Γράφει ο Αρματιστής (η πληρέστατη αυτή εργασία αναδημοσιεύεται χάρις την άδεια του συγγραφέα τον οποίο και ευχαριστούμε. πρώτη δημοσίευση: http://belisarius21.wordpress.com/)
Γενικά
Αμέσως μετά την ήττα των Βυζαντινών στη μάχη του Ματζικέρτ το 1071 μ.Χ., το μεγαλύτερο μέρος της Μικράς Ασίας καταλήφθηκε από του Σελτζούκους Τούρκους, οι οποίοι έφθασαν μέχρι τις ακτές του Αιγαίου και κατέστησαν πρωτεύουσα του κράτους τους για σύντομο διάστημα τη Νίκαια της Βιθυνίας.
Τρεις ήσαν οι σημαντικότερες απόπειρες που ανελήφθησαν στη συνέχεια για την ανακατάληψη της Μικράς Ασίας:
Η πρώτη αναλήφθηκε από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’ το Κομνηνό, ο οποίος ύστερα από συμφωνία με τους Σταυροφόρους της Α’ Σταυροφορίας, διεκπεραίωσε αυτούς το 1097 στην ασιατική ακτή με αντάλλαγμα να του παραδώσουν τα εδάφη που θα απελευθέρωναν από τους Τούρκους. Αργότερα ο Αλέξιος ανακατέλαβε και άλλες περιοχές και αποκατέστησε τη Βυζαντινή εξουσία σε ένα μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας.
Η δεύτερη αναλήφθηκε το 1176 από τον εγγονό του Αλεξίου, τον Μανουήλ Α’ Κομνηνό, ο οποίος προέλασε με μια μεγάλη στρατιά προς το Ικόνιο, τη πρωτεύουσα του σελτζουκικού κράτους για να δώσει τελική λύση στο πρόβλημα κατοχής της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους. Πλησίον όμως του Μυριοκέφαλου έπεσε σε ενέδρα και ο στρατός του καταστράφηκε. Από την εποχή εκείνη και στη συνέχεια, η εξουσία της Ελληνικής Μεσαιωνικής Αυτοκρατορίας της Ρωμανίας στη Μικρά Ασία συνεχώς θα φθίνει, μέχρι που θα εξαφανιστεί πλήρως από τους Οθωμανούς Τούρκους περί το 1340 περίπου.
Η τρίτη μεγάλη προσπάθεια αναλήφθηκε στις 2/15 Μαΐου 1919 από το σημερινό Ελληνικό Κράτος, όταν ύστερα από απόφαση του Ανώτατου Συμμαχικού Συμβουλίου ο Ελληνικός Στρατός αποβιβάστηκε στη Σμύρνη. Το παρόν κείμενο διαπραγματεύεται την έναρξη της τρίτης προσπάθειας, ως ένα ιστορικό αφιέρωμα στη μνήμη όλων εκείνων που συμμετείχαν.
Η Προπαρασκευή του Εκστρατευτικού Σώματος
Στις 23 Απριλίου/6 Μαΐου 1919 και αμέσως μόλις ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος έλαβε την εντολή του Ανωτάτου Συμμαχικού Συμβουλίου για την αποβίβαση του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη, τηλεγράφησε στον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και στο Υπουργείο Στρατιωτικών να προετοιμαστεί το ταχύτερο η Ι Μεραρχία του Α’ Σώματος Στρατού, προκειμένου να μεταφερθεί στη Σμύρνη.
«Ταύτην την στιγμήν το Ανώτατον Συμβούλιον με πληροφορεί ότι εν τη σημερινή συνεδριάσει απεφάσισεν όπως το εκστρατευτικό σώμα αναχωρήση διά Σμύρνην. Η απόφασις ελήφθη παμψηφεί. Ζήτω το Έθνος…».[1]
Η Ι Μεραρχία [«Σιδηρά Μεραρχία»] υπό τη διοίκηση του Συνταγματάρχη Πυροβολικού Ζαφειρίου Νικολάου, βρισκόταν στη περιοχή Πράβι (Ελευθερούπολη) του Νομού Καβάλα και ανέμενε τη μεταφορά της στην Ουκρανία, όπου ήδη βρίσκονταν οι ΙΙ και ΧΙΙΙ Μεραρχίες του Α’ Σώματος Στρατού. Η διάταξη της Μεραρχίας ήταν η ακόλουθη:
- Το 4ο Σύνταγμα Πεζικού (Λάρισας) υπό τον Αντισυνταγματάρχη Σχινά Αλέξανδρο στο λιμάνι των Ελευθερών.
- Το 5ο Σύνταγμα Πεζικού (Τρικάλων) υπό τον Αντισυνταγματάρχη Τσάκαλο Κωνσταντίνο στην Ελευθερούπολη.
- Το 1/38 Σύνταγμα Ευζώνων (Καρδίτσας) υπό τον Αντισυνταγματάρχη Σταυριανόπουλο Διονύσιο στη Νικήσιανη.
- Οι Ια Και Ιβ Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού βρίσκονταν σε πορεία από τη Θεσσαλονίκη προς την Ελευθερούπολη.
Στις 25 Απριλίου/8 Μαΐου 1919 η Ι Μεραρχία έλαβε διαταγή από το Γενικό Στρατηγείο (Αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος – έδρα Θεσσαλονίκη), για άμεση επιβίβασή της σε πλοία που αποστέλλονταν, χωρίς να της γίνει γνωστός ο τόπος προορισμού της. Η Μεραρχία έθεσε αμέσως τις μονάδες της σε κίνηση και μέχρι το απόγευμα της 26ης είχε συγκεντρωθεί στην αποβάθρα του λιμανιού των Ελευθερών.
Στις 26 Απριλίου ρυθμίστηκαν τηλεφωνικά τα της επιβίβασης μεταξύ του διοικητού της Ι Μεραρχίας και του Επιτελάρχη του Γενικού Στρατηγείου (Γ.Σ.) Συνταγματάρχη Πάγκαλου Θεόδωρου. Στη συνέχεια μίλησε με το Διοικητή της Μεραρχίας ο Αρχιστράτηγος, ο οποίος εξέφρασε την εμπιστοσύνη του για την εκτέλεση της αποστολής που αναλάμβανε, του έδωσε οδηγίες σχετικά με την αποστολή του και του επεσήμανε – ως Σμυρνιός που γνώριζε τη πόλη – ότι θα έπρεπε να αποβιβαστεί προς βορά στη Πούντα και νότια πέρα από το Κοκάργιαλι, νοτιότερα της Καραντίνας. Επιπλέον ζήτησε τη τήρηση απόλυτης μυστικότητας.[2]
Από την 0630 της 27ης Απριλίου άρχισαν να καταφθάνουν στο λιμάνι των Ελευθερών επιταγμένα ατμόπλοια και από τις 0900 άρχισε η επιβίβαση της Μεραρχίας.
Την 2300 ώρα της 28ης Απριλίου ελήφθη κρυπτογραφικό τηλεγράφημα του Γ.Σ. δια του οποίου καθοριζόταν ότι ύστερα από απόφαση των Συμμάχων:
- Η Μεραρχία θα πραγματοποιούσε στρατιωτική κατοχή της πόλης της Σμύρνης.
- Ο Διοικητής της Μεραρχίας θα υπαγόταν στην Ελληνική Κυβέρνηση και θα είχε όλα τα δικαιώματα Αρχηγού Στρατού Κατοχής εχθρικής χώρας.
- Οι πολιτικές αρχές της Σμύρνης θα διατηρούνταν προσωρινά στις θέσεις τους υπαγόμενες υπό τον έλεγχό του Διοικητού της Μεραρχίας.
- Αρμοστής της Ελλάδας στη Σμύρνη θα αποστελλόταν ο Αριστείδης Στεργιάδης, ο οποίος αρχικά θα έφερε το τίτλο του Νομικού Συμβούλου του Αρχηγού του Στρατού Κατοχής επί όλων των ζητημάτων, πλην των στρατιωτικών.[3]
Η επιβίβαση της Μεραρχίας επί των πλοίων μεταφοράς ολοκληρώθηκε την 0930 ώρα της 29ης Απριλίου. Στις 1500 επανήλθε από τη Θεσσαλονίκη ο Επιτελάρχης της Ι Μεραρχίας Ταγματάρχης Σπανόπουλος Ανδρέας, κομίζοντας σφραγισμένο φάκελλο με τις διαταγές του Γενικού Στρατηγείου. Πουθενά δεν αναφέρεται κάτι για το περιεχόμενο των εν λόγω διαταγών. Ούτε η ΔΙΣ, ούτε ο Παρασκευόπουλος, ούτε ο Μέραρχος στην έκθεσή του. Όλοι τις αναφέρουν, αλλά τίποτε για το περιεχόμενό τους. Την 2345 ώρα η Μεραρχία έλαβε το ακόλουθο τηλεγράφημα από το Γ.Σ.:
«Πρόεδρος κυβερνήσεως τηλεγραφεί ότι Ανώτατον Συμβούλιον απεφάσισεν αναχώρησιν Ι Μεραρχίας δια Σμύρνην. Συνεπώς, άμα λήψει παρόντος, πρέπει να ανακοινώσετε ανωτέρω διαταγήν εις τους επί κεφαλής πολεμικών πλοίων και εκκινήσατε το ταχύτερον. Πρόεδρος σας συνοδεύει με την ευχήν του, εις ην Αρχηγός Στρατού συνενώνει ίδικάς του».
Τη 1900 της 30ης Απριλίου/13η Μαΐου 1919 άρχισε να εξέρχεται από το λιμάνι των Ελευθερών η νηοπομπή που μετέφερε τη Ι Μεραρχία στη Σμύρνη. Μαζί της μετέφερε και τους πόθους του Γένους για την ολοκλήρωση της Μεγάλης Ιδέας και την ενσωμάτωση στον εθνικό κορμό της Γης της Ιωνίας και Αιολίδας, καθώς και εκατομμυρίων υπόδουλων ομοεθνών. Συνοδεύονταν από μοίρα τεσσάρων Ελληνικών και τριών Βρετανικών αντιτορπιλικών.
Τη νύκτα της 30ης Απριλίου ο Βενιζέλος έστειλε στον Αρχιστράτηγο Λεωνίδα Παρασκευόπουλο οδηγίες σχετικά με τη κατάληψη της Σμύρνης, τις οποίες έπρεπε να διαβιβάσει στον Αρχηγό του Στρατού Κατοχής και στις οποίες αναφέρονταν τα ακόλουθα:
«Σχετικώς με εγκατάστασιν Στρατού Κατοχής, παρέχω ακολούθους οδηγίας: 1) Το μέγα μέρος του Στρατού δέον να εγκατασταθεί για λόγους […] και στρατιωτικής ασφαλείας εγγύς ή εκτός πόλεως, κατά προτίμηση σε καταυλισμό ή μικτή επισταθμία. 2) Εντός της πόλεως να εγκατασταθεί απαραιτήτως αναγκαία δύναμη δια τη κατάληψη κέντρων ενδιαφερόντων, ως επιφυλακή και δια την υπηρεσία περιπολιών. 3) Οδοί και συγκοινωνίες προς Σμύρνην μέχρις ακτίνος αναλόγου, ανάγκη καταληφθούν δια ισχυρών τμημάτων υπό αξιωματικούς και επιτηρούνται προς επίβλεψη κυκλοφορούντων».
Δεδομένου ότι ο Παρασκευόπουλος έλαβε τη παραπάνω διαταγή όταν η νηοπομπή είχε αναχωρήσει, είναι άγνωστο αν και πότε αυτή διαβιβάστηκε στο Ζαφειρίου.[4]
Η παραπάνω είναι η μόνη γνωστή «Οδηγία Επιχειρήσεων», ή κατά την ορολογία της εποχής «Γενικαί Εντολαί», που εκδόθηκε από προϊστάμενο κλιμάκιο της Ι Μεραρχίας. Είναι άγνωστο αν η υπόψη διαταγή λήφθηκε από τη Μεραρχία και πότε. Ο Μέραρχος δεν αναφέρει λήψη της διαταγής στην έκθεσή του, ο δε Αρχιστράτηγος – ενώ αναφέρεται στη παραπάνω διαταγή του Βενιζέλου – ουδέν αναφέρει για το αν και πότε αυτή στάλθηκε στην Ι Μεραρχία.[5]
Τις μεσημβρινές ώρες της 1ης/14ης Μαΐου η νηοπομπή αγκυροβόλησε προ του λιμένος Γέρας της Λέσβου. Ο διοικητής της Ι
Μεραρχίας συνοδευόμενος από τον αρχηγό του Μεραρχιακού Πεζικού Συνταγματάρχη Πεζικού Τσερούλη Χαράλαμπο, τον επιτελάρχη της Μεραρχίας και τους διοικητές των Συνταγμάτων, επιβιβάστηκαν στο αντιτορπιλικό «Λέων» και έπλευσαν προς το λιμάνι της Σμύρνης, όπου από τη γέφυρα του «Αβέρωφ» – που ναυλοχούσε στη Σμύρνη – εκτέλεσαν αναγνώριση του λιμανιού και της πόλης. Παράλληλα ενημερώθηκαν από το Κυβερνήτη του Αβέρωφ Πλοίαρχο Μαυρουδή σχετικά με την υπηρεσία οδηγών που είχε οργανωθεί υπό τον ιδιώτη Λιάτη, για την οδήγηση των τμημάτων στις θέσεις τους. Στη συνέχεια ο Μέραρχος παρουσιάστηκε στον Αρχηγό του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου Ναύαρχο Κάλθορπ (Somerset Gough-Calthorpe), ο οποίος τον ενημέρωσε ότι τα μέσα αποβίβασης ήσαν έτοιμα και ο τουρκικός στρατός διατάχθηκε να περιοριστεί στους στρατώνες.
Επί του θωρηκτού Αβέρωφ καθορίστηκαν οι αντικειμενικοί σκοποί των Συνταγμάτων με βάση το σχέδιο που κατέστρωσε ο Μέραρχος εκείνη τη στιγμή και το οποίο όπως αναφέρει στην έκθεσή του, απέβλεπε: α) Στη πλήρη περίσχεση (κύκλωση) της πόλης με σκοπό τη καταστολή κάθε ιδέας αντίδρασης από τους Τούρκους. β) Το πλήρη διαχωρισμό της Τουρκικής από την Ελληνική συνοικία, προς αποτροπή σύγκρουσης μεταξύ των δύο κοινοτήτων.[6]
Με βάση το παραπάνω σχέδιο, ο μέραρχος όρισε ως αντικειμενικούς σκοπούς των Συνταγμάτων τους εξής:
α) Του 1/38 Σ.Ε. τη κύκλωση της Σμύρνης επί της νοτιοανατολικής εξωτερικής παρυφής της πόλης από τη Καραντίνα και κατά μήκος της γυμνής λοφοσειράς μέχρι το φρούριο του υψ. Πάγος.
β) Του 5ου Συντάγματος τη κύκλωση της Σμύρνης από τη Πούντα και δια της σιδηροδρομικής γραμμής Αϊδινίου μέχρι το φρούριο του Πάγου.
γ) Του 4ου Συντάγματος το διαχωρισμό των δύο συνοικιών.
δ) Προς διευκόλυνση και επιτάχυνση της κύκλωσης προς την οποία απέδιδε μεγάλη σημασία, ιδιαίτερα από τη πλευρά της γυμνής λοφοσειράς (από τη Καραντίνα μέχρι του φρουρίου Πάγος) επειδή δέσποζε όλης της Τουρκικής συνοικίας και απέκοπτε τη κατεύθυνση υποχώρησης ενόπλων ομάδων, διέταξε το διοικητή του 1/38 ΣΕ όπως το δεξιότερο τμήμα του και μάλιστα αυτό επί του «Ατρόμητου», να αποβιβαστεί στη Καραντίνα.
Μετά την επάνοδο στο λιμάνι Γέρας, τα παραπάνω επιβεβαιώθηκαν με την έκδοση της υπ’ αριθμό 51/1 Διαταγής Επιχειρήσεων της Μεραρχίας, η οποία δακτυλογραφήθηκε και διανεμήθηκε στους διοικητές.
Την 0200 ώρα της 2ας Μαΐου η νηοπομπή αναχώρησε και κατευθύνθηκε προς τη Σμύρνη, ενώ κοινοποιούνταν προς τα τμήματα η ημερήσια διαταγή του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου.[7]
Η Τουρκική αντίδραση
Βαλής (γενικός διοικητής) του Βιλαετίου Σμύρνης, με έδρα τη Σμύρνη, μέχρι και λίγες ημέρες πριν την αποβίβαση του Ελληνικού Στρατού, ήταν ο Νουρεντίν Πασάς (Nureddin İbrahim Paşa), σκληρός εθνικιστής, ο οποίος ασκούσε μεγάλη επιρροή στον τουρκικό λαό λόγω της νίκης του στη Κουτ-αλ-Αμάρα της Μεσοποταμίας και της αιχμαλώτισης του εκεί βρετανικού στρατού. Αντιλαμβανόμενος τη κατάσταση από τη παρουσία του συμμαχικού στόλου στο λιμάνι της Σμύρνης, τον ασκούμενο υπό των συμμάχων έλεγχο, τις ελληνικές βλέψεις στη Σμύρνη και την ανησυχία και προσμονή που επικρατούσε στον ελληνικό πληθυσμό της πόλης, δεν έμεινε αδρανής. Ίδρυσε στη Σμύρνη το «Σύνδεσμο των Εφέδρων Αξιωματικών» και οργάνωσε στην επαρχία μυστικά στρατιωτικά σώματα. Ο Νουρεντίν ήταν ένας ισχυρός παράγοντας του Νεοτουρκικού Κομιτάτου, δηλαδή του εθνικιστικού κινήματος-κόμματος, ο οποίος μπορούσε στη πρώτη ευκαιρία να υψώσει τη σημαία της επανάστασης. Τελικά ο Νουρεντίν αντικαταστάθηκε από τον Ιτζέτ Βέη (Izzet Bey), επειδή περιήλθαν στα χέρια του Πλοιάρχου Μαυρουδή (Αρμοστή της Ελλάδας στη Σμύρνη) δύο μυστικά έγγραφά του προς τη χωροφυλακή Αϊδινίου, δια των οποίων αποκαλυπτόταν ότι οι τουρκικές αρχές οργάνωναν ένοπλα σώματα για την εκτέλεση σφαγών, αλλά παρέμεινε στη Σμύρνη.
Το εδρεύον στη Σμύρνη XVII Σώμα Στρατού βρισκόταν σε κατάσταση αποστράτευσης και η συνολική δύναμη που διατηρούσε σε διάφορες υπηρεσίες και στα φρούρια της Σμύρνης, ανερχόταν σε 4.000 άνδρες. Οι οργανικές μεραρχίες του XVII ΣΣ, η 56η στη περιοχή Σμύρνης-Μαινεμένης-Μαγνησίας και η 57η στη περιοχή Αϊδινίου-Ατταλείας, βρίσκονταν και αυτές σε κατάσταση αποστράτευσης, διατηρώντας υπό τα όπλα δύναμη 1.500 ανδρών, όπως καθόριζε η συμφωνία για την αποστράτευση και τον αφοπλισμό του οθωμανικού στρατού.
Λίγο πριν το μεσημέρι της 1ης Μαΐου επιδόθηκε στο Βαλή της Σμύρνης Ιτζέτ Βέη (Izzet Bey) διακοίνωση του Βρετανού Ναυάρχου Κάλθορπ δια της οποίας του γνώριζε ότι σύμφωνα με τους όρους της ανακωχής του Μούδρου, οι Σύμμαχοι θα αποβίβαζαν στρατεύματα στη Σμύρνη για την εξασφάλιση της τάξεως και ότι θα καταλάμβαναν τα φρούρια της πόλεως. Στη διακοίνωση δεν γινόταν λόγος περί αποβίβασης ελληνικών στρατευμάτων. Ο Ιτζέτ Βέης κάλεσε σε συνεργασία το στρατιωτικό διοικητή της Σμύρνης – και διοικητή του XVII Σώματος Στρατού – Αλή Ναδήρ Πασά και στη συνέχεια ανέφεραν σχετικά στην Υψηλή Πύλη, από την οποία έλαβαν την αόριστη απάντηση ότι δεν έπρεπε να ανησυχούν, επειδή επρόκειτο περί όρου αναφερομένου στη συμφωνία του Μούδρου. Στις συσκέψεις που έλαβαν χώρα στο XVII ΣΣ αποφασίστηκε να αναμείνουν την εξέλιξη των γεγονότων.
Το τουρκικό Κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος προετοίμαζε στρατιωτική αντίδραση στη Σμύρνη ήδη πριν από την ελληνική απόβαση. Μαρτυρίες από άτομα-κλειδιά, παρόντα στη Σμύρνη, δείχνουν ότι μέλη του Κομιτάτου εργάστηκαν επιμελώς τις ημέρες πριν από την απόβαση καταρτίζοντας σχέδια για ένοπλο μέτωπο κατά μήκος της Αιγαιακής ενδοχώρας. Αξιωματικοί του στρατού, ιδιαίτερα οι Καζίμ Οζάλπ (Kazım Özalp) και Τζελάλ Μπαγιάρ (Celal Bayar), συνεργάστηκαν με προεξέχοντες τοπικούς επιχειρηματίες και διανοουμένους που είχαν ισχυρούς δεσμούς με το Κομιτάτο μέχρι και τη νύχτα της 1ης/14ης Μαΐου προκειμένου να επιτύχουν τη μετάβαση από τη διαμαρτυρία στη στρατιωτική δράση. Ένας κρίσιμος κόμβος που χρησιμοποιήθηκε για την στράτευση αξιωματικών και αξιωματούχων κατά τις πρώτες φάσεις της δράσης ήταν τα γραφεία της “Τουρκικής Εστίας” (Türk Ocağı), ενός πνευματικού ιδρύματος που κατά πολλούς τρόπους είχε καταστεί συνώνυμο με το καθεστώς του Κομιτάτου».
Η είδηση της επικείμενης αποβίβασης συμμαχικών δυνάμεων διαδόθηκε σύντομα και δημιούργησε ανησυχία και σύγχυση στους Νεοτουρκικούς κύκλους. Τα περισσότερα μέλη του εθνικιστικού κινήματος και ειδικά οι οργανώσεις του Νουρεντίν Πασά, συνεδρίαζαν από το μεσημέρι διαρκώς στη λέσχη του κομιτάτου και κατά πλειοψηφία υποδείκνυαν ότι ο τουρκικός λαός θα έπρεπε να αντισταθεί και να αμυνθεί. Από τον Βαλή και το στρατιωτικό διοικητή δεν ανέμεναν καμιά αντίδραση και για αυτό κατέληξαν στην απόφαση ότι ο Τουρκικός λαός θα έπρεπε να συγκεντρωθεί στα υψώματα Μπαχρή Μπαμπά για να εκδηλώσει τη θέληση του εναντίον της κατοχής. Από το μεσημέρι η τουρκική διοίκηση έπαυσε να υφίσταται, ενώ τα όργανα του Νουρεντίν προσπαθούσαν να παρασύρουν το Τουρκικό πληθυσμό σε αντίσταση εναντίον των συμμάχων.
Η ιδέα της αντίστασης υποστηριζόταν κυρίως από τους κατώτερους αξιωματικούς για να δοθεί ένας αγώνας τιμής ώστε να μη θεωρηθεί ότι η Σμύρνη παραδίνεται κατά τρόπο μοιρολατρικό, όπως υποστήριζαν. Στους στρατώνες οι αξιωματικοί συγκέντρωσαν τους στρατιώτες και τους μίλησαν για τους κινδύνους που αντιμετώπιζε η πατρίδα και η θρησκεία από τις αποφάσεις των συμμάχων. Ο χώρος του διοικητηρίου είχε κατακλυστεί από όργανα του Κομιτάτου και έξω από τους στρατώνες τα όργανα του Νουρεντίν και του Κομιτάτου άρχισαν να στρατολογούν άνδρες και να διανέμουν όπλα. Στη πρώτη γραμμή στη κίνηση αντίδρασης που διαμορφωνόταν, βρισκόταν ο διευθυντής των εφημερίδων «Ανατολού» και «Νοϊγκού» Χαϊδάρ Ρουσήτ (Haydar Rüştü Öktem), που είχε συντάξει και προκηρύξεις εξέγερσης προς τον τουρκικό λαό.[8]
Κατά τη νύκτα της 1ης/2α Μαΐου, έλαβε χώρα και μια ενέργεια που είχε σοβαρές συνέπειες για τα γεγονότα που εξελίχθηκαν την επομένη ημέρα. Οι φυλακές που βρίσκονταν πίσω από το διοικητήριο και είχαν τεθεί υπό τον έλεγχο του Ιταλού ταγματάρχη Καροσσίνι, κατά τη διάρκεια της νύκτας άνοιξαν – κατά πάσα πιθανότατα κατόπιν ενεργείας του ιταλού αξιωματικού – και μερικές εκατοντάδες κατάδικοι του κοινού ποινικού δικαίου – κυρίως Τούρκοι– αφέθηκαν ελεύθεροι και μερικοί από αυτούς κατάφεραν να προμηθευτούν όπλα από μια αποθήκη κοντά στους στρατώνες. Κατ’ αυτό τον τρόπο δινόταν το σύνθημα για πράξεις βίας και λεηλασιών.
Κατά τη διάρκεια της νύκτας μερικές χιλιάδες Τούρκων συγκεντρώθηκαν στα υψώματα Μπαχρή Μπαμπά, άναψαν φωτιές και κτυπούσαν τύμπανα με σκοπό τη παρότρυνση του Τουρκικού πληθυσμού σε αντίσταση κατά της κατοχής.
Η ενημέρωση του Ελληνικού πληθυσμού
Στις 11 Δεκεμβρίου 1818 είχε καταπλεύσει στη Σμύρνη το αντιτορπιλικό «Λέων» με κυβερνήτη το Πλοίαρχο Ηλία Μαυρουδή και πολιτικό του σύμβουλο το βουλευτή Κυκλάδων Δ. Ζαμάνο. Ο Πλοίαρχος Ηλίας Μαυρουδής, που αργότερα θα αναλάβει Κυβερνήτης του Αβέρωφ, αναφέρεται σε διάφορα κείμενα και ως Αρμοστής της Ελλάδας στη Σμύρνη μέχρι την αποβίβαση του Ε.Σ.. Αμέσως μετά έφθασαν στη Σμύρνη ο Σκεφέρης Περικλής του Υπουργείου Εξωτερικών που γνώριζε τη Μικρά Ασία επειδή είχε διατελέσει Υποπρόξενος στη Σμύρνη και αργότερα ο Πρόξενος Λιάτης Σ. και ο Πλωτάρχης Μπούφης Χαράλαμπος. Επίσης εστάλη από το Βενιζέλο ο βουλευτής Κρήτης και πρώην οπλαρχηγός Μαρκάκης, προκειμένου να επιτύχει ευνοϊκή στάση των Τουρκοκρητικών έναντι της Ελλάδας. Η ελληνική αυτή αποστολή εργάστηκε για τη προετοιμασία της προσάρτησης της Σμύρνης στην Ελλάδα, αλλά είναι άγνωστο τι πληροφορίες στρατιωτικού ενδιαφέροντος μετέφερε προς τη κυβέρνηση και το Γενικό Στρατηγείο. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι απουσίαζαν από την αποστολή αξιωματικοί του στρατού, αν και ο Στρατός θα ήταν αυτός που εκτελούσε ενδεχόμενη επιχείρηση προσάρτησης ή κατάληψης.
Στις 4 μ.μ. της 1/14 Μαΐου 1919 οι δημογέροντες, οι κοινοτικοί επίτροποι και οι άλλοι πρόκριτοι της ελληνορθόδοξης κοινότητας της Σμύρνης, συγκεντρώθηκαν μετά από πρόσκληση του Μητροπολίτη Χρυσόστομου, στο Μέγα Συνοδικό της Μητρόπολης. Ο περίβολος της Αγίας Φωτεινής γέμισε ασφυκτικά από κόσμο. Μετά από λίγο κατέφθασε ο Ύπατος Αρμοστής της Ελλάδας στη Σμύρνη και κυβερνήτης του Θ/Κ Αβέρωφ, Πλοίαρχος Ηλίας Μαυρουδής. Πρώτος μίλησε προς τους συγκεντρωμένους ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος ο οποίος ανήγγειλε το χαρμόσυνο γεγονός:
«Αδελφοί το πλήρωμα του χρόνου επέστη. Οι πόθοι των αιώνων εκπληρούνται. Οι έκτακτοι χρόνοι ήγγικαν. Αι μεγάλαι ελπίδες του γένους μας, ο ανύστακτος, ο σφοδρός, ο μύχιος, ο θερμός, ο καίων και φλογίζων ως ο πεπυρακτωμένος σίδηρος τα σπλάχνα μας πόθος προς ένωσιν μετά της μητρός μας Ελλάδος, ιδού κατά τη σήμερον ιστορικήν και αξιομνημόνευτον ημέραν της 1ης Μαΐου γίνεται πράγμα και γεγονός τετελεσμένον. Από της σήμερον αποτελούμεν αναπόσπαστον τμήμα της ηνωμένης, της ενδόξου, της αθανάτου μεγάλης μας πατρίδος Ελλάδος, η αποβίβασις των ελληνικών μεραρχιών εις τα Μικρασιατικά παράλια ήρξατο, το εξωτερικόν φρούριον της Σμύρνης κατελήφθη υπό των ελληνικών στρατευμάτων. Αύριο οι ελευθερωτές μας εισέρχονται…»
Στη συνέχεια πήρε τον λόγο ο Πλοίαρχος Ηλίας Μαυρουδής, ο οποίος διάβασε το ακόλουθο τηλεγράφημα του Προέδρου της Κυβερνήσεως Βενιζέλου:
«Το πλήρωμα του χρόνου ήλθεν. Η Ελλάς εκλήθη υπό του Συνεδρίου της Ειρήνης να καταλάβη την Σμύρνην ίνα ασφαλίση την τάξιν. Οι ομογενείς εννοούσιν ότι η απόφασις αύτη ελήφθη διότι εν τη συνειδήσει των διευθυνόντων το Συνέδριον είναι αποφασισμένη η ένωσις της Σμύρνης μετά της Ελλάδος… Εννοώ ποία αισθήματα χαράς θα πλημμυρίσουν σήμερον τας ψυχάς… αλλά είμαι βέβαιος ότι η εκδήλωσις αύτη δεν θα λάβη ουδένα χαρακτήρα ούτε εχθρικότητος, ούτε υπεροψίας απέναντι ουδενός… Δεν εορτάζομεν την κατάλυσιν ενός ζυγού, διά να υποκαταστήσωμεν εις αυτόν την ιδίαν ημών επικράτησιν…»
Επικράτησε ακράτητος ενθουσιασμός και συγκίνηση, η μεγάλη είδηση διαδόθηκε αμέσως σε όλες τις συνοικίες και πλήθη λαού άρχισαν να συρρέουν στη προκυμαία αναμένοντας τα «λευκά καράβια της ελευθερίας».
Οι σύμμαχοι
Αμέσως μετά την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρου, άρχισαν να καταπλέουν στο λιμάνι της Σμύρνης διάφορα πολεμικά των συμμάχων. Στα μέσα Απριλίου ναυλοχούσαν στο λιμάνι της Σμύρνης περί τα 30 συμμαχικά πολεμικά, μεταξύ των οποίων και μοίρα του ελαφρού ελληνικού στόλου με τον «Αβέρωφ», κυβερνήτης του οποίου ανέλαβε ο Μαυρουδής.
Το μεσημέρι της 1ης Μαΐου 1919, αποβιβάστηκαν αγήματα από τα συμμαχικά πλοία και ανέλαβαν τη φρούρηση των προξενείων, των τραπεζών και των ξένων ταχυδρομείων. Επίσης κατελήφθησαν από συμμαχικά αγήματα και τα έξι εξωτερικά φρούρια του κόλπου της Σμύρνης, εκ των οποίων το «Τσανακαλεσί» καταλήφθηκε από άγημα του Αβέρωφ. Οι Τουρκικές φρουρές αποσύρθηκαν στους στρατώνες της Σμύρνης. Αγήματα επίσης του Ελληνικού Στόλου, ανέλαβαν το πρωί της 2ας Μαΐου τη τήρηση ανοικτής της παραλιακής λεωφόρου.
Η αποβίβαση του Ελληνικού Στρατού
Νωρίς το πρωί της 2/15 Μαΐου 1919 φάνηκαν στον ορίζοντα του Ερμαίου Κόλπου τα πλοία που μετέφεραν τον Ελληνικό Στρατό στη γη της Ιωνίας, «στην οποία η Ελληνική φυλή προϋπήρξε του Θεού του πυρός και του ηλίου». Περί την 0730 ώρα τα πλοία εισήλθαν στο λιμάνι της Σμύρνης και κατευθύνθηκαν στους καθορισμένους χώρους όπου άρχισε η αποβίβαση των Συνταγμάτων κάτω από τις ενθουσιώδεις επευφημίες χιλιάδων Ελλήνων κατοίκων της πόλης – και πολλών άλλων που είχαν φθάσει από την ενδοχώρα – που έβλεπαν να πραγματοποιούνται όνειρα γενεών και πόθοι αιώνων. Η προπαρασκευαστική εργασία για την αποβίβαση του στρατού είχε διαρκέσει όλη τη νύκτα και συνεχιζόταν. Υπό την επίβλεψη του έφεδρου Πλοιάρχου του Βασιλικού Ναυτικού Αργυρόπουλου Π. είχε συγκεντρωθεί κατά μήκος της προκυμαίας μεγάλος αριθμός φορτηγίδων και οι Έλληνες μηχανικοί και εργάτες ανέπτυξαν όλη τη δραστηριότητα τους για τη ταχεία αποβίβαση των στρατευμάτων. Αγήματα του Αβέρωφ προσπαθούσαν να ελευθερώσουν το παραλιακό δρόμο για τη κίνηση των στρατευμάτων, αν και αυτό απεδείχθη τελικά μάταιο. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ολόκληρη η προκυμαία της Σμύρνης από το τηλεγραφείο μέχρι την Πούντα παρουσίαζε θέαμα στρατοπέδου, μπροστά δε από τη Λέσχη των Κυνηγών στεκόταν ο μητροπολίτης της Σμύρνης Χρυσόστομος με τον ιερό κλήρο και ευλογούσε τα αποβιβαζόμενα στρατιωτικά τμήματα.
«Ήταν μια ποθητή, μοναδική και ανεπανάληπτη για τους Σμυρνιούς εκείνη η μέρα. Όλοι τους είχαν ξενυχτήσει και όλοι τους με το πρώτο φως είχαν ξεχυθεί στους δρόμους, στις πλατείες, σε όλο το μήκος της προκυμαίας για να υποδεχτούν τους εύζωνες της 1ης Μεραρχίας. Όλο εκείνο το τεράστιο πλήθος είχε καταληφθεί από «εθνική παραφροσύνη» καθώς έβλεπε από τις επτάμισι το πρωί τα δεκαοκτώ Ελληνικά οπλιταγωγά, το ένα μετά το άλλο, να μπαίνουν στο λιμάνι της προαιώνιας Ελληνικής πολιτείας να ρίχνουν άγκυρες και στη συνέχεια να κατεβάζουν τα στρατιωτικά τμήματα της «σιδερένιας μεραρχίας». Ατέλειωτοι αιώνες σκλαβιάς, φόβου, βασανιστηρίων έδειχναν τώρα να παίρνουν τη δική τους εκδίκηση μπροστά στη Πούντα και στη Λέσχη των Κυνηγών. Αν έστηνες το αυτί σου (θα γράψει αργότερα ένας από τους πρώτους στρατιώτες που αποβιβάστηκαν) μπορεί να άκουγες το φρικτό ήχο από τις σκουριασμένες αλυσίδες που έσπαζαν και γίνονταν χίλια κομμάτια».[9]
Ο διοικητής της Μεραρχίας χρησιμοποίησε ως προσωρινό Στρατηγείο του για τη περίοδο της αποβίβασης, το αντιτορπιλικό «Λέων», το οποίο αγκυροβόλησε πλησίον της προκυμαίας, έναντι της οικίας Φωτιάδη. Μέχρι την 0840 είχε αποβιβαστεί στη προβλήτα της Πούντας το μεγαλύτερο μέρος των 4ου και 5ου Συνταγμάτων πεζικού, τα οποία και κατευθύνθηκαν για τη κατάληψη των αντικειμενικών τους σκοπών. Τα Ι κ’ ΙΙ/38 Ευζωνικά Τάγματα αποβιβάστηκαν στις αποβάθρες έναντι της «Λέσχης Κυνηγών» και την 0930 ώρα άρχισαν να κινούνται στη παραλιακή οδό σε φάλαγγα παρελάσεως – με επικεφαλής τη σημαία του Συντάγματος– προς την Καραντίνα. Η προχώρηση του Συντάγματος γινόταν με μεγάλη δυσκολία λόγω του μεγάλου πλήθους που είχε κατακλύσει την οδό.
Περί την 1000 άρχισε η αποβίβαση των πυροβολαρχιών της Ιβ Μοίρας Ορειβατικού Πυροβολικού και ο διοικητής της Μεραρχίας αποβιβάστηκε από το «Λέοντα» και κατευθύνθηκε προς τη Πούντα για να δώσει οδηγίες για το χώρο τάξης των πυροβολαρχιών. Συνοδευόταν και από τον κυβερνήτη του «Αβέρωφ» Πλοίαρχο Μαυρουδή, ο οποίος την ώρα εκείνη είχε ανέβει στο «Λέοντα» και ενημέρωσε τον Μέραρχο, ότι, από την 0800 είχε διατάξει τη μεθόρμηση του ατμόπλοιου «Ατρόμητος» – που μετέφερε το ΙΙΙ/38 Ευζωνικό Τάγμα, αντί της Καραντίνας – όπως είχε καθοριστεί – στην προκυμαία της Σμύρνης, με τη δικαιολογία ότι η αποβίβαση στη Καραντίνα ενείχε το κίνδυνο σύγκρουσης με τους Τούρκους. Η πληροφορία αυτή προκάλεσε τη διαμαρτυρία του Μεράρχου, επειδή η αυθαίρετη ενέργεια του Μαυρουδή παρεμπόδιζε την εκτέλεση του σχεδίου του, που – δια της αποβίβασης του ΙΙΙ/38 Τάγματος στη Καραντίνα – απέβλεπε στη περίσχεση της Σμύρνης από εκείνη τη περιοχή, στην απομάκρυνση κάθε κινδύνου αντίστασης εκ μέρους των Τούρκων και στην αποκοπή της οδού διαφυγής τους από νοτιοδυτικά. Όταν περί την 1030 ώρα ο Μέραρχος επέστρεψε στο «Λέοντα», άρχισαν να ακούγονται πυροβολισμοί που προέρχονταν από τη κατεύθυνση του Τελωνείου και οι οποίοι εξελήφθησαν ως πυροβολισμοί χαράς.[10]
Η σύγκρουση
Ο διοικητής του 1/38 Συντάγματος Ευζώνων Αντισυνταγματάρχης Σταυριανόπουλος, όταν είδε το επί του «Ατρόμητου» ΙΙΙ/38 Τάγμα να αποβιβάζεται στην αποβάθρα, διέταξε τα Ι και ΙΙ/38 Τάγματα να κινηθούν δια της παραλιακής οδού για τη κατάληψη της Καραντίνας. Ο παριστάμενος οδηγός του 4ου Συντάγματος Λιάτης (κατά τη ΔΙΣ ιδιώτης, κατά το Μέραρχο αξιωματικός του Β. Ναυτικού, και κατά το στρατηγό Νίδερ αξιωματικός του Β. Ναυτικού και αδελφός του πρώην προξένου της Ελλάδας στη Σμύρνη) που είναι σαφές ότι γνώριζε τη περιοχή και τις ιδιαιτερότητές της, υπέδειξε στο διοικητή του 1/38 ΣΕ ότι για την αποφυγή μοιραίας σύγκρουσης, το Σύνταγμα θα έπρεπε να ακολουθήσει το δρομολόγιο του 4ου Συντάγματος. Όμως ο διοικητής του Ευζωνικού αποφάσισε να ακολουθήσει το παραλιακό δρόμο προς τη Καραντίνα, που διερχόταν όμως υποχρεωτικά από τη πλατεία του διοικητηρίου (κονάκι), το σχολείο της χωροφυλακής, τους στρατώνες και τμήμα της Τουρκικής συνοικίας. Το ΙΙ/38 Τάγμα, με τη σημαία επικεφαλής, τέθηκε σε πορεία σε φάλαγγα παρελάσεως, ακολουθούμενο από μεγάλο πλήθος Ελλήνων και χωρίς καμιά πρόβλεψη για λήψη μέτρων ασφαλείας για το ενδεχόμενο σύγκρουσης ως εκ της διελεύσεως από μια ευαίσθητη περιοχή. Το Ι/38 Τάγμα δεν μπόρεσε να ακολουθήσει, επειδή αποκόπηκε από τη φάλαγγα του 4ου Συντάγματος. Όταν το ΙΙ/38 Τάγμα πέρασε από τη πλατεία του διοικητηρίου δέχθηκε πυρά από τα παράθυρα του διοικητηρίου, του σχολείου της χωροφυλακής, των στρατώνων, ενός ξενοδοχείου και τη κατεύθυνση του δρόμου προς Καραντίνα όπου είχε ανοιχθεί χαράκωμα, ως επίσης και από τα σπίτια και τις παρόδους της τουρκικής συνοικίας όπου είχαν συγκεντρωθεί πολλοί ένοπλοι Τούρκοι. Από τους πυροβολισμούς φονεύθηκαν αμέσως 2 εύζωνοι και τραυματίστηκαν 8.
Το ΙΙ/38 Τάγμα ανασυγκροτήθηκε, κατέστειλε τις αντιστάσεις και συνέλαβε πολλούς, μεταξύ των οποίων το Βαλή της Σμύρνης, το διοικητή του XVII Σώματος Στρατού, δύο στρατηγούς, 160 αξιωματικούς και 2.500 στρατιώτες και άτακτους (οπλισμένους και άοπλους). Η υπόλοιπη τουρκική δύναμη εκ 2.000 περίπου ανδρών διέφυγε με τον οπλισμό της προς τη Καραντίνα ή κρύφτηκε στη τουρκική συνοικία. Η συμπλοκή μέχρι τη καταστολή της διήρκεσε περίπου μία ώρα. Ταυτόχρονα όμως έλαβαν χώρα και άλλα επεισόδια. Μεταξύ του πλήθους των Ελλήνων παρεισφρήσανε Τούρκοι οι οποίοι φόνευσαν ή τραυμάτισαν αρκετούς Έλληνες με μαχαίρια και περίστροφα. Σημειώθηκαν ατομικές συγκρούσεις και συμπλοκές μεταξύ Ελλήνων πολιτών και στρατιωτικών από τη μία πλευρά και Τούρκων από την άλλη. Στρατιώτες που βρίσκονταν στη παραλία απαντούσαν στους πυροβολισμούς που ρίχνονταν από τα παράθυρα των κτιρίων. Περίπολοι που εστάλησαν στη τουρκική συνοικία πυροβολούνταν από τα παράθυρα των σπιτιών και ανταπαντούσαν στα πυρά. Διάφορα στοιχεία επωφελήθηκαν των επεισοδίων και επιδόθηκαν σε λεηλασίες. Κάποιοι εκ των αιχμαλώτων κατά το χρόνο που μεταφέρονταν προς το α/τ «Πατρίς» που είχε οριστεί ως προσωρινή φυλακή κακοποιήθηκαν ή φονεύθηκαν.[11] Η τάξη αποκαταστάθηκε περί τις απογευματινές ώρες και τα συντάγματα της Μεραρχίας κατέλαβαν τους αντικειμενικούς σκοπούς που τους είχαν καθοριστεί, όπως φαίνεται στο σχεδιάγραμμα.
Οι συνολικές απώλειες από τις συγκρούσεις ανήλθαν: Έλληνες στρατιωτικοί 2 νεκροί και 34 τραυματίες, ιδιώτες 9 τραυματίες. Τούρκοι στρατιωτικοί, 5 νεκροί και 16 τραυματίες. Ιδιώτες διαφόρων εθνικοτήτων 47 νεκροί και τραυματίες.
Οι διαφυγόντες εκ της Σμύρνης ένοπλοι τούρκοι στρατιωτικοί, ανερχόμενοι σε 2.000 πεζούς, 150 ιππείς και 240 χωροφύλακες περίπου, ενώθηκαν με ένοπλους χωρικούς, διασκορπίστηκαν στην ύπαιθρο και απειλούσαν ότι θα προβούν σε σφαγές κατά των Ελλήνων.
Διαπιστώσεις – Συμπεράσματα
Από τη προηγηθείσα εξιστόρηση των γεγονότων διαπιστώνεται ότι κατά τη διεξαγωγή της επιχείρησης της αποβίβασης του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη σημειώθηκαν σοβαρά λάθη και αστοχίες και παρατηρήθηκαν αδυναμίες που είχαν σαν αποτέλεσμα πολιτικά προβλήματα και δυσχέρειες αναφορικά με τη προώθηση των εθνικών ζητημάτων στη διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων. Όλα αυτά οφείλονται σε ένα συνδυασμό:
- Απουσίας γνώσης και εμπειρίας για το είδος της επιχείρησης που αναλήφθηκε και που η στρατιωτική τέχνη της εποχής δεν είχε αντιμετωπίσει μέχρι τότε.
- Προβλήματα και αστοχίες οφειλόμενες στην ανεπάρκεια του ελληνικού πολιτικού και στρατιωτικού οργανισμού.
- Προσωπικές παραλείψεις και λάθη ατόμων που ενεπλάκησαν στην επιχείρηση από υπεύθυνες θέσεις.
Έλλειψη γνώσης και εμπειρίας για το είδος της επιχείρησης
Την επιχείρηση αποβίβασης της Ι Μεραρχίας στη Σμύρνη, μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε χρησιμοποιώντας σύγχρονους όρους, ως «Διακλαδική», ή «Μικτή». Και τέτοια ήταν. Χερσαίος Διοικητής ήταν ο Διοικητής της Ι Μεραρχίας, ο οποίος όμως ήταν και ο Αρχηγός του Στρατού Κατοχής, ή ο Διοικητής της Διακλαδικής Δύναμης με σημερινούς όρους. Δύο καρπούζια στην ίδια μασχάλη! Και ποιος ήταν ο Ναυτικός Διοικητής; Ασφαλώς δεν είχαν οριστεί. Δεν υπάρχει καμιά διαταγή που να ρυθμίζει αυτά τα καθήκοντα ή κάποια ανάλογα. Ή τουλάχιστο κάποια διαταγή που να κανονίζει αρμοδιότητες διοικήσεως.
Εθνική εμπειρία από τέτοιες επιχειρήσεις υπήρχε αλλά ήταν μικρή. Προερχόταν από τις επιχειρήσεις για τη κατάληψη των μεγάλων νησιών του Αιγαίου κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Η έναρξη του Μεγάλου Πολέμου και ο Εθνικός Διχασμός δεν επέτρεψαν να αξιοποιηθούν η εμπειρία και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τις υπόψη επιχειρήσεις. Αλλά και διεθνώς δεν είχε αναπτυχθεί σχετικό δόγμα, κάτι που μόνον κατά τον Β΄ΠΠ συνέβη. Μόλις τέσσερα χρόνια πριν, οι πλέον έμπειροι σε αμφίβιες επιχειρήσεις μέχρι τότε Βρετανοί υπέπεσαν σε αντίστοιχα λάθη κατά τις αποβατικές ενέργειες στην Καλλίπολη.
Για την ιστορία να σημειωθεί ότι με το νόμο ΓΨΙΣΤ’ στις 17 Απριλίου του 1910 είχε συσταθεί «Ανώτατο Μεικτό Επιτελείο του Στρατού Ξηράς και Θάλασσας» με σκοπό πέρα των άλλων, τη διατύπωση κοινού σχεδίου επιχειρήσεων για το στρατό και το στόλο.
Προβλήματα και αστοχίες οφειλόμενες στην ανεπάρκεια του πολιτικού και στρατιωτικού οργανισμού:
Μολονότι ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος αμέσως μετά τη λήξη του Α’ ΠΠ πολέμου έθεσε ως βασικό στόχο της εξωτερικής πολιτικής του τη προσάρτηση της παραλιακής ζώνης της Μικράς Ασίας στο Ελληνικό κράτος, είναι φανερό ότι σε στρατιωτικό επίπεδο δεν είχε γίνει κάποια σχετική προετοιμασία. Το Γενικό Στρατηγείο, αν και πρόσφατος οργανισμός, δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τα βήματα του Βενιζέλου, δεν πρόβλεψε και δεν σχεδίασε επί μελλοντικών ενεργειών. Όπως προκύπτει αβίαστα από όλα τα επίσημα κείμενα, η επιχείρηση προσάρτησης ή κατάληψης της Σμύρνης και της παραλιακής ζώνης δεν είχε μελετηθεί στρατιωτικά. Ο Βενιζέλος ζητούσε πολλά λόγω της συμμετοχής της Ελλάδας στο Α’ Π.Π., αλλά η διεκδίκηση της παραλιακής ζώνης της Μικράς Ασίας ήταν άλλης διάστασης. Οι Τούρκοι είχαν καταπιεί πολλές πίκρες και ταπεινώσεις την τελευταία δεκαετία. Ηττήθηκαν κατ’ επανάληψη στους τελευταίους πολέμους από τα πρώην υποτελή τους έθνη. Στους Βαλκανικούς Πολέμους έχασαν τη Βαλκανική και κατά το τέλος του Μεγάλου Πολέμου έχασαν ότι είχε απομείνει στην Ασία από την άλλοτε αυτοκρατορία. Έπρεπε να αναμένεται ότι με κανένα τρόπο δεν θα δέχονταν να παραδώσουν το κεντρικό πυρήνα του κράτους τους, τη Μικρά Ασία, και μάλιστα στους Έλληνες, τους πρώην ραγιάδες τους. Τους δύο λαούς και ειδικά τις δύο σύνοικες κοινότητες της Μικράς Ασίας, τις χώριζε αίμα και μίσος αιώνων. Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας ήταν για επτά αιώνες ραγιάδες των Οθωμανών, μετά το 1913 εκατοντάδες χιλιάδες οδηγήθηκαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, δεκάδες χιλιάδες εργάστηκαν σκλάβοι στα Αμελέ Ταμπουρού και ένας άλλος τεράστιος άγνωστος αριθμός σφαγιάστηκε ανελέητα από τους Τούρκους εθνικιστές. Στην Σμύρνη τα όργανα του Κομιτάτου είχαν προετοιμαστεί για αντίσταση, στους στρατώνες και στη περίμετρο της Σμύρνης υπήρχε τουρκικός στρατός και μεγάλο μέρος του τουρκικού λαού ήταν οπλισμένο. Αλλά και ο Βενιζέλος είναι φανερό ότι θεωρούσε σοβαρή τη πιθανότητα δημιουργίας επεισοδίων. Στις διαταγές και τα μηνύματα του προς το Στρατό και τους Έλληνες της Σμύρνης είναι έντονη η αγωνία του για την αποφυγή επεισοδίων που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα στα εθνικά ζητήματα. Όλα συνέτειναν στο ότι η πιθανότητα να συμβούν επεισόδια κατά τη διάρκεια της προσάρτησης ή της κατάληψης περιοχών της Μικράς Ασίας από την Ελλάδα ήταν μεγάλη και ως εκ τούτου επιβαλλόταν η στρατιωτική μελέτη μιας τέτοιας επιχείρησης, από τη στιγμή που ο Βενιζέλος έθεσε ζήτημα εδαφικών διεκδικήσεων της Ελλάδας σε εδάφη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Ειδικότερα:
- Δεν υπάρχει διαθέσιμη καμιά διαταγή ή οδηγία του Βενιζέλου για επιτελική μελέτη της αναφερόμενης επιχείρησης.
- Σε κανένα επίσημο κείμενο δεν αναφέρεται η σύνταξη από το Γενικό Στρατηγείο κάποιας μελέτης– εκτίμησης αναφορικά με:
α) Τις απαιτήσεις δυνάμεων και διοικητικής μέριμνας για την εκτέλεση με επιτυχία της επιδιωκόμενης επιχείρησης.
β) Τη κατάσταση των Τουρκικών δυνάμεων και τον εξοπλισμό τους.
γ) Το Τουρκικό εθνικιστικό κίνημα και την επιρροή που ασκούσε στη Σμύρνη και στη διεκδικούμενη από την Ελλάδα παραλιακή ζώνη.
δ) Την αντίδραση και τη τηρητέα στάση από τους παράγοντες άσκησης εξουσίας της Τουρκίας, το Τουρκικό στρατό και το πληθυσμό στη περίπτωση αποβίβασης Ελληνικού Στρατού στη Μικρά Ασία.
ε) Τη γεωγραφία της περιοχής.
στ) Άλλους παράγοντες που θα επηρέαζαν την επιχείρηση.
ζ) Γενικές οδηγίες για τη κατάληψη της διεκδικούμενης περιοχής.
- Δεν είχαν συνταχθεί από το Γ.Σ. Οδηγίες Επιχειρήσεων – «Γενικαί Εντολαί» με την τότε ορολογία , ή κάποιο επιχειρησιακό σχέδιο, έστω και σε γενική μορφή, για την εκτέλεση της επιχείρησης προσάρτησης ή κατάληψης της διεκδικούμενης περιοχής και ειδικά της Σμύρνης.
- Δεν είχαν καθοριστεί οι διοικητές, τα επιτελεία και οι δυνάμεις που θα αναλάμβαναν την εκτέλεση της επιχείρησης σε περίπτωση που έδιναν εντολή οι σύμμαχοι, ώστε να προετοιμαστούν κατάλληλα από απόψεως πληρότητας προσωπικού, οπλισμού, πυρομαχικών και εφοδίων. Και όταν, εντελώς αιφνιδιαστικά, το «Συμβούλιο των Τριών» αποφάσισε την αποστολή Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη, βρέθηκε διαθέσιμη η Ι Μεραρχία, η οποία ήταν συγκεντρωμένη πλησίον της περιοχής του λιμανιού των Ελευθερών, αναμένοντας τη μεταφορά της στην Ουκρανία. Και αν η Ι Μεραρχία είχε αναχωρήσει; Βεβαίως ο Ελληνικός Στρατός διέθετε επιστρατευμένες επτά ακόμη Μεραρχίες, αλλά η άμεση διάθεσή τους δεν ήταν δυνατή. Γράφει σχετικά ο Αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος στο βιβλίο του: «Το επείγον της διαταγής μ’ έκαμε ευθύς να ορίσω την παρά το λιμένα των Ελευθερών εις τον κόλπον του Ορφανού συγκεντρωμένην υπό τον Συνταγματάρχην Ζαφειρίου Ι Μεραρχίαν.» (Υπάρχει στο σημείο αυτό μια αντίφαση – άνευ σημασίας – σχετικά με το ποιος όρισε ως δύναμη επιχειρήσεως την Ι Μεραρχία).
- Η εκτέλεση της πολύ σημαντικής και ευαίσθητης επιχείρησης της αποβίβασης του Ελληνικού στρατού στη Σμύρνη ανατέθηκε στο Συνταγματάρχη διοικητή της Ι Μεραρχίας, ο οποίος θα ήταν ταυτόχρονα ο Αρχηγός του Στρατού Κατοχής που θα υπαγόταν απ’ ευθείας στο Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο, θα συνεργαζόταν με τον Ύπατο Αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη και θα διαβουλευόταν με τους ναυάρχους των συμμάχων και το Βρετανό Αρχιστράτηγο Στρατηγό Μιλν. Εκ των πραγμάτων η θέση ήταν πολιτικοστρατιωτική και το φορτίο ιδιαίτερα βαρύ για το βαθμό και τους ώμους ενός Συνταγματάρχη. Επιβαλλόταν να έχει προβλεφθεί ότι ο Αρχηγός του Στρατού Κατοχής θα ενισχυόταν και με άλλες δυνάμεις και ότι ο χώρος επιχειρήσεων της δύναμης του θα διευρυνόταν (αφού η Ελλάδα διεκδικούσε όλη τη παραλιακή ζώνη), με αποτέλεσμα το επιτελείο της Μεραρχίας του και τα διατιθέμενα μέσα διοικήσεως θα ήσαν ανεπαρκή για να τον συνδράμουν στο έργο του. Επιβαλλόταν να οριστεί ως Αρχηγός του Στρατού Κατοχής ο διοικητής ενός Σώματος Στρατού, υποβοηθούμενος στο έργο του από το επιτελείο του. Άλλωστε την ανάγκη αυτή την αναγνωρίζει και ο Αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, ο οποίος στο βιβλίο του γράφει:
«Εις τον διοικητήν της Μεραρχίας Ζαφειρίου […] επέστησα την προσοχήν του επί μερικών λεπτομερειών όσον αφορά την κατάληψιν και των σημείων αποβιβάσεως και τούτο διότι εγνώριζον καλώς την Σμύρνην. Εν τη εκθέσει του παρέλειψεν να αναφέρει περί τούτου. Συνιστούσα να αποβιβαστεί προς Β. εις Πούνταν και νοτίως πέραν του Κοκάργιαλι, νοτιώτερον έτι της Καραντίνας. Δυστυχώς δεν παρέστην κατά την αποβίβασιν, διότι δια λόγους πολιτικούς καίτι ως Αρχηγός του Στρατού ηδυνάμην αυτοβούλως να το πράξω εκρίθη σκόπιμος η μη παρουσία μου. Εκ των υστέρων απεδείχθη ότι η εκεί παρουσία μου θα ήτο χρήσιμος και θα επρολάμβανε την δημιουργίαν επεισοδίων και προστριβών».
Αλλά αυτά δεν λέγονται τηλεφωνικά σε ένα Μέραρχο που βρίσκεται υπό την αφόρητη πίεση επιβίβασης της Μεραρχίας του σε πλοία και άμεση αναχώρηση. Εκδίδονται Διαταγές ή γράφονται σε Οδηγίες Επιχειρήσεων για να μελετηθούν από το επιτελείο. Ακόμη από το υπόψη κείμενο του Παρασκευόπουλου τεκμαίρεται εμμέσως πλην σαφώς ότι δεν υπήρχε επιτελική μελέτη για την επιχείρηση που αναλήφθηκε, αλλά ούτε και Διαταγή Επιχειρήσεων. Ή τουλάχιστον, στις «Εσώκλειστες Οδηγίες» που απεστάλησαν στο Μέραρχο δεν υπήρχε αναφορά για το που θα έπρεπε να αποβιβάσει τις δυνάμεις του. Διαφορετικά κάτι θα ανέφερε ο Μέραρχος στην έκθεσή του ή ο Παρασκευόπουλος στις «Αναμνήσεις» του.
- Η δύναμη της Ι Μεραρχίας, κατά την άποψη του γράφοντος, ήταν ανεπαρκής για την αποστολή που ανέλαβε. Και αυτό θα φανεί πολύ σύντομα. Η Ι Μεραρχία δεν πήγαινε να καταλάβει μια οποιαδήποτε πόλη αλλά τη Σμύρνη και πήγαινε να «επεκτείνει το Ελληνικό κράτος». Η Σμύρνη ήταν μια πόλη-σύμβολο για τους Έλληνες και τους Τούρκους, με πληθυσμό 370.000 εκ των οποίων οι 80.000 ήσαν Τούρκοι, πολλοί εξ αυτών οπλισμένοι με τα όπλα που αποκόμισαν στις εστίες τους ύστερα από την αποστράτευσή τους μετά τη λήξη του Μεγάλου Πολέμου, με στρατιωτική δύναμη εντός της πόλης, με δύο μεραρχίες στη περιφέρεια, με το Τουρκικό εθνικιστικό κίνημα ενεργό και αποφασισμένο να αντιδράσει. Και αυτά επιβαλλόταν να είχαν εκτιμηθεί, όπως επιβαλλόταν να εκτιμηθεί το ενδεχόμενο προβολής αντίστασης εκ μέρους των Τούρκων.
- Αλλά δεν μπορούμε και δεν πρέπει να είμαστε αυστηροί στη κρίση μας. Ποια μπορούσε να ήταν η επιτελική κατάρτιση σε τέτοια ζητήματα των τότε Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων; Η δυναμική για τον εκσυγχρονισμό του οργανισμού τους που αναπτύχθηκε κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους διακόπηκε απότομα εξ αιτίας του επάρατου Εθνικού Διχασμού και της ηθικής αποσύνθεσης του στρατού. Η μη άμεση συμμετοχή της Ελλάδας στο Α’ Π.Π. έφερε οπισθοδρόμηση στον οργανισμό του στρατού και στην ανάπτυξη αυτού σε σύγχρονες βάσεις. Ο στρατός που ανασυγκροτήθηκε το 1917– 18 έλαβε μέρος στο Μεγάλο Πόλεμο κάτω από την επιχειρησιακή διοίκηση Βρετανών και Γάλλων. Το Γενικό Επιτελείο είχε Γάλλο Αρχηγό. Ο Αρχηγός του Στρατού Δαγκλής ήταν τυπικός Αρχηγός, χωρίς καμιά επιχειρησιακή αρμοδιότητα. Και το Γενικό Στρατηγείο του 1919 είχε ένα εξάμηνο περίπου ζωής. Ο Ελληνικός Στρατός δεν είχε αναπτύξει σχολές επιτελών, δεν διέθετε εκπαιδευμένους επιτελείς και μέχρι το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων δεν είχε συγκροτήσει επιτελεία πάνω από αυτά των Μεραρχιών. Οι μόνοι εκπαιδευμένοι επιτελείς ήσαν οι ελάχιστοι που είχαν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό.
Παραλείψεις και λάθη ατόμων που ενεπλάκησαν στην επιχείρηση
- Η Ι Μεραρχία ανταποκρίθηκε με απόλυτη επιτυχία στην αιφνίδια συνέγερσή της, στην ταχεία συγκέντρωσή της στο χώρο επιβίβασης, στην επιβίβασή της στα πλοία και στη μεταφορά της.
- Το σχέδιο του Μεράρχου για την αποβίβαση στη Σμύρνη, όπως αυτό αναπτύχθηκε στους εκτελεστές στη γέφυρα του «Αβέρωφ», απέβλεπε στη κύκλωση της πόλης με το 5ο Σύνταγμα από βορά και ανατολικά και με το 1/38 Ευζώνων από νοτιοανατολικά και ιδιαίτερα της κύκλωσης της Τουρκικής συνοικίας επί της γυμνής κορυφογραμμής από τη Καραντίνα μέχρι το φρούριο του Πάγου, με σκοπό τη καταπτόηση του ηθικού των Τούρκων και την εξουδετέρωση οποιασδήποτε δυνατότητας ή σκέψης για αντίδραση. Η Ιδέα Ενεργείας του Μεράρχου ήταν εξαιρετική. Η κύκλωση της Τουρκικής συνοικίας του Διοικητηρίου και των στρατώνων, όπως τη περιγράφει στην έκθεσή του ο μέραρχος, ήταν η πλέον κρίσιμη ενέργεια της όλης επιχείρησης. Αποτελούσε την Κυρία Προσπάθεια της Μεραρχίας και επιβαλλόταν να προικοδοτηθεί με το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής και το προσανατολισμό της διοικήσεως επ’ αυτής. Και αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί με την αποβίβαση ολόκληρης της δύναμης του 1/38 Σ.Ε. στη Καραντίνα και νοτιότερα, με τη παρουσία του Μεράρχου ή του Αρχηγού Πεζικού της Μεραρχίας στη Καραντίνα και την τοποθέτηση κάποιων αντιτορπιλικών απέναντι από τους στρατώνες και τη Καραντίνα.
- Μολονότι η σύλληψη του σχεδίου ήταν ορθή, τελικά έπασχε στην κατανομή των δυνάμεων και στην εκτέλεση. Το 5ο Σύνταγμα που είχε την ευκολότερη αποστολή, αφού θα αποβιβαζόταν στη Πούντα και θα κινούταν στις παρυφές και το εσωτερικό της Ελληνικής συνοικίας, θα χρησιμοποιούνταν ολόκληρο για τη κύκλωση της Σμύρνης στο τομέα του. Αντιθέτως, το 1/38 Σύνταγμα Ευζώνων που είχε την ευαίσθητη και κρίσιμη αποστολή της κύκλωσης από νοτιοανατολικά της Τουρκικής συνοικίας, δεν διατέθηκε ολόκληρο για την υπόψη αποστολή. Μόνο 3 Λόχοι του Συντάγματος – το 1/4 της συνολικής του δύναμης – θα αποβιβαζόταν στη Καραντίνα προκειμένου κινούμενο προς το φρούριο του Πάγου να κυκλώσει τη Σμύρνη και τη Τουρκική συνοικία από νοτιοανατολικά. Η υπόλοιπη δύναμη του Συντάγματος που και αυτή είχε ως αποστολή την κύκλωση της Τουρκικής συνοικίας, θα έπρεπε να βαδίσει μέσα από τη Τουρκική περιοχή της Σμύρνης για να εκτελέσει την αποστολή της. Η κύκλωση όμως διεξάγεται με ενέργεια στα πλευρά και τα νώτα μιας δύναμης ή μιας τοποθεσίας. Και εδώ προκύπτει ένα άλλο ερώτημα. Γνώριζε ο Μέραρχος ότι από τη περιοχή που θα διερχόταν το 1/38 ΣΕ (-) υπήρχαν το διοικητήριο και οι στρατώνες;
- Τελικά όμως και αυτή η μικρή δύναμη του ΙΙΙ/38 Τάγματος (-) που διατέθηκε για αποβίβαση στην Καραντίνα και την κύκλωση της τουρκικής συνοικίας, δεν εκτέλεσε την αποστολή της. Λόγω της αυθαίρετης παρεμβολής του Πλοιάρχου Μαυρουδή στην εκτέλεση του σχεδίου του Μεράρχου, η αποβίβαση στην Καραντίνα ματαιώθηκε και το ΙΙΙ/38 αποβιβάστηκε βόρεια, στην προκυμαία της Πούντας.
- Ο Πλοίαρχος Μαυρουδής ακύρωσε την αποβίβαση του ΙΙΙ/38 Τάγματος (-) στη Καραντίνα με τη δικαιολογία ότι υπήρχε φόβος σύγκρουσης με τους Τούρκους (Παρασκευόπουλος, “Αναμνήσεις”). Αλλά η σύγκρουση εκτός πόλεως, χωρίς μάλιστα να διαθέτουν οι Τούρκοι υποστήριξη πυροβολικού και με τα πυροβόλα των Ελληνικών πολεμικών στραμμένα προς τη περιοχή της σύγκρουσης, μάλλον δεν θα ήταν δυνατή. Περισσότερο πιθανή επιχειρησιακά και αξιοποιήσιμη πολιτικά ήταν μια σύγκρουση μέσα στη Σμύρνη και μάλιστα στη περιοχή της Τουρκικής συνοικίας.
- Αν και ο Μαυρουδής από τις 0800 είχε ακυρώσει (αυθαίρετα) την αποβίβαση του ΙΙΙ/38 Τάγματος στη Καραντίνα, ενημέρωσε το διοικητή της Μεραρχίας ύστερα από δύο ώρες περίπου. Τραγικό! Ακύρωσε την εκτέλεση του σχεδίου επιχειρήσεων του Αρχηγού του Στρατού Κατοχής και τον ενημέρωσε ύστερα από δύο ώρες! Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι δύο: α) Ο Αρχηγός Κατοχής είχε καταστήσει γνωστό σε όλους και κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση, ότι με απόφαση του Πρωθυπουργού αυτός ήταν ο Αρχηγός και όλοι οι υπόλοιποι υποχρεούνταν να εκτελούν τις εντολές του; β) Από πού άντλησε το «θάρρος» ο Μαυρουδής, ένας μάλλον διακεκριμένος αξιωματικός για να του έχει δοθεί ο «Αβέρωφ», ώστε να διατάξει τη μη εκτέλεση της διαταγής του Αρχηγού του Στρατού Κατοχής, του μόνου υπεύθυνου για τα στρατιωτικά ζητήματα;
- Τελικά η Τουρκική συνοικία το διοικητήριο και οι στρατώνες δεν κυκλώθηκαν και έτσι δόθηκε η δυνατότητα στους Τούρκους να αντιδράσουν χωρίς το φόβο ότι μπορεί να προσβληθούν από τα νώτα τους. Επί πλέον, η μη αποβίβαση στη Καραντίνα επέτρεψε στο μεγαλύτερο μέρος της τουρκικής δύναμης να διαφύγει ανενόχλητη προς νότο ύστερα από το τέλος της σύγκρουσης.
- Κρίσιμο πρόβλημα, απεδείχθη τελικά η αποβίβαση του συνόλου της δυνάμεως της Μεραρχίας στη προκυμαία της Σμύρνης, η οποία έπρεπε να αναμένεται ότι θα κατακλυζόταν από πλήθη Ελλήνων και που εκ των πραγμάτων θα δημιουργούσαν δυσχέρειες στις κινήσεις των στρατιωτικών τμημάτων και την ανάπτυξή τους αν απαιτούνταν. Τελικά η Μεραρχία αποβιβάστηκε για να κάνει παρέλαση στη παραλιακή λεωφόρο, εν μέσω των παραληρούντων Ελλήνων της Σμύρνης, και όχι στρατιωτική επιχείρηση. Όλες οι φωτογραφίες της εποχής δείχνουν τα τμήματα της Μεραρχίας να παρελαύνουν με τα όπλα επ’ ώμου. Ανεπανάληπτες οι στιγμές, αλλά υπήρξε άγνοια κινδύνου. Μόνο το 4ο Σύνταγμα έπρεπε να αποβιβαστεί στη περιοχή του Τελωνείου με αποστολή τον έλεγχο του εσωτερικού της πόλης. Και κανένα στρατιωτικό τμήμα δεν έπρεπε να περάσει από ευαίσθητους χώρους εκείνες τις κρίσιμες πρώτες ώρες, όπως το διοικητήριο και οι στρατώνες.
- Το ΙΙ/38 Τάγμα Ευζώνων, το οποίο διατάχθηκε να κινηθεί δια της παραλιακής προς τη Καραντίνα, κινήθηκε σε φάλαγγα παρελάσεως με τη σημαία επικεφαλής και τα όπλα επ’ ώμου. Συνέχισε να κινείται κατά τον ίδιο αμέριμνο τρόπο μολονότι είχε εισέλθει στην Τουρκική συνοικία και στην επικίνδυνη περιοχή της πλατείας του διοικητηρίου και των στρατώνων μέχρι που δέχθηκε πυρά. Κακή εκτίμηση; Έλλειψη πληροφοριών για το που βρίσκεται; Άγνοια κινδύνου; Υποτίμηση του αντιπάλου; Μπορεί και όλα. Τι θα γινόταν όμως αν ο Νουρεντίν και το Κομιτάτο είχαν συμπαρασύρει σε μάχη εναντίον του ΙΙ/38 Τάγματος ένα σημαντικό μέρος της Τουρκικής στρατιωτικής δύναμης; Οπωσδήποτε η όποια Τουρκική αντίδραση θα αντιμετωπιζόταν, αλλά μια μάχη μεγαλύτερης διάρκειας θα είχε πολύ δυσμενέστερο πολιτικό αντίκτυπο για τα Ελληνικά συμφέροντα από τη μικρής έκτασης αψιμαχία που έλαβε χώρα και τα πολιτικά αποτελέσματα που αυτή είχε.
- Το σύστημα διοικήσεως και ελέγχου (ο όρος είναι σύγχρονος, αλλά πάντοτε υπήρχε διοίκηση και έλεγχος) της Μεραρχίας δεν λειτούργησε ικανοποιητικά. Μολονότι ο Πλοίαρχος Μαυρουδής είχε διατάξει από την 0800 ώρα το α/τ «Ατρόμητος» να μεθορμιστεί στη προκυμαία της Πούντας αντί της Καραντίνας, αυτό δεν έγινε αντιληπτό (!) από το διοικητή της Μεραρχίας και το επιτελείο του που βρίσκοντας επί του «Λέοντος» ώστε να επέμβουν αμέσως για να εκτελεστεί το σχέδιο όπως είχε διαταχθεί. Το περίεργο είναι ότι όταν ο Μέραρχος ενημερώθηκε από το Μαυρουδή ότι το σχέδιο του τροποποιήθηκε και ότι το ΙΙΙ/38 Τάγμα είχε αποβιβαστεί στη προκυμαία αντί της Καραντίνας, δεν ανησύχησε που η εκτέλεση του σχεδίου του ανατράπηκε, αλλά κινήθηκε προς τη Πούντα για να δώσει οδηγίες για τις θέσεις τάξης του πυροβολικού, έργο που θα μπορούσε να εκτελέσει ο Αρχηγός Πυροβολικού της Μεραρχίας.
- Η διαταγή του Προέδρου της Κυβερνήσεως περί εγκατάστασης του μεγαλυτέρου μέρους του στρατού εκτός της πόλης και έλεγχο των οδών και των συγκοινωνιών προς τη Σμύρνη μέχρι ακτίνας αναλόγου, δεν εκτελέστηκε. Και είναι η μόνη διαταγή επιχειρήσεων που εκδόθηκε και διασώζεται. Προτιμήθηκε η παρέλαση του συνόλου της Μεραρχίας στη παραλιακή λεωφόρο και η καθυστερημένη εγκατάσταση μικρού μέρους της δυνάμεως στις παρυφές της Σμύρνης. Είναι βεβαίως και άγνωστο το αν και πότε ο Αρχηγός του Στρατού Κατοχής έλαβε τη διαταγή του πρωθυπουργού. Στην έκθεσή του δεν αναφέρει τίποτε επ’ αυτού. Ανεξάρτητα όμως των ερωτηματικών που εύλογα εγείρονται, αποτελεί υποχρέωση του κάθε διοικητού να αναλύει την αποστολή του με ευρύτητα και με βάση τις επιβαλλόμενες και απορρέουσες υποχρεώσεις. Και η κατάληψη ή η εξασφάλιση μιας πόλεως ή ενός χώρου, σε καμιά περίπτωση δεν είναι η σταθερή εγκατάσταση στο εσωτερικό της ή επί του χώρου. Οι χώροι και οι τοποθεσίες εξασφαλίζονται ευρέως.
- Κάποια από τα παραπάνω βαρύνουν το μέραρχο, αλλά ο Συνταγματάρχης Ζαφειρίου Νικόλαος ήταν ένας αξιωματικός με βαρειές περγαμηνές, που του έλαχε η τιμή της αποβίβασης του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη. Ο Ζαφειρίου προετοίμαζε τη Μεραρχία του για την Ουκρανία και εντελώς ξαφνικά, μέσα σε έξι ημέρες από τη στιγμή που έλαβε τη διαταγή, πατούσε στη Γη της Ιωνίας φορτωμένος με βαριά πολιτικοστρατιωτικά καθήκοντα, για να εκτελέσει μια αποστολή για την οποία ουδόλως είχε προετοιμαστεί και προϊδεαστεί και για την οποία τίποτε δεν ήταν σχεδιασμένο. Τα όποια λάθη και αβλεψίες που παρατηρήθηκαν, βαρύνουν περισσότερο τους προϊσταμένους του και λιγότερο τον ίδιο. Η μη αποβίβαση του ΙΙΙ/38 Τάγματος στη Καραντίνα βαρύνει αποκλειστικά και μόνο το Μαυρουδή και με κανένα τρόπο δεν δικαιολογείται με στρατιωτικούς όρους.
Επίλογος
Η σύγκρουση που διεξήχθη στη Σμύρνη τις πρώτες ώρες της αποβίβασης του Ελληνικού Στρατού μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, καθώς και τα άλλα γεγονότα που εξελίχθηκαν ως απόρροια της σύγκρουσης, εξεταζόμενα από καθαρά στρατιωτική άποψη, δεν είχαν καμιά ιδιαίτερη αξία. Η Ι Μεραρχία ήταν μια ισχυρή μονάδα που συνέτριψε αμέσως τις αντιστάσεις και αποκατέστησε σε πολύ σύντομο χρόνο τη τάξη στη πόλη της Σμύρνης. Ως πολιτικό γεγονός όμως, είχε ιδιαίτερα βαρύνουσα σημασία, όσο και αν ο Βενιζέλος το διαχειρίστηκε με εξαιρετική επιδεξιότητα επιδιώκοντας να αμβλύνει τις εντυπώσεις. Η σύγκρουση στη Σμύρνη έφερε στην επικαιρότητα τη δυσπιστία τη καχυποψία και τις εχθρικές διαθέσεις των αντιτιθεμένων στη προσάρτηση της Σμύρνης και της παραλιακής ζώνης της Μικράς Ασίας στην Ελλάδα. Επί πλέον έδωσε την αφορμή στους Ιταλούς να εκδηλώσουν απροκάλυπτα την εχθρότητά τους στη παρουσία της Ελλάδας στη Μικρά Ασία, στους Αμερικανούς να το ξανασκεφτούν και στους Γάλλους να δείξουν με κάθε τρόπο ότι μετάνιωσαν που μας έδωσαν την άδεια να πάμε.
Ακόμη, η όλη επιχείρηση, απέδειξε για μια ακόμη φορά, ότι η ικανότητα μας ως λαός και οργανωμένη πολιτεία να προβλέπουμε επί μελλοντικών ενεργειών, βρίσκεται πάντα σε πολύ χαμηλό επίπεδο.
Σημειώσεις
[7]«Απεφασίσθη υπό των μεγάλων Δυνάμεων η διά του ελληνικού στρατού κατάληψις της Σμύρνης και η εξασφάλισις της τάξεως εκεί. Αποστολή, τιμητικωτέρα της οποίας σπανίως ανετέθη εις τμήμα του εθνικού στρατού, καθ όλην τη μακράν του ιστορία. Γνωρίζω εκ των προτέρων ότι θa ευρεθήτε εις τo ύψος της αποστολής σας. Γνωρίζω ότι πάντες αξιωματικοί και οπλίται, αισθάνεσθε δικαίαν υπερηφάνειαν διά τhν αποστολήν σας ταύτην … Είναι ανάγκη, όπως έκαστος εκ των ανδρών της μεραρχίας εμπνέεται από τhν συναίσθησιν ότι ο ίδιος αντιπροσωπεύει την Ελλάδα και πρέπει ανά πάσαν στιγμήν να ενθυμήται ότι από κάθε λόγον και κάθε πράξιν του, θα εξαρτάται η προς την Ελλάδα εκτίμησις, ουχί μόνον των Οθωμανών, αλλά και των ξένων στοιχείων, άτινα πολυάριθμα ευρίσκονται εις την Σμύρνην. …… Συστάσεις δια την συμπεριφορά προς τους ομογενείς δεν έχω ανάγκην να σας κάμω. Επί αιώνας ήδη περιμένομεν την ευτυχή ταύτην ημέραν, χωρίς ποτέ να απελπισθώμεν, ούτε εν τω μέσω των μεγαλυτέρων συμφορών. …… Από την εμπιστοσύνην ην θα εμπνεύσητε εις όλα τα ξένα στοιχεία και προ παντός το πολυαριθμότερον Τουρκικόν, θα εξαρτηθή εν μεγάλω μέτρω η πραγματοποίησις των Εθνικών μας πόθων.. Αι ευχαί ολοκλήρου του έθνους σας συνοδεύουσι. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ»
[8]Gingeras «Sorrowful Shores, Violence, Ethnicity and the End of the Ottoman Empire, 1912-1923», Oxford University Press [«Πονεμένες Ακτές. Βία, Εθνότητα και το Τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, 1912-1923»]
(Το κείμενο είναι αναρτημένο στον ιστόχωρο: Μικρασιατική Εκστρατεία: Η Στρατιωτική Ιστορία, στον σύνδεσμο: Ο Ελληνικός Στρατός αποβιβάζεται στη Σμύρνη)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Ο σχολιασμός του αναγνώστη (ενημερωμένου η μη) είναι το καύσιμο για το ιστολόγιο αυτό, έτσι σας προτρέπουμε να μας πείτε την γνώμη σας. Τα σχόλια οφείλουν να είναι κόσμια, εντός θέματος και γραμμένα με Ελληνικούς χαρακτήρες (όχι greeklish και κεφαλαία).
Καλό είναι όποιος θέλει να διατηρεί την ανωνυμία του να χρησιμοποιεί ένα ψευδώνυμο έτσι ώστε σε περίπτωση διαλόγου, να γίνεται αντιληπτό ποιος είπε τι. Κάθε σχόλιο το οποίο είναι υβριστικό η εμπαθές, θα διαγράφεται αυτομάτως.