Στην πλήρη πολιτική και κομματική
αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη, καθώς και στην πολιτική - όχι όμως και
κομματική! - αποκατάσταση του Αρη Βελουχιώτη, όπως και στην
αποκατάσταση του Νίκου Βαβούδη, του στελέχους που διαχειριζόταν το
παράνομο δίκτυο των ασυρμάτων του ΚΚΕ στην Αθήνα και ο οποίος
αυτοκτόνησε τον Νοέμβριο του 1951 στην κρύπτη της Καλλιθέας
περικυκλωμένος από αστυνομικές δυνάμεις, κατέληξε η ηγεσία του ΚΚΕ, όπως
προκύπτει από το ογκώδες ιστορικό δοκίμιο που συνέγραψε ομάδα
κομματικών στελεχών σε ανώτατο επίπεδο, συνεπικουρούμενη από ιστορικούς
και μελετητές των αρμοδίων τμημάτων της Κεντρικής Επιτροπής, η οποία και
επεξεργάστηκε ενδελεχώς το εν λόγω κείμενο λαμβάνοντας υπόψη και τις
γνώμες πρώην στελεχών.
Πρόκειται για ένα ιστορικής σημασίας ντοκουμέντο καθώς αφορά την πιο κρίσιμη περίοδο της πορείας και δράσης του ΚΚΕ, ξεκινώντας από την ήττα του εμφυλίου πολέμου (1949), περνώντας στην εκτέλεση Μπελογιάννη και την υπόθεση Πλουμπίδη και καταλήγοντας στη διάσπαση του κόμματος στη 12η Ολομέλεια (1968).
Το 550 σελίδων εμπιστευτικό κείμενο (αποτελείται από τρία κεφάλαια, επίλογο και παράρτημα) το οποίο αποκαλύπτει «Το Βήμα» διακινείται αυστηρά σε εσωκομματικό επίπεδο προτού πάρει τον δρόμο της έγκρισης από την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη- αναμένεται να συγκληθεί εντός του καλοκαιριού- ώστε να επικυρωθούν τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η ηγεσία, επιχειρώντας να «κλείσει» τους «ανοιχτούς λογαριασμούς» του κόμματος με την ίδια του την ιστορία και τους πρωταγωνιστές της, προβαίνοντας παράλληλα στην «επανεκτίμηση θέσεων και πολιτικών επιλογών», κάτι που, όπως επισημαίνεται, «δεν συνιστά λαθολογία και δεν ανοίγει δρόμο στον αναθεωρητισμό και οπορτουνισμό αλλά οδηγεί σε επαναστατικού χαρακτήρα διόρθωση λαθών».
Πρόκειται κατά βάση για ένα πολιτικό κείμενο για τα ζητήματα της ιστορίας του ΚΚΕ της συγκεκριμένης περιόδου, το οποίο όμως δεν περιορίζεται σε αυτήν αλλά επανακαθορίζει την κομματική οπτική και για όσα προηγήθηκαν (δεκαετία ΄30 και κυρίως περίοδος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα 1941-1944), καθώς διαπιστώνει «διαφοροποιήσεις» σε σχέση με όσα είχαν γραφτεί στον Α΄ τόμο του δοκιμίου ιστορίας που εκδόθηκε πριν από πολλά χρόνια (1988) και αφορούσε την περίοδο από την ίδρυση του ΚΚΕ (1918) ως τον Εμφύλιο (1946-1949). Ετσι στον παρόντα Β΄ τόμο, η συγγραφή του οποίου καθυστέρησε πάνω από δύο δεκαετίες λόγω και των μεγάλων πολιτικών ανατροπών που μεσολάβησαν (κατάρρευση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» από το 1989 ως και το 1991, διασπάσεις του ΚΚΕ το 1989 και το 1991 κτλ.), επιχειρείται επί της ουσίας η αναψηλάφηση όλων των καθοριστικών ζητημάτων που επί μακρόν ταλάνιζαν τον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς και όχι μόνο, για πρόσωπα και γεγονότα που καθόρισαν τη συγκεκριμένη φάση της νεότερης ιστορίας του κόμματος και σε προέκταση του τόπου.
Υπό το πρίσμα αυτό η ΚΕ του ΚΚΕ θεωρεί «δικαιολογημένη και ιστορικά εξηγήσιμη την ύπαρξη διαφοροποιήσεων μεταξύ του Α΄ και του Β΄ τόμου του δοκιμίου», καθώς «κατά τη συγγραφή του Α΄ τόμου δεν είχε προχωρήσει σημαντικά ούτε η διερεύνηση των παραγόντων που επέδρασαν στις επιλογές του ΚΚΕ, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1940, ούτε η ιδεολογική γενίκευση των συμπερασμάτων», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά. Το όλο εγχείρημα κινείται στην κατεύθυνση της επανεξέτασης όλης της ιστορίας του κόμματος μέσω μιας νέας μεθοδολογικής προσέγγισης προσαρμοσμένης στη σημερινή κυρίαρχη άποψη της ηγεσίας περί στρατηγικής για την εξουσία. Ετσι επισημαίνεται ότι «διερευνούμε την ιστορία του κόμματός μας ως ιστορία της στρατηγικής του, από την οποία απορρέει όλη η πολιτική του δράση».
Πρόκειται για ένα ιστορικής σημασίας ντοκουμέντο καθώς αφορά την πιο κρίσιμη περίοδο της πορείας και δράσης του ΚΚΕ, ξεκινώντας από την ήττα του εμφυλίου πολέμου (1949), περνώντας στην εκτέλεση Μπελογιάννη και την υπόθεση Πλουμπίδη και καταλήγοντας στη διάσπαση του κόμματος στη 12η Ολομέλεια (1968).
Το 550 σελίδων εμπιστευτικό κείμενο (αποτελείται από τρία κεφάλαια, επίλογο και παράρτημα) το οποίο αποκαλύπτει «Το Βήμα» διακινείται αυστηρά σε εσωκομματικό επίπεδο προτού πάρει τον δρόμο της έγκρισης από την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη- αναμένεται να συγκληθεί εντός του καλοκαιριού- ώστε να επικυρωθούν τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε η ηγεσία, επιχειρώντας να «κλείσει» τους «ανοιχτούς λογαριασμούς» του κόμματος με την ίδια του την ιστορία και τους πρωταγωνιστές της, προβαίνοντας παράλληλα στην «επανεκτίμηση θέσεων και πολιτικών επιλογών», κάτι που, όπως επισημαίνεται, «δεν συνιστά λαθολογία και δεν ανοίγει δρόμο στον αναθεωρητισμό και οπορτουνισμό αλλά οδηγεί σε επαναστατικού χαρακτήρα διόρθωση λαθών».
Πρόκειται κατά βάση για ένα πολιτικό κείμενο για τα ζητήματα της ιστορίας του ΚΚΕ της συγκεκριμένης περιόδου, το οποίο όμως δεν περιορίζεται σε αυτήν αλλά επανακαθορίζει την κομματική οπτική και για όσα προηγήθηκαν (δεκαετία ΄30 και κυρίως περίοδος του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα 1941-1944), καθώς διαπιστώνει «διαφοροποιήσεις» σε σχέση με όσα είχαν γραφτεί στον Α΄ τόμο του δοκιμίου ιστορίας που εκδόθηκε πριν από πολλά χρόνια (1988) και αφορούσε την περίοδο από την ίδρυση του ΚΚΕ (1918) ως τον Εμφύλιο (1946-1949). Ετσι στον παρόντα Β΄ τόμο, η συγγραφή του οποίου καθυστέρησε πάνω από δύο δεκαετίες λόγω και των μεγάλων πολιτικών ανατροπών που μεσολάβησαν (κατάρρευση των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» από το 1989 ως και το 1991, διασπάσεις του ΚΚΕ το 1989 και το 1991 κτλ.), επιχειρείται επί της ουσίας η αναψηλάφηση όλων των καθοριστικών ζητημάτων που επί μακρόν ταλάνιζαν τον χώρο της κομμουνιστικής Αριστεράς και όχι μόνο, για πρόσωπα και γεγονότα που καθόρισαν τη συγκεκριμένη φάση της νεότερης ιστορίας του κόμματος και σε προέκταση του τόπου.
Υπό το πρίσμα αυτό η ΚΕ του ΚΚΕ θεωρεί «δικαιολογημένη και ιστορικά εξηγήσιμη την ύπαρξη διαφοροποιήσεων μεταξύ του Α΄ και του Β΄ τόμου του δοκιμίου», καθώς «κατά τη συγγραφή του Α΄ τόμου δεν είχε προχωρήσει σημαντικά ούτε η διερεύνηση των παραγόντων που επέδρασαν στις επιλογές του ΚΚΕ, ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1940, ούτε η ιδεολογική γενίκευση των συμπερασμάτων», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά. Το όλο εγχείρημα κινείται στην κατεύθυνση της επανεξέτασης όλης της ιστορίας του κόμματος μέσω μιας νέας μεθοδολογικής προσέγγισης προσαρμοσμένης στη σημερινή κυρίαρχη άποψη της ηγεσίας περί στρατηγικής για την εξουσία. Ετσι επισημαίνεται ότι «διερευνούμε την ιστορία του κόμματός μας ως ιστορία της στρατηγικής του, από την οποία απορρέει όλη η πολιτική του δράση».
Για τον Περισσό «προκύπτουν ζητήματα επανεκτίμησης γεγονότων και προσώπων» με κορυφαία στιγμή την 6η Πλατιά Ολομέλεια του Μαρτίου 1956, η οποία αποκαθήλωσε τον γενικό γραμματέα του κόμματος Νίκο Ζαχαριάδη, καθώς και τις επόμενες Ολομέλειες της ΚΕ (7η του 1957 και 8η του 1958). Με αφετηρία τη θέση του κόμματος ότι το 20ό Συνέδριο (Φεβρουάριος 1956) του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ενωσης (ΚΚΣΕ) το οποίο επιχείρησε τη λεγόμενη αποσταλινοποίηση υπό την ηγεσία του Νικίτα Χρουστσόφ συνιστούσε δεξιά οπορτουνιστική παρέκκλιση, καθώς «αμαύρωσε τη συμβολή του Στάλιν στη σοσιαλιστική οικοδόμηση και υποβάθμισε το ρόλο του στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», όπως αναφέρεται, οι συντάκτες του δοκιμίου κρίνουν αρνητικά «τη γραμμή των ΚΚ που επέδρασαν στην ισχυροποίηση και επικράτηση οπορτουνιστικών δυνάμεων στο ΚΚΕ» όσον αφορά την «παρέμβαση» (και όχι «επέμβαση», παρά ταύτα, όπως διευκρινίζεται) των «αδελφών» κομμάτων στην 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ για την καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη.
Υποψία-συκοφαντία
Ετσι προτείνεται «η πλήρης αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη από την ατιμωτική υποψία-συκοφαντία για συνεργασία με τον ταξικό αντίπαλο, παρά το γεγονός ότι επί της ουσίας το 1973 είχε απαλλαχθεί απ΄ αυτή την κατηγορία-υπόνοια». Συγκεκριμένα προτείνεται «η αποκατάστασή του ως Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, δηλαδή η απαλλαγή του απ΄ όλες τις κατηγορίες που του καταλόγισαν και τις ποινές που του επέβαλαν η 6η και η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ με την επικύρωσή τους από το 8ο Συνέδριο» (είχε καθαιρεθεί από γενικός γραμματέας και ακολούθως διαγράφηκε και από μέλος του κόμματος).
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο δοκίμιο, «η ΚΕ του ΚΚΕ αναγνωρίζει την ταξικότητα και ανιδιοτέλεια στη γενική κατεύθυνση της δράσης του Νίκου Ζαχαριάδη ως ΓΓ, τον κομμουνιστικό ηρωισμό του». Υπενθυμίζεται, εξάλλου, από τους συντάκτες του κειμένου ότι το 1991 η ΚΕ αποφάσισε τη μεταφορά των οστών του Ζαχαριάδη στην Ελλάδα (αυτοκτόνησε τον Αύγουστο του 1973 στο παγωμένο Σουργκούτ της Σιβηρίας, όπου τον είχαν εκτοπίσει οι Σοβιετικοί), καθώς και ότι έγιναν αφιερώματα στη μνήμη του «και άλλες ενέργειες που συνιστούσαν βήματα προς την πλήρη αποκατάστασή του».
«Σήμερα η ΚΕ προτείνει να γίνει επίσημη κομματική αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη με απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης,στην οποία θα αποκαθίσταται η προσφορά του στο επαναστατικό κίνημα» υπογραμμίζεται. Ωστόσο σημειώνεται ότι δεν αναιρείται «η κριτική σε προβλήματα στρατηγικής και εσωκομματικής λειτουργίας, σε λαθεμένες πολιτικές ενέργειες, όπως μεταξύ άλλων ο χειρισμός του ως προς τον Γιώργη Σιάντο (σ.σ.: κατηγορήθηκε από τη ζαχαριαδική ηγεσία ως πράκτορας), η καταγγελία της εκτέλεσης του Νίκου Πλουμπίδη ως εικονικής, ο χειρισμός της υπόθεσης Καραγιώργη, η μη αποκατάσταση του Νίκου Βαβούδη και του Αρη Βελουχιώτη» . Ετσι η ΚΕ του ΚΚΕ προτείνει και την «επίσημη αποκατάσταση από κομματικό Σώμα των Αρη Βελουχιώτη και Νίκου Βαβούδη, που δεν έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα».
Επιπλέον ο Περισσός επιβεβαιώνει την απόφαση της 9ης Ολομέλειας (Αύγουστος 1958) η οποία διαπίστωνε ότι «δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να στηρίζει την κατηγορία του προβοκάτορα και χαφιέ» που είχε αποδοθεί στους Γιώργη Σιάντο, Νίκο Πλουμπίδη (Μπάρμπα) και Κώστα Γυφτοδήμο (Καραγιώργη) αποφασίζοντας την «αποκατάσταση της μνήμης» τους. Ωστόσο οι συντάκτες του δοκιμίου, αν και επικροτούν την εν λόγω απόφαση («Η 9η Ολομέλεια σωστά αποφάσισε να αποσύρει την άδικη κατηγορία» εναντίον τους, αναφέρεται), τονίζουν ότι η Ολομέλεια «δεν ανέλυσε σωστά τη γενεσιουργό βάση των παραπάνω υποθέσεων, η οποία ορισμένες φορές, όπως και στις συγκεκριμένες περιπτώσεις, οδήγησε σε ακραίους και ανυπόστατους χαρακτηρισμούς περί πρακτόρων». Μάλιστα παραλληλίζονται οι περιπτώσεις τους με εκείνη του Ν. Ζαχαριάδη, καθώς διαπιστώνεται ότι η Ολομέλεια «δεν μπόρεσε να δει το ουσιαστικό ζήτημα, το ίδιο δηλαδή που ίσχυε και σχετικά με την κατηγορία εναντίον του Ζαχαριάδη, ότι αυτό είχε τη βάση του στην ιδεολογικο-πολιτική διαπάλη που διεξαγόταν στο ΚΚΕ μέσα στις σκληρότατες συνθήκες της παρανομίας» , ενώ επισημαίνεται πως (η Ολομέλεια) «παραγνώρισε ότι στις παραπάνω κατηγορίες (για τους Σιάντο και Καραγιώργη) είχε συμβάλει και η σχετική πληροφόρηση από αδελφά ΚΚ»!
Αποτιμώντας τον ρόλο του Ν. Ζαχαριάδη ο Περισσός επισημαίνει ότι «ήταν ηγέτης αφοσιωμένος στην υπόθεση της εργατικής τάξης, στον προλεταριακό διεθνισμό, με διάθεση και πνεύμα ασυμβίβαστο, πρωτοπόρο και μαχητικό». «Δοκιμάστηκε και άντεξε, μαζί με άλλους κομμουνιστές, στα μεσαιωνικά κάτεργα της 4ης Αυγούστου, απ΄ όπου οδηγήθηκε στα μπουντρούμια του Μανιαδάκη, που τον παρέδωσε στη συνέχεια στους Γερμανούς και στάλθηκε στο Νταχάου. Από αυτή την εννιάχρονη δοκιμασία βγήκε αλύγιστος» αναφέρεται, ενώ υπογραμμίζεται ότι «τον διέκριναν επαναστατική επαγρύπνηση, ταχύτητα στην ανάληψη πρωτοβουλιών, σθένος στην υπεράσπιση της γνώμης του, λαϊκή συμπεριφορά». Επίσης σημειώνεται ότι «δεν υπέκυψε στην ιμπεριαλιστική επίθεση της Μ. Βρετανίας και της εγχώριας αντίδρασης και πρωτοστάτησε στη δημιουργία του ΔΣΕ, της κορυφαίας εκδήλωσης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα στον 20ό αιώνα», καθώς και ότι «συνειδητοποίησε την ανάγκη διόρθωσης της στρατηγικής του ΚΚΕ στη διάρκεια του ΔΣΕ, αλλά και στη συνέχεια με το Σχέδιο Προγράμματος (1953-1954)».
Ωστόσο οι συντάκτες του δοκιμίου διαπιστώνουν την «αδυναμία του να οδηγήσει έγκαιρα το ΚΚΕ σε ολοκληρωμένα συμπεράσματα σε σχέση με στρατηγικές ελλείψεις της περιόδου ΄43-΄45 και στη διαμόρφωση ανάλογου προγράμματος στο 7ο Συνέδριο (1945)». «Αυτό είχε ως αποτέλεσμα και τις αντιφάσεις, καθυστερήσεις και λάθη οργάνωσης στον ΔΣΕ», όπως αναφέρεται, κάτι που ο ίδιος είχε αιτιολογήσει στην 3η Συνδιάσκεψη (1950) «ως ενέργειες διαφύλαξης της ενότητας του κόμματος». Για την ηγεσία του ΚΚΕ η στρατηγική του ΚΚΕ επί Ζαχαριάδη «συμπυκνώνει τις αντιφάσεις που υπήρχαν στη στρατηγική του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος». «Ο Ν. Ζαχαριάδης ως κομμουνιστής ηγέτης δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τα όρια αυτά». Στα «πρωτοπόρα στοιχεία της σκέψης και των επιλογών του» ο Περισσός εντάσσει την άποψή του για τον ρόλο «του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού, τον οποίο θεωρούσε πιο ισχυρό και άρα πιο επικίνδυνο προοπτικά από το γερμανικό, ακόμα και τότε που βρισκόταν στο Νταχάου».
Οσον αφορά τις εσωκομματικές πρακτικές που είχαν καθιερωθεί επί Ζαχαριάδη, στο δοκίμιο επισημαίνεται: «Ως ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ λειτούργησε και με πρακτικές που σε ορι σμένες περιπτώσεις συνιστούσαν παραβίαση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού». «Ενέργειες όπως: καχυποψία για συνεργασία με τον ταξικό αντίπαλο στελεχών με λαθεμένες θέσεις ή και οπορτουνιστική στάση, πρωτοβουλία αλλαγής του στρατηγικού στόχου του ΚΚΕ στην 5η Ολομέλεια της ΚΕ (1949), δίχως προηγούμενη συζήτηση.Ασφαλώς τέτοιες ενέργειες σχετίζονται κυρίως με τις ιστορικές συνθήκες στην ανάπτυξη και λειτουργία του κόμματος κι όχι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ενός ηγέτη, στην προκειμένη περίπτωση του Ν. Ζαχαριάδη. Αλλωστε το πώς αναπτύσσεται και λειτουργεί ο ΓΓ της ΚΕ εξαρτάται και από το τι έχει κατακτήσει το ανώτερο καθοδηγητικό όργανο, η ΚΕ, ως συλλογική λειτουργία.Εξετάζοντας λοιπόν επιλογές και τρόπο λειτουργίας ενός ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, πρέπει να παρθεί υπόψη ότι σε αυτές αντικατοπτρίζεται και το αντίστοιχο επίπεδο του κόμματος» επισημαίνεται στο δοκίμιο.
«Αντιφατικότητα» διαπιστώνει ο Περισσός στο γεγονός ότι ο Ζαχαριάδης «συνέχιζε να προτείνει στα καθοδηγητικά όργανα (ΚΕ και ΠΓ) βασικά τα ίδια στελέχη με τα οποία είχαν συγκροτηθεί τα καθοδηγητικά όργανα στην περίοδο της Κατοχής». «Αυτή η λειτουργία του εκφράστηκε και στα χρόνια 1947-1949,καθώς και μετά από την 3η Συνδιάσκεψη (Οκτώβριος 1950), παρ΄ ότι σε αυτή έγινε μια προσπάθεια ανανέωσης της ΚΕ. Γενικά όμως ήταν ελάχιστα τα νέα στελέχη που αναδείχθηκαν,γεγονός που δεν δικαιολογείται μόνο από το ότι αρκετά στελέχη είχαν πέσει στα πεδία των μαχών ή είχαν δολοφονηθεί από τα όργανα του αστικού κράτους. Αποτέλεσμα ήταν να παραμείνει δέσμιος στελεχών που βαρύνονταν με μεγάλες ευθύνες για τα λάθη της περιόδου 1941-1945» αναφέρεται. Οσον αφορά τις «άστοχες και άδικες εκτιμήσεις (του) για στελέχη του ΚΚΕ, δίχως να εξισώνεται η δική του ευθύνη ως ΓΓ με την ευθύνη άλλων στελεχών, μέσα και έξω από την Ελλάδα, πρέπει να συνυπολογισθεί και η ευθύνη των δεύτερων, που ενίσχυαν τέτοιες λαθεμένες εκτιμήσεις με εκθέσεις τους προς το ΠΓ», όπως στην περίπτωση Πλουμπίδη. Οπως σημειώνεται σχετικά, «εκτίμηση ή υποψία ότι ο Ν. Πλουμπίδης ήταν πράκτορας του εχθρού είχαν στελέχη του ΚΚΕ στην Ελλάδα, που τη διοχέτευαν με ενέργειες προς τα έξω και άλλοι με σχετικές εκθέσεις ως πληροφορία στο ΠΓ και στον ίδιο τον Ζαχαριάδη». Ετσι ο Περισσός θεωρεί ότι «πέρα από την προσωπική ευθύνη του Ζαχαριάδη, υπήρξε και η συλλογική».
Ασυμβίβαστος
Σχετικά με την πάλη του Ζαχαριάδη κατά των αποφάσεων που ελήφθησαν εις βάρος του, το ΚΚΕ εκτιμά ότι «η Ιστορία τον δικαίωσε». Υπενθυμίζεται ότι μετά και τα γεγονότα της Τασκένδης με τις συγκρούσεις ανάμεσα σε ζαχαριαδικούς και αντιζαχαριαδικούς, ο άλλοτε αγαπημένος της Μόσχας εκτοπίστηκε στο Μποροβίτσι της περιοχής του Νόβγκοροντ, ενώ μετά την ενέργειά του να ζητήσει μέσω της ελληνικής πρεσβείας στη Μόσχα να του δοθεί η δυνατότητα να κατέβει στην Ελλάδα για να δικαστεί για τις κατηγορίες που του είχαν αποδοθεί για κομμουνιστική δράση κλπ., εκτοπίστηκε στο Σοργκούτ της Σιβηρίας, από όπου ποτέ δεν σταμάτησε να καταγγέλλει ως άδικη και ατιμωτική την αποκαθήλωσή του προβαίνοντας ακόμη και σε απεργίες πείνας με κορυφαία εκδήλωση την αυτοκτονία του. Στο δοκίμιο αναφέρεται μάλιστα ότι κρίνονται ενέργειές του όπως η προαναφερθείσα που είχε στόχο να δικαστεί στην Ελλάδα, καθώς «με αυτή την ενέργειά του μετέφερε σε έδαφος του εχθρού την αντιπαράθεσή του με την ηγεσία του ΚΚΕ». «Ωστόσο, γενικά επέδειξε συνέπεια, υπέμεινε ταλαιπωρίες, υπέβαλε τον εαυτό του σε πολυήμερες απεργίες πείνας και αρνήθηκε να συμβιβαστεί» σημειώνεται.
Στο ιστορικό αυτό ντοκουμέντο αναφέρεται ότι «η λεγόμενη “προσωπολατρία” χρονικά τοποθετείται στην περίοδο από το 1945, όσο διαρκούσε ο αγώνας του ΔΣΕ και μετά από αυτόν,ως και το 1955 και όχι στη δεκαετία του 1930 ή στα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου,όταν ο Ζαχαριάδης παρέμενε στο μπουντρούμι και στο Νταχάου,παρ΄ ότι το όνομά του είχε γίνει θρύλος,αν και ο ίδιος απουσίαζε από την Ελλάδα». Προστίθεται δε πως «το γεγονός ότι ο Ν.Ζαχαριάδης δεν ακολούθησε σε όλες τις περιπτώσεις συλλογικές διαδικασίες ωρίμανσης της συλλογικής σκέψης του καθοδηγητικού οργάνου (ΚΕ),προκειμένου να επέλθουν ανατροπές επαναστατικού χαρακτήρα,δεν σχετίζεται με την προσωπολατρία».«Το κατασκεύασμα της “προσωπολατρίας” πλέχτηκε από στελέχη που ενθάρρυναν και καλλιεργούσαν τη δημιουργία του ονόματος-θρύλου εν αγνοία και απουσία του Ζαχαριάδη.Τα ίδια πρόσωπα που πριν τον αποθέωναν,τον μετέτρεψαν μετά σε “εξιλαστήριο θύμα”» σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Το ΚΚΕ προβαίνει για πρώτη φορά στην πολιτική αποκατάσταση του πρωτοκαπετάνιου του ΕΛΑΣ ο οποίος διαφωνώντας με τη Συμφωνία της Βάρκιζας ξαναβγήκε με τους άνδρες του στο βουνό. «Ο Αρης Βελουχιώτης (Θανάσης Κλάρας) σωστά χαρακτήριζε ως λαθεμένη τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Αν και δεν είχε οδηγηθεί σε ολοκληρωμένα συμπεράσματα για τα προβλήματα στη στρατηγική του ΚΚΕ και
Αρης Βελουχιώτης |
Ετσι, εξήντα έξι χρόνια μετά ο Περισσός δεν αποκαθιστά κομματικά τον ήρωα και σύμβολο του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και περιορίζεται να διαπιστώσει ότι ως κόμμα «καθυστέρησε να αποκαταστήσει πολιτικά τον Αρη με απόφαση κομματικού Σώματος, σε περίοδο που είχε πλέον συνειδητοποιήσει ότι η Συμφωνία της Βάρκιζας ήταν λαθεμένη από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων». Στο δοκίμιο πάντως γίνεται αναφορά στις ενέργειες με τις οποίες το ΚΚΕ «τιμούσε τη μνήμη του» είτε μέσω του ραδιοφωνικού σταθμού «Η Φωνή της Αλήθειας» (το 1960) είτε μέσω του περιοδικού «Νέος Κόσμος» (το 1965) είτε μετέπειτα με σειρά εκδηλώσεων ή αφιερωμάτων στα κομματικά έντυπα προς τιμήν του. «Στην πράξη απορρίφθηκαν οι σε βάρος του κατηγορίες ως προβοκάτορα κ.ά.», αποφαίνεται η ηγεσία του ΚΚΕ, η οποία και προτείνει «την πολιτική του αποκατάσταση με απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης».
Υπενθυμίζεται ότι ο Αρης Βελουχιώτης είχε ταχθεί υπέρ της συνέχισης της ένοπλης δράσης θεωρώντας υποχωρητική τη στάση των ηγεσιών του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Μάλιστα, είχε εκπονήσει σχέδιο για την κατάληψη της Αθήνας αμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών προτού οι Βρετανοί προλάβουν να ελέγξουν την κατάσταση, κάτι ωστόσο που δεν έγινε αποδεκτό. Η διάσταση με την ηγεσία του κόμματος κορυφώθηκε με την εξαγγελία από μέρους του της δημιουργίας ενός Μετώπου Εθνικής Ανεξαρτησίας (ΜΕΑ). Ο εκτελών τότε χρέη γραμματέα του ΚΚΕ, Γιώργης Σιάντος, είχε εμμείνει στη «γραμμή» της «αναμονής» με το προκάλυμμα της «μαζικής πολιτικής δράσης». «Σου συνιστούμε να ξανασκεφθείς καλά αυτό το ζήτημα», είχε γράψει στον Αρη στις 3 Μαρτίου του 1945.
Μάλιστα σε μια προσπάθεια να θέσει τον Βελουχιώτη υπό έλεγχο τον είχε καλέσει στην Αθήνα «ως εφεδρεία» ή σε αντίθετη περίπτωση του είχε ζητήσει να μείνει κρυμμένος. Εκείνος δεν υπάκουσε. Τον ίδιο μήνα έστειλε επιστολή προς τα μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ όπου διατύπωνε τις διαφωνίες του με τις κεντρικές επιλογές του κόμματος όπως αυτές αποτυπώνονταν στις υπογραφείσες συμφωνίες (Βάρκιζας κ.λπ.).
Ετσι τον Απρίλιο του ΄45 η 11η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής θα προχώρησε στην αποκήρυξη και τη διαγραφή του. Η απόφαση κρατήθηκε κρυφή και μόνο δυο μήνες αργότερα θα δημοσιευθεί στον «Ριζοσπάστη» η τελεσίδικη καταδικαστική κρίση του Πολιτικού Γραφείου- κατά τραγική σύμπτωση την ημέρα που ο Αρης θα άφηνε την τελευταία του πνοή περικυκλωμένος από παρακρατικούς και συμμορίτες στη Μεσούντα της Αρτας, το απόγευμα του Σαββάτου της 16ης Ιουνίου 1945. Η απόφαση αυτή ανέφερε: «Ο Κλάρας αφού μια φορά πρόδωσε και αποκήρυξε το ΚΚΕ επειδή λύγισε μπροστά στην τρομοκρατία του Μανιαδάκη,ξαναζήτησε στον καιρό του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα να ξαναγοράσει με το αίμα του την προδοσία του εκείνη που αναγνώρισε και καταδίκασε. Το ΚΚΕ τούδωσε τη δυνατότητα αυτή.Σήμερα όμως σε μια δύσκολη και κρίσιμη στιγμή,από δειλία και φόβο, παρά τις υποσχέσεις και τη συμφωνία που στα λόγια έδειξε,απειθαρχεί πάλι,ξαναπροδίδει το ΚΚΕ με την τυχοδιωκτική και ύποπτη στάση του που μονάχα τον εχθρό ωφελεί.Στο ΚΚΕ δεν έχει θέση κανένας οσοδήποτε ψηλά και αν στέκει και οσοδήποτε μεγάλος κι αν είναι, όταν οι πράξεις του δεν συμβιβάζονται με το κοινό συμφέρον και όταν παραβιάζεται η δημοκρατική εσωκομματική πειθαρχία».
Για το ΚΚΕ,η καθαίρεσή του και η διαγραφή του Ζαχαριάδη «ήταν πράξεις άδικες,συνέπεια της επικράτησης του δεξιού οπορτουνισμού στο ΚΚΕ και στο ΚΚΣΕ».«Η κατηγορία εναντίον του,για συνεργασία με τον εχθρό,ήταν πράξη συκοφαντική.Ακόμη και το πόρισμα της Επιτροπής Κομματικού Ελέγχου που ενέκρινε η ΚΕ το 1967 ήταν απαράδεκτο,αφού δεν απάλλασσε κατηγορηματικά τον Ν.Ζαχαριάδη από την κατηγορία του πράκτορα.Αλλά και η καθυστέρηση επί μια δεκαετία να διαμορφωθεί και να εγκριθεί από την ΚΕ ακόμη και αυτό το πόρισμα ήταν αντικομματική ενέργεια.Ο εξορισμός του στο Σουργκούτ της Σιβηρίας,με συνέπεια το τραγικό τέλος του,την αυτοκτονία,την 1η Αυγούστου 1973, ήταν η πιο ακραία,άδικη ενέργεια σε βάρος του,μετά τη διαγραφή του από μέλος του ΚΚΕ» υπογραμμίζει
η ΚΕ του ΚΚΕ δικαιώνοντας τον επί 25ετία ηγέτη του κόμματος.Ωστόσο το
δοκίμιο δεν ασχολείται με τις συνθήκες και τα γεγονότα που αφορούν το
τραγικό τέλος του «αφού η σχετική έρευνα και τα συμπεράσματα από αυτή υπερβαίνουν το χρονικό του πλαίσιο», όπως αναφέρεται.
Πάντως για τον Περισσό οι καταγγελίες για τη διαμόρφωση στο ΚΚΕ «ανώμαλου εσωκομματικού καθεστώτος» σε συνδυασμό με την κατηγορία για τη λεγόμενη «προσωπολατρία» αποτέλεσαν «προσχήματα για την πραγματοποίηση της δεξιάς οπορτουνιστικής στροφής». Οι συντάκτες του δοκιμίου τονίζουν ότι «η πολεμική για την “αντιδημοκρατική λειτουργία” του ΚΚΕ εστιάστηκε κυρίως σε ένα πρόσωπο,στον Νίκο Ζαχαριάδη» και προσθέτουν ότι «συνειδητά αποσιωπήθηκε η ενιαία ευθύνη του ΠΓ και της ΚΕ», όπως και σε επίπεδο μεσαίων και κατώτερων στελεχών,σημειώνοντας ότι «σε συνάρτηση με αυτά υποστηρίχθηκε η λεγόμενη “άκριτη αποδοχή των αποφάσεων της ηγεσίας”».
Πάντως για τον Περισσό οι καταγγελίες για τη διαμόρφωση στο ΚΚΕ «ανώμαλου εσωκομματικού καθεστώτος» σε συνδυασμό με την κατηγορία για τη λεγόμενη «προσωπολατρία» αποτέλεσαν «προσχήματα για την πραγματοποίηση της δεξιάς οπορτουνιστικής στροφής». Οι συντάκτες του δοκιμίου τονίζουν ότι «η πολεμική για την “αντιδημοκρατική λειτουργία” του ΚΚΕ εστιάστηκε κυρίως σε ένα πρόσωπο,στον Νίκο Ζαχαριάδη» και προσθέτουν ότι «συνειδητά αποσιωπήθηκε η ενιαία ευθύνη του ΠΓ και της ΚΕ», όπως και σε επίπεδο μεσαίων και κατώτερων στελεχών,σημειώνοντας ότι «σε συνάρτηση με αυτά υποστηρίχθηκε η λεγόμενη “άκριτη αποδοχή των αποφάσεων της ηγεσίας”».
Σχετικά με τον αγώνα που διεξήγαγε ο ΔΣΕ και το ερώτημα αν θα μπορούσε να νικήσει, στο δοκίμιο επισημαίνεται ότι «έπρεπε να γενικευτεί η ένοπλη πάλη στα χρόνια 1945-1946, αφού η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη μετά τον Δεκέμβρη του 1944 και τη σύγκρουση με τους Βρετανούς και τις ανηλεείς διώξεις κατά των ΕΑΜιτών που ακολούθησαν τη Συμφωνία της Βάρκιζας». «Τότε υπήρχαν ακόμα ισχυρές λαϊκές δυνάμεις στα μεγάλα αστικά κέντρα,ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα δεν ήταν ακόμα τόσο ισχυρός ο αστικός στρατός, ούτε είχε εκκενωθεί βίαια η ύπαιθρος, γεγονός που λίγο αργότερα πραγματοποιήθηκε και αποστέρησε από τον ΔΣΕ ανθρώπινες εφεδρείες και άλλον εφοδιασμό» υπογραμμίζεται.
Ηταν λάθος...
Γιώργης Σιάντος |
Το ΚΚΕ κάνει λόγο για «καθυστερημένη γενίκευση της “ένοπλης πάλης” που είχε ως αποτέλεσμα το να μη ριχτούν στη μάχη χιλιάδες εργάτες, αλλά και να μην αποδιοργανωθεί μεγάλο μέρος του αστικού στρατού, ο οποίος είχε στις γραμμές του χιλιάδες ΕΠΟΝίτες» . «Ηταν λάθος να κριθεί η επιλογή του χρόνου γενίκευσης της ένοπλης από το χειρισμό απέναντι σε ένα πρόσωπο, τον Γ. Σιάντο» , διαπιστώνουν οι συντάκτες του δοκιμίου, επισημαίνοντας ότι «οι δυνατότητες σε μεγάλο βαθμό χάθηκαν αφού μόνο από τη Συμφωνία της Βάρκιζας μέχρι τον Μάρτιο του 1946, δηλαδή σε 13 μήνες, είχαν συλληφθεί 84.931 κομμουνιστές και άλλοι ΕΑΜίτες, η πληθώρα των τρομοκρατικών οργανώσεων είχε ενισχυθεί πολύμορφα και η ανασυγκρότηση του αστικού κράτους προχωρούσε».
Οι ταλαντεύσεις
Ωστόσο, παρά την ήττα στα χρόνια 1944-1945, «το λαϊκό κίνημα είχε νωπή την εμπειρία του ένοπλου αγώνα,των προωθημένων μορφών αμφισβήτησης και σύγκρουσης με τους θεσμούς του καπιταλιστικού συστήματος,την εμπειρία των φύτρων λαϊκής εξουσίας, ενώ ο γειτονικός βαλκανικός περίγυρος διαμορφωνόταν μη ευνοϊκός για την εδραίωση της καπιταλιστικής εξουσίας στην Ελλάδα, κάτι που ο Ζαχαριάδης επίσης είχε εκτιμήσει». Ετσι, θεωρείται ότι «ήταν λαθεμένη η τακτική του ΚΚΕ να αναπτύξει την ένοπλη πάλη απλώς ως μέσον πίεσης για τη διαμόρφωση συνθηκών ομαλής δημοκρατικής πορείας και ανάλογα με τις εξελίξεις, τακτική που είχε τη σύμφωνη γνώμη και ηγετών του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος»!
Αυτή η τακτική εξηγεί κατά το δοκίμιο και την αντίφαση «το ΚΚΕ και ο ΕΑΜ να απέχουν από τις βουλευτικές εκλογές, αλλά λίγους μήνες αργότερα να συμμετέχουν στο δημοψήφισμα για την επάνοδο ή όχι του βασιλιά». «Εφόσον είχε ωριμάσει η ανάγκη της ένοπλης πάλης, η αποχή από τις εκλογές δεν ήταν λάθος», συμπεραίνεται. «Λάθος ήταν οι ταλαντεύσεις που εκδηλώθηκαν στη γενίκευση της ένοπλης πάλης» επισημαίνεται.
Βίαια επεισόδια
Τα γεγονότα στην Κομματική Οργάνωση της Τασκένδης, όπου βρισκόταν μεγάλη μάζα των ηττημένων μαχητών του ΔΣΕ, «δεν ήταν κεραυνός σε ξάστερο ουρανό», όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, καθώς «προηγήθηκε φραξιονιστική δράση για μεγάλο χρονικό διάστημα με την καθοδήγηση ηγετικών κλιμακίων του ΚΚΣΕ και με βασικό της στοιχείο την υπονόμευση της ηγεσίας του ΚΚΕ, κατά κύριο λόγο του Ν. Ζαχαριάδη» . Τα βίαια επεισόδια ανάμεσα στις δύο αντίπαλες πλευρές τον Σεπτέμβριο του 1955 με την ευθεία ανάμειξη του ΚΚΣΕ και των τοπικών αρχών του Ουζμπεκιστάν ήταν «το προοίμιο που οδήγησε τελικά στην 6η Πλατιά Ολομέλεια του 1956» και την αποκαθήλωση του Ζαχαριάδη.
Ηταν «η πρώτη ανοιχτή σύγκρουση του Ζαχαριάδη με την ηγεσία του ΚΚΣΕ και εκδήλωση κρίσης στο ΚΚΕ», αναφέρεται. Οσον αφορά την 6η Ολομέλεια για το ΚΚΕ «προκαλεί προβληματισμό η απότομη στροφή δεκάδων μελών της ΚΕ, του ΠΓ και άλλων στελεχών που συμμετείχαν σε αυτήν και τοποθετήθηκαν κατά του Ζαχαριάδη, ενώ ως τότε συμφωνούσαν με όλες τις αποφάσεις και μάλιστα υπερθεμάτιζαν». Σε αυτό πάντως αναγνωρίζεται ότι βάρυνε η στάση του ΚΚΣΕ, το οποίο πρωτοστάτησε στην αποκαθήλωση του άλλοτε κραταιού ηγέτη, ενώ «σοβαρό ζήτημα» συνιστά και η στάση των εκπροσώπων των έξι ΚΚ που επέβαλαν στο ΚΚΕ την επιλογή αυτή. «Στην πραγματικότητα», διαπιστώνεται, «η 6η Ολομέλεια και η διεθνής επιτροπή (σ.σ., των «αδελφών» κομμάτων) δικαίωναν την ηττοπάθεια και τον συμβιβασμό που είχαν εμφανιστεί σε στελέχη κατά την περίοδο της δράσης του ΔΣΕ.Η αποσιώπηση για χρόνια ή και η μικρή αναφορά από το ΚΚΕ στον ΔΣΕ αποτελεί μία από τις ενδείξεις αυτής της επίδρασης».Σε κάθε περίπτωση,για τον Περισσό η καθαίρεση του Ζαχαριάδη «αποτέλεσε καμπή προς την ταχύτατη ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική ανάπτυξη του οπορτουνισμού στο ΚΚΕ, που πήρε τη μορφή της πάλης κατά του “τυχοδιωκτισμού” και “σεχταρισμού”». «Η 6η Ολομέλεια, ως σημείο οπορτουνιστικής στροφής στο ΚΚΕ,πέρα από άλλα είχε και ως αποτέλεσμα τη διάσπαση του 1968», τονίζεται.
Η ΡΗΞΗ ΤΟΥ ΖΑΧΑΡΙΑΔΗ ΜΕ ΤΟ ΚΚΣΕ
«Ο Ν.Ζαχαριάδης παρέμεινε αφοσιωμένος στη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην ΕΣΣΔ και στον προλεταριακό διεθνισμό» τονίζεται στο δοκίμιο της κομματικής ιστορίας και διευκρινίζεται ότι «η σύγκρουσή του με το ΚΚΣΕ δεν ταυτιζόταν με την πολεμική του ΚΚ Κίνας».Οσον αφορά την κριτική που δέχθηκε από τα έξι «αδελφά» κόμματα που εισηγήθηκαν στην 6η Ολομέλεια του 1956 την αποκαθήλωσή του,αλλά και από τη νέα ηγεσία του κόμματος,επισημαίνεται ότι «ήταν άδικη και λαθεμένη στην κατεύθυνσή της».
«Ανέδειξε όμως για λόγους σκοπιμότητας αντιφάσεις και προβλήματα στα οποία σήμερα τοποθετούμαστε χωρίς να αφαιρούμε τη συνολική εκτίμηση για την πορεία του ως ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ» υπογραμμίζουν οι συντάκτες του εν λόγω κειμένου.
Η κριτική που ασκεί ο Περισσός στον Ζαχαριάδη περιορίζεται στο ότι μετά την ήττα του ΔΣΕ «ευθύνεται ιδιαίτερα για λαθεμένες και αντιφατικές εκτιμήσεις όπως: προσωρινή ήττα,δυνατότητα διεξόδου από την κρίση και εφαρμογή ριζικά διαφορετικής εξωτερικής πολιτικής από διακυβέρνηση ΕΑΜικών και αστικών δυνάμεων κ.ά.». Για το «βορειοηπειρωτικό» σημειώνεται ότι «οι λαθεμένες απόψεις που εξέφρασε σε σχέση με την ελληνική μειονότητα της Αλβανίας αντανακλούσαν γενικότερα προβλήματα διευθέτησης πληθυσμιακών μειονοτήτων και σχέσεων μεταξύ κομμουνιστικών κομμάτων στην προοπτική κατάκτησης της εξουσίας σε συνθήκες επαναστατικές».
Μέσα από το πρίσμα της διερεύνησης της ιστορίας του ΚΚΕ ως ιστορίας της στρατηγικής του,δεν λείπει από το δοκίμιο η κριτική ματιά ακόμη και για ζητήματα όπως ο προορισμός του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, πρωταγωνιστής και αιμοδότης του οποίου υπήρξε το ΚΚΕ,καθώς εκτιμάται ότι «η πάλη ενάντια στην ξένη κατοχή ήταν ο κρίκος που μπορούσε να τροφοδοτήσει επαναστατικό μέτωπο για την εργατική εξουσία», κάτι όμως που δεν συνέβη.
«Από αυτή τη σκοπιά κρίνεται η ορθότητα της στρατηγικής του κόμματος και όχι από τη σκοπιά της αμφισβήτησης του στόχου-κρίκου του ΚΚΕ για την απελευθέρωση και του αντίστοιχου στόχου του ΕΑΜ», διευκρινίζεται στο δοκίμιο,ενώ τονίζεται ότι «ήταν λάθος η υιοθέτηση από το ΚΚΕ ή από το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα διαφόρων “ενδιάμεσων” στόχων εξουσίας,είτε χαρακτηριζόταν ως “επαναστατική εξουσία αστικοδημοκρατικού χαρακτήρα” είτε ως “αντιμονοπωλιακή διακυβέρνηση”». Μάλιστα ασκείται κριτική για το ότι το κόμμα δεν κατάφερε να συνειδητοποιήσει τα προβλήματα που υπήρχαν ως προς τον «προσδιορισμό του χαρακτήρα της επανάστασης και της εξουσίας,την αντικειμενική εκτίμηση του συσχετισμού δυνάμεων κατά την εξέλιξη του απελευθερωτικού αγώνα», ενώ εκτιμάται ότι «δεν μπόρεσε να προβλέψει και να εκτιμήσει τη στάση ακόμη και σύμμαχων δυνάμεων μέσα στο ΕΑΜ,ώστε πετυχημένα να επεξεργαστεί στρατηγική εξουσίας».
Πηγή
"το βημα"
Και μετά, κάποιοι λένε για λύση στον δικομματισμό, από το ΚΚΕ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΜ'άλλα λόγια το λάθος δεν ήταν που έγινε εμφύλιος, αλλά ότι δεν ήταν αρκετά αποφασιστικοί και δεν τον κέρδισαν. Δηλαδή δίνουν μόνοι τους την απάντηση στο ποιος επιδίωξε αυτήν την "κορυφαία εκδήλωση της ταξικής πάλης".
ΑπάντησηΔιαγραφήακριβώς αυτό!! Και προσέξτε και κάτι άλλο. Ουσιαστικά το ΚΚΕ επαναφέρει ως σημαία τον Βελουχιώτη (δηλ τον πλέον αδιάλλακτο και σκληρό στο βουνό) και τον Ζαχαριάδη που εξαπέλυσε τον εμφύλιο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑς ελπίσουμε πως η στροφή αυτή δεν συνδέεται με τις διαθέσεις του ΚΚΕ στο παρόν (αν και αμφιβάλλω)
μα ετσι κι αλλιως ποτε το ΚΚΕ δεν θεωρησε οτι εκανε λαθη η εγκληματα εναντια στην πατριδα μας και τους Ελληνες, μη κομμουνιστες! Οταν αναφερουν οτι "εχουμε κανει κι εμεις λαθη", εννοουν λαθη τακτικης και λαθη κριτικης απεναντι σε δικους τους, εσωτερικα λαθη δηλαδη!! Κατα τ'αλλα ολα τα εποιησαν εν σοφια! Τα Δεκεμβριανα, ο Εμφυλιος, η σταση τους στην Κατοχη, η σταση τους απεναντι στη Μικρασιατικη εκστρατεια η απεναντι στον αγωνα της ΕΟΚΑ, ολα τα εκαναν καλα, κατα τη γνωμη τους!
ΑπάντησηΔιαγραφή