"Εμαυτόν και μετά απάντων" του κ. Χαρίτωνος Γιωτάκη, εκδόσεις ΕΚΩΝ

γράφει ο Ιωάννης Β. Δασκαρόλης

Το νέο βιβλίο "Εμαυτόν και μετά απάντων" του κ. Χαρίτωνος Γιωτάκη, είναι ένα ακόμη πολυσέλιδο Ιστορικό μυθιστόρημα με κυρίως θέμα την Αρχαία Αθήνα και την μάχη του Μαραθώνα. Η υπόθεση εκτυλίσσεται στην Αθήνα το 501 π.Χ. όταν ο Κλεομήδης, ο γιος του ισχυρού Αθηναίου αριστοκράτη Ιππονίκου, επιστρέφει στην Αθήνα μετά την ολοκλήρωση της δωδεκαετούς σκληρότατης μαθητείας του στο φρικιαστικό σύστημα εκπαιδεύσεως παιδιών, τη Σπαρτιατική Αγωγή. Εντάσσεται στην Αθηναϊκή κοινωνία κάπως ανώμαλα, καθώς αντιλαμβάνεται πως και η ζωή στην Αρχαία Αθήνα εμπεριέχει σκληρότητα, προκλήσεις και μεγάλες δυσκολίες λόγω των περίπλοκων ισορροπιών που τηρούνται μεταξύ των ισχυρών αριστοκρατικών οικογενειών της Αθήνας.


Ουσιαστικά το βιβλίο αποτελεί την συνέχεια του πρώτου βιβλίου του κ. Γιωτάκη (Σπαρτιάτες: Οι σκλάβοι του πολέμου) και υπό μια έννοια το συμπληρώνει καθώς καταγράφει λεπτομερώς τον βίο στην Αρχαία Αθήνα όπως ακριβώς το πρώτο είχε περιγράψει τον βίο στην Αρχαία Σπάρτη. Το κείμενο της αφήγησης συνοδεύεται (όπως και "οι σκλάβοι του πολέμου") από πλούσιο πληροφοριακό υλικό για την εποχή και τους ανθρώπους της, που καθιστά το μυθιστόρημα σε πολλά σημεία του πολύτιμο εργαλείο αρχαιομάθειας και επιστημονικό πόνημα αξιώσεων. Όπως και στο προηγούμενο βιβλίο του ο συγγραφέας συνοδεύει την διήγηση του με εντυπωσιακές λεπτομέρειες για την εποχή εκείνη πολλές από τις οποίες έχει αναρτήσει στο διαδίκτυο στην προσωπική του ιστοσελίδα στο facebook. ο κ. Γιωτάκης περιστρέφει την αφήγηση του με μεγάλη άνεση στους δρόμους της Αρχαίας Αθήνας και οι περιγραφές του είναι ζωντανές μέχρι την πιο μικρή λεπτομέρεια. Από τα ενδιαφέροντα στοιχεία του βιβλίου ήταν η πρωτότυπη περιγραφή των ανταγωνισμών μεταξύ των οικογενειών των αριστοκρατών στην Αρχαία Αθήνα που προφανώς αποτελούν την έμμεση οπτική του συγγραφέα σε πρόσωπα της εποχής εκείνης, η περιγραφή των αντιθέσεων στην εκκλησία του δήμου, η κατοχύρωση της πολιτικής ισότητας των Αθηναίων πολιτών ασχέτως της οικονομικής τους ανισότητας κτλ. Η αφήγηση ζωντανεύει Ιστορικές προσωπικότητες όπως τον Αριστείδη, τον Θεμιστοκλή, τον Καλλίμαχο και τον Μιλτιάδη που δρουν με φυσικό τρόπο στο πλαίσιο της εξιστόρησης δημιουργώντας μια νέα εμπειρία θέασης τους ως Ιστορικά πρόσωπα. 

Γενικά η εξιστόρηση κινείται μέσα στα πλαίσια έξι η επτά μεγάλων σκηνογραφιών που ο συγγραφέας φιλοτέχνησε με φειδώ αλλά και με δημιουργική φαντασία. Ενδιαφέρουσα είναι η περιγραφή του οστρακισμού του Αριστείδη, η λεπτομερής περιγραφή των περίφημων Αθηναϊκών συμποσίων, η περιγραφή της τριήρους, του λουτρού των αριστοκρατών, του οπλισμού των οπλιτών και πάρα πολλά άλλα θέματα που αφορούν την σκηνογραφία της εποχής. Κατά την γνώμη μου, κορυφαίες στιγμές του βιβλίου είναι η περιγραφή της υποδοχής αλλά και της δολοφονίας των εκπροσώπων του Δαρείου και αναμφισβήτητα η περιγραφή της μάχης του Μαραθώνα, της κορυφαίας οριακής στιγμής της ιστορίας της Αρχαίας Αθήνας αλλά και του Αρχαίου κόσμου γενικότερα. Ο κ. Γιωτάκης αναμφίβολα στην περιγραφή της μάχης πετυχαίνει να μας αναπαραστήσει την κρισιμότητα των στιγμών, τους φόβους των οπλιτών πριν την μάχη, ασχέτως πόσο εκπαιδευμένοι ήταν, όλη την προετοιμασία των Αθηναίων, την μεγαλειώδη παρουσία των Πλαταιέων στο πεδίο της μάχης, το γνωστό σε όλους μας σχέδιο του Μιλτιάδη, την παράταξη των Ελλήνων, τα παραγγέλματα, τους ελιγμούς των οπλιτών, τους ωθισμούς....αναμφίβολα και μόνο για να διαβάσει κανείς την μεγαλειώδη περιγραφή της μάχης του Μαραθώνα αξίζει να διαβάσει το βιβλίο. 

Η κορύφωση του βιβλίου βρίσκεται κατά την γνώμη μου στις τελευταίες 100 σελίδες του, όπου υπάρχει μια μεγαλειώδης περιγραφή της ναυμαχίας της Σαλαμίνας, μια αληθινή αποθέωση της φιλοπατρίας, της καρτερίας, της γενναιότητας των Αρχαίων Ελλήνων. Ο συγγραφέας αποδίδει με πιστότητα το Ελληνικό ναυτικό κατόρθωμα, τους φονικούς διεμβολισμούς των Ελληνικών πλοίων εναντίον των ασεβών εισβολέων, τις μάχες σώμα με σώμα πάνω στα καταστρώματα των πλοίων, τα ναυτικά παραγγέλματα, την υπερπροσπάθεια και απελπισία των κωπηλατών, την αγωνία των επιβατών οπλιτών, τις κραυγές των μαχητών, το πάθος τους, την θυσία τους, τις σφαγές των εχθρών, τον θάνατο που ελλόχευε σε κάθε στιγμή. Παράλληλα στα σχόλια ο συγγραφέας έχει πληροφορίες ακόμη και για την διατροφή των κωπηλατών(!) (των ερετών σύμφωνα με την ορολογία της εποχής), πόσο νερό χρειάζονταν κτλ Πολύ σημαντικό είναι ότι στην αφήγηση του ο κ. Γιωτάκης επιφυλάσσει μια αξιοσέβαστη θέση και για τους ηττημένους Πέρσες, που αν και ασεβείς εισβολείς, ήταν γενναίοι πολεμιστές, με ευγενικό παρουσιαστικό και αριστοκρατική καταγωγή. 


Σαν γενικό σχόλιο θα έλεγα πως το εν λόγω βιβλίο είναι ένα μεγαλειώδες εγχειρίδιο πατριωτισμού, μια διακριτική απολογία υπέρ του καθήκοντος, της υπεράσπισης των "βωμών και εστιών". Στην μυθιστορηματική ιστορία του Κλεομήδη σιγοκαίει μια τραγική αντίθεση μεταξύ των επιθυμιών του Αθηναίου ευγενούς και των υποχρεώσεων του απέναντι στην καταγωγή του, στην οικογένεια του, στην φατρία του και στην πατρίδα που πιεστικά με τους κανόνες της καθορίζει ένα ασφυκτικό πλαίσιο στο οποίο κινούνται οι πολίτες της. Η λύση της υφέρπουσας αυτής αντίθεσης υπογραμμίζει την Αρχαία Ελληνική οπτική ότι το πρόσωπο ανήκει πρώτη στην κοινωνία και μετά στον εαυτό του, σε σαφή αντίθεση με τα σημερινά κοινωνικά πρότυπα του φιλελευθερισμού που υποστηρίζουν την προτεραιότητα του ιδιώτη και των δικαιωμάτων του έναντι του συνόλου. Κατά την γνώμη του γράφοντος ο κ. Γιωτάκης δείχνει την ξεκάθαρη προτίμηση του στην Αρχαία Αθήνα έναντι της Αρχαίας Σπάρτης, όπως επίσης διακρίνω αδιόρατα μια ελαφριά προτίμηση και στην ανδροκρατική λειτουργία της κοινωνίας των Αθηνών. Ως εξασκημένος παρατηρητής της Αρχαίας Ελλάδας εμφιλοχωρεί στην αφήγηση οξυδερκή σχόλια, όπως πχ ότι η διάκριση στον πόλεμο εκτός από το κλέος που προσέφερε, αποτελούσε μοχλό πολιτικής ανέλιξης στην Αρχαία Αθήνα. Οι στρατηγοί των δέκα φυλών της Αττικής πολεμούσαν στην πρώτη γραμμή και είχαν όμοια εκπαίδευση με τους υφισταμένους τους.    

Θεωρώ ότι υστερεί σε σχέση με το συνολικό επίπεδο της εξιστόρησης, το κεφάλαιο με την περιγραφή της παράνομης ερωτικής ιστορίας του Κλεομήδη, καθώς κατά την γνώμη μου υστερεί σε ύφος και περιέχει περιττές υπερβολές και απλοϊκές παρομοιώσεις. Θεωρώ επίσης ότι ο συγγραφέας όφειλε να μην δημοσιεύσει το έργο του σε ένα τόμο 870 σελίδων, που καθιστά το βιβλίο δύσχρηστο ακόμη και στην ανάγνωση του αν δεν κάθεσαι σε γραφείο. Επειδή ακριβώς η συνολική αφήγηση του συγγραφέα υποδιαιρείται σε μεγάλες σκηνογραφίες - κεφάλαια τι πιο εύκολο να εκδώσει χωριστά σε ένα τόμο τις μεγαλειώδεις αφηγήσεις για την μάχη του Μαραθώνα και την ναυμαχία της Σαλαμίνας υποδιαιρώντας το βιβλίο σε δύο τεύχη.  Είναι κάτι που κατά την γνώμη μου, πρέπει οπωσδήποτε να απασχολήσει τον συγγραφέα για τις μελλοντικές εκδόσεις των βιβλίων του. Επίσης πρέπει να τον απασχολήσει η πιθανότητα να συγκεντρώσει όλο το πλούσιο υλικό του που δεν έχει μυθιστορηματική μορφή σε ένα τόμο και για όλους εμάς που δεν συνηθίζουμε να διαβάζουμε λογοτεχνία.   

Συμπερασματικά, θα καταχωρούσα το έργο στην κατηγορία του έπους, ειδικά το δεύτερο μισό του. Ο κ. Γιωτάκης ανέλαβε ένα μεγαλόπνοο project το οποίο έφερε εις πέρας επειδή είχε όραμα. Αυτό κατά την γνώμη μου είναι πολύ βασικό. Άριστες οι πληροφορίες, οι τολμηρές παρομοιώσεις, οι γνώσεις της εποχής κτλ αλλά το σημαντικότερο όλων για την κατασκευή ενός άξιου πνευματικού έργου είναι η κεντρική ιδέα με την Πλατωνική σημασία του όρου, ο πυρήνας από όπου πηγάζει το υλικό, ο λόγος που τελικά γράφει ο συγγραφέας το βιβλίο χάνοντας μήνες και χρόνια από την ζωή του και της οικογένειας του. Όλα τα βιβλία που αντέχουν στον χρόνο βασίζονται σε μια ισχυρή κεντρική ιδέα και μια υπερβατική αβίαστη απόδοση της και το Ιστορικό μυθιστόρημα "Εμαυτόν και μετά απάντων" ακριβώς αποτελεί την σφιχτοδεμένη απόδοση ενός τέτοιου μεγαλόπνοου οράματος. Οφείλω επίσης να αναφέρω ότι ο κ. Γιωτάκης είναι φίλος της ιστοσελίδας και ομολογουμένως εκτός από ικανότατος συγγραφέας φανερώνεται ως ένας ευγενικός άνθρωπος με υψηλό ήθος και πατριωτισμό.    

Επίμετρον - απόσπασμα από την αφήγηση της ναυμαχίας της Σαλαμίνας

...Ο Επιβάτης Φαντίας Νικοστράτου προσπάθησε να τον τρυπήσει με το δόρυ του, αλλά ο Πέρσης Ευγενής με μια επιδέξια κίνηση του δρεπάνου τού απέκοψε την αιχμή και με μια χορευτικής δεινότητας στροφή γύρω απ’ τον εαυτό του χτύπησε με τον ακινάκη του την πλάτη του Φαντία ο οποίος γονάτισε στενάζοντας απ’ τον πόνο. Εάν ο οπλίτης δεν φορούσε τον ανθεκτικό λινοθώρακά του, τώρα θα ήταν νεκρός. Ευτυχώς ο Φαντίας το μόνο που έπαθε ήταν ένας μεγάλος μώλωπας στην πλάτη. Ο Πρωτομάχος επιχείρησε να πλήξει με το ξίφος του τον Τριήραρχο, αλλά εκείνος με ένα λάκτισμα σάρωσε τα πόδια του Έλληνα ο οποίος κατέληξε με έναν γδούπο ξαπλωμένος στο κατάστρωμα. Ο Κλεομήδης του επετέθη αιφνιδιαστικά δεχόμενος απανωτά χτυπήματα εναλλάξ με τον ακινάκη και με το δρέπανο…ευτυχώς η ασπίδα γι’ άλλη μια φορά φάνηκε άξια του φοβερού ονόματος και της περιωνύμου φήμης της! Με μια κοφτή κίνηση, ο Κλεομήδης, προσπάθησε να διαλύσει το κρανίο του αντιπάλου του, αλλά εκείνος διασταυρώνοντας τα ξίφη του σταμάτησε την κοπίδα πάνω απ’ το κεφάλι του, ενώ ταυτοχρόνως, πάλι, με μια στροφική χορευτική κίνηση βρέθηκε στα δεξιά αφύλακτα πλευρά του Έλληνα αριστοκράτη… Τότε ένα βέλος σφηνώθηκε στο στήθος του Πέρση. Ο ανδρείος Τριήραρχος έπεσε ημιθανής στην «αγκαλιά» του Κλεομήδη, αφήνοντας τα πιστά όπλα του να καταλήξουν στο ξύλινο δάπεδο τού επιστέγου, βγάζοντας έναν άδοξο ήχο. Ο Έλληνας Ευγενής συγκράτησε με το δεξί του χέρι, την πτώση του γενναίου αυτού ανθρώπου, ως μια ένδειξη πολεμικής αβρότητος, αρχοντιάς και στρατιωτικού σεβασμού. Τα θολά μάτια του κοίταξαν, αγέρωχα, τα αντίστοιχα του Έλληνα εχθρού τους. Το κορμί του σφίχτηκε από έναν προθανάτιο σπασμό, και βγάζοντας μια μακρόσυρτη ανάσα παρέδωσε την ανδρεία ψυχή του στα στοργικά χέρια του Αχούρα Μάζντα…του θεού των όμορφων πολεμιστών!... Η καρδιά του Αθηναίου Ευγενούς σπάραξε για τον άδικο χαμό αυτού του αξιόλογου ανδρός, αλλά οι ώρες αυτές δεν άφηναν περιθώρια για συγκινήσεις…η Πατρίδα κινδύνευε… 

Ο Κλεομήδης και ο Πρωτομάχος έτρεξαν προς τα σκαλιά της πρωραίας εξέδρας και άρχισαν να σφάζουν όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Μερικοί οπλίτες εισέβαλαν από τις σκάλες της πρυμναίας εξέδρας και αφού εκτέλεσαν τον Φοίνικα Κυβερνήτη και δύο ακόμη αξιωματούχους, συνέχισαν τη σφαγή προς τους συνωστισμένους βαρβάρους. Σε λίγο οι φωνές των συμπολεμιστών τους από την Τριήρη, τους ειδοποιούσαν να εγκαταλείψουν άμεσα το εμβολισμένο πλοίο διότι το σκάφος του Αριστοναύτη έπλεε κατά πάνω του με σκοπό να το εμβολίσει και να βοηθήσει στον απεγκλωβισμό τους από το σιδωνιακό πλοίο. Ο Κλεομήδης και οι υπ’ αυτόν Επιβάτες, επιβιβάστηκαν ταχέως στην Τριήρη τους και πήραν την σχετικά ασφαλή ημιγονυπετή θέση προσκρούσεως. Ο γιος του Ιππονίκου, δεν ξέχασε κατά τη φυγή του να ξεσφηνώσει το δόρυ του από το πτώμα που το φιλοξενούσε εδώ και λίγη ώρα…το χρειαζόταν, είχε πολλούς φόνους να κάνει ακόμη… Μόλις που πρόλαβαν, γιατί με ένα φοβερό χτύπημα το σκάφος του Αριστοναύτη σχεδόν διέλυσε την πλώρη και αποκόλλησε το έμβολο του πλοίου της Σιδώνας. Το τρομερό τράνταγμα ξεσφήνωσε τα δύο εγκλωβισμένα σκάφη, και οι Έλληνες ερέτες κατάφεραν επιτέλους να ξεκολλήσουν την Τριήρη, ανακρούοντας, ενώ αμέσως έλαβαν ξανά τις θέσεις τους οι θρανίτες οι οποίοι είχαν καθίσει ανάστροφα για την εκτέλεση του ελιγμού αποκόλλησης.... 

Πηγές

Μπορείτε να αγοράσετε το βιβλίο του κ. Γιωτάκη από ΕΔΩ 

https://www.facebook.com/Εμαυτόν και μετά απάντων

Το προφίλ του κ. Γιωτάκη στην google

Σχόλια

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας