Ιδιαίτερα σημαντικές πτυχές της προσωπικής ζωής του μακεδόνα βασιλιά παρουσιάζει ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ Ιωάννης Τουλουμάκος μέσα από το βιβλίο του “Χιούμορ και Σάτιρα των Αρχαίων Ελλήνων - Τρόποι Ζωής, Ιδέες, Πρόσωπα και Περιστάσεις”, Θεσσαλονίκη 2011, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αφών Κυριακίδη.
Η πάλη για την ηγεμονία στην Ελλάδα στον 4ο αι. π.Χ. μας είναι κυρίως γνωστή, σε αντίθεση προς ό,τι συμβαίνει κατά κανόνα στην ιστορία, από τη σκοπιά του ηττημένου (δηλ. της δημοκρατικής Αθήνας) και όχι από τη σκοπιά του νικητή (δηλ. της μοναρχικής Μακεδονίας). Το “παράδοξο” αυτό εξηγείται με το ότι τα ιστορικά έργα που εγράφησαν για τη Μακεδονία και τον νικητή βασιλιά της, Φίλιππο Β’, από μακεδόνες και άλλους έλληνες ιστορικούς, εκτός από λίγα αποσπάσματα χάθηκαν, εφόσον στους πέντε αιώνες της Ρωμαιοκρατίας δεν υπήρχε το ενδιαφέρον για τη διάσωσή τους -οι Μακεδόνες ήταν άλλωστε το μόνο ελληνικό φύλο που προέβαλε επανειλημμένως αντίσταση τους Ρωμαίους- και οι έλληνες διανοούμενοι των αυτοκρατορικών χρόνων, με την κλασικιστική νοοτροπία της εποχής που προώθησε ο πρώτος ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος, εξιδανίκευαν -και μάλιστα σε αντίθεση προς τη Μακεδονία- την κλασική Ελλάδα και προέβαλλαν ως πρότυπο της ρητορικής παιδείας τον Δημοσθένη. Γι’ αυτό κάθε μαρτυρία που αναφέρεται στην προσωπικότητα του μεγάλου αντιπάλου του και διαφέρει από τη μεροληπτική εικόνα που συνθέτει ο αθηναίος ρήτορας γι’ αυτόν έχει ιδιαίτερη σημασία.
Η πάλη για την ηγεμονία στην Ελλάδα στον 4ο αι. π.Χ. μας είναι κυρίως γνωστή, σε αντίθεση προς ό,τι συμβαίνει κατά κανόνα στην ιστορία, από τη σκοπιά του ηττημένου (δηλ. της δημοκρατικής Αθήνας) και όχι από τη σκοπιά του νικητή (δηλ. της μοναρχικής Μακεδονίας). Το “παράδοξο” αυτό εξηγείται με το ότι τα ιστορικά έργα που εγράφησαν για τη Μακεδονία και τον νικητή βασιλιά της, Φίλιππο Β’, από μακεδόνες και άλλους έλληνες ιστορικούς, εκτός από λίγα αποσπάσματα χάθηκαν, εφόσον στους πέντε αιώνες της Ρωμαιοκρατίας δεν υπήρχε το ενδιαφέρον για τη διάσωσή τους -οι Μακεδόνες ήταν άλλωστε το μόνο ελληνικό φύλο που προέβαλε επανειλημμένως αντίσταση τους Ρωμαίους- και οι έλληνες διανοούμενοι των αυτοκρατορικών χρόνων, με την κλασικιστική νοοτροπία της εποχής που προώθησε ο πρώτος ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος, εξιδανίκευαν -και μάλιστα σε αντίθεση προς τη Μακεδονία- την κλασική Ελλάδα και προέβαλλαν ως πρότυπο της ρητορικής παιδείας τον Δημοσθένη. Γι’ αυτό κάθε μαρτυρία που αναφέρεται στην προσωπικότητα του μεγάλου αντιπάλου του και διαφέρει από τη μεροληπτική εικόνα που συνθέτει ο αθηναίος ρήτορας γι’ αυτόν έχει ιδιαίτερη σημασία.
Από τις μαρτυρίες αυτές παραθέτουμε
εδώ εκείνες από τις οποίες προκύπτει το χιούμορ που διέθετε ο μακεδόνας
βασιλιάς, το οποίο αφήνει άλλωστε να εννοηθεί ο ίδιος ο Δημοσθένης
-φυσικά με τον δικό του, μεροληπτικό τρόπο- λέγοντας πως ο Φίλιππος έχει
συγκεντρώσει γύρω του πολλούς “ασελγείς θαυματοποιούς”, αλλά και
“μίμους γελοίων και ποιητάς αισχρών ασμάτων”, τα οποία αυτοί γράφουν
“ένεκα του γελασθήναι”, και μάλιστα πως γι’ αυτό τους “αγαπά”
(Ολυνθιακός Β’, §19). [Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο Δημοσθένης, όπως
προκύπτει από τους πολιτικούς και δικανικούς λόγους του, δεν είχε
χιούμορ: Βλ. Τηλ. Φιλιππίδη - Μ. Τσάντε, “Η
Δίκη περί Όνου σκιάς - Μια πολύ πιθανή ιστορία”, Θεσσαλονίκη 1996, 56 κ.εξ.]
1. Ψυχαγωγία με ακριβά αστεία που παραγγέλλονται από τη Μακεδονία σε αθηναίους “ειδικούς”.
Ηγεμόνες, βασιλείς ή τύραννοι, που παραγγέλλουν ποιήματα ή αγάλματα προκειμένου να απαθανατιστούν, είναι γνωστοί από την αρχαϊκή εποχή (και για τα δύο), ή την ελληνιστική (για τα τελευταία). Ηγεμόνας όμως που παραγγέλλει αστεία (τα οποία μάλιστα πληρώνει ακριβά) για να ψυχαγωγείται ήταν μόνο ο μακεδόνας βασιλιάς Φίλιππος. Μοναδικό παράδειγμα είναι βέβαια και οι ειδικοί “επαγγελματίες” που επινοούσαν τα αστεία - πολίτες της αντίπαλης Αθήνας, προφανώς αδιάφοροι προς την αντιμακεδονική ρητορεία του Δημοσθένη και των ομοϊδεατών του. Η σχετική μαρτυρία προέρχεται από τον ιστορικό Τηλεφάνη (της ελληνιστικής ή αυτοκρατορικής εποχής), συγγραφέα ενός έργου με τον τίτλο “Περί άστεος” (δηλ. της Αθήνας).
“Στην Αθήνα υπήρχαν πάρα πολλοί τέτοιοι ‘σοφοί’ (δηλ. ‘γελωτοποιοί’). Στον ναό του Ηρακλή, στον δήμο Διόμεια, συγκεντρώνονταν εξήντα από αυτούς· στην πόλη ήταν γνωστοί με τις φράσεις ‘το είπαν οι εξήντα’ και ‘έρχομαι από τους εξήντα’. Ξεχώριζαν ο Καλλιμέδων, ο Κάραβος και ο Δεινίας, ο Μνασιγείτων και ο Μέναιχμος. Τόσο μεγάλη φήμη απέκτησαν αυτοί οι χασομέρηδες, ώστε και ο Φίλιππος ο Μακεδόνας, όταν έμαθε μερικά αστεία τους, τους έστειλε ένα τάλαντο, για να γράφουν αστεία ειδικά γι’ αυτόν και να του τα στέλνουν”. (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, XIV, 614e)
2. Ο βασιλιάς που εκτιμά το σκωπτικό ευφυολόγημα ενός αδιάλλακτου πολιτικού αντιπάλου
Ο Αχαιός Αρκαδίων, που μισούσε τον Φίλιππο, έφυγε από την πατρίδα του όταν επικράτησε εκεί η φιλομακεδονική παράταξη. Ήταν γνωστός για την πνευματική ευστροφία του και αναφέρονται πολλές έξυπνες απαντήσεις του. Όταν ήταν στους Δελφούς τον συνάντησε εκεί ο Φίλιππος και (αστειευόμενος) τον ρώτησε ως πού θέλει να πάει. Παραλλάσσοντας ένα στίχο της Οδύσσειας (λ 122: “να πας ως εκεί όπου δεν ξέρουν τη θάλασσα”), ο Αρκαδίων απάντησε: “Θα πάω ως εκεί όπου δεν ξέρουν τον Φίλιππο”. Ο Φίλιππος γέλασε, κάλεσε σε δείπνο τον Αρκαδίωνα και έτσι δόθηκε τέλος στην έχθρα. (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, XII, 249c)
3. Βασιλική ανεκτικότητα και κυνική ελευθεροστομία (ή αναίδεια)
Την αίσθηση του χιούμορ που διέθετε ο Φίλιππος δείχνει επίσης ένα (παρόμοιο) ανέκδοτο για τη συνάντησή του με τον κυνικό φιλόσοφο Διογένη: Ο Διογένης συνελήφθη αιχμάλωτος στη μάχη της Χαιρώνειας, προσήχθη στον Φίλιππο και ο βασιλιάς τον ρώτησε ποιος ήταν: “κατάσκοπος της απληστίας σου” του απάντησε ο φιλόσοφος. “Θαυμασθείς” για την απάντηση αυτή από τον βασιλιά, όπως γράφει ο Διογένης Λαέρτιος (VI, 43), αφέθηκε ελεύθερος.
4. Η διακριτική παρατηρητικότητα ενός αιχμαλώτου σε μια άκρως προσωπική λεπτομέρεια της εμφάνισης του βασιλιά
Έναν άλλον -άγνωστο- αιχμάλωτο, ο οποίος επρόκειτο μάλιστα να πωληθεί ως δούλος, απελευθερώνει επίσης ο Φίλιππος μετά από μία χρήσιμη υπόδειξη σε περιστατικό που προκαλεί αυτό καθ’ εαυτό, αλλά και για την ανεκτικότητα του βασιλιά, τη θυμηδία: “Όταν κάποτε είχαν συλληφθεί πολλοί αιχμάλωτοι, τους πωλούσε, ενώ καθόταν σε μία όχι ευπρεπή στάση, έχοντας σηκώσει τον χιτώνα του· ένας από τους πωλούμενους φώναξε: ‘λυπήσου με, Φίλιππε, είμαι φίλος σου από τον πατέρα σου’. Όταν ο Φίλιππος τον ρώτησε ‘πότε έγινες εσύ φίλος, και πώς;’ εκείνος απάντησε: ‘Θέλω να σου το πω από κοντά’. Και όταν τον έφεραν κοντά, ‘κατέβασε’ του είπε ‘λίγο τη χλαμύδα, διότι όπως κάθεσαι εκθέτεις τον εαυτό σου’. Και ο Φίλιππος ‘Αφήστε τον’, είπε ‘πράγματι δεν ήξερα πως σκέπτεται σωστά για μένα και είσαι φίλος’”. [Πλουτάρχου] Βασιλέων αποφθέγματα και στρατηγών, 14.
5. Ο επαγγελματίας κιθαρωδός και ο ερασιτέχνης Φίλιππος
Ο κιθαρωδός που άκουσε σε κάποιο δείπνο από τον βασιλιά ότι έκανε λάθη παίζοντας και είπε πως ήθελε μάλιστα να συζητήσει μαζί του περί μουσικής και πλήκτρων, δεν δίστασε, γνωρίζοντας το χιούμορ και την ανεκτικότητα του Φιλίππου, να του δώσει την απάντηση-ευχή: “η τύχη να μη σου φερθεί τόσο άσχημα, ώστε να μην έχεις τίποτε άλλο να κάνεις, παρά να μαθαίνεις μουσική και κιθάρα”. [Πλουτάρχου], όπ.π., §15.
6. Πώς ένα απόρθητο φρούριο γίνεται ευάλωτο
“Τους κατασκόπους που του είπαν ότι το φρούριο που ήθελε να καταλάβει ήταν απόρθητο εντελώς, ρώτησε αν πράγματι ήταν τόσο δύσκολο να καταληφθεί, ώστε ούτε και γάιδαρος που μετέφερε χρυσάφι να μην μπορεί να το πλησιάσει”. [Πλουτάρχου], όπ.π., §19.
7. Όταν οι “άξεστοι” Μακεδόνες λένε τα πράγματα με το όνομά τους
Στην Όλυνθο, τη μεγάλη πόλη της Χαλκιδικής που κατέλαβε και κατέστρεψε (το 348 π.Χ.) για την εσωτερική ασφάλεια του ίδιου του κράτους του, υπήρχε ένας μακεδονίζων πολιτικός (Λασθένης) που προφανώς τον διευκόλυνε στην επιχείρηση. Όταν φίλοι του Λασθένη παραπονέθηκαν στον Φίλιππο ότι Μακεδόνες από το στενό περιβάλλον του τους κατηγορούσαν ως προδότες, ο βασιλιάς απάντησε με ειλικρίνεια, αλλά και ειρωνεία, πως οι Μακεδόνες είναι απολίτιστοι και σκληροί διότι λένε τα πράγματα με το όνομά τους [“σκαιούς έφη φύσει και αγροίκους είναι Μακεδόνας την σκάφην σκάφην λέγοντας”]. [Πλουτάρχου], όπ.π., §30.
8. Ο κατά φαντασίαν θεός Ζευς ιατρός Μενεκράτης και ο Φίλιππος
α) Ο “θεός” που επικρίνει και ο βασιλιάς που απαντά
Αν ο γιατρός Μενεκράτης από τις Συρακούσες μπορούσε πράγματι να θεραπεύει ασθενείς πάσχοντες από επιληψία και λοιπές “ιερές” νόσους και να πείθει τους θεραπευθέντες να τον ακολουθούν ως “θεοί”, εφόσον ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του Δία και συμπεριφερόταν ανάλογα [σύμφωνα με την περιγραφή του στα ανεκδοτολογικού περιεχομένου “Υπομνήματα” του Ηγησάνδρου από τους Δελφούς (2ος αι. π.Χ.], δεν μπορεί να εξακριβωθεί και φαίνεται μάλλον απίθανο· εκείνο που δεν μπορεί επίσης να εξακριβωθεί, φαίνεται όμως πολύ πιθανό, είναι το χιούμορ με το οποίο έβλεπε μία τέτοια περίπτωση ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος, εφόσον διαθέτουμε γι’ αυτό τις άλλες μαρτυρίες που αναφέρθηκαν. Θεωρώντας τον εαυτό του και “βασιλιά” της Ιατρικής, ο Μενεκράτης συνδέθηκε και με τον Φίλιππο, στον οποίο έγραψε μία επικριτική επιστολή, για να πάρει την απάντηση που παραδίδει επίσης ο Αθήναιος:
“Μενεκράτης Ζευς τον βασιλιά Φίλιππο χαιρετά. Εσύ μεν είσαι βασιλιάς της Μακεδονίας, εγώ δε της Ιατρικής, και εσύ μεν μπορείς τους υγιείς ανθρώπους, όταν θέλεις, να τους εξοντώσεις, εγώ δε τους ασθενείς να σώζω και υγιείς, αν υπακούουν στις εντολές μου, να διατηρώ έτσι ως τα γηρατειά. Γι’ αυτό εσένα μεν περιφρουρούν Μακεδόνες, εμένα δε και αυτοί που θα γεννηθούν. Διότι εγώ ο Ζευς τους δίνω ζωή”. “Ο Φίλιππος, απαντώντας όπως σε κάποιον που έπασχε ψυχικά, έγραψε: Ο Φίλιππος στον Μενεκράτη εύχεται να είναι υγιής“.
β) Ένα βασιλικό δείπνο για τον κατά φαντασίαν Δία και την ακολουθία του
Το περιστατικό που ακολουθεί ενδέχεται να είναι επινοημένο, αναμφίβολα όμως δείχνει την εντύπωση που υπήρχε για το χιούμορ του βασιλιά της Μακεδονίας. Η περιγραφή του Ηγήσανδρου, που παραδίδει ο Αθήναιος, έχει ως εξής:
“Όταν ο Φίλιππος τον εκάλεσε κάποτε σε δείπνο με τους θεούς της ακολουθίας του, τους έβαλε όλους να ξαπλώσουν στη μεσαία κλίνη με μεγαλοπρεπέστατη και ιεροπρεπέστατη διακόσμηση, μπροστά από την οποία τοποθέτησε τράπεζα στην οποία υπήρχε βωμός με προσφορές από κάθε είδος καρπών που παράγει η γη. Και ενώ στους άλλους προσφέρονταν τα φαγώσιμα, στη συντροφιά του Μενεκράτη οι δούλοι πρόσφεραν μόνο θυμιάματα και έκαναν σπονδές. Τότε ο ‘θεός’ και η ακολουθία του έφυγαν θυμωμένοι”. [Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, VII, 289b κ.εξ.].
Επίμετρο: Αντιμακεδονική σάτιρα και μακεδονική ευτραπελία
α) Η κωμωδια “Φίλιππος” του Μνησιμάχου
Η Μέση Κωμωδία του 4ου αι. π.Χ. ασχολείται, ως γνωστόν, κατά κανόνα με την κοινωνία, όχι με την πολιτική. Στις εξαιρέσεις ανήκει η κωμωδία “Φίλιππος” του αθηναίου ποιητή Μνησιμάχου, που χρονολογείται στο διάστημα 345-340 π.Χ. Στο απόσπασμα που ακολουθεί περιγράφονται με τις υπερβολές της σάτιρας οι πολεμοχαρείς Μακεδόνες της εποχής, συγχρόνως όμως διαφαίνεται και η εντύπωση που προκαλούσαν η οργάνωση και μαχητικότητα του μακεδονικού στρατού - έργο, ως γνωστόν, του Φιλίππου.
“Ξέρεις άρα εσύ/ ότι με άνδρες έχεις να πολεμάς, εμάς,/ που ξίφη για δείπνο τρώμε κοφτερά,/ και δαδιά αναμμένα καταπίνουμε;/ αμέσως κατόπιν ο δούλος θα μας φέρει/ μετά το δείπνο, για τρωγάλια [ξηρούς καρπούς]/ ακίδες βελών κρητικές,/ σαν νάτανε ρεβίθια, και σπασμένα κομμάτια/ μικρών δοράτων· ασπίδες και θώρακες/ έχουμε για προσκεφάλια, στα πόδια μας σφενδόνες/ και τόξα έχουμε, και με καταπέλτες έχουμε στεφανωθεί”. [Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, X, 421b].
β) Η “αηδία” του “αττικισμού” και η “ευτραπελία” του “ελληνισμού” κατά τον μακεδόνα ποιητή Ποσείδιππο
Ο μακεδόνας ποιητής της Νέας Κωμωδίας Ποσείδιππος (από την Κασσάνδρεια της Χαλκιδικής) έγραψε και παρουσίασε τα έργα του (30, από αυτά είναι γνωστοί 18 τίτλοι και έχουν σωθεί 45 αποσπάσματα) στην Αθήνα, στο πρώτο μισό του 3ου αι. Σε άγνωστη κωμωδία του επικρίνει τους Αθηναίους της εποχής του για την υπεροψία που είχαν για τη δική τους (αττική) διάλεκτο, αντιπαραθέτοντας σε αυτήν την πραγματικότητα της μίας ενιαίας ελληνικής γλώσσας ή, όπως ο ίδιος γράφει, την ακαμψία της υπερφίαλης επιτήδευσης στην ευλυγισία και άνεση της πηγαίας γλωσσικής έκφρασης. Η κριτική, με την οξύτητα που προφανώς τη διακρίνει, έχει ιδιαίτερη ιστορική σημασία και ως έκφραση της (ελληνικής) εθνικής συνείδησης από έναν Μακεδόνα, και γίνεται κατανοητή αν συνδεθεί με τη μακεδονική επιρροή στη νότια Ελλάδα, και μάλιστα την πολιτική του Αντιγόνου Γονατά.
“Η Ελλάδα είναι μία, οι πόλεις της περισσότερες./ Αλλά εσύ αττικίζεις, σε όποια λέξη δική σου/ και να πεις· εμείς όμως Έλληνες όντας, μιλάμε [απλώς] ελληνικά./ Γιατί καταγίνεσαι [σχολαστικά] με συλλαβές και γράμματα/ και χαλάς το χιούμορ με την κακογουστιά;”. [R. Kassel - C. Austin, Poetae Comici Graeci, VII, απ. 30]
Πηγές παρόμοιες με την πρώτη υπάρχουν -όπως αναφέρθηκε στην αρχή- πολλές, παρόμοιες με την τελευταία λίγες. Στην ιστοριογραφία και στην πολιτική χρησιμοποιήθηκαν παλαιότερα, αλλά και στη σύγχρονη εποχή, συχνά μόνον οι πρώτες.
1. Ψυχαγωγία με ακριβά αστεία που παραγγέλλονται από τη Μακεδονία σε αθηναίους “ειδικούς”.
Ηγεμόνες, βασιλείς ή τύραννοι, που παραγγέλλουν ποιήματα ή αγάλματα προκειμένου να απαθανατιστούν, είναι γνωστοί από την αρχαϊκή εποχή (και για τα δύο), ή την ελληνιστική (για τα τελευταία). Ηγεμόνας όμως που παραγγέλλει αστεία (τα οποία μάλιστα πληρώνει ακριβά) για να ψυχαγωγείται ήταν μόνο ο μακεδόνας βασιλιάς Φίλιππος. Μοναδικό παράδειγμα είναι βέβαια και οι ειδικοί “επαγγελματίες” που επινοούσαν τα αστεία - πολίτες της αντίπαλης Αθήνας, προφανώς αδιάφοροι προς την αντιμακεδονική ρητορεία του Δημοσθένη και των ομοϊδεατών του. Η σχετική μαρτυρία προέρχεται από τον ιστορικό Τηλεφάνη (της ελληνιστικής ή αυτοκρατορικής εποχής), συγγραφέα ενός έργου με τον τίτλο “Περί άστεος” (δηλ. της Αθήνας).
“Στην Αθήνα υπήρχαν πάρα πολλοί τέτοιοι ‘σοφοί’ (δηλ. ‘γελωτοποιοί’). Στον ναό του Ηρακλή, στον δήμο Διόμεια, συγκεντρώνονταν εξήντα από αυτούς· στην πόλη ήταν γνωστοί με τις φράσεις ‘το είπαν οι εξήντα’ και ‘έρχομαι από τους εξήντα’. Ξεχώριζαν ο Καλλιμέδων, ο Κάραβος και ο Δεινίας, ο Μνασιγείτων και ο Μέναιχμος. Τόσο μεγάλη φήμη απέκτησαν αυτοί οι χασομέρηδες, ώστε και ο Φίλιππος ο Μακεδόνας, όταν έμαθε μερικά αστεία τους, τους έστειλε ένα τάλαντο, για να γράφουν αστεία ειδικά γι’ αυτόν και να του τα στέλνουν”. (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, XIV, 614e)
2. Ο βασιλιάς που εκτιμά το σκωπτικό ευφυολόγημα ενός αδιάλλακτου πολιτικού αντιπάλου
Ο Αχαιός Αρκαδίων, που μισούσε τον Φίλιππο, έφυγε από την πατρίδα του όταν επικράτησε εκεί η φιλομακεδονική παράταξη. Ήταν γνωστός για την πνευματική ευστροφία του και αναφέρονται πολλές έξυπνες απαντήσεις του. Όταν ήταν στους Δελφούς τον συνάντησε εκεί ο Φίλιππος και (αστειευόμενος) τον ρώτησε ως πού θέλει να πάει. Παραλλάσσοντας ένα στίχο της Οδύσσειας (λ 122: “να πας ως εκεί όπου δεν ξέρουν τη θάλασσα”), ο Αρκαδίων απάντησε: “Θα πάω ως εκεί όπου δεν ξέρουν τον Φίλιππο”. Ο Φίλιππος γέλασε, κάλεσε σε δείπνο τον Αρκαδίωνα και έτσι δόθηκε τέλος στην έχθρα. (Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, XII, 249c)
3. Βασιλική ανεκτικότητα και κυνική ελευθεροστομία (ή αναίδεια)
Την αίσθηση του χιούμορ που διέθετε ο Φίλιππος δείχνει επίσης ένα (παρόμοιο) ανέκδοτο για τη συνάντησή του με τον κυνικό φιλόσοφο Διογένη: Ο Διογένης συνελήφθη αιχμάλωτος στη μάχη της Χαιρώνειας, προσήχθη στον Φίλιππο και ο βασιλιάς τον ρώτησε ποιος ήταν: “κατάσκοπος της απληστίας σου” του απάντησε ο φιλόσοφος. “Θαυμασθείς” για την απάντηση αυτή από τον βασιλιά, όπως γράφει ο Διογένης Λαέρτιος (VI, 43), αφέθηκε ελεύθερος.
4. Η διακριτική παρατηρητικότητα ενός αιχμαλώτου σε μια άκρως προσωπική λεπτομέρεια της εμφάνισης του βασιλιά
Έναν άλλον -άγνωστο- αιχμάλωτο, ο οποίος επρόκειτο μάλιστα να πωληθεί ως δούλος, απελευθερώνει επίσης ο Φίλιππος μετά από μία χρήσιμη υπόδειξη σε περιστατικό που προκαλεί αυτό καθ’ εαυτό, αλλά και για την ανεκτικότητα του βασιλιά, τη θυμηδία: “Όταν κάποτε είχαν συλληφθεί πολλοί αιχμάλωτοι, τους πωλούσε, ενώ καθόταν σε μία όχι ευπρεπή στάση, έχοντας σηκώσει τον χιτώνα του· ένας από τους πωλούμενους φώναξε: ‘λυπήσου με, Φίλιππε, είμαι φίλος σου από τον πατέρα σου’. Όταν ο Φίλιππος τον ρώτησε ‘πότε έγινες εσύ φίλος, και πώς;’ εκείνος απάντησε: ‘Θέλω να σου το πω από κοντά’. Και όταν τον έφεραν κοντά, ‘κατέβασε’ του είπε ‘λίγο τη χλαμύδα, διότι όπως κάθεσαι εκθέτεις τον εαυτό σου’. Και ο Φίλιππος ‘Αφήστε τον’, είπε ‘πράγματι δεν ήξερα πως σκέπτεται σωστά για μένα και είσαι φίλος’”. [Πλουτάρχου] Βασιλέων αποφθέγματα και στρατηγών, 14.
5. Ο επαγγελματίας κιθαρωδός και ο ερασιτέχνης Φίλιππος
Ο κιθαρωδός που άκουσε σε κάποιο δείπνο από τον βασιλιά ότι έκανε λάθη παίζοντας και είπε πως ήθελε μάλιστα να συζητήσει μαζί του περί μουσικής και πλήκτρων, δεν δίστασε, γνωρίζοντας το χιούμορ και την ανεκτικότητα του Φιλίππου, να του δώσει την απάντηση-ευχή: “η τύχη να μη σου φερθεί τόσο άσχημα, ώστε να μην έχεις τίποτε άλλο να κάνεις, παρά να μαθαίνεις μουσική και κιθάρα”. [Πλουτάρχου], όπ.π., §15.
6. Πώς ένα απόρθητο φρούριο γίνεται ευάλωτο
“Τους κατασκόπους που του είπαν ότι το φρούριο που ήθελε να καταλάβει ήταν απόρθητο εντελώς, ρώτησε αν πράγματι ήταν τόσο δύσκολο να καταληφθεί, ώστε ούτε και γάιδαρος που μετέφερε χρυσάφι να μην μπορεί να το πλησιάσει”. [Πλουτάρχου], όπ.π., §19.
7. Όταν οι “άξεστοι” Μακεδόνες λένε τα πράγματα με το όνομά τους
Στην Όλυνθο, τη μεγάλη πόλη της Χαλκιδικής που κατέλαβε και κατέστρεψε (το 348 π.Χ.) για την εσωτερική ασφάλεια του ίδιου του κράτους του, υπήρχε ένας μακεδονίζων πολιτικός (Λασθένης) που προφανώς τον διευκόλυνε στην επιχείρηση. Όταν φίλοι του Λασθένη παραπονέθηκαν στον Φίλιππο ότι Μακεδόνες από το στενό περιβάλλον του τους κατηγορούσαν ως προδότες, ο βασιλιάς απάντησε με ειλικρίνεια, αλλά και ειρωνεία, πως οι Μακεδόνες είναι απολίτιστοι και σκληροί διότι λένε τα πράγματα με το όνομά τους [“σκαιούς έφη φύσει και αγροίκους είναι Μακεδόνας την σκάφην σκάφην λέγοντας”]. [Πλουτάρχου], όπ.π., §30.
8. Ο κατά φαντασίαν θεός Ζευς ιατρός Μενεκράτης και ο Φίλιππος
α) Ο “θεός” που επικρίνει και ο βασιλιάς που απαντά
Αν ο γιατρός Μενεκράτης από τις Συρακούσες μπορούσε πράγματι να θεραπεύει ασθενείς πάσχοντες από επιληψία και λοιπές “ιερές” νόσους και να πείθει τους θεραπευθέντες να τον ακολουθούν ως “θεοί”, εφόσον ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του Δία και συμπεριφερόταν ανάλογα [σύμφωνα με την περιγραφή του στα ανεκδοτολογικού περιεχομένου “Υπομνήματα” του Ηγησάνδρου από τους Δελφούς (2ος αι. π.Χ.], δεν μπορεί να εξακριβωθεί και φαίνεται μάλλον απίθανο· εκείνο που δεν μπορεί επίσης να εξακριβωθεί, φαίνεται όμως πολύ πιθανό, είναι το χιούμορ με το οποίο έβλεπε μία τέτοια περίπτωση ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος, εφόσον διαθέτουμε γι’ αυτό τις άλλες μαρτυρίες που αναφέρθηκαν. Θεωρώντας τον εαυτό του και “βασιλιά” της Ιατρικής, ο Μενεκράτης συνδέθηκε και με τον Φίλιππο, στον οποίο έγραψε μία επικριτική επιστολή, για να πάρει την απάντηση που παραδίδει επίσης ο Αθήναιος:
“Μενεκράτης Ζευς τον βασιλιά Φίλιππο χαιρετά. Εσύ μεν είσαι βασιλιάς της Μακεδονίας, εγώ δε της Ιατρικής, και εσύ μεν μπορείς τους υγιείς ανθρώπους, όταν θέλεις, να τους εξοντώσεις, εγώ δε τους ασθενείς να σώζω και υγιείς, αν υπακούουν στις εντολές μου, να διατηρώ έτσι ως τα γηρατειά. Γι’ αυτό εσένα μεν περιφρουρούν Μακεδόνες, εμένα δε και αυτοί που θα γεννηθούν. Διότι εγώ ο Ζευς τους δίνω ζωή”. “Ο Φίλιππος, απαντώντας όπως σε κάποιον που έπασχε ψυχικά, έγραψε: Ο Φίλιππος στον Μενεκράτη εύχεται να είναι υγιής“.
β) Ένα βασιλικό δείπνο για τον κατά φαντασίαν Δία και την ακολουθία του
Το περιστατικό που ακολουθεί ενδέχεται να είναι επινοημένο, αναμφίβολα όμως δείχνει την εντύπωση που υπήρχε για το χιούμορ του βασιλιά της Μακεδονίας. Η περιγραφή του Ηγήσανδρου, που παραδίδει ο Αθήναιος, έχει ως εξής:
“Όταν ο Φίλιππος τον εκάλεσε κάποτε σε δείπνο με τους θεούς της ακολουθίας του, τους έβαλε όλους να ξαπλώσουν στη μεσαία κλίνη με μεγαλοπρεπέστατη και ιεροπρεπέστατη διακόσμηση, μπροστά από την οποία τοποθέτησε τράπεζα στην οποία υπήρχε βωμός με προσφορές από κάθε είδος καρπών που παράγει η γη. Και ενώ στους άλλους προσφέρονταν τα φαγώσιμα, στη συντροφιά του Μενεκράτη οι δούλοι πρόσφεραν μόνο θυμιάματα και έκαναν σπονδές. Τότε ο ‘θεός’ και η ακολουθία του έφυγαν θυμωμένοι”. [Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, VII, 289b κ.εξ.].
Επίμετρο: Αντιμακεδονική σάτιρα και μακεδονική ευτραπελία
α) Η κωμωδια “Φίλιππος” του Μνησιμάχου
Η Μέση Κωμωδία του 4ου αι. π.Χ. ασχολείται, ως γνωστόν, κατά κανόνα με την κοινωνία, όχι με την πολιτική. Στις εξαιρέσεις ανήκει η κωμωδία “Φίλιππος” του αθηναίου ποιητή Μνησιμάχου, που χρονολογείται στο διάστημα 345-340 π.Χ. Στο απόσπασμα που ακολουθεί περιγράφονται με τις υπερβολές της σάτιρας οι πολεμοχαρείς Μακεδόνες της εποχής, συγχρόνως όμως διαφαίνεται και η εντύπωση που προκαλούσαν η οργάνωση και μαχητικότητα του μακεδονικού στρατού - έργο, ως γνωστόν, του Φιλίππου.
“Ξέρεις άρα εσύ/ ότι με άνδρες έχεις να πολεμάς, εμάς,/ που ξίφη για δείπνο τρώμε κοφτερά,/ και δαδιά αναμμένα καταπίνουμε;/ αμέσως κατόπιν ο δούλος θα μας φέρει/ μετά το δείπνο, για τρωγάλια [ξηρούς καρπούς]/ ακίδες βελών κρητικές,/ σαν νάτανε ρεβίθια, και σπασμένα κομμάτια/ μικρών δοράτων· ασπίδες και θώρακες/ έχουμε για προσκεφάλια, στα πόδια μας σφενδόνες/ και τόξα έχουμε, και με καταπέλτες έχουμε στεφανωθεί”. [Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, X, 421b].
β) Η “αηδία” του “αττικισμού” και η “ευτραπελία” του “ελληνισμού” κατά τον μακεδόνα ποιητή Ποσείδιππο
Ο μακεδόνας ποιητής της Νέας Κωμωδίας Ποσείδιππος (από την Κασσάνδρεια της Χαλκιδικής) έγραψε και παρουσίασε τα έργα του (30, από αυτά είναι γνωστοί 18 τίτλοι και έχουν σωθεί 45 αποσπάσματα) στην Αθήνα, στο πρώτο μισό του 3ου αι. Σε άγνωστη κωμωδία του επικρίνει τους Αθηναίους της εποχής του για την υπεροψία που είχαν για τη δική τους (αττική) διάλεκτο, αντιπαραθέτοντας σε αυτήν την πραγματικότητα της μίας ενιαίας ελληνικής γλώσσας ή, όπως ο ίδιος γράφει, την ακαμψία της υπερφίαλης επιτήδευσης στην ευλυγισία και άνεση της πηγαίας γλωσσικής έκφρασης. Η κριτική, με την οξύτητα που προφανώς τη διακρίνει, έχει ιδιαίτερη ιστορική σημασία και ως έκφραση της (ελληνικής) εθνικής συνείδησης από έναν Μακεδόνα, και γίνεται κατανοητή αν συνδεθεί με τη μακεδονική επιρροή στη νότια Ελλάδα, και μάλιστα την πολιτική του Αντιγόνου Γονατά.
“Η Ελλάδα είναι μία, οι πόλεις της περισσότερες./ Αλλά εσύ αττικίζεις, σε όποια λέξη δική σου/ και να πεις· εμείς όμως Έλληνες όντας, μιλάμε [απλώς] ελληνικά./ Γιατί καταγίνεσαι [σχολαστικά] με συλλαβές και γράμματα/ και χαλάς το χιούμορ με την κακογουστιά;”. [R. Kassel - C. Austin, Poetae Comici Graeci, VII, απ. 30]
Πηγές παρόμοιες με την πρώτη υπάρχουν -όπως αναφέρθηκε στην αρχή- πολλές, παρόμοιες με την τελευταία λίγες. Στην ιστοριογραφία και στην πολιτική χρησιμοποιήθηκαν παλαιότερα, αλλά και στη σύγχρονη εποχή, συχνά μόνον οι πρώτες.
Πηγή
εφημερίδα Μακεδονία
Ψηφιοποίηση: MacedoniaHellenicLand.Eu
To τελευταίο θα έπρεπε να είναι αναρτημένο σε κάθε σχολείο πανεπιστήμιο και δημόσια υπηρεσία της χώρας....
ΑπάντησηΔιαγραφή