Σαμπούρο Σακάι, ΣΑΜΟΥΡΑΪ, Εκδόσεις Eurobooks Αθήνα 2016

γράφει ο Γαβριήλ Μιχαήλ Δημητριάδης

Για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έχουν γραφτεί τόσα πολλά, ώστε όποιος ισχυριστεί ότι έχει να προσθέσει κάτι νέο κινδυνεύει να δώσει την εντύπωση ότι κομίζει γλαύκα εις Αθήνας. Όσον αφορά τη χώρα μας, είναι γεγονός ότι οι εξελίξεις αυτού του πολέμου στην ευρωπαϊκή ήπειρο έχουν αναλυθεί από κάθε πλευρά. Δεν θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο όμως και για τα γεγονότα στο Μέτωπο του Ειρηνικού, όπου η κύρια πληροφόρηση των Ελλήνων προέρχεται κυρίως από τη βιβλιογραφία της πλευράς των νικητών (με χαρακτηριστική περίπτωση το κλασικό έργο του Γάλλου δημοσιογράφου και ιστορικού Ρεημόν Καρτιέ «Ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου»). Το γεγονός αυτό είναι αρκετά φυσικό, αφού στη μεταπολεμική Ιαπωνία, όπως και στη Γερμανία, οι ηττημένοι εξαναγκάστηκαν σε σιωπή είτε από  αίσθημα ενοχής είτε από τον φόβο ενοχοποιητικών γι’ αυτούς αποκαλύψεων. Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια προτού οι επιζώντες πρωταγωνιστές στο στρατόπεδο των ηττημένων Ιαπώνων καταθέσουν τις προσωπικές τους μαρτυρίες για όσα είδαν και έζησαν στο αχανές μέτωπο του Ειρηνικού. Στη δική τους περίπτωση μάλιστα οι μαρτυρίες τους έχουν ιδιαίτερη σημασία, δεδομένου ότι λόγω του φανατισμού τους στις μάχες και του κώδικα των σαμουράι (ο οποίος, έχοντας καταστεί μέρος της πολεμικής κουλτούρας του συνόλου των ιαπωνικών Ενόπλων Δυνάμεων, «απαγόρευε» την «ατιμωτική» παράδοση στον εχθρό), πολύ λίγοι επιβίωσαν από τις πολεμικές συγκρούσεις.


Ο Σαμπούρο Σακάι, ο κορυφαίος Ιάπωνας πιλότος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου (με 28 επίσημες και 64 ανεπίσημες καταρρίψεις), υπήρξε ένας από αυτούς. Πώς κατόρθωσε όμως να επιζήσει ο καλύτερος πιλότος και να αποφύγει το τελετουργικό χαρακίρι στο τέλος του πολέμου, όπως έκαναν πολλοί συμπατριώτες του στρατιωτικοί; Η απάντηση είναι αρκετά σύνθετη, ιδίως μάλιστα εάν συνεκτιμήσει κανείς το γεγονός ότι ο Σακάι υπήρξε παράλληλα και ένας από τους παλαιότερους πιλότους της ιαπωνικής Ναυτικής Αεροπορίας. Συγκεκριμένα, ο Σακάι άρχισε τη σταδιοδρομία του ως πιλότος το 1938 στο μέτωπο της Κίνας, από όπου μετατέθηκε το 1941 (μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ) στο μέτωπο του Ειρηνικού, συμμετέχοντας αρχικά στις επιχειρήσεις εναντίον των Φιλιππίνων, όπου και πιστώθηκε με την κατάρριψη του πρώτου Αμερικανού ήρωα πιλότου του πολέμου. Στη συνέχεια έλαβε μέρος στην κατάληψη της Ινδονησίας και την καταστροφή των
ολλανδικών αεροπορικών δυνάμεων, για να μετατεθεί αργότερα στη νήσο Ραμπαούλ και στο πρωτόγονο αεροδρόμιο Λαέ, την πιο προκεχωρημένη ιαπωνική βάση στη βορειοανατολική Νέα Γουινέα, απ’ όπου οι ιαπωνικές δυνάμεις σφυροκοπούσαν αδιάκοπα το συμμαχικό προγεφύρωμα στο Πορτ Μόρεσμπυ, στη νότια πλευρά αυτής της μεγαλονήσου. Το 1942, κατά την έναρξη της πολύνεκρης μάχης της Γκουανταλκανάλ, τραυματίστηκε σοβαρά στο δεξί μάτι στη διάρκεια μιας αερομαχίας και μόνο χάρη στις εξαιρετική επιδεξιότητά του ως πιλότος κατόρθωσε να επιστρέψει πετώντας με το αεροπλάνο του επί σχεδόν πέντε ώρες στη Ραμπαούλ (σε απόσταση άνω των 1.000 χιλιομέτρων), όπου φυσιολογικά τέθηκε πλέον εκτός μάχης. Κατά τη διάρκεια της ανάρρωσής του στην Ιαπωνία πληροφορήθηκε ότι ήταν ο μόνος (μαζί με έναν άλλο άσσο συνάδελφό του, ο οποίος όμως σκοτώθηκε αργότερα) που είχε επιζήσει από το σμήνος του στη Λαέ. Στη συνέχεια του ανατέθηκε η εκπαίδευση των νέων πιλότων αλλά λόγω σοβαρών ελλείψεων σε αυτό τον τομέα, το καλοκαίρι του 1944  μετατέθηκε στην Ίβο Τζίμα, για την κατάληψη της οποίας είχαν ήδη εκδηλωθεί οι πρώτες αμερικανικές απόπειρες. Το βράδυ της 13ης Αυγούστου 1945 συμμετέσχε στην τελευταία (σύμφωνα με την αφήγησή του) πολεμική επιχείρηση στους ουρανούς της Ιαπωνίας, κατά την οποία κατέρριψε ένα αμερικανικό βομβαρδιστικό.

Μετά από μια τόσο έντονη πολεμική δράση, ίσως δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι μετά τη λήξη του πολέμου οι Αμερικανοί του απαγόρευσαν να έχει οποιαδήποτε δραστηριότητα ως αεροπόρος. Έτσι, ο Σακάι βιοπορίστηκε ως τυπογράφος, αρκούμενος πλέον στο να συμμετέχει ως παρατηρητής σε διάφορες αεροπορικές επιδείξεις ανά τον κόσμο. Πέθανε ειρηνικά από καρδιακή ανακοπή το 2000, σε ηλικία 84 ετών, στη διάρκεια ενός δείπνου βετεράνων προς τιμήν του.

Εκτός από αυτές τις πληροφορίες, στα πολεμικά απομνημονεύματά του, τα οποία παρουσιάζουμε εδώ, ο Σακάι παραθέτει ένα πλήθος από λεπτομέρειες όχι μόνο για την πολεμική του δράση αλλά και για τη ζωή στην Ιαπωνία κατά τον Μεσοπόλεμο και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Περιγράφει ιδιαίτερα παραστατικά τα πολύ φτωχικά παιδικά του χρόνια, την αυστηρή διαπαιδαγώγησή του, ως αποτέλεσμα της προέλευσης της οικογένειάς του από σαμουράι, την κατάταξή του στο Ιαπωνικό Ναυτικό και τη βάναυση εκπαίδευσή του ως ναύτη, καθώς και τη μετέπειτα ιδιαίτερα απαιτητική εκπαίδευσή του ως πιλότου της Ναυτική Αεροπορίας. Εντυπωσιακή είναι η αντίθεση των περιγραφών του για τη ζωή στο Τόκυο πριν από τον πόλεμο και κατά τα τελευταία χρόνια της διάρκειάς του, όταν η ζωντάνια και η αισιοδοξία των κατοίκων είχε αντικατασταθεί από την επιβολή δελτίου τροφίμων, τη δυσπιστία τους προς τις επίσημες ανακοινώσεις για την εξέλιξη του πολέμου και το σοκ τους από τους πρώτους βομβαρδισμούς της πόλης τους από αμερικανικά αεροπλάνα. Τέλος, ιδιαίτερα αποκαλυπτική για την ψυχολογία του ίδιου του Σακάι είναι η περιγραφή της κατάστασης που αντιμετώπισε λίγο πριν από το τέλος της πρώτης μάχης της Ίβο Τζίμα (το καλοκαίρι του 1944), όταν, λόγω έλλειψης άλλων μεθόδων άμυνας, ο διοικητής του διέταξε όλους τους επιζώντες πιλότους να γίνουν καμικάζι! Ο Σακάι δεν διστάζει να καυτηριάσει αυτή την απόφαση, η οποία ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα των σαμουράι, που επέβαλε την αυτοθυσία αλλά όχι την αυτοκτονία (ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι όταν, περίπου μετά από ένα έτος, καθιερώθηκε επίσημα ο θεσμός των καμικάζε, όλοι οι πιλότοι που εντάχθηκαν σε αυτό το σώμα ήταν εθελοντές).

Παρά τις δυσκολίες στην απόδοση ποικίλων τεχνικών όρων που σχετίζονται με τα δομικά στοιχεία των αεροπλάνων και τους διάφορους τύπους ελιγμών τους, η μετάφραση (από τον ιστορικό-διδάκτορα του Πανεπιστημίου του Λονδίνου Νίκο Νικολούδη) αναδεικνύει κατά τον καλύτερο τρόπο την προσωπικότητα του Σακάι και τον ανθρωπισμό που τον διέκρινε, ακόμη και στην κορύφωση της μάχης. Πρόκειται για ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί όχι μόνο από όσους ενδιαφέρονται για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και για όσους επιθυμούν να γνωρίσουν καλύτερα το πνεύμα της προπολεμικής Ιαπωνίας, όταν η διατήρηση των παραδόσεων εξακολουθούσε να παίζει ρυθμιστικό όλο στη ζωή των ανθρώπων!

Σχόλια

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας