Γιάννης Ν. Γκλαβίνας Οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί στην Ελλάδα (1912-1923) από την ενσωμάτωση στην ανταλλαγή, Εκδοτικός Οίκος Αντ. Σταμούλη

γράφει ο Νίκος Νικολούδης, διδάκτωρ Ιστορίας πανεπιστημίου Λονδίνου

 Η Συνθήκη της Λωζάννης (1923), η οποία έθεσε τέλος σε μια δεκαετία σχεδόν αδιάλειπτων ελληνοτουρκικών πολέμων, κατοχύρωσε την ειρηνική παραμονή της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης στην ελληνική επικράτεια. Ταυτόχρονα όμως την κατέστησε μια διαχρονική παράμετρο των ελληνοτουρκικών σχέσεων θέτοντάς την στο «στόχαστρο» τόσο των τουρκικών σχεδιασμών εις βάρος της χώρας μας σε συνδυασμό μάλιστα με εξελίξεις που συνδέθηκαν με την όξυνση του Κυπριακού ζητήματος, την περίοδο 1955-74), όσο και πολλών  ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίες τείνουν να την αντιμετωπίζουν ως δούρειο ίππο των τουρκικών συμφερόντων. Στη διαμόρφωση αυτής της αντίληψης έχει συμβάλει και το γεγονός ότι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας μας αποτρέπει τη λήψη κάθε είδους «ακραίων» μέτρων απέναντι στη μειονότητα, αντίστοιχων με εκείνα τα οποία κατά καιρούς έλαβε η Τουρκία έναντι των Ελλήνων που ζούσαν στην επικράτειά της. Αυτή όμως η δυνητική πρόθεση μιας «ρεβανσιστικής» προσέγγισης της μειονότητας δεν λαμβάνει υπόψη τους τρόπους αντιμετώπισής της από παλαιότερες ελληνικές κυβερνήσεις και μάλιστα σε περιόδους εθνικά πολύ πιο «ευαίσθητες» από αυτές των τελευταίων δεκαετιών (δηλαδή, πριν από το 1923), όταν μάλιστα ο αριθμός των Μουσουλμάνων που διαβιούσαν στην ελληνική επικράτεια ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον σημερινό. 

Τις παλαιότερες φάσεις των προβλημάτων που δημιουργούσε η παρουσία της μουσουλμανικής μειονότητας στο ελληνικό κράτος  θέτει υπόψη μας η πρωτότυπη μελέτη του Γιάννη Γκλαβίνα, διδάκτορα Ιστορίας του ΑΠΘ και σημερινού στελέχους των Γενικών Αρχείων του Κράτους. Ο συγγραφέας τονίζει εύστοχα ότι ο όρος «μουσουλμανική» προσδιορίζει ακριβέστερα τη μειονότητα, δεδομένου ότι στην περίοδο στην οποία αναφέρεται το έργο του (αλλά και αρκετά αργότερα, θα προσθέταμε, προκειμένου για ένα τμήμα της σύγχρονης μειονότητας της Δυτικής Θράκης) δεν είχε ακόμη διαμορφωθεί μεταξύ των μελών της τουρκική εθνική συνείδηση. Παράλληλα, μέσα από την αφήγησή του αποκαλύπτεται ότι η εκμετάλλευση της μουσουλμανικής μειονότητας κάθε άλλο παρά πρόσφατο φαινόμενο είναι. Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα οι Μουσουλμάνοι της οθωμανικής Μακεδονίας και Θράκης βρέθηκαν παγιδευμένοι στη μέγγενη των βαλκανικών εθνικισμών, αντιμέτωποι με την κατάρρευση της οθωμανικής κυριαρχίας στον βαλκανικό χώρο, υπό συνθήκες όμως διαρκώς μεταβαλλόμενες. 

Μέσα σε αυτό το ρευστό πλαίσιο τόσο η Ελλάδα όσο και η Οθωμανική Αυτοκρατορία προσπάθησαν να τους χρησιμοποιήσουν σαν πιόνια όχι μόνο κατά τις μεταξύ τους αντιπαραθέσεις, αλλά και στο πλαίσιο της προπαγάνδας τους μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών, από τη βούληση των οποίων εξαρτάτο σε μεγάλο βαθμό η επίτευξη των αντίθετων εθνικών τους στόχων. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, η επιδίωξη των ελληνικών κυβερνήσεων να δειχθεί ότι η μουσουλμανική μειονότητα διαβιούσε υπό καθεστώς πλήρους ισονομίας (προκειμένου να μη δοθούν επιχειρήματα για τη δικαιολόγηση διωγμών εναντίον του ελληνικού στοιχείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) ερχόταν σε αντίθεση με το «κοινό αίσθημα» (ιδίως στις περιοχές που είχαν απελευθερωθεί κατά τους Βαλκανικούς και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο), που αντιμετώπιζε τους Μουσουλμάνους των «Νέων Χωρών» με αυξανόμενη εχθρότητα. 

Αυτού του είδους η άνωθεν «τεχνητή» θεώρηση της μειονότητας είχε ως κατάληξη κάποια στιγμή τα μέλη της να αντιμετωπίζουν με μεγαλύτερη εχθρότητα τις βενιζελικές κυβερνήσεις, παρότι θεωρητικά τους παραχωρούσαν περισσότερα δικαιώματα (κατά βάση για προπαγανδιστικούς λόγους, όπως προαναφέρθηκε), επειδή δεν τους επέτρεπαν να μεταναστεύσουν στην Τουρκία, όπου όμως (κατά την αντίστοιχη κυβερνητική αντίληψη) θα μπορούσαν να στρατευθούν εναντίον της Ελλάδας ή, στην καλύτερη περίπτωση, να καταστρέψουν την καλή φήμη της χώρας μας στη Δύση ως «αδίκως διωχθέντες». Αντίθετα, οι αντιβενιζελικές κυβερνήσεις έφθασαν να αντιμετωπίζονται ευνοϊκότερα από τη μειονότητα επειδή πολλοί αντιβενιζελικοί πολιτικοί είχαν εξοριστεί στους ίδιους χώρους με επιφανείς εκπροσώπους της μειονότητας, παρότι οι τελευταίες από αυτές τις κυβερνήσεις έστειλαν τον Ελληνικό Στρατό μέχρι τα πρόθυρα της Άγκυρας! 

Η ενδελεχής ανάλυση πλήθους αρχειακών εγγράφων της περιόδου1912-1923 από τον συγγραφέα αποκαλύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η αφανής πραγματικότητα της πολιτικής μας ιστορίας και ο τρόπος με τον οποίο αυτή διαμορφώθηκε από την πολιτική ελίτ εκείνης της περιόδου συχνά συγκρουόταν με τα εθνικά στερεότυπα τα οποία υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε. Εύλογα λοιπόν δικαιούται κανείς να αναρωτηθεί κατά πόσο και οι ιστορικοί του μέλλοντος δεν θα καταλήξουν σε αντίστοιχα συμπεράσματα για τα σημερινά «εθνικά» μας θέματα…


Σχόλια

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας