Η καταστολή φοιτητικού συλλαλητηρίου από τα Δημοκρατικά Τάγματα (3 Νοεμβρίου 1924)



γράφει ο Γιάννης Δασκαρόλης (Απόσπασμα από το βιβλίο "Δημοκρατικά Τάγματα - Οι πραιτωριανοί της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας". Πρώτη δημοσίευση: https://www.academia.edu/ βίαιη διάλυση συλλαλητηρίου/)
Τα πρώτα μεσοπολεμικά χρόνια, η κατάσταση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών είχε καταστεί αφόρητη λόγω της μαζικής εισδοχής φοιτητών χάρη στα σχετικά προνόμια που είχε δώσει η κυβέρνηση σε εφέδρους στρατιώτες και πρόσφυγες. Συνολικά, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών φοιτούσαν 15.000 σπουδαστές ενώ τις παραδόσεις των μαθημάτων τα 2/3 των φοιτητών τις παρακολουθούσαν όρθιοι.[1] Σύμφωνα με τον Σίμο Μενάρδο, πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1926, η μαζική εισδοχή σπουδαστών είχε ως αποτέλεσμα να υπολειτουργούν τα πανεπιστήμια και να υπονομεύονται οι εκπαιδευτικές διαδικασίες, ειδικά στις σχολές της Νομικής[2] και της Ιατρικής.[3] Η κατακόρυφη αύξηση του αριθμού εισακτέων χωρίς αξιολόγηση, εκτός της πτώσης της ποιοτικής στάθμης των σπουδαστών, είχε ως αποτέλεσμα η κοινή γνώμη να έχει την εντύπωση ότι παράγονται περισσότεροι πτυχιούχοι από όσοι χρειάζονται, ως επί το πλείστων ημιμαθείς και για τον λόγο αυτό επικίνδυνοι, ενώ η πληθώρα πτυχιούχων δυσκόλευε και την επαγγελματική τους αποκατάσταση. Κατά κανόνα οι περισσότεροι φοιτητές που εγγράφονταν λόγω των παρεχόμενων προνομίων προέρχονταν είτε από τα κατώτερα οικονομικά στρώματα είτε ήταν πρόσφυγες χωρίς οικονομικές δυνατότητες αυτοσυντήρησης. Η φοίτηση όμως εκείνη την εποχή ήταν ιδιαίτερα πολυέξοδη και περιλάμβανε δίδακτρα και αναγκαστική αγορά ακριβών πανεπιστημιακών συγγραμμάτων που εξουθένωνε τους οικονομικά ασθενέστερους φοιτητές οι οποίοι ζούσαν υπό άθλιες συνθήκες στέγασης και σίτισης, δημιουργώντας ένα νέο «προλεταριάτο» ευάλωτο στο πολιτικό κήρυγμα του ΚΚΕ.

Εν μέσω της δύσκολης αυτής κατάστασης, στις 3 Νοεμβρίου 1924 περισσότεροι από 1.000 φοιτητές συγκεντρώθηκαν έξω από το Πανεπιστήμιο Αθηνών για να συνεδριάσουν στην αίθουσα του Χημείου και να αποφασίσουν πώς θα διεκδικούσαν μια σειρά από αιτήματα οικονομικής κυρίως φύσης. Κύριο αίτημα των φοιτητών ήταν η παράταση των εγγραφών εξαμήνου προκειμένου να διευκολυνθούν όσοι συνάδελφοί τους αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες, να μειωθούν τα δίδακτρα για τους στρατεύσιμους φοιτητές, να τους δοθεί έκπτωση 50% στο τραμ και στα δημόσια θεάματα, να μην είναι υποχρεωτική η αγορά των πανάκριβων πανεπιστημιακών συγγραμμάτων των καθηγητών τους, να μειωθούν τα χρόνια φοίτησης στην Ιατρική από έξι σε πέντε. Φαίνεται όμως πως η φοιτητική διαμαρτυρία είχε και κομμουνιστική υποκίνηση, καθώς στα αιτήματα περιλαμβανόταν και η επιστροφή κομμουνιστών φοιτητών από την εξορία, ενώ μια σχετική προκήρυξη που είχε διακινηθεί είχε κομμουνιστική φρασεολογία.[4] 
Η κομμουνιστική ανάμειξη έπεισε τις Αρχές να μην επιτρέψουν τη διαμαρτυρία των φοιτητών. Έτσι, παρά τις υποσχέσεις του πρύτανη Κωνσταντίνου Ζέγγελη,[5] οι φοιτητές βρήκαν την αίθουσα του Χημείου κλειστή, αλλά και τμήματα της Χωροφυλακής και των Δημοκρατικών Ταγμάτων υπό τις διαταγές του ταγματάρχη Γκίνου παρατεταγμένα μπροστά στις πύλες του πανεπιστημίου. Ακολούθησε ένταση με αντιπαραθέσεις και ύβρεις, ενώ χωροφύλακες ξυλοκόπησαν κάποιους φοιτητές. Στη συνέχεια, οι φοιτητές αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν πορεία προς την οικία του Πρύτανη για να διαμαρτυρηθούν για την αθέτηση της συμφωνίας από μέρους του. Τότε οι παρατεταγμένες δυνάμεις των χωροφυλάκων και των Δημοκρατικών Ταγμάτων διατάχθηκαν να μην επιτρέψουν την πορεία, αλλά να διαλύσουν τους διαδηλωτές διά της βίας. Επακολούθησαν σκηνές απωθήσεων και χτυπημάτων, με τη Δημοκρατική Φρουρά και τους χωροφύλακες να διαλύουν βίαια τη συγκέντρωση των φοιτητών, που αναγκάστηκαν να απομακρυνθούν προσωρινά. Μέσα στην ένταση της στιγμής λίγοι κομμουνιστές φοιτητές παρεισέφρησαν στις τάξεις των διαδηλωτών διανέμοντας φυλλάδια κομμουνιστικού περιεχομένου. Η ενέργεια αυτή επέτεινε τη σύγχυση, καθώς πολλοί φοιτητές τη θεώρησαν προβοκατόρικη και άρχισαν να διαμαρτύρονται σκίζοντας τα διανεμόμενα προπαγανδιστικά φυλλάδια. Η αναταραχή όμως παρεξηγήθηκε από τους αξιωματικούς του Δημοκρατικού Τάγματος ως ένδειξη κομμουνιστικής διαμαρτυρίας και ακολούθησε βιαιότερη ενέργεια των στρατιωτικών δυνάμεων κατά των φοιτητών, που διαλύθηκαν προς την οδό Σόλωνος.
Τελικά, πολλοί φοιτητές κατάφεραν να συγκεντρωθούν έξω από την οικία του Ζέγγελη, στην οδό Αλεξάνδρου Σούτσου. Εκεί, μια αντιπροσωπεία τούς ζήτησε να συναντηθεί μαζί του για να του μεταφέρει τα αιτήματά τους, αλλά ο πρύτανης αρνήθηκε να τους δει. Η άρνηση αυτή παρόξυνε τους φοιτητές που άρχισαν και πάλι να διαμαρτύρονται φωνάζοντας συνθήματα εις βάρος του Ζέγγελη. Ανάμεσα στις φωνές διαμαρτυρίας των φοιτητών ακούστηκε και η κραυγή: «Κάτω η Δημοκρατία».[6] Οι δυνάμεις της Χωροφυλακής και τμήμα των Δημοκρατικών Ταγμάτων δεν άργησαν να επέμβουν και πάλι, διαλύοντας εκ νέου τους διαμαρτυρόμενους φοιτητές. Λίγοι φοιτητές συνελήφθησαν, κάποιοι άλλοι ξυλοκοπήθηκαν αλύπητα, ενώ άλλοι χτυπήθηκαν από στρατιώτες των Δημοκρατικών Ταγμάτων με τους υποκόπανους των όπλων τους[7] και μεταφέρθηκαν αιμόφυρτοι στο νοσοκομείο.
Η συγκέντρωση των φοιτητών διαλύθηκε και οι περισσότεροι κατευθύνθηκαν σε ομάδες στη φοιτητική λέσχη, από όπου εξέδωσαν ανακοίνωση διαμαρτυρίας για τα πρωτοφανή και αναιτίως βίαια γεγονότα.[8] Αντιπροσωπεία των φοιτητών μετέβη στην αστυνομική διεύθυνση και διαμαρτυρήθηκε για τη βία που άσκησαν εις βάρος τους τα αστυνομικά όργανα, ζητώντας την απελευθέρωση όσων συναδέλφων τους είχαν συλληφθεί. Οι αστυνομικές Αρχές με ανακοίνωσή τους δικαιολόγησαν τη καταστολή της διαδήλωσης ως υποκινούμενη από τους κομμουνιστές, κάτι που αρνήθηκαν οι φοιτητές με νέα ανακοίνωση που εξέδωσαν.

[1] Βραδυνή, 31.3.1926.
[2] Το 1926 οι φοιτητές της Νομικής υπερέβαιναν τις 8.000, όταν συνολικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών φοιτούσαν 14.000!
[3] Καιροφύλας Γιάννης, Η Αθήνα του Μεσοπολέμου, Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1988, σ. 58.
[4] Βραδυνή, 4.11.1925.
[5] Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1870. Ύστερα από ανώτατες σπουδές Χημείας στα Πανεπιστήμια Χαϊδελβέργης, Λειψίας, Γενεύης και Παρισιού επέστρεψε στην Ελλάδα και διορίστηκε υφηγητής της Γενικής Χημείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1895 και καθηγητής της Φυσικής Χημείας το 1904. Μετά τη λήξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στάλθηκε μαζί με άλλους πανεπιστημιακούς στη Μακεδονία, για να ερευνήσει τις ωμότητες των Βουλγάρων στον ντόπιο πληθυσμό. Τις παρατηρήσεις τους αυτές τις εξέδωσαν σε βιβλίο γραμμένο στα ελληνικά και τα γαλλικά, και μέσω παρουσιάσεων σε γαλλικά πανεπιστήμια κατέδειξαν τις αποτρόπαιες πράξεις των Βουλγάρων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Υπήρξε ιδρυτής της πανεπιστημιακής λέσχης, ορίστηκε ακαδημαϊκός ήδη από τη σύσταση της Ακαδημίας Αθηνών και ακολούθως εξελέγη τρίτος πρόεδρός της (1928). Συνέγραψε περισσότερες από 50 επιστημονικές εργασίες σχετικές με τη Χημεία.
[6] Δημοκρατία, 4.11.1924.
[7] Ό.π.
[8] ΣΚΡΙΠ, 4.11.1924.

Σχόλια

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας