Ενας ἀπὸ τοὺς σημαντικότερους διδασκάλους τοῦ Γένους, ἐπιφανὴς θεολόγος καὶ ἀπ᾿ τοὺς κατ᾿ ἐξοχὴν πνευματικοὺς ἡγέτες τοῦ κινήματος τῶν Κολλυβάδων, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἔργο του σημάδεψε τὴν πνευματικὴ κίνηση τῶν μέσων τοῦ ΙΗ¢ καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ ΙΘ¢ αἰῶνος, εἶναι ὁ ἱερομόναχος ὅσιος ᾿Αθανάσιος ὁ Πάριος, κατά κόσμον ᾿Αθανάσιος Τούλιος. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κῶστος τῆς Πάρου γύρω στὸ 1722. Πρωτότοκος γιὸς τοῦ Σιφνίου ᾿Αποστόλου Τούλιου καὶ μιᾆς Παριανῆς, ὁ ᾿Αθανάσιος θὰ μείνει γνωστὸς σὲ ὅλους μὲ τὴν ἐπωνομασία Πάριος καὶ ὄχι μὲ τὸ πραγματικό του ἐπίθετο.
῞Ολες οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τὴ ζωή του προέρχονται κατὰ βάσιν ἀπὸ τὴ βιογραφία -τὴν πρώτη χρονικά- τὴν ὁποία ἔγραψε ὁ προσφιλὴς μαθητής του στὴ Σχολὴ τῆς Χίου ᾿Α. Ζ. Μάμουκας. ᾿Εκτὸς ὅμως ἀπ᾿ αὐτὴν, ἀποσπασματικὰ βρίσκουμε ἀρκετὲς ἀναφορὲς στὸ πρόσωπό του ποὺ γίνονται ἀπὸ κάποιους ἄλλους μαθητές του, ὅπως ὁ ὅσιος Νικηφόρος ὁ Καρδαμυλίτης ἢ ὁ Σχολάρχης ῎Ανδρου Σαμουήλ, οἱ ὁποῖες μᾆς βοηθοῦν νὰ σκιαγραφήσουμε καλύτερα τὴν προσωπικότητα τοῦ Παρίου. ᾿Αξιόλογο ἐπίσης εἶναι τὸ βιβλίο ποὺ ἔχει γράψει ὁ Παριανὸς πρεσβύτερος Νικόλαος ᾿Αρκᾆς μὲ τίτλο ᾿Αθανάσιος ὁ Πάριος, στὸ ὁποῖο ὑπάρχουν ὅλες σχεδὸν οἱ ἱστορικὲς μαρτυρίες γιὰ τὰ συγγράμματά του καθὼς καὶ πλῆθος βιογραφικῶν στοιχείων, ἐνῶ σημαντικὲς εἶναι καὶ οἱ πληροφορίες ποὺ ἀντλοῦμε ἀπὸ συγγράμματα ἀντιπάλων του, ὅπως τοῦ ᾿Αδαμαντίου Κοραῆ, ποὺ καταδεικνύουν τὴν εὐστροφία, τὴν πολυμάθεια καὶ τὴν πνευματικὴ διαύγεια ποὺ τὸν διέκρινε.
᾿Απὸ πολὺ νωρὶς ὁ εὐκατάστατος πατέρας του φρόντισε ὁ γιός του νὰ εἰσαχθεῖ στὸ δρόμο τῆς γνώσεως καὶ τῶν γραμμάτων, ἐγγράφοντάς τον ἀρχικὰ στὰ ἐκπαιδευτήρια τῆς γενέτειράς του Πάρου καὶ ἀργότερα, ὅπως μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε, σὲ ἕνα ἄλλο, ἀνώτερο, ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ λειτουργοῦσαν τὴν ἐποχὴ αὐτὴ στὴν περιοχὴ τῶν Κυκλάδων. Πολὺ γνωστὴ ἦταν ἡ Σχολὴ τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου ᾿Αθανασίου στὴ Νάουσα τῆς Πάρου καθὼς καὶ τοῦ Παναγίου Τάφου στὴ Σίφνο. ᾿Αξιόλογη ἐπίσης ἦταν καὶ ἡ Σχολὴ τοῦ Γένους στὴν ῎Ανδρο.
Τὸ 1745 ὁ ᾿Αθανάσιος ἀναχώρησε γιὰ τὴ Σμύρνη καὶ ἐγγράφηκε στὴ Σχολὴ τοῦ Γένους -κατοπινὴ Εὐαγγελικὴ Σχολή- τὴν ὁποία εἶχε ἱδρύσει τὸ 1733 καὶ διηύθυνε ὁ μοναχὸς ῾Ιερόθεος Δενδρινὸς ἀπὸ τὴν ᾿Ιθάκη, ἄνδρας σπάνιας μορφώσεως καὶ διδάσκαλος πολλῶν γνωστῶν λογίων τῆς ἐποχῆς του.
῾Επτὰ χρόνια μαθήτευσε κοντά του καὶ τὸ 1752 μετέβη στὸ ῞Αγιον ῎Ορος καὶ γράφηκε στὴν ᾿Αθωνιάδα. Εὐτυχὴς συγκυρία ἦταν τὸ ὅτι τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς εἶχε ὁ ἐκ Πατρῶν μοναχὸς Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, ὁ ὁποῖος καὶ τὴν εἶχε ἱδρύσει, ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐρυμάθεια καὶ τὴν προσήλωσή του στὴν παράδοση τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας. Αὐτοὶ οἱ δύο ἄνδρες καὶ διδάσκαλοι τοῦ Παρίου ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ διαμόρφωσαν οὐσιαστικὰ τὴν προσωπικότητα τοῦ μαθητῆ τους, ἐπηρεάζοντάς τον συνάμα στὸ νὰ τηρήσει σὲ ὅλο τὸ ἐπιστημονικό του ἔργο αὐτὴ τὴν αὐστηρά ὀρθόδοξη χροιά, γιὰ νὰ χαρακτηριστεῖ ὡς ὁ πλέον παραδοσιακὸς ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς ἄνδρες τῶν χρόνων του.
Τὸ 1753 ὁ περίφημος λόγιος ἱεροδιάκονος ἀπὸ τὴν Κέρκυρα, Εὐγένιος Βούλγαρις, διαδέχθηκε τὸν Νεόφυτο στὴ διεύθυνση τῆς ᾿Αθωνιάδος. Παρόλη ὅμως τὴν ἐπιστημονικὴ εὐρυμάθεια ποὺ τὸν διέκρινε -χαρακτηρίστηκε ὡς ὁ "νέος ᾿Αριστοτέλης τῆς ῾Ελλάδος"- δὲν στάθηκε παράδειγμα μίμησης γιὰ τὸν Πάριο ὡς πρὸς τὴ διδασκαλία του. Μάλιστα ὁ Πάριος τὴν ἀποδοκίμασε θεωρώντας την ὡς μὴ ἐκφράζουσα πλήρως τὴν ὀρθόδοξη παράδοση. ᾿Ασχέτως ὅμως μὲ τὴ διαπίστωσή του αὐτή, ὠφελήθηκε πολὺ ἀπὸ τὸν Βούλγαρι, τελειοποιώντας μαζί του τὶς γνώσεις του στὰ φιλοσοφικὰ καὶ τὶς ξένες γλῶσσες.
῞Υστερα ἀπὸ τετραετῆ φοίτηση στὴν ᾿Αθωνιάδα καὶ ἀριστεύοντας σὲ ὅλα τὰ μαθήματα, ἀναλαμβάνει θέση καθηγητῆ στὴ Σχολὴ βοηθώντας κατὰ πολὺ τὸν διδάσκαλό του Εὐγένιο στὸ δύσκολο ἔργο τῆς Σχολαρχίας. Τὴν περίοδο αὐτὴ χειροτονεῖται διάκονος προφανῶς μὲ σύσταση τοῦ Εὐγενίου. ᾿Ενόσω βρισκόταν καὶ δίδασκε στὸν ῎Αθω, ἡ Σχολὴ τοῦ Γένους τῆς Θεσσαλονίκης δὲν εἶχε διευθυντή. Οἱ Θεσσαλονικεῖς γνωρίζοντας καλὰ τὸ ἔργο καὶ τὴν προσωπικότητα τοῦ Παρίου, ζήτησαν ἀπὸ τὸν Εὐγένιο νὰ ἀναλάβει ὁ ᾿Αθανάσιος τὴ διεύθυνσή της. ᾿Εκεῖνος τοῦ τὸ προτείνει ἀλλὰ ὁ ταπεινὸς ᾿Αθανάσιος μὲ χίλιες δυὸ προφάσεις ἀρνεῖται. Δὲν καταφέρνει ὅμως νὰ ἐμμείνει στὴν ἀπόφασή του. ῾Η πίεση τοῦ διδασκάλου του σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἀξιόλογη θέση ποὺ κατεῖχε ἡ Θεσσαλονίκη γιὰ τὴν ὀρθοδοξία, ἀνατρέφοντας καὶ προσφέροντας τόσους ἁγίους καὶ διδασκάλους στὴν ὑπηρεσία της, τὸν ἀνάγκασαν νὰ ἀλλάξει γνώμη καὶ νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς.
Δύο χρόνια οἱ Θεσσαλονικεῖς ἀπόλαυσαν τὴ διδασκαλία του στὴ Σχολὴ καὶ τὰ φλογερά του κηρύγματα στοὺς ναούς. Μαγεμένοι ἀπὸ τὴν εὐφράδεια τοῦ λόγου του καὶ τὸ παραδοσιακὰ ὀρθόδοξο ὕφος του, συνέρρεαν κατὰ πλήθη στοὺς ναοὺς ποὺ κήρυττε ἀποκομίζοντας μεγάλη ὠφέλεια ἀπ᾿ αὐτόν. Δυστυχῶς ἡ ἐπιδημία πανώλης ποὺ ἐνέσκηψε στὴν πόλη, ἀνάγκασε τὴ Σχολὴ νὰ διακόψει τὰ μαθήματά της, τὸν δὲ ᾿Αθανάσιο νὰ ἀναχωρήσει γιὰ τὴν Κέρκυρα γύρω στὰ 1760.
᾿Εκεῖ ὁ ᾿Αθανάσιος παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, φυσικῆς καὶ ρητορικῆς στὴν ἰδιωτικὴ Σχολὴ τοῦ Νικηφόρου Θεοτόκη, διάσημου ἐπιστήμονα καὶ φίλου τοῦ διδασκάλου του Εὐγενίου, συμπληρώνοντας καὶ διευρύνοντας ἔτσι τὶς γνώσεις του. ῾Η παραμονή του ὅμως καὶ ἐδῶ δὲν διήρκεσε πολύ. ῾Ο συμμαθητής του στὴν ᾿Αθωνιάδα καὶ ἱδρυτὴς τῆς "Παλαμαίας Σχολῆς" τοῦ Μεσολογγίου, Παναγιώτης Παλαμᾆς, ὁ Θεσσαλός, τὸν προσκάλεσε νὰ πάει καὶ νὰ διδάξει ἐκεῖ, ἀφ᾿ ἑνὸς γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει στὴ διδασκαλία στὴ Σχολὴ καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου γιὰ νὰ διακονήσει ὡς κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Αἰτωλοακαρνανίας. ῾Ο ᾿Αθανάσιος ὑποχώρησε στὶς πιέσεις τοῦ φίλου του Παλαμᾆ, διέκοψε τὰ μαθήματα ποὺ παρακολουθοῦσε στὴν Κέρκυρα καὶ πῆγε στὸ Μεσολόγγι, ὅπου μὲ συνέπεια ἐργάστηκε ἕως τὴν ἀναχώρησή του γιὰ τὴ Θεσσαλονίκη τὸ 1767.
Τὸ ἔτος 1771 μετατέθηκε ὁ Σχολάρχης τῆς ᾿Αθωνιάδος Σέργιος Μακραῖος στὴ Μεγάλη Σχολὴ τῆς Βασιλεύουσας καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο κάλεσε τὸν ᾿Αθανάσιο νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνσή της. ᾿Εκεῖνος ἀποδέχτηκε τὴν πρόταση καὶ μετέβη στὸ ῞Αγιον ῎Ορος γιὰ νὰ ἀρχίσει τὸ δύσκολο ἔργο του. Πρέπει ἐδῶ νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ ᾿Αθωνιάδα μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Εὐγενίου Βούλγαρη εἶχε περιέλθει σὲ μιὰ πολὺ ἄσχημη κατάσταση, γεγονὸς ποὺ μαρτυρεῖται καὶ γλαφυρὰ παρουσιάζεται ἀπὸ
τὸν λογιώτατο διδάσκαλο ᾿Ιώσηπο Μοισιόδακα στὸ ἔργο του "᾿Απολογία". Κάποιοι λοιπὸν ἀπὸ τοὺς ἐρευνητὲς θεωροῦν ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο μὲ τὴν ἀπόφασή του νὰ ἐπαναφέρει τὸν ᾿Αθανάσιο στὸν ῎Αθωνα, ἤθελε νὰ δώσει στὴ Σχολὴ τῆς ᾿Αθωνιάδος τὴν αἴγλη ποὺ εἶχε στὰ χρόνια τοῦ ἀποχωρήσαντος Εὐγενίου Βούλγαρη.
Δὲν ἦταν γραφτὸ ὅμως νὰ συνεχιστεῖ τὸ ἀξιόλογο ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦσε ὁ Πάριος ὡς Σχολάρχης καὶ τὸ Πατριαρχεῖο διαψεύστηκε στὶς προβλέψεις του. ῾Η ἀνάμιξή του στὴν περὶ μνημοσύνων ἔριδα ποὺ τὰ χρόνια ἐκεῖνα συγκλόνιζε τὸ ῞Αγιον ῎Ορος, καθὼς καὶ ἡ πολεμική του πρὸς κάθε τι ποὺ θεωροῦσε νεωτερισμὸ ἀλλοιωτικὸ τοῦ χαρακτῆρα τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἐκδιωχθεῖ ἀπὸ τὸ ῎Ορος καὶ τὴ Σχολαρχία μαζὶ μὲ τοὺς φίλους καὶ ὁμοϊδεάτες του, ἁγίους, Νικόδημο τὸν ῾Αγιορείτη καὶ ἐπίσκοπο Κορίνθου Μακάριο τὸν Νοταρᾆ. ᾿Επίσης καθαιρέθηκε μὲ συνοδικὴ ἀπόφαση ἀπὸ τὸ ἱερατικὸ ἀξίωμα -βαθμὸ ποὺ λίγα χρόνια πρὶν εἶχε λάβει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ ἁγίου Μακαρίου- ἐξαιτίας τῶν συκοφαντιῶν ποὺ ἐκτοξεύθηκαν ἐναντίον του στὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ἔτος 1776 ἐπὶ πατριάρχου Σωφρονίου. Μαζί του καταδικάστηκαν οἱ ᾿Ιάκωβος ὁ Πελοποννήσιος, ᾿Αγάπιος ὁ Κύπριος, Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, Χριστόφορος Προδρομίτης καὶ Νικόδημος ῾Αγιορείτης. ῞Ολοι τους ἔφεραν τὸν ἐμπαικτικὸ τίτλο "Κολλυβάδες".
Δὲν ἄργησε ὅμως νὰ ἀρθεῖ ἡ παρεξήγηση μεταξὺ Πατριαρχείου καὶ Παρίου. Μὲ ὁμολογία πίστεως ποὺ ὁ ᾿Αθανάσιος ἔστειλε στὸ Πατριαρχεῖο, ἀθωώθηκε πανηγυρικὰ καὶ ἀνέκτησε τὸ ἀξίωμα τοῦ πρεσβυτέρου τὸ ἔτος 1781 ἐπὶ πατριάρχου Γαβριήλ. Στὸ τέλος τοῦ ἔργου του "᾿Αντίπαπας" μποροῦμε νὰ διαβάσουμε τὴν ἀθώωσή του τὴν ὁποία ὁ Πάριος ἔχει ἀφιερώσει στὸν πατριάρχη Γαβριήλ.
Φεύγοντας ἀπὸ τὸ ῞Αγιον ῎Ορος ἐνέδωσε στὴν ἐπίμονη παράκληση τῶν Θεσσαλονικέων νὰ ἔρθει ξανὰ στὴν πόλη τους καὶ νὰ ἀναλάβει τὴν ἄλλη Σχολή της, τὸ περίφημο ῾Ελληνομουσεῖο. Οἱ ἀπόψεις διχάζονται στὸ σημεῖο αὐτό γιὰ τὸ πόσα χρόνια ὁ Πάριος διηύθυνε τὴ Σχολή. ῾Ο ᾿Α. Ζ. Μάμουκας λέει ὅτι ἦταν διευθυντὴς γιὰ δώδεκα ἔτη, ἄποψη ποὺ υἱοθετεῖ καὶ ὁ καθ. Π. Κ. Χρήστου, ἐνῶ ὁ Ν. ᾿Αρκᾆς μαζὶ μὲ κάποιους ἄλλους ὑποστηρίζουν ὅτι διηύθυνε αὐτὴ γιὰ ὀκτὼ ἢ ἐννέα ἔτη. Τὸ σίγουρο πάντως εἶναι ὅτι ὁ Πάριος εἶχε τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς ἕως τὸ Φθινόπωρο τοῦ 1786.
Γιὰ μιὰ φορὰ ἀκόμη ἡ Θεσσαλονίκη εἶχε τὴν εὐτυχία νὰ ἀπολαύσει τόσο τὴ διδασκαλία του ὅσο καὶ τὴν ἀπ᾿ ἄμβωνος ψυχωφελέστατη οἰκοδομὴ ποὺ προσέφεραν τὰ κηρύγματά του. ῾Η πόλη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾆ βλέπει στὸ πρόσωπο τοῦ Παρίου ἕναν ἄξιο συνεχιστὴ τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως ποὺ εἶχε εἰσηγηθεῖ ὁ ἡσυχασμός. ῾Ο ἴδιος ὁ ᾿Αθανάσιος, δείχνει ἰδιαίτερη ἀγάπη στὰ συγγράμματα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου καὶ θεωρώντας τον, ὅπως ἀναφέρει, "μέγιστον ὑπέρμαχον τῶν θείων δογμάτων καὶ προστάτην τῆς ὀρθοδοξίας θερμότατον" μεταφράζει τὸ Βίο του ποὺ εἶχε συγγράψει ὁ μαθητής του πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος. Προϊὸν ἐπίσης τῆς δεύτερης Σχολαρχίας του στὴ Θεσσαλονίκη εἶναι καὶ τὸ ἀξιολογώτατο ἔργο του "᾿Αντίπαπας" σ᾿ αὐτὸ, μὲ ἀφορμὴ τὴν προσωπικότητα τοῦ ἁγίου Μάρκου ᾿Εφέσου καὶ τὴν ἐμμονή μὲ τὴν ὁποία ἐκεῖνος ὑποστήριζε στὶς ἀλήθειες τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, καταφέρεται ἐναντίον τῶν κινδύνων ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ ὀρθοδοξία στὶς μέρες του ἀπὸ τοὺς κάθε λογῆς ἑτεροδόξους. ῞Ομως, καὶ μιὰ σειρὰ ἀπὸ ἄλλα ἔργα γράφηκαν τὴν περίοδο αὐτὴ ἀπὸ τὸν Πάριο στὴ Θεσσαλονίκη, ἐνῶ παράλληλα συνέχιζε καὶ τὴν κηρυκτικὴ διακονία του, ὠφελώντας μεγάλο μέρος πιστῶν. ῾Η δραστηριότητά του αὐτὴ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἁγιότητα βίου ποὺ τὸν διέκρινε, ἔγιναν αἰτία νὰ κληθεῖ ὁ ᾿Αθανάσιος ἀπὸ τὴ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴ Σχολὴ τῆς Βασιλεύουσας. Μεταξὺ τῶν δελεαστικῶν προσφορῶν ποὺ τοῦ ἔγιναν προκειμένου νὰ δεχθεῖ, ἦταν ἀκόμη καὶ ἡ χειροτονία του σὲ μητροπολίτη σὲ ἐπαρχία τῆς ἐπιλογῆς του.
῾Ο ᾿Αθανάσιος ὅμως, ἄνθρωπος ποὺ μιὰ ζωὴ ἔζησε μὲ ταπείνωση καὶ ἀνιδιοτέλεια, δὲν δελεάστηκε ἀπὸ τὶς προτάσεις τοῦ Πατριαρχείου καὶ ἔδωσε ἀπάντηση ἀνάλογη μὲ τὸ ἦθος καὶ τὶς ἀρχές του. ῾Ο βιογράφος του ᾿Α. Μάμουκας μᾆς τὴ διασώζει αὐτολεξί: "Τὰς μὲν ἀρχιερατείας τιμῶ καὶ προσκυνῶ ἀλλ᾿ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἄξιος. ῍Αν ἐκαταλάμβανα ὅτι ἔκαμνα περισσότερον καρπὸν εἰς τὴν Βασιλεύουσαν πόλιν, ἤθελα ἔλθει αὐτόκλητος. ᾿Επειδὴ ὅμως, ὡς στοχάζομαι, αὐτοῦ εἶναι κάποια ἐμπόδια, διὰ τοῦτο, ἄφετέ με, παρακαλῶ, ἐδῶ εἰς τὰ πέριξ νὰ ὠφελῶ ὅσον δύναμαι τοὺς ἀδελφούς μου καὶ τὸ Γένος μου".
῏Ηταν τέλη τοῦ Φθινοπώρου τοῦ 1786, ὅταν ἀποφάσισε νὰ πραγματοποιήσει τὸ μεγαλύτερο ὄνειρο τῆς ζωῆς του ποὺ ἦταν ἡ ἐπάνοδός του στὴ γενέτειρά του, Πάρο, καὶ ἡ προσφορὰ τῶν διδασκαλικῶν του ὑπηρεσιῶν στοὺς συμπατριῶτες του. ᾿Ανεχώρησε ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη γιὰ ἐκεῖ, ὅμως Ρωσοτουρκικὲς διενέξεις ποὺ συνέβαιναν στὴν περιοχὴ τοῦ Αἰγαίου ἀνάγκασαν τὸ πλοῖο του νὰ προσαράξει προσωρινὰ στὴ Χίο. Πρέπει νὰ ἦταν στὶς 6 Νοεμβρίου τοῦ 1786, ὅπως πληροφορούμαστε ἀπὸ ἐπιστολὴ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Πάριος ἔστειλε ἀπὸ τὴ Χίο στὴ σύζυγο τοῦ Ρώσου προξένου τῆς Θεσσαλονίκης, Μαλδάμα Μελνικώφ. Τὸ νησὶ αὐτὸ ἐπρόκειτο νὰ ἀποτελέσει τὸ τελευταῖο καταφύγιο καὶ λιμάνι τοῦ περιπλανώμενου ᾿Αθανασίου.
Οἱ Χίοι, θεωρώντας ἐξαιρετικὴ εὐκαιρία νὰ ἔχουν στὸ νησί τους ἕναν διδάσκαλο τῆς ὁλκῆς τοῦ Παρίου, τοῦ πρότειναν νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς τους. ῾Η πρότασή τους δὲν ἔγινε ἀρχικὰ δεκτὴ ἀπὸ τὸν ᾿Αθανάσιο, ὕστερα ὅμως ἀπὸ πιέσεις τοῦ ἁγίου Μακαρίου Νοταρᾆ, ποὺ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ βρισκόταν καὶ ἡσύχαζε στὸ νησί, καὶ τοῦ Κοινοβιάρχου Νήφωνα, ἀποφάσισε νὰ διδάξει στὴ Σχολὴ ὡς ἁπλὸς καθηγητὴς τῆς Ρητορικῆς.
Μὲ τὴ λήξη τῶν διενέξεων ὁ δρόμος ἄνοιξε καὶ ὁ ᾿Αθανάσιος ἑτοιμάστηκε νὰ φύγει γιὰ τὴν Πάρο. Στὴν ἀπόφασή του αὐτὴ σύσσωμος ὁ λαὸς τῆς Χίου μὲ ἐπικεφαλὴ τὸν μητροπολίτη Χίου Γαβριὴλ ἀντιτάχθηκε, ἐκλιπαρώντας τον νὰ μείνει καὶ νὰ συνεχίσει τὰ μαθήματά του στὴ Σχολή. Τὸ δίλημμα γιὰ τὸν ᾿Αθανάσιο ἦταν μεγάλο. ᾿Απὸ τὴ μιὰ ἡ νοσταλγία γιὰ τὴν πατρίδα του καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ καθῆκον τοῦ διδασκάλου ποὺ τὸν καλοῦσε νὰ παραμείνει. Τελικὰ τὸ δεύτερο ἐπικράτησε καὶ ἀνέλαβε τὴ Σχολαρχία τῶν δημοσίων σχολείων, τὰ ὁποῖα ἕνωσε σὲ μιὰ διδακτικὴ μονάδα γιὰ νὰ τὰ ὀργανώσει ἀργότερα τὸ 1792, σὰν Δημόσια Σχολὴ Χίου, τὸ κατοπινὸ Γυμνάσιο Χίου. Στὶς μέρες του ἡ Σχολὴ γνώρισε μεγάλη ἀνάπτυξη καὶ ἔγινε γνωστὴ ἀκόμη καὶ ἐκτὸς ῾Ελλάδος, ἐνῶ ἕνα πλῆθος μαθητῶν ποὺ ἀπεφοίτησαν ἀπὸ αὐτὴ ἀπέβησαν πραγματικοὶ ἱεραπόστολοι στὰ δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια γιὰ τὸ Γένος καὶ τὴν ᾿Εκκλησία.
Τρεῖς δεκαετίες περίπου ὁ ᾿Αθανάσιος ἔμεινε στὴ Χίο, καὶ διηύθυνε τὴ Σχολὴ σχεδὸν μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Παραιτήθηκε ἀπὸ τὴ Σχολαρχία τὸ 1811, ὕστερα ἀπὸ ἔντονες πιέσεις καὶ συκοφαντίες τῶν ἀντιπάλων του -κυρίως τῶν Κοραῆ, Κούμα καὶ Πρωίου- ὀπαδῶν ὅλων τοῦ εὐρωπαϊκοῦ
διαφωτισμοῦ. Ποθώντας τὴν ἠρεμία, ἐνενήντα ἐτῶν πλέον, ἀποσύρθηκε στὸ μονύδριο τοῦ ἁγίου Γεωργίου στὰ Ρεστὰ ὅπου ἤδη ἐφησύχαζαν ὁ μαθητής του Νικηφόρος μαζὶ μὲ τὸν ὑποδιδάσκαλο τῆς Σχολῆς Χίου ἱεροδιάκονο ᾿Ιωσὴφ τὸν ἐκ Φουρνᾆ. ῞Ομως οὔτε ἐκεῖ σταμάτησε τὴ συγγραφική του δραστηριότητα ἀλλὰ ἀκούραστα ἀφιερώθηκε στὴ σύνθεση νέων ἔργων. Προϊόντα τῆς περιόδου αὐτῆς εἶναι τὸ "᾿Αλεξίκακον πνευματικόν" καὶ τὸ ἡμιτελὲς "Περὶ τῆς πρὸς τὸν Θεὸν ἁγίας πίστεως καὶ περὶ τοῦ τίς ἐστὶν ἡ ἀληθινὴ φιλοσοφία".
Στὶς 24 ᾿Ιουνίου τοῦ ἔτους 1813 καὶ ἐνῶ εἶχε προετοιμαστεῖ κατάλληλα, ὁ ᾿Αθανάσιος τελείωσε ὁσιακὰ τὸν ἐπίγειο βίο του πλήρης ἡμερῶν καὶ μέσα σὲ ζηλευτὴ μακαριότητα, καταλείποντας ἕνα πλουσιώτατο συγγραφικὸ ἔργο, σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ λιγοστὰ προσωπικά του εἴδη. Χαρακτηριστικὰ ὁ βιογράφος του Μάμουκας ἀναφέρει πὼς τὰ μοναδικὰ ἀντικείμενα ποὺ βρῆκαν οἱ συνασκητές του στὸ κελλί του ὅταν πέθανε, ἦταν μιὰ ἐνδυμασία, ἕνα λυχνάρι καὶ ἕνα μελανοδοχεῖο. "Δι᾿ ὅ, ἀποθανὼν κατέλιπεν ὡς περιουσίαν μίαν ἐνδυμασίαν, ἕναν λύχνον καὶ ἓν μελανοδοχεῖον".
Οἱ πατέρες Νικηφόρος καὶ ᾿Ιωσήφ, ἐνεταφίασαν τὸ σῶμα του στὸ προπύλαιο τοῦ ναοῦ τοῦ μονυδρίου καὶ ἀργότερα, ὅταν ἀνοίχτηκε ὁ τάφος γιὰ νὰ θάψουν τὸν Νικηφόρο, μετέφεραν τὰ ὀστᾆ τοῦ ᾿Αθανασίου στὸ ὀστεοφυλάκιο. Τὸ 1822 ἀπὸ τὴν τρομερὴ πυρκαγιὰ ποὺ κατέκαυσε τὴ Χίο μαζὶ μὲ ἄλλα κτίρια κάηκε καὶ τὸ ὀστεοφυλάκιο τοῦ ἁγίου Γεωργίου Ρεστῶν. Εὐτυχῶς δὲν ἀποτεφρώθηκαν ὅλα τὰ ὀστᾆ τοῦ Παρίου καὶ διεσώθη ἡ τιμία κάρα του μαζὶ μὲ τεμάχια τοῦ λειψάνου του.
῞Οπως προαναφέραμε, τὸ ἔργο ποὺ κατέλιπε ὁ Πάριος εἶναι ὀγκωδέστατο καὶ τόσο ἀξιόλογο, ποὺ μᾆς ἐπιτρέπει νὰ τὸν χαρακτηρίσουμε ὡς ἕνα ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους θεολόγους καὶ διδασκάλους τοῦ καιροῦ του. Οἱ ἐρευνητές του τὸ κατατάσσουν σὲ ὀκτὼ κατηγορίες. ᾿Εδῶ θὰ ἀρκεστοῦμε στὴν ὀνομαστικὴ μόνο παρουσίαση τῶν τίτλων τῶν ἔργων του κατὰ κατηγορία:
Α¢ ᾿Απολογητικά: 1) ᾿Αντίπαπας, 2) ᾿Αντιφώνησις, 3) Οὐρανοῦ κρίσις, 4) Νέος Ραψάκης, 5) Φραγγέλιον, 6) ᾿Αλεξίκακον πνευματικόν, 7) ῎Εκθεσις ᾿Ορθοδόξου Πίστεως, 8) ᾿Εγχειρίδιον ἀπολογητικόν.
Β¢ Δογματικοκανονικά: 1) Δήλωσις περὶ τῆς ἀληθείας τῶν ἐν ῾Αγίῳ ῎Ορει ταραχῶν (διὰ τὰ τῶν Κολλυβάδων), 2) Περὶ τοῦ Μακαρίου Κορίνθου ἀπόδειξις, 3) ᾿Επιτομὴ εἴτε Συλλογὴ τῶν θείων τῆς πίστεως δογμάτων, 4) Προαναφώνησις, 5) Λατίνων ἀναβαπτισμός, 6) Περὶ Νεομαρτύρων, 7) ῎Εθος καὶ παράδοσις, 8) ᾿Επιστολή: ᾿Αναίρεσις κακοδοξιῶν σχετικῶς μὲ τὴν ἀνθρωπίνην ὑπόστασιν τοῦ Κυρίου, 9) Λόγος εἰς τὴν Β¢ Κυριακὴν τῶν Νηστειῶν, 10) Βάπτισμα ἀνάγκης, 11) Χρίσις μὲ μῦρον τῶν ἐπιστρεφόντων ἑτεροδόξων, 12) ᾿Ερωτήματα, 13) ᾿Απόκρισις, 14) "Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακεν πώποτε", 15) Σαφὴς ἀπόδειξις ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι εἶναι καὶ αἱρετικοί, 16) Περὶ ἀγγέλων καὶ θείου κάλλους, 17) Περὶ ἐκκλησιασμοῦ, 18) Περὶ ἐπιστροφῆς εἰς τὴν ᾿Ορθοδοξίαν ᾿Αρμενίου κ.λπ.
Γ¢ Λειτουργιολογικά: 1) ῾Ο Μέγας ῾Αγιασμός, 2) Περὶ ἁγίων εἰκόνων, 3) Περὶ ἀναθημάτων, σκευῶν καὶ ἀμφίων, 4) Περὶ μνημοσύνων, 5) ῾Η γονυκλισία τῆς Πεντηκοστῆς κ.ἄ.
Δ¢ Παιδαγωγικά: 1) Γραμματικὴ τοῦ Νεοφύτου, 2) Ρητορικὴ πραγματεία, 3) Στοιχεῖα Μεταφυσικῆς, 4) Σχολικὴ ἐπίτασις, 5) Θεματογραφία, 6) ᾿Εξήγησις τῆς πρὸς τοὺς νέους παραινέσεως τοῦ Μ. Βασιλείου, 7) Διογένης περὶ ἀρετῆς, 8) ᾿Εξήγησις εἰς τὸν πρὸς Δημόνικον τοῦ ᾿Ισοκράτους παραινετικὸν λόγον.
Ε¢ Βιογραφίες: 1) Τοῦ ἁγίου Κλήμεντος, ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, 2) Τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾆ, 3) Τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ ᾿Εφεσίου, 4) Τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Κρητός, 5) Τοῦ ἁγίου Δημητρίου τοῦ Χίου, 6) Τοῦ ἁγίου Μακαρίου Νοταρᾆ, 7) Συναξάρια ὅλων τῶν Κυριακῶν καὶ τῶν μεγάλων ἑορτῶν τοῦ Νικηφόρου Καλλίστου, μεταφρασθέντα εἰς τὴν ἁπλῆν, 8) Διήγησις τοῦ ἐν Χίῳ γεγονότος θαύματος τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου κατὰ τῶν ᾿Αρμενίων ἐν ἔτει 1748, 9) Διήγησις τοῦ ἐν Χίῳ θαύματος τοῦ Τιμίου Προδρόμου κατὰ τῶν ᾿Αγαρηνῶν ἐν ἔτει 1740.
ΣΤ¢ Ποιητικά: Πλῆθος ἐπιγραμμάτων ποικίλων περιεχομένων καὶ μέτρων, καθὼς καὶ τὶς ἑξῆς ᾿Ακολουθίες: 1) Εἰς τὸν ἅγιον Κλήμεντα, 2) εἰς τὸν ἅγιον Γρηγόριον Παλαμᾆν, 3) εἰς τὸν ἅγιον ᾿Ελευθέριον, 4) εἰς τὸν ἅγιον Φανούριον, 5) εἰς τὴν ἁγίαν Παρασκευήν, 6) εἰς τὸν ἅγιον Δημήτριον τὸν νεομάρτυρα, 7) εἰς τὸν ἅγιον Μακάριον, 8) εἰς τὴν Οἰκουμενικὴν Σύνοδον τῆς ῾Αγίας Σοφίας, 9) ᾿Ανάπτυξις τροπαρίου ἁγίας Παρασκευῆς "Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον...".
Ζ¢ ῾Ομιλίες καὶ Λόγοι: Μέχρι στιγμῆς ἔχουν σωθεῖ ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῶν κηρυγμάτων του τὰ ἑξῆς: 1) Εἰς ἁγίαν Αἰκατερίναν, 2) εἰς Μέγαν ᾿Αθανάσιον, 3) εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς Θεοτόκου, 4) εἰς τὸν Τίμιον Σταυρόν, 5) ᾿Εξήγησις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ κ.λπ.
Η¢ ᾿Επιστολές: ᾿Απὸ τὸ πλῆθος ἐπίσης τῶν ἐπιστολῶν του ἔχουν βρεθεῖ πρὸς τὸ παρὸν δύο ἀπολογητικὲς στοὺς ὑπ᾿ ἀριθ. 5716 καὶ 6175 κώδικες τῆς Μονῆς ἁγ. Παντελεήμονος ῎Αθω. Πρὸς Κοραῆν, πρὸς ᾿Ιωάννην, πρὸς Παναγιώτην Παλαμᾆν κ.ἄ. (Βλ. σχετικὰ Κατάλογο Σπ. Λάμπρου). ᾿Επιστολὲς πρὸς ἐπίσκοπον ᾿Αρδαμερίου, πρὸς μητροπολίτην Γεννάδιον. Σὲ χειρόγραφο τῆς ᾿Εθνικῆς Βιβλιοθήκης, ἐπιστολὴ πρὸς ἐλλογιμώτατον Κυπριανὸν (χειρόγραφο 1344) κ.λπ.
Τὸ ἔτος 1995, 182 χρόνια μετὰ τὸ θάνατό του, ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία ἀποφάσισε νὰ τιμήσει καὶ τὸν τρίτο "Κολλυβά". Μὲ πράξη ἁγιοποίησης ποὺ δημοσιεύτηκε τὸ μῆνα ᾿Ιανουάριο -στὶς ἐννέα- ἀνακήρυξε αὐτὸν ἅγιο, ὕστερα ἀπὸ ἔκθεση τοῦ μητροπολίτη Παροναξίας κ.κ. ᾿Αμβροσίου καὶ ἐπίμονη ἐπιθυμία καὶ παράκληση τοῦ ποιμνίου τῆς μητροπόλεως αὐτῆς. ῾Η δὲ μνήμη του καθορίστηκε νὰ ἑορτάζεται στὶς 24 ᾿Ιουνίου ἑκάστου ἔτους, ἡμερομηνία τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του.
Τὰ τίμια λείψανά του -ἡ κάρα καὶ μέρος τῶν ὀστῶν- φυλάσσονται στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Γεωργίου Ρεστῶν Χίου, ὅπου καὶ ὁ τάφος του, ἐνῶ καὶ στὴ γενέτειρά του, Κῶστο τῆς Πάρου, φυλάσσεται τεμάχιο ἐξ αὐτῶν. Στὴν ᾿Αντίπαρο ὑπάρχει ναὸς ἀφιερωμένος στὸν ἅγιο ᾿Αθανάσιο τὸν Πάριο καὶ στὸν Κῶστο ἔχει ἀνεγερθεῖ ἡρῶον πρὸς τιμήν του. ᾿Επίσης ἡ Μητρόπολη Παροναξίας ἔχει ἀρχίσει ἐνέργειες γιὰ τὴν ἀνέγερση ναοῦ στὴ γενέτειρά του. Ακολουθία τοῦ ἁγίου ἔχει συντάξει ὁ ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας Γεράσιμος μοναχὸς ὁ Μικραγιαννανίτης.
Πηγή
http://www.agiosgeorgioslatsia.com
῞Ολες οἱ πληροφορίες σχετικὰ μὲ τὴ ζωή του προέρχονται κατὰ βάσιν ἀπὸ τὴ βιογραφία -τὴν πρώτη χρονικά- τὴν ὁποία ἔγραψε ὁ προσφιλὴς μαθητής του στὴ Σχολὴ τῆς Χίου ᾿Α. Ζ. Μάμουκας. ᾿Εκτὸς ὅμως ἀπ᾿ αὐτὴν, ἀποσπασματικὰ βρίσκουμε ἀρκετὲς ἀναφορὲς στὸ πρόσωπό του ποὺ γίνονται ἀπὸ κάποιους ἄλλους μαθητές του, ὅπως ὁ ὅσιος Νικηφόρος ὁ Καρδαμυλίτης ἢ ὁ Σχολάρχης ῎Ανδρου Σαμουήλ, οἱ ὁποῖες μᾆς βοηθοῦν νὰ σκιαγραφήσουμε καλύτερα τὴν προσωπικότητα τοῦ Παρίου. ᾿Αξιόλογο ἐπίσης εἶναι τὸ βιβλίο ποὺ ἔχει γράψει ὁ Παριανὸς πρεσβύτερος Νικόλαος ᾿Αρκᾆς μὲ τίτλο ᾿Αθανάσιος ὁ Πάριος, στὸ ὁποῖο ὑπάρχουν ὅλες σχεδὸν οἱ ἱστορικὲς μαρτυρίες γιὰ τὰ συγγράμματά του καθὼς καὶ πλῆθος βιογραφικῶν στοιχείων, ἐνῶ σημαντικὲς εἶναι καὶ οἱ πληροφορίες ποὺ ἀντλοῦμε ἀπὸ συγγράμματα ἀντιπάλων του, ὅπως τοῦ ᾿Αδαμαντίου Κοραῆ, ποὺ καταδεικνύουν τὴν εὐστροφία, τὴν πολυμάθεια καὶ τὴν πνευματικὴ διαύγεια ποὺ τὸν διέκρινε.
᾿Απὸ πολὺ νωρὶς ὁ εὐκατάστατος πατέρας του φρόντισε ὁ γιός του νὰ εἰσαχθεῖ στὸ δρόμο τῆς γνώσεως καὶ τῶν γραμμάτων, ἐγγράφοντάς τον ἀρχικὰ στὰ ἐκπαιδευτήρια τῆς γενέτειράς του Πάρου καὶ ἀργότερα, ὅπως μποροῦμε νὰ ὑποθέσουμε, σὲ ἕνα ἄλλο, ἀνώτερο, ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ λειτουργοῦσαν τὴν ἐποχὴ αὐτὴ στὴν περιοχὴ τῶν Κυκλάδων. Πολὺ γνωστὴ ἦταν ἡ Σχολὴ τῆς μονῆς τοῦ ἁγίου ᾿Αθανασίου στὴ Νάουσα τῆς Πάρου καθὼς καὶ τοῦ Παναγίου Τάφου στὴ Σίφνο. ᾿Αξιόλογη ἐπίσης ἦταν καὶ ἡ Σχολὴ τοῦ Γένους στὴν ῎Ανδρο.
Τὸ 1745 ὁ ᾿Αθανάσιος ἀναχώρησε γιὰ τὴ Σμύρνη καὶ ἐγγράφηκε στὴ Σχολὴ τοῦ Γένους -κατοπινὴ Εὐαγγελικὴ Σχολή- τὴν ὁποία εἶχε ἱδρύσει τὸ 1733 καὶ διηύθυνε ὁ μοναχὸς ῾Ιερόθεος Δενδρινὸς ἀπὸ τὴν ᾿Ιθάκη, ἄνδρας σπάνιας μορφώσεως καὶ διδάσκαλος πολλῶν γνωστῶν λογίων τῆς ἐποχῆς του.

Τὸ 1753 ὁ περίφημος λόγιος ἱεροδιάκονος ἀπὸ τὴν Κέρκυρα, Εὐγένιος Βούλγαρις, διαδέχθηκε τὸν Νεόφυτο στὴ διεύθυνση τῆς ᾿Αθωνιάδος. Παρόλη ὅμως τὴν ἐπιστημονικὴ εὐρυμάθεια ποὺ τὸν διέκρινε -χαρακτηρίστηκε ὡς ὁ "νέος ᾿Αριστοτέλης τῆς ῾Ελλάδος"- δὲν στάθηκε παράδειγμα μίμησης γιὰ τὸν Πάριο ὡς πρὸς τὴ διδασκαλία του. Μάλιστα ὁ Πάριος τὴν ἀποδοκίμασε θεωρώντας την ὡς μὴ ἐκφράζουσα πλήρως τὴν ὀρθόδοξη παράδοση. ᾿Ασχέτως ὅμως μὲ τὴ διαπίστωσή του αὐτή, ὠφελήθηκε πολὺ ἀπὸ τὸν Βούλγαρι, τελειοποιώντας μαζί του τὶς γνώσεις του στὰ φιλοσοφικὰ καὶ τὶς ξένες γλῶσσες.
῞Υστερα ἀπὸ τετραετῆ φοίτηση στὴν ᾿Αθωνιάδα καὶ ἀριστεύοντας σὲ ὅλα τὰ μαθήματα, ἀναλαμβάνει θέση καθηγητῆ στὴ Σχολὴ βοηθώντας κατὰ πολὺ τὸν διδάσκαλό του Εὐγένιο στὸ δύσκολο ἔργο τῆς Σχολαρχίας. Τὴν περίοδο αὐτὴ χειροτονεῖται διάκονος προφανῶς μὲ σύσταση τοῦ Εὐγενίου. ᾿Ενόσω βρισκόταν καὶ δίδασκε στὸν ῎Αθω, ἡ Σχολὴ τοῦ Γένους τῆς Θεσσαλονίκης δὲν εἶχε διευθυντή. Οἱ Θεσσαλονικεῖς γνωρίζοντας καλὰ τὸ ἔργο καὶ τὴν προσωπικότητα τοῦ Παρίου, ζήτησαν ἀπὸ τὸν Εὐγένιο νὰ ἀναλάβει ὁ ᾿Αθανάσιος τὴ διεύθυνσή της. ᾿Εκεῖνος τοῦ τὸ προτείνει ἀλλὰ ὁ ταπεινὸς ᾿Αθανάσιος μὲ χίλιες δυὸ προφάσεις ἀρνεῖται. Δὲν καταφέρνει ὅμως νὰ ἐμμείνει στὴν ἀπόφασή του. ῾Η πίεση τοῦ διδασκάλου του σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἀξιόλογη θέση ποὺ κατεῖχε ἡ Θεσσαλονίκη γιὰ τὴν ὀρθοδοξία, ἀνατρέφοντας καὶ προσφέροντας τόσους ἁγίους καὶ διδασκάλους στὴν ὑπηρεσία της, τὸν ἀνάγκασαν νὰ ἀλλάξει γνώμη καὶ νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς.
Δύο χρόνια οἱ Θεσσαλονικεῖς ἀπόλαυσαν τὴ διδασκαλία του στὴ Σχολὴ καὶ τὰ φλογερά του κηρύγματα στοὺς ναούς. Μαγεμένοι ἀπὸ τὴν εὐφράδεια τοῦ λόγου του καὶ τὸ παραδοσιακὰ ὀρθόδοξο ὕφος του, συνέρρεαν κατὰ πλήθη στοὺς ναοὺς ποὺ κήρυττε ἀποκομίζοντας μεγάλη ὠφέλεια ἀπ᾿ αὐτόν. Δυστυχῶς ἡ ἐπιδημία πανώλης ποὺ ἐνέσκηψε στὴν πόλη, ἀνάγκασε τὴ Σχολὴ νὰ διακόψει τὰ μαθήματά της, τὸν δὲ ᾿Αθανάσιο νὰ ἀναχωρήσει γιὰ τὴν Κέρκυρα γύρω στὰ 1760.
᾿Εκεῖ ὁ ᾿Αθανάσιος παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας, φυσικῆς καὶ ρητορικῆς στὴν ἰδιωτικὴ Σχολὴ τοῦ Νικηφόρου Θεοτόκη, διάσημου ἐπιστήμονα καὶ φίλου τοῦ διδασκάλου του Εὐγενίου, συμπληρώνοντας καὶ διευρύνοντας ἔτσι τὶς γνώσεις του. ῾Η παραμονή του ὅμως καὶ ἐδῶ δὲν διήρκεσε πολύ. ῾Ο συμμαθητής του στὴν ᾿Αθωνιάδα καὶ ἱδρυτὴς τῆς "Παλαμαίας Σχολῆς" τοῦ Μεσολογγίου, Παναγιώτης Παλαμᾆς, ὁ Θεσσαλός, τὸν προσκάλεσε νὰ πάει καὶ νὰ διδάξει ἐκεῖ, ἀφ᾿ ἑνὸς γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει στὴ διδασκαλία στὴ Σχολὴ καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου γιὰ νὰ διακονήσει ὡς κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Αἰτωλοακαρνανίας. ῾Ο ᾿Αθανάσιος ὑποχώρησε στὶς πιέσεις τοῦ φίλου του Παλαμᾆ, διέκοψε τὰ μαθήματα ποὺ παρακολουθοῦσε στὴν Κέρκυρα καὶ πῆγε στὸ Μεσολόγγι, ὅπου μὲ συνέπεια ἐργάστηκε ἕως τὴν ἀναχώρησή του γιὰ τὴ Θεσσαλονίκη τὸ 1767.
Τὸ ἔτος 1771 μετατέθηκε ὁ Σχολάρχης τῆς ᾿Αθωνιάδος Σέργιος Μακραῖος στὴ Μεγάλη Σχολὴ τῆς Βασιλεύουσας καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο κάλεσε τὸν ᾿Αθανάσιο νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνσή της. ᾿Εκεῖνος ἀποδέχτηκε τὴν πρόταση καὶ μετέβη στὸ ῞Αγιον ῎Ορος γιὰ νὰ ἀρχίσει τὸ δύσκολο ἔργο του. Πρέπει ἐδῶ νὰ σημειώσουμε ὅτι ἡ ᾿Αθωνιάδα μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Εὐγενίου Βούλγαρη εἶχε περιέλθει σὲ μιὰ πολὺ ἄσχημη κατάσταση, γεγονὸς ποὺ μαρτυρεῖται καὶ γλαφυρὰ παρουσιάζεται ἀπὸ

Δὲν ἦταν γραφτὸ ὅμως νὰ συνεχιστεῖ τὸ ἀξιόλογο ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦσε ὁ Πάριος ὡς Σχολάρχης καὶ τὸ Πατριαρχεῖο διαψεύστηκε στὶς προβλέψεις του. ῾Η ἀνάμιξή του στὴν περὶ μνημοσύνων ἔριδα ποὺ τὰ χρόνια ἐκεῖνα συγκλόνιζε τὸ ῞Αγιον ῎Ορος, καθὼς καὶ ἡ πολεμική του πρὸς κάθε τι ποὺ θεωροῦσε νεωτερισμὸ ἀλλοιωτικὸ τοῦ χαρακτῆρα τῆς ὀρθόδοξης παράδοσης, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἐκδιωχθεῖ ἀπὸ τὸ ῎Ορος καὶ τὴ Σχολαρχία μαζὶ μὲ τοὺς φίλους καὶ ὁμοϊδεάτες του, ἁγίους, Νικόδημο τὸν ῾Αγιορείτη καὶ ἐπίσκοπο Κορίνθου Μακάριο τὸν Νοταρᾆ. ᾿Επίσης καθαιρέθηκε μὲ συνοδικὴ ἀπόφαση ἀπὸ τὸ ἱερατικὸ ἀξίωμα -βαθμὸ ποὺ λίγα χρόνια πρὶν εἶχε λάβει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ ἁγίου Μακαρίου- ἐξαιτίας τῶν συκοφαντιῶν ποὺ ἐκτοξεύθηκαν ἐναντίον του στὸ Πατριαρχεῖο, τὸ ἔτος 1776 ἐπὶ πατριάρχου Σωφρονίου. Μαζί του καταδικάστηκαν οἱ ᾿Ιάκωβος ὁ Πελοποννήσιος, ᾿Αγάπιος ὁ Κύπριος, Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, Χριστόφορος Προδρομίτης καὶ Νικόδημος ῾Αγιορείτης. ῞Ολοι τους ἔφεραν τὸν ἐμπαικτικὸ τίτλο "Κολλυβάδες".
Δὲν ἄργησε ὅμως νὰ ἀρθεῖ ἡ παρεξήγηση μεταξὺ Πατριαρχείου καὶ Παρίου. Μὲ ὁμολογία πίστεως ποὺ ὁ ᾿Αθανάσιος ἔστειλε στὸ Πατριαρχεῖο, ἀθωώθηκε πανηγυρικὰ καὶ ἀνέκτησε τὸ ἀξίωμα τοῦ πρεσβυτέρου τὸ ἔτος 1781 ἐπὶ πατριάρχου Γαβριήλ. Στὸ τέλος τοῦ ἔργου του "᾿Αντίπαπας" μποροῦμε νὰ διαβάσουμε τὴν ἀθώωσή του τὴν ὁποία ὁ Πάριος ἔχει ἀφιερώσει στὸν πατριάρχη Γαβριήλ.
Φεύγοντας ἀπὸ τὸ ῞Αγιον ῎Ορος ἐνέδωσε στὴν ἐπίμονη παράκληση τῶν Θεσσαλονικέων νὰ ἔρθει ξανὰ στὴν πόλη τους καὶ νὰ ἀναλάβει τὴν ἄλλη Σχολή της, τὸ περίφημο ῾Ελληνομουσεῖο. Οἱ ἀπόψεις διχάζονται στὸ σημεῖο αὐτό γιὰ τὸ πόσα χρόνια ὁ Πάριος διηύθυνε τὴ Σχολή. ῾Ο ᾿Α. Ζ. Μάμουκας λέει ὅτι ἦταν διευθυντὴς γιὰ δώδεκα ἔτη, ἄποψη ποὺ υἱοθετεῖ καὶ ὁ καθ. Π. Κ. Χρήστου, ἐνῶ ὁ Ν. ᾿Αρκᾆς μαζὶ μὲ κάποιους ἄλλους ὑποστηρίζουν ὅτι διηύθυνε αὐτὴ γιὰ ὀκτὼ ἢ ἐννέα ἔτη. Τὸ σίγουρο πάντως εἶναι ὅτι ὁ Πάριος εἶχε τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς ἕως τὸ Φθινόπωρο τοῦ 1786.
Γιὰ μιὰ φορὰ ἀκόμη ἡ Θεσσαλονίκη εἶχε τὴν εὐτυχία νὰ ἀπολαύσει τόσο τὴ διδασκαλία του ὅσο καὶ τὴν ἀπ᾿ ἄμβωνος ψυχωφελέστατη οἰκοδομὴ ποὺ προσέφεραν τὰ κηρύγματά του. ῾Η πόλη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾆ βλέπει στὸ πρόσωπο τοῦ Παρίου ἕναν ἄξιο συνεχιστὴ τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστεως ποὺ εἶχε εἰσηγηθεῖ ὁ ἡσυχασμός. ῾Ο ἴδιος ὁ ᾿Αθανάσιος, δείχνει ἰδιαίτερη ἀγάπη στὰ συγγράμματα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου καὶ θεωρώντας τον, ὅπως ἀναφέρει, "μέγιστον ὑπέρμαχον τῶν θείων δογμάτων καὶ προστάτην τῆς ὀρθοδοξίας θερμότατον" μεταφράζει τὸ Βίο του ποὺ εἶχε συγγράψει ὁ μαθητής του πατριάρχης Φιλόθεος Κόκκινος. Προϊὸν ἐπίσης τῆς δεύτερης Σχολαρχίας του στὴ Θεσσαλονίκη εἶναι καὶ τὸ ἀξιολογώτατο ἔργο του "᾿Αντίπαπας" σ᾿ αὐτὸ, μὲ ἀφορμὴ τὴν προσωπικότητα τοῦ ἁγίου Μάρκου ᾿Εφέσου καὶ τὴν ἐμμονή μὲ τὴν ὁποία ἐκεῖνος ὑποστήριζε στὶς ἀλήθειες τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, καταφέρεται ἐναντίον τῶν κινδύνων ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ ὀρθοδοξία στὶς μέρες του ἀπὸ τοὺς κάθε λογῆς ἑτεροδόξους. ῞Ομως, καὶ μιὰ σειρὰ ἀπὸ ἄλλα ἔργα γράφηκαν τὴν περίοδο αὐτὴ ἀπὸ τὸν Πάριο στὴ Θεσσαλονίκη, ἐνῶ παράλληλα συνέχιζε καὶ τὴν κηρυκτικὴ διακονία του, ὠφελώντας μεγάλο μέρος πιστῶν. ῾Η δραστηριότητά του αὐτὴ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἁγιότητα βίου ποὺ τὸν διέκρινε, ἔγιναν αἰτία νὰ κληθεῖ ὁ ᾿Αθανάσιος ἀπὸ τὴ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία γιὰ νὰ ἀναλάβει τὴ Σχολὴ τῆς Βασιλεύουσας. Μεταξὺ τῶν δελεαστικῶν προσφορῶν ποὺ τοῦ ἔγιναν προκειμένου νὰ δεχθεῖ, ἦταν ἀκόμη καὶ ἡ χειροτονία του σὲ μητροπολίτη σὲ ἐπαρχία τῆς ἐπιλογῆς του.
῾Ο ᾿Αθανάσιος ὅμως, ἄνθρωπος ποὺ μιὰ ζωὴ ἔζησε μὲ ταπείνωση καὶ ἀνιδιοτέλεια, δὲν δελεάστηκε ἀπὸ τὶς προτάσεις τοῦ Πατριαρχείου καὶ ἔδωσε ἀπάντηση ἀνάλογη μὲ τὸ ἦθος καὶ τὶς ἀρχές του. ῾Ο βιογράφος του ᾿Α. Μάμουκας μᾆς τὴ διασώζει αὐτολεξί: "Τὰς μὲν ἀρχιερατείας τιμῶ καὶ προσκυνῶ ἀλλ᾿ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἄξιος. ῍Αν ἐκαταλάμβανα ὅτι ἔκαμνα περισσότερον καρπὸν εἰς τὴν Βασιλεύουσαν πόλιν, ἤθελα ἔλθει αὐτόκλητος. ᾿Επειδὴ ὅμως, ὡς στοχάζομαι, αὐτοῦ εἶναι κάποια ἐμπόδια, διὰ τοῦτο, ἄφετέ με, παρακαλῶ, ἐδῶ εἰς τὰ πέριξ νὰ ὠφελῶ ὅσον δύναμαι τοὺς ἀδελφούς μου καὶ τὸ Γένος μου".
῏Ηταν τέλη τοῦ Φθινοπώρου τοῦ 1786, ὅταν ἀποφάσισε νὰ πραγματοποιήσει τὸ μεγαλύτερο ὄνειρο τῆς ζωῆς του ποὺ ἦταν ἡ ἐπάνοδός του στὴ γενέτειρά του, Πάρο, καὶ ἡ προσφορὰ τῶν διδασκαλικῶν του ὑπηρεσιῶν στοὺς συμπατριῶτες του. ᾿Ανεχώρησε ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη γιὰ ἐκεῖ, ὅμως Ρωσοτουρκικὲς διενέξεις ποὺ συνέβαιναν στὴν περιοχὴ τοῦ Αἰγαίου ἀνάγκασαν τὸ πλοῖο του νὰ προσαράξει προσωρινὰ στὴ Χίο. Πρέπει νὰ ἦταν στὶς 6 Νοεμβρίου τοῦ 1786, ὅπως πληροφορούμαστε ἀπὸ ἐπιστολὴ ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Πάριος ἔστειλε ἀπὸ τὴ Χίο στὴ σύζυγο τοῦ Ρώσου προξένου τῆς Θεσσαλονίκης, Μαλδάμα Μελνικώφ. Τὸ νησὶ αὐτὸ ἐπρόκειτο νὰ ἀποτελέσει τὸ τελευταῖο καταφύγιο καὶ λιμάνι τοῦ περιπλανώμενου ᾿Αθανασίου.
Οἱ Χίοι, θεωρώντας ἐξαιρετικὴ εὐκαιρία νὰ ἔχουν στὸ νησί τους ἕναν διδάσκαλο τῆς ὁλκῆς τοῦ Παρίου, τοῦ πρότειναν νὰ ἀναλάβει τὴ διεύθυνση τῆς Σχολῆς τους. ῾Η πρότασή τους δὲν ἔγινε ἀρχικὰ δεκτὴ ἀπὸ τὸν ᾿Αθανάσιο, ὕστερα ὅμως ἀπὸ πιέσεις τοῦ ἁγίου Μακαρίου Νοταρᾆ, ποὺ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ βρισκόταν καὶ ἡσύχαζε στὸ νησί, καὶ τοῦ Κοινοβιάρχου Νήφωνα, ἀποφάσισε νὰ διδάξει στὴ Σχολὴ ὡς ἁπλὸς καθηγητὴς τῆς Ρητορικῆς.
Μὲ τὴ λήξη τῶν διενέξεων ὁ δρόμος ἄνοιξε καὶ ὁ ᾿Αθανάσιος ἑτοιμάστηκε νὰ φύγει γιὰ τὴν Πάρο. Στὴν ἀπόφασή του αὐτὴ σύσσωμος ὁ λαὸς τῆς Χίου μὲ ἐπικεφαλὴ τὸν μητροπολίτη Χίου Γαβριὴλ ἀντιτάχθηκε, ἐκλιπαρώντας τον νὰ μείνει καὶ νὰ συνεχίσει τὰ μαθήματά του στὴ Σχολή. Τὸ δίλημμα γιὰ τὸν ᾿Αθανάσιο ἦταν μεγάλο. ᾿Απὸ τὴ μιὰ ἡ νοσταλγία γιὰ τὴν πατρίδα του καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ καθῆκον τοῦ διδασκάλου ποὺ τὸν καλοῦσε νὰ παραμείνει. Τελικὰ τὸ δεύτερο ἐπικράτησε καὶ ἀνέλαβε τὴ Σχολαρχία τῶν δημοσίων σχολείων, τὰ ὁποῖα ἕνωσε σὲ μιὰ διδακτικὴ μονάδα γιὰ νὰ τὰ ὀργανώσει ἀργότερα τὸ 1792, σὰν Δημόσια Σχολὴ Χίου, τὸ κατοπινὸ Γυμνάσιο Χίου. Στὶς μέρες του ἡ Σχολὴ γνώρισε μεγάλη ἀνάπτυξη καὶ ἔγινε γνωστὴ ἀκόμη καὶ ἐκτὸς ῾Ελλάδος, ἐνῶ ἕνα πλῆθος μαθητῶν ποὺ ἀπεφοίτησαν ἀπὸ αὐτὴ ἀπέβησαν πραγματικοὶ ἱεραπόστολοι στὰ δύσκολα ἐκεῖνα χρόνια γιὰ τὸ Γένος καὶ τὴν ᾿Εκκλησία.
Τρεῖς δεκαετίες περίπου ὁ ᾿Αθανάσιος ἔμεινε στὴ Χίο, καὶ διηύθυνε τὴ Σχολὴ σχεδὸν μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Παραιτήθηκε ἀπὸ τὴ Σχολαρχία τὸ 1811, ὕστερα ἀπὸ ἔντονες πιέσεις καὶ συκοφαντίες τῶν ἀντιπάλων του -κυρίως τῶν Κοραῆ, Κούμα καὶ Πρωίου- ὀπαδῶν ὅλων τοῦ εὐρωπαϊκοῦ

Στὶς 24 ᾿Ιουνίου τοῦ ἔτους 1813 καὶ ἐνῶ εἶχε προετοιμαστεῖ κατάλληλα, ὁ ᾿Αθανάσιος τελείωσε ὁσιακὰ τὸν ἐπίγειο βίο του πλήρης ἡμερῶν καὶ μέσα σὲ ζηλευτὴ μακαριότητα, καταλείποντας ἕνα πλουσιώτατο συγγραφικὸ ἔργο, σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ λιγοστὰ προσωπικά του εἴδη. Χαρακτηριστικὰ ὁ βιογράφος του Μάμουκας ἀναφέρει πὼς τὰ μοναδικὰ ἀντικείμενα ποὺ βρῆκαν οἱ συνασκητές του στὸ κελλί του ὅταν πέθανε, ἦταν μιὰ ἐνδυμασία, ἕνα λυχνάρι καὶ ἕνα μελανοδοχεῖο. "Δι᾿ ὅ, ἀποθανὼν κατέλιπεν ὡς περιουσίαν μίαν ἐνδυμασίαν, ἕναν λύχνον καὶ ἓν μελανοδοχεῖον".
Οἱ πατέρες Νικηφόρος καὶ ᾿Ιωσήφ, ἐνεταφίασαν τὸ σῶμα του στὸ προπύλαιο τοῦ ναοῦ τοῦ μονυδρίου καὶ ἀργότερα, ὅταν ἀνοίχτηκε ὁ τάφος γιὰ νὰ θάψουν τὸν Νικηφόρο, μετέφεραν τὰ ὀστᾆ τοῦ ᾿Αθανασίου στὸ ὀστεοφυλάκιο. Τὸ 1822 ἀπὸ τὴν τρομερὴ πυρκαγιὰ ποὺ κατέκαυσε τὴ Χίο μαζὶ μὲ ἄλλα κτίρια κάηκε καὶ τὸ ὀστεοφυλάκιο τοῦ ἁγίου Γεωργίου Ρεστῶν. Εὐτυχῶς δὲν ἀποτεφρώθηκαν ὅλα τὰ ὀστᾆ τοῦ Παρίου καὶ διεσώθη ἡ τιμία κάρα του μαζὶ μὲ τεμάχια τοῦ λειψάνου του.
῞Οπως προαναφέραμε, τὸ ἔργο ποὺ κατέλιπε ὁ Πάριος εἶναι ὀγκωδέστατο καὶ τόσο ἀξιόλογο, ποὺ μᾆς ἐπιτρέπει νὰ τὸν χαρακτηρίσουμε ὡς ἕνα ἀπὸ τοὺς μεγαλύτερους θεολόγους καὶ διδασκάλους τοῦ καιροῦ του. Οἱ ἐρευνητές του τὸ κατατάσσουν σὲ ὀκτὼ κατηγορίες. ᾿Εδῶ θὰ ἀρκεστοῦμε στὴν ὀνομαστικὴ μόνο παρουσίαση τῶν τίτλων τῶν ἔργων του κατὰ κατηγορία:
Α¢ ᾿Απολογητικά: 1) ᾿Αντίπαπας, 2) ᾿Αντιφώνησις, 3) Οὐρανοῦ κρίσις, 4) Νέος Ραψάκης, 5) Φραγγέλιον, 6) ᾿Αλεξίκακον πνευματικόν, 7) ῎Εκθεσις ᾿Ορθοδόξου Πίστεως, 8) ᾿Εγχειρίδιον ἀπολογητικόν.
Β¢ Δογματικοκανονικά: 1) Δήλωσις περὶ τῆς ἀληθείας τῶν ἐν ῾Αγίῳ ῎Ορει ταραχῶν (διὰ τὰ τῶν Κολλυβάδων), 2) Περὶ τοῦ Μακαρίου Κορίνθου ἀπόδειξις, 3) ᾿Επιτομὴ εἴτε Συλλογὴ τῶν θείων τῆς πίστεως δογμάτων, 4) Προαναφώνησις, 5) Λατίνων ἀναβαπτισμός, 6) Περὶ Νεομαρτύρων, 7) ῎Εθος καὶ παράδοσις, 8) ᾿Επιστολή: ᾿Αναίρεσις κακοδοξιῶν σχετικῶς μὲ τὴν ἀνθρωπίνην ὑπόστασιν τοῦ Κυρίου, 9) Λόγος εἰς τὴν Β¢ Κυριακὴν τῶν Νηστειῶν, 10) Βάπτισμα ἀνάγκης, 11) Χρίσις μὲ μῦρον τῶν ἐπιστρεφόντων ἑτεροδόξων, 12) ᾿Ερωτήματα, 13) ᾿Απόκρισις, 14) "Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακεν πώποτε", 15) Σαφὴς ἀπόδειξις ὅτι οἱ ἑτερόδοξοι εἶναι καὶ αἱρετικοί, 16) Περὶ ἀγγέλων καὶ θείου κάλλους, 17) Περὶ ἐκκλησιασμοῦ, 18) Περὶ ἐπιστροφῆς εἰς τὴν ᾿Ορθοδοξίαν ᾿Αρμενίου κ.λπ.
Γ¢ Λειτουργιολογικά: 1) ῾Ο Μέγας ῾Αγιασμός, 2) Περὶ ἁγίων εἰκόνων, 3) Περὶ ἀναθημάτων, σκευῶν καὶ ἀμφίων, 4) Περὶ μνημοσύνων, 5) ῾Η γονυκλισία τῆς Πεντηκοστῆς κ.ἄ.
Δ¢ Παιδαγωγικά: 1) Γραμματικὴ τοῦ Νεοφύτου, 2) Ρητορικὴ πραγματεία, 3) Στοιχεῖα Μεταφυσικῆς, 4) Σχολικὴ ἐπίτασις, 5) Θεματογραφία, 6) ᾿Εξήγησις τῆς πρὸς τοὺς νέους παραινέσεως τοῦ Μ. Βασιλείου, 7) Διογένης περὶ ἀρετῆς, 8) ᾿Εξήγησις εἰς τὸν πρὸς Δημόνικον τοῦ ᾿Ισοκράτους παραινετικὸν λόγον.
Ε¢ Βιογραφίες: 1) Τοῦ ἁγίου Κλήμεντος, ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας, 2) Τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾆ, 3) Τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ ᾿Εφεσίου, 4) Τοῦ ἁγίου ᾿Ιωάννου τοῦ Κρητός, 5) Τοῦ ἁγίου Δημητρίου τοῦ Χίου, 6) Τοῦ ἁγίου Μακαρίου Νοταρᾆ, 7) Συναξάρια ὅλων τῶν Κυριακῶν καὶ τῶν μεγάλων ἑορτῶν τοῦ Νικηφόρου Καλλίστου, μεταφρασθέντα εἰς τὴν ἁπλῆν, 8) Διήγησις τοῦ ἐν Χίῳ γεγονότος θαύματος τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου κατὰ τῶν ᾿Αρμενίων ἐν ἔτει 1748, 9) Διήγησις τοῦ ἐν Χίῳ θαύματος τοῦ Τιμίου Προδρόμου κατὰ τῶν ᾿Αγαρηνῶν ἐν ἔτει 1740.
ΣΤ¢ Ποιητικά: Πλῆθος ἐπιγραμμάτων ποικίλων περιεχομένων καὶ μέτρων, καθὼς καὶ τὶς ἑξῆς ᾿Ακολουθίες: 1) Εἰς τὸν ἅγιον Κλήμεντα, 2) εἰς τὸν ἅγιον Γρηγόριον Παλαμᾆν, 3) εἰς τὸν ἅγιον ᾿Ελευθέριον, 4) εἰς τὸν ἅγιον Φανούριον, 5) εἰς τὴν ἁγίαν Παρασκευήν, 6) εἰς τὸν ἅγιον Δημήτριον τὸν νεομάρτυρα, 7) εἰς τὸν ἅγιον Μακάριον, 8) εἰς τὴν Οἰκουμενικὴν Σύνοδον τῆς ῾Αγίας Σοφίας, 9) ᾿Ανάπτυξις τροπαρίου ἁγίας Παρασκευῆς "Τὴν σπουδήν σου τῇ κλήσει κατάλληλον...".
Ζ¢ ῾Ομιλίες καὶ Λόγοι: Μέχρι στιγμῆς ἔχουν σωθεῖ ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῶν κηρυγμάτων του τὰ ἑξῆς: 1) Εἰς ἁγίαν Αἰκατερίναν, 2) εἰς Μέγαν ᾿Αθανάσιον, 3) εἰς τὸν Εὐαγγελισμὸν τῆς Θεοτόκου, 4) εἰς τὸν Τίμιον Σταυρόν, 5) ᾿Εξήγησις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ κ.λπ.
Η¢ ᾿Επιστολές: ᾿Απὸ τὸ πλῆθος ἐπίσης τῶν ἐπιστολῶν του ἔχουν βρεθεῖ πρὸς τὸ παρὸν δύο ἀπολογητικὲς στοὺς ὑπ᾿ ἀριθ. 5716 καὶ 6175 κώδικες τῆς Μονῆς ἁγ. Παντελεήμονος ῎Αθω. Πρὸς Κοραῆν, πρὸς ᾿Ιωάννην, πρὸς Παναγιώτην Παλαμᾆν κ.ἄ. (Βλ. σχετικὰ Κατάλογο Σπ. Λάμπρου). ᾿Επιστολὲς πρὸς ἐπίσκοπον ᾿Αρδαμερίου, πρὸς μητροπολίτην Γεννάδιον. Σὲ χειρόγραφο τῆς ᾿Εθνικῆς Βιβλιοθήκης, ἐπιστολὴ πρὸς ἐλλογιμώτατον Κυπριανὸν (χειρόγραφο 1344) κ.λπ.
Τὸ ἔτος 1995, 182 χρόνια μετὰ τὸ θάνατό του, ἡ Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησία ἀποφάσισε νὰ τιμήσει καὶ τὸν τρίτο "Κολλυβά". Μὲ πράξη ἁγιοποίησης ποὺ δημοσιεύτηκε τὸ μῆνα ᾿Ιανουάριο -στὶς ἐννέα- ἀνακήρυξε αὐτὸν ἅγιο, ὕστερα ἀπὸ ἔκθεση τοῦ μητροπολίτη Παροναξίας κ.κ. ᾿Αμβροσίου καὶ ἐπίμονη ἐπιθυμία καὶ παράκληση τοῦ ποιμνίου τῆς μητροπόλεως αὐτῆς. ῾Η δὲ μνήμη του καθορίστηκε νὰ ἑορτάζεται στὶς 24 ᾿Ιουνίου ἑκάστου ἔτους, ἡμερομηνία τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του.
Τὰ τίμια λείψανά του -ἡ κάρα καὶ μέρος τῶν ὀστῶν- φυλάσσονται στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Γεωργίου Ρεστῶν Χίου, ὅπου καὶ ὁ τάφος του, ἐνῶ καὶ στὴ γενέτειρά του, Κῶστο τῆς Πάρου, φυλάσσεται τεμάχιο ἐξ αὐτῶν. Στὴν ᾿Αντίπαρο ὑπάρχει ναὸς ἀφιερωμένος στὸν ἅγιο ᾿Αθανάσιο τὸν Πάριο καὶ στὸν Κῶστο ἔχει ἀνεγερθεῖ ἡρῶον πρὸς τιμήν του. ᾿Επίσης ἡ Μητρόπολη Παροναξίας ἔχει ἀρχίσει ἐνέργειες γιὰ τὴν ἀνέγερση ναοῦ στὴ γενέτειρά του. Ακολουθία τοῦ ἁγίου ἔχει συντάξει ὁ ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας Γεράσιμος μοναχὸς ὁ Μικραγιαννανίτης.
Πηγή
http://www.agiosgeorgioslatsia.com
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Ο σχολιασμός του αναγνώστη (ενημερωμένου η μη) είναι το καύσιμο για το ιστολόγιο αυτό, έτσι σας προτρέπουμε να μας πείτε την γνώμη σας. Τα σχόλια οφείλουν να είναι κόσμια, εντός θέματος και γραμμένα με Ελληνικούς χαρακτήρες (όχι greeklish και κεφαλαία).
Καλό είναι όποιος θέλει να διατηρεί την ανωνυμία του να χρησιμοποιεί ένα ψευδώνυμο έτσι ώστε σε περίπτωση διαλόγου, να γίνεται αντιληπτό ποιος είπε τι. Κάθε σχόλιο το οποίο είναι υβριστικό η εμπαθές, θα διαγράφεται αυτομάτως.