τον Αυτοκράτορα, που σε ανταπόδοση είχε παραχωρήσει στον Λουκά Νοταρά το αξίωμα του μεσάζοντα που θεωρείτο το ισχυρότερο, με δικαιοδοσίες για τα πάντα. (Φραντζής `` πάντα λίθον κινεί `` για Νοταρά). Το γεγονός μάλιστα που επιβεβαιώνει την σύνδεση των δύο ανδρών, ήταν ότι μετά τον θάνατο του Αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγου το φθινόπωρο του 1448, ο Δημήτριος Παλαιολόγος, έχοντας την υποστήριξη ανθενωτικών κύκλων ακόμη και των Οθωμανών, επιχείρησε να καταλάβει τον θρόνο, συνάντησε όμως την αντίδραση της μητέρας του αλλά και του Λουκά Νοταρά που χρησιμοποιώντας την πολιτική του δύναμη βοήθησε στην ανάρρηση στο αυτοκρατορικό θρόνο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου.
Βέβαια στη συνέχεια κάνοντας χρήση και του αξιώματος του ερχόταν σε επαφή τόσο με την ηγέτες του ανθενωτισμού και ιδιαίτερα με τους Ιωάννη Ευγενικό και Γεννάδιο Σχολάριο, ενώ δεν έλειπαν και οι επαφές με τους Οθωμανούς όπως παραδεχόταν και ο ίδιος `` για τα προς τους άρχοντας των Τούρκων γραφέντα μοι γράμματα ``. Οι ηγέτες των ανθενωτικών ζητούσαν και έπαιρναν οικονομική ενίσχυση από τον Νοταρά, όμως σε αρκετές περιπτώσεις και ιδίως όταν ξεπερνούσαν τα εσκαμμένα ο Νοταράς έπαυε την στήριξη απαντώντας τους με τόνο απαξιωτικό `` Μάτην κοπιάς πάτερ , ότι το μνημόσυνον του πάπα περιέστη να δοθή και αδύνατον άλως γενέσθαι ``.
Το γεγονός αυτό προκαλούσε εκνευρισμό τόσο στον Ιωάννη Ευγενικό που σε επιστολή του προς τον Σχολάριο κατηγορούσε τον Νοταρά ότι τους παραπλάνησε, όσο και τον Σχολάριο που τον κατηγορούσε ότι βρίσκεται με το μέρος των λατινοφρόνων! Παροτρύνοντας τον να αφήσει επιτέλους τα φαυλοτάτας εκείνας οικονομίας. (Τόνια Κιουσοπούλου `` Βασιλεύς ή Οικονόμος``). Οι ενέργειες του Νοταρά δείχνουν, ότι οι επαφές του δεν είχαν την μορφή αντιπολίτευσης , αλλά αντίθετα αποσκοπούσαν στο να συγκρατήσουν τα χαλινάρια της ανθενωτικής μερίδας. Ο Νοταράς δεν ήταν υπέρ της ένωσης , ήταν όμως νομιμόφρων στον Αυτοκράτορα όχι μόνο γιατί είχε συνδεθεί συγγενικά μαζί του, αλλά κυρίως γιατί όπως και η μεγάλη πλειοψηφία των αρχόντων, τα οικονομικά του συμφέροντα ήταν συνδεδεμένα με την Κωνσταντινούπολη και προσανατολισμένα προς τη δύση.
Ο αυτοκράτορας χρειαζόταν την συμμαχία και την οικονομική δύναμη του Νοταρά και εκείνος την εύνοια του αυτοκράτορα, άλλωστε εκείνος ήταν ο νόμιμος ηγέτης της Πόλης που κάνοντας χρήση της ισχύος του μοίραζε τα αξιώματα. Για αυτό και ήταν εκείνος που μπήκε εγγυητής στα δάνεια τα οποία ζήτησε και πήρε ο Αυτοκράτορας, από τους Γενουάτες του Πέρα, την Βενετία, αλλά και από ιδιώτες. Κατά την διάρκεια της πολιορκίας αρχικά είχε την ευθύνη του εφεδρικού σώματος και στη συνέχεια της παραλιακής ζώνης του Κεράτιου κόλπου. Επίσης είχε επωμιστεί με την ευθύνη ανακάλυψης και εξουδετέρωσης των λαγουμιών, μέσω των οποίων οι Οθωμανοί προσπαθούσαν να εισέλθουν στην Πόλη. Υπό την δική του καθοδήγηση (Nicolo Barbaro – Χρονικό της αλώσεως) , αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία όλες οι απόπειρες.
Από την άλλη όμως όπως αναφέρεται στο χρονικό του Φραντζή, στο οποίο αφιερώνεται μάλιστα ολόκληρο κεφάλαιο, σχεδόν μέχρι την έναρξη της πολιορκίας υπήρχε έντονη προσπάθεια του Νοταρά (όπως και του Φραντζή) για το ποιοι τίτλοι, έστω και τιμητικοί θα δίνονταν στους υιούς του. Η προσπάθεια αυτή εκ πρώτης όψεως παράξενη, δεν οφείλεται σε ματαιοδοξία, ούτε σε οικονομικά οφέλη, αλλά στη διατήρηση της κοινωνικής ισχύος , μέσω της απονομής όσο το δυνατό ανώτερων αξιωμάτων. Παράλληλα όμως είναι πιθανό η κατοχή αξιωμάτων να ήταν και μια μορφή εγγύησης, για την πολιτική επιβίωση τους, στη περίπτωση που οι Οθωμανοί Τούρκοι κυριαρχούσαν. Η προοπτική αυτή ενισχύεται και από το γεγονός ότι ανάλογος προβληματισμός υπήρχε και στο Οθωμανικό στρατόπεδο και κατά βάση από Ρωμιούς που ήδη ήταν κοντά στον Σουλτάνο και τον διοικητικό μηχανισμό του, οι φιλοδοξίες των οποίων , άφηναν περιθώρια μελλοντικής ενσωμάτωσης και αξιοποίησης των υποδούλων Ρωμιών προς όφελος των ιδίων.
Η αξιοποίηση του Νοταρά από τον Σουλτάνο, αναφέρεται από τους ιστορικούς της εποχής , όπως τον Χαλκοκονδύλη ``Νοταράν δε τον βασιλέως Ελλήνων πρύτανιν ``, αλλά και τον Κριτόβουλο : `` Τον δε γε Νοταράν και της πόλεως επιστάτην εσκόπει καταστήσαι και του συνοικισμού ταύτης κύριον συμβούλω χρησάμενος αυτώ πρότερον περί τούτου ``. Προκαλεί επίσης εντύπωση , ότι ενώ αμέσως μετά την άλωση, άρχισαν οι λεηλασίες και οι σφαγές ο Νοταράς όταν έφτασε σπίτι του , αυτό ήταν ήδη φρουρούμενο από την αστυνομία (τσαούσηδες) του Σουλτάνου…
`` Ο δε μέγας δουξ ευρών τας θυγατέρας αυτού και τους υιούς και την γυναίκα ην γαρ ασθενούσα, εν τω πύργω κεκλεισμένους και κωλύοντας τοις Τούρκοις την είσοδον, αυτός μεν συνελήφθη συν τοις υπακολουθούσιν αυτώ, ο δε τύραννος πέμψας τινάς εφύλαττον και αυτόν και πάντα τον οίκον αυτού. Τους δε καταλαβόντας και περικυκλώσαντας τον οίκον αυτού Τούρκους , έδωκεν ικανά αργύρια, ώστε δοκείν εξαγοράζειν αυτούς δια τον όρκον, εφυλάττετο ουν πανοικί ``. (Δούκας –Ιστορία). Είναι εντυπωσιακό ότι οι Οθωμανοί γνώριζαν που βρίσκεται η οικία του Άρχοντα και πριν προλάβουν να εισέλθουν τα αλαλάζοντα στίφη , αυτή ήδη προστατευόταν…
Ο Σουλτάνος είχε φιλόδοξα σχέδια για την Πόλη και την Αυτοκρατορία του εξετάζοντας κάθε δυνατό ενδεχόμενο. Έτσι διερευνούσε τόσο το ενδεχόμενο συνέχισης λειτουργίας του Πατριαρχείου, όσο και την απονομή αξιωμάτων στην αριστοκρατία της Κωνσταντινούπολης. Τελικά προχώρησε στο πρώτο, αλλά υπαναχώρησε στο δεύτερο, διατάζοντας τον αποκεφαλισμό του Νοταρά αλλά και άλλων βυζαντινών αρχόντων…. Φαίνεται πιθανό ότι ο Νοταράς όπως και οι άλλοι βυζαντινοί άρχοντες να θανατώθηκαν πρωτίστως λόγω της πίεσης που άσκησαν στον Σουλτάνο οι Οθωμανοί αξιωματούχοι που φοβήθηκαν μήπως βρεθούν σε μειονεκτική θέση. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν έλειπαν οι ιδεολογικές αποκλίσεις. Η μετατροπή του κράτους σε αυτοκρατορία και οι κοινωνικοί μετασχηματισμοί , είχαν ως αποτέλεσμα νέες κοινωνικές ομάδες και πολιτικές που αναγκαστικά ερχόντουσαν σε σύγκρουση με τις έως τότε κυρίαρχες δυνάμεις. Η οικογένεια των Τσανταρλί ήταν από τις παλαιότερες και σημαντικότερες και ο Μέγας Βεζίρης Χαλίλ Τσανταρλί, αντιμετώπιζε την έχθρα πολλών νέων φιλόδοξων αξιωματούχων που διεκδικούσαν αξιώματα και δόξα.
Η επαναφορά του Σουλτάνου Μουράτ το 1446 και η εκθρόνιση του Μεχμέτ οφειλόταν σε σημαντικό βαθμό σε ενέργειες του Χαλίλ, γεγονός που σε συνδυασμό με την για πολιτικούς λόγους επιθυμία του να λυθεί η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης , έδωσε τις αφορμές που επιζητούσαν οι φιλόδοξοι αντίπαλοι του, με αποτέλεσμα την συκοφάντηση και εκτέλεση του αμέσως μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Ο προβληματισμός του Σουλτάνου, ενισχύθηκε και από τις αλληλοκατηγορίες του Νοταρά με τον Χαλίλ Πασά για τον ρόλο που έπαιξαν (Codex Barberinus Graecus) κατά την πολιορκία , οδηγώντας τον τελικά στην απόφαση να αποκεφαλίσει και τους δύο….(Στέφανος Γερασίμου- Η επανοίκηση της πόλης μετά την άλωση).
Κατόπιν τούτου τα όσα αναφέρονται, ότι αιτία θανάτωσης ήταν η μη υποταγή στις σεξουαλικές ορμές και επιθυμίες του Σουλτάνου, δεν πρέπει να ανταποκρίνεται στα γεγονότα… Η εμφάνιση του Σουλτάνου ως άξεστου και αγροίκου δείχνει περισσότερο συναισθηματική φόρτιση εξαιτίας του γεγονότος ότι ήταν ο Πορθητής και όχι ρεαλιστική πραγματικότητα. Οι προσπάθειες του για την αποτροπή της άλωσης και ο τελικός αποκεφαλισμός του , δείχνουν ότι οι όποιες επαφές (σε κάποιο βαθμό λόγω και της θέσης του) , δεν επηρέασαν την απόφαση του να συνδράμει την άμυνα της Πόλης. Αν πράγματι ο Νοταράς ήταν προδότης και συνεργός του Μεχμέτ , ακόμη και αν δεν αξιοποιείτο πολιτικά δεν θα θανατωνόταν…
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο αδερφός (και ένθερμος ανθενωτικός) του Αυτοκράτορα, Δημήτριος Παλαιολόγος. Ο Δημήτριος παρέδωσε την περιοχή του στον Μοριά και ο Σουλτάνος του έδωσε ως ανταμοιβή προσόδους νησιών και την Αίνο. Όπως αναφέρει ο Κριτόβουλος αργότερα περιέπεσε σε δυσμένεια, λόγω πιθανής συμμετοχής του σε οικονομικές ατασθαλίες, ακόμη και τότε όμως δεν κινδύνευσε η ζωή του, αντίθετα ύστερα από ένα χρονικό διάστημα, ο Σουλτάνος λυπήθηκε την ένδεια του ξαναδίνοντας του προσόδους για να ζει αξιοπρεπώς.
Αλλά και η μεγαλύτερη κόρη του Νοταρά , Άννα , μετά την άλωση εγκαταστάθηκε στην Βενετία, με τις αρχές μάλιστα να της επιτρέπουν να δημιουργήσει ιδιωτικό ορθόδοξο παρεκκλήσι στην έπαυλη της, προκειμένου να ικανοποιεί τις θρησκευτικές της ανάγκες. Οι Βενετοί που είχαν πολλές ανθρώπινες απώλειες και τεράστια οικονομική ζημιά εξαιτίας της Αλώσεως , είναι σίγουρο ότι αν είχαν έστω και υπόνοιες για ύποπτες επαφές του πατέρα της με τους Οθωμανούς , δεν θα της επέτρεπαν ούτε να εισέλθει στην Πόλη τους….
Δεν "ήταν ήδη φρουρούμενο από την αστυνομία (τσαούσηδες) του Σουλτάνου". Δεν λέει αυτό το κείμενο του Δούκα. Λέει πως βρήκε τις θυγατέρες του , τους γιούς του και την άρρωστη γυναίκα του κλεισμένους στον πύργο και εμπόδιζαν στους Τούρκους την είσοδο. Τότε αυτός συνελήφθει με όσους τον ακολουθούσαν. Ο δε τύραννος έστειλε κάποιους και φύλασσαν αυτόν και όλον τον οίκο του. Στους δε Τούρκους που κατέλαβαν και περικύκλωσαν τον οίκο του, έδωσε αρκετά αργύρια , ώστε να φανεί πως τους εξαγοράζει με συμφωνία ( όρκο ). Έτσι φυλασσόταν συν γυναιξί και τέκνοις.
ΑπάντησηΔιαγραφή