Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος (1404-1453): Στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού....

γράφει ο Κωνσταντίνος Λινάρδος

 Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Φεβρουάριο του 1404.  Ήταν το όγδοο από τα  δέκα παιδιά  (τα τέσσερα πέθαναν πρόωρα) του Αυτοκράτορα Μανουήλ και της Σέρβας συζύγου του Ελένης Δραγάτση. Σύμφωνα με τα έθιμα, εψάλη το `` Βασιλίκιον ``, ενώ στην ανακτορική φρουρά μοιράστηκε θερμόμελο.

Ο Κωνσταντίνος στα παιδικά του χρόνια, φαίνεται ότι έμεινε στην Κωνσταντινούπολη, λαμβάνοντας παιδεία που άρμοζε σε βασιλοπαίδι με βασικό παιδαγωγό θείο του Γεωργίου Φραντζή. Το γεγονός αυτό τους έφερε κοντά και ο λίγο μεγαλύτερος Φραντζής (1401), έμελλε να γίνει ο πλέον πιστός και έμπιστος άνθρωπος του.

Σύμφωνα με μαρτυρία του Ciriako Pizzicoli, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (την χρονιά της στέψης του το 1449) ήταν ωραίος, ψηλός, αθλητικός, με στρογγυλό καστανό γενάκι και γκρίζα μαλλιά, γεμάτος ευγένεια και καλοσύνη. (Χρήστου Ζαλοκώστα – Κωνσταντίνος Παλαιολόγος). Από νεαρή ηλικία, ο πατέρας του Αυτοκράτορας Μανουήλ, (τηρώντας πάντα τις ισορροπίες) , έδειξε να τον εμπιστεύεται, παραχωρώντας του τις εναπομείνασες πόλεις στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, με έδρα την Αγχίαλο.

Όμως σχεδόν αμέσως αναγκάστηκε να επιστρέψει προκειμένου να συνδράμει την άμυνα της Κωνσταντινούπολης, που το καλοκαίρι του 1422 πολιορκήθηκε από τον Μουράτ, που για πρώτη φορά έκανε και χρήση πυροβόλων όπλων…Λίγο αργότερα η υγεία του Μανουήλ χειροτέρευσε και το 1425, απεβίωσε ορίζοντας διάδοχο του, τον ήδη συναυτοκράτορα, πρωτότοκο υιό του Ιωάννη. Το 1426, ο Ιωάννης Παλαιολόγος, μετέβη μαζί με τον Κωνσταντίνο στην Πελοπόννησο. Στόχος η επανάκτηση των περιοχών που παρέμεναν υπό Φραγκικό έλεγχο. Εκτός των Βενετικών κτήσεων της Μεθώνης , της Κορώνης και του Ναυπλίου, το μεγαλύτερο μέρος των κτήσεων ανήκε στον Ιταλό Κάρολο Τόκκο.

Ο Τόκκος διαπιστώνοντας ότι δύσκολα θα μπορούσε να αντισταθεί, πρότεινε να παντρέψει την ανιψιά του Μαγδαληνή με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, δίνοντας τα εδάφη του δουκάτου ως προίκα …Ο Κωνσταντίνος δέχτηκε υπό τον όρο η Μαγδαληνή, να βαπτισθεί Ορθόδοξη, αίτημα που έγινε δεκτό, με την Μαγδαληνή να μετονομάζεται σε Θεοδώρα. Όμως ο γάμος του δεν έμελλε να διαρκέσει πολύ, αφού η Θεοδώρα, υπέστη βαριάς μορφής  πνευμονία που έμελλε να αποβεί μοιραία. Ο Κωνσταντίνος αφού τίμησε την σύζυγο του, μετέβη στην Γλαρέντζα (Κυλλήνη) , έως τότε πρωτεύουσα των κτήσεων του Τόκκου, ενώ προχώρησε και σε πολιορκία της Πάτρας, της μόνης Πόλης (εκτός των Βενετικών κτήσεων) που αντιστεκόταν ακόμη.

Ύστερα από σύντομη πολιορκία και αφού ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος παρολίγο να πιαστεί αιχμάλωτος , η Πόλη άνοιξε τις πύλες της , γενόμενη και αυτή ύστερα από διακόσια χρόνια, μέρος της Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης. Λίγο αργότερα όμως, Καταλανοί πειρατές, κατέλαβαν την Γλαρέντζα, ζητώντας χρήματα  για να αποχωρήσουν, αναγκάζοντας τους Βυζαντινούς να εκταμιεύσουν δώδεκα χιλιάδες φλουριά. Ύστερα από το συμβάν αυτό και για να μην επαναληφθεί ξανά , αποφασίζεται το γκρέμισμα των τειχών της. Τα χρόνια που ο Κωνσταντίνος βρισκόταν στην Πελοπόννησο, ήρθε σε επαφή και φαίνεται ότι επηρεάστηκε αρκετά από τις ιδέες του Πλήθωνα Γεμιστού, του σημαντικότερου φιλοσόφου της εποχής του. Στην Πελοπόννησο εκείνη την περίοδο κυρίαρχη ομάδα ήταν οι δυνατοί γαιοκτήμονες που εκμεταλλευόμενοι και τις συνεχείς έριδες των Παλαιολόγων, είχαν επί της ουσίας επιβάλλει το δικό τους δίκαιο, που για τον απλό χωρικό ήταν ιδιαίτερα σκληρό.

Ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να αλλάξει αρκετά κακώς κείμενα, αλλά και να ενισχύσει το στράτευμα με ντόπιους πολεμιστές. Παράλληλα ανέπτυξε διαύλους επικοινωνίας με την φίλα προσκείμενη στην Κωνσταντινούπολη, ομάδα των Αθηνών, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Δημήτριος Χαλκοκονδύλης, πατέρας του ιστοριογράφου Λαόνικου. Οι ενέργειες αυτές, ανησυχούσαν τους Βενετούς, αλλά και τους εγχώριους γαιοκτήμονες που αντιδρούσαν, προκαλώντας του πονοκεφάλους όμως μη διαθέτοντας επαρκείς δυνάμεις, επιδίωκε την εξεύρεση συμβιβαστικών λύσεων.

Το 1437 ο Ιωάννης Παλαιολόγος, τον ενημέρωσε ότι σκόπευε να μεταβεί στην Ιταλία , για να μετάσχει στην σύνοδο Ένωσης των δύο Εκκλησιών, ορίζοντας να είναι εκείνος που θα τον αντικαθιστούσε στην Κωνσταντινούπολη. Ο Κωνσταντίνος αν και δεν επιθυμούσε να διακόψει την προσπάθεια που κατέβαλλε στον Μοριά, υπάκουσε στην επιθυμία του αδερφού του…

Οι συζητήσεις ολοκληρώθηκαν με την ένωση των Εκκλησιών τον Ιούλιο του 1439. Παρόλα αυτά ο Αυτοκράτορας Ιωάννης, επέστρεψε στην Βασιλεύουσα , μόλις τον Φεβρουάριο του 1440, γεγονός που από μόνο του αποδυνάμωσε τις όποιες προσπάθειες επιβολής της ένωσης, αφού οι αντιτιθέμενοι ήταν πολλοί και ισχυροί. Για τον Αυτοκράτορα, η επιστροφή επιφύλασσε ένα ακόμη δυσάρεστο γεγονός, τον θάνατο της γυναίκας του, Μαρίας της Τραπεζούντας. Με δεδομένο το προχωρημένο της ηλικίας του και την ατεκνία του, κρίθηκε σκόπιμο να βρεθεί υποψήφια νύφη για τον αδερφό του Κωνσταντίνο, η οποία και τελικά ήταν η Αικατερίνη Γκατελούζι , κόρη του Δούκα της Λέσβου , με τους γάμους να πραγματοποιούνται τον Ιούλιο του 1441.

Λίγους μήνες μετά , έγινε γνωστό ότι η Αικατερίνη , έμενε έγκυος, γεγονός που χαροποίησε τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, όμως οι εξελίξεις που ακολούθησαν , είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο της γυναίκας του και του εμβρύου. Ο αδερφός του Δημήτριος Παλαιολόγος, εμφανιζόμενος ως ένθερμος Ανθενωτικός και με την στήριξη του Σουλτάνου, επιχείρησε να καταλάβει την Κωνσταντινούπολη….Ο Κωνσταντίνος που βρισκόταν στην Λέσβο, ξεκίνησε να μεταβεί στην Βασιλεύουσα, για να βοηθήσει τον Αυτοκράτορα, παίρνοντας μαζί του και την εγκυμονούσα γυναίκα του. Όμως το καράβι έγινε αντιληπτό από τους Τούρκους, που άρχισαν να τους καταδιώκουν, αναγκάζοντας τους να καταφύγουν στην Λήμνο. 

Οι Τούρκοι επιχείρησαν χωρίς επιτυχία να καταλάβουν το κάστρο. Όμως η ταλαιπωρία είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει αιμορραγία της εγκυμονούσης γυναίκας του που οδήγησε στην αποβολή του μωρού και στη συνέχεια παρά τις προσπάθειες στον θάνατο και της ίδιας…Ο δεύτερος πρόωρος θάνατος συζύγου του και μάλιστα ενώ ετοιμαζόταν να φέρει στον κόσμο το πρώτο του παιδί λύγισε τον Κωνσταντίνο…

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ελληνιστής λόγιος της εποχής Μιχαήλ Αποστόλης `` Μετά τον θάνατο και της δεύτερης συζύγου του ``εύρον αυτόν κατατρυχόμενον υπό αχλύος της ψυχής και νεφώδους σκοτομαίνης του νοός ``. Το Φθινόπωρο του 1443, και ενώ οι εξελίξεις στην Βαλκανική χερσόνησο ήταν ραγδαίες, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος επιστρέφει ως δεσπότης στην Πελοπόννησο.Με την παρότρυνση του παπικού απεσταλμένου Τσεζαρίνι και με επικεφαλής τον Πολωνό Λαδίσλαο , τον Ούγγρο Ουνυάδη και τον Σέρβο Μπράνκοβιτς, σχηματίστηκε σταυροφορικός στρατός που κατόρθωσε να νικήσει επανειλημμένα τις δυνάμεις των Οθωμανών, καταλαμβάνοντας την Νις και την Σόφια.


Οι νίκες των Σταυροφόρων, δίνουν μία νότα αισιοδοξίας, που αποτυπώνονται και στις επιστολές του Καρδινάλιου Βησσαρίωνα, προς τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Στις επιστολές ο Βησσαρίων αφού καυτηριάζει τις καταπιέσεις και την ανικανότητα των αρχόντων, παροτρύνει τον Κωνσταντίνο να προβεί σε μεταρρυθμίσεις , θυμίζοντας του ότι κυβερνά την χώρα των Λακεδαιμονίων. Μεταξύ άλλων του επισημαίνει ότι η επιλογή των αρχόντων πρέπει να γίνεται αριστίνδην και όχι πλουτίνδην, αλλά και την ανάγκη ορθολογιστικής οργάνωσης του τόπου, διδασκόμενος από τους αρχαίους νομοθέτες Σόλωνα και Λυκούργο. Τον διαβεβαιώνει ότι αν προσπαθήσει και λειτουργήσει με τις παραπάνω αρχές θα έχει κοντά του όλο το `` των Ελλήνων γένος``. (Απόστολου Βακαλόπουλου `` Ιστορία του νέου Ελληνισμού, Τόμος Α΄).

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, συμμεριζόμενος τις απόψεις αυτές, αναδιοργανώνει την στρατιωτική και πολιτική διοίκηση της επικράτειας του. Σύμφωνα με τον Φραντζή , οι εντολές του προς τους διοικητές, ήταν να σέβονται και να τηρούν τους νόμους , να αποδίδουν δικαιοσύνη και να κρατιούνται μακριά από τα δώρα και τις δωροδοκίες…Σύμφωνα με τον περιηγητή Ciriako Pizzicoli, υπήρχαν στην Πελοπόννησο καλλιεργημένες πεδιάδες και κοιλάδες με οπωροφόρα δένδρα , καθώς και αμπέλια και ελαιόδεντρα. Το γεγονός αυτό μπορεί να οφειλόταν και στην ύπαρξη προστατευτικών μέτρων για τους γεωργούς και την γεωργία. Μέσα στο πνεύμα αυτό ο Κωνσταντίνος , οργανώνει και ετήσιους αγώνες δρόμου το ανδρόδρομον και το πενταστάδιον , σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, με χρηματικά έπαθλα για τους πρώτους νικητές. (Απόστολου Βακαλόπουλου `` Ιστορία του νέου Ελληνισμού, Τόμος Α΄).

Στο στρατιωτικό πεδίο, εκμεταλλευόμενος την δύσκολη θέση των Οθωμανών, εξορμά σε Αθήνα και Θήβα, εξαναγκάζοντας τον ηγεμόνα τους Νέριο Β’ Αγιατζόλι σε υποταγή και ετήσια καταβολή φόρου 30.000 δουκάτων. Στη συνέχεια ενισχυόμενος και με τριακόσιους στρατιώτες από την Βουργουνδία, συνέχισε την προέλαση, καταλαμβάνοντας την Αυλίδα, μέρος της Φωκίδας, το Λιδωρίκι και τη Ναύπακτο. Κατόπιν προωθείται μέχρι τα Άγραφα, με τους Βλάχους και τους Αλβανούς να τάσσονται υπέρ του….Η προέλαση ήταν προφανής. Ο Κωνσταντίνος ήξερε ότι  αν οι Χριστιανοί ηγεμόνες ενώνονταν μπορούσαν να εκδιώξουν τους Οθωμανούς τουλάχιστον από την Ευρώπη. Επειδή όμως ήξερε και τις διαφορετικές επιδιώξεις τους, ήθελε να είναι έτοιμος , ούτως ώστε σε περίπτωση νίκης, να εκμεταλλευτεί τις περιστάσεις, με στόχο την ανάκτηση των χαμένων περιοχών και την μεσαιωνική αναβίωση ενός ελληνικού Βασιλείου …

Όμως η επιτυχία από την αποτυχία δεν απέχει πολύ. Ο ίδιος φιλοδοξούσε να γίνει Αγησίλαος  ή Μιλτιάδης αλλά κατέληξε να γίνει Λεωνίδας για το γένος του. Οι Οθωμανοί ήταν σε δύσκολη θέση όμως πέτυχαν δεκαετή ανακωχή, διασπώντας παράλληλα τους αντιπάλους τους. Η ανακωχή υπογράφτηκε το καλοκαίρι του 1444, αλλά ο εκπρόσωπος του Πάπα, Τζεζαρίνι δεν ήταν ικανοποιημένος από τα έως τότε αποτελέσματα. Έτσι αφού αποδέσμευσε από τους όρκους τους χριστιανούς ηγέτες, τέθηκε επικεφαλής της στρατιάς που συνέχιζε πλέον την πορεία της με στόχο την εκδίωξη των Οθωμανών από την Ευρώπη.

Όμως πλέον οι συνθήκες είχαν αντιστραφεί. Ενώ από τον στρατό των Σταυροφόρων αποχωρούσε ο Μπράνκοβιτς (με τους οκτώ χιλιάδες άνδρες του), ο Οθωμανικός στρατός ενισχυόταν, αφού τα ασιατικά τμήματα εκμεταλλευόμενα τις χριστιανικές αντιδικίες κατάφερναν να περάσουν στην Ευρώπη. Οι μεν Βενετοί που φύλαγαν την Καλλίπολη, περίμεναν οδηγίες και μία σίγουρη πληροφόρηση, για το αν υπήρχε ανακωχή ή πόλεμος, ενώ η Κωνσταντινούπολη παρέμενε αδρανής.

Επιπλέον για να περάσουν απέναντι οι Οθωμανοί χρησιμοποίησαν και το όπλο της δωροδοκίας (Χαλκοκονδύλης) , πείθοντας γενουάτες και ορισμένους βενετούς να τους βοηθήσουν. Αργότερα ο Πάπας Ευγένιος Δ’ τους αφόρισε (Donald Nicol `` Βυζάντιο και Βενετία``), αλλά τα αργύρια που ήταν περισσότερα από τριάντα, βάρυναν περισσότερο στην ζυγαριά... Όμως παρά  τις αντιξοότητες ο σταυροφορικός στρατός επιτέθηκε στην Βάρνα τον Νοέμβριο του 1444, με τέτοια ορμή καταφέρνοντας να διασπάσει τις Οθωμανικές γραμμές, με τον Σουλτάνο Μουράτ να βρίσκεται ένα βήμα πριν την υποχώρηση.

Σύμφωνα όμως με Οθωμανικό χρονικό, οι Γενίτσαροι, αφού συγκράτησαν τον Σουλτάνο επιχείρησαν γενική ανασύνταξη που σε συνδυασμό με τον θάνατο του γενναίου αλλά ριψοκίνδυνου Λαδίσλαου που επιχείρησε μόνος του να εισχωρήσει βαθιά στο Οθωμανικό στρατό, έφερε αντιστροφή της κατάστασης,  με τους Οθωμανούς να παίρνουν μία σημαντική και ίσως ανέλπιστη νίκη. Η αξία της μάχης της Βάρνας δεν έχει εκτιμηθεί όσο θα έπρεπε και κυρίως στο πόσο κοντά έφτασαν στο μεγάλο στόχο οι δυνάμεις των Χριστιανών. Αν οι Βενετοί εμπόδιζαν την μετάβαση των ευρισκόμενων στην Ασία στρατευμάτων και αν Σέρβοι και Αλβανοί ήταν στη Βάρνα , ίσως η μοίρα των Βαλκανίων να ήταν ριζικά διαφορετική.

Όμως η ιστορία δεν γράφεται με αν και εφόσον….. Οι Οθωμανοί ήταν οι μεγάλοι νικητές. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος εκεί που ευελπιστούσε να προχωρήσει μέχρι την Κωνσταντινούπολη, αναγκάστηκε να υποχωρήσει στα Εξαμίλια, όπου ήλπιζε να συγκρατήσει τον Οθωμανικό στρατό. Ο Σουλτάνος Μουράτ, είχε ενδώσει  στις πιέσεις του Νέριου Β΄ Ατζαγιόλι, αλλά και του τσιφλικά της Θεσσαλίας , Μουχτάρ Τουραχάν, που επιθυμούσαν να τον εκδικηθούν επειδή τόλμησε να απειλήσει τα εδάφη τους….

Έτσι το χειμώνα του 1446, έφτασε στα Εξαμίλια. Ο Κωνσταντίνος μαζί με τον αδερφό του Θωμά αντέταξαν σθεναρή άμυνα, όμως οι Οθωμανοί χάρις την δοκιμασμένη μέθοδο των ανατινάξεων μέσω των λαγουμιών, καθώς και με την χρήση των πυροβόλων που διέθεταν, την διέσπασαν …Μοιραία συνέπεια οι λεηλασίες καθώς και η συγκομιδή εξήντα χιλιάδων αιχμαλώτων από  περιοχές της βόρειας Πελοποννήσου που υπέφερε τα πάνδεινα. Το 1448, ο Ουνυάδης αποφάσισε με μικρότερες όμως δυνάμεις , να αντιμετωπίσει εκ νέου στο Κοσσυφοπέδιο τους Οθωμανούς . Η μάχη την πρώτη ημέρα ήταν αμφίρροπη, όμως την επομένη έγειρε υπέρ των Οθωμανών , αναγκάζοντας τον Ουνυάδη σε φυγή…

Η  εδραίωση των Οθωμανών στα Βαλκάνια ήταν πλέον αναμφισβήτητη, με τις χριστιανικές δυνάμεις να περνάνε σε φάση άμυνας και ανασύνταξης. Το φθινόπωρο του 1448, απεβίωσε ο Αυτοκράτορας Ιωάννης. Αν και κοινή πεποίθηση ήταν  ότι διάδοχος του θα ήταν ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, εντούτοις ο νεώτερος αδερφός του Δημήτριος , εκμεταλλευόμενος την παρουσία του στην Πόλη, προσπάθησε με την βοήθεια ανθενωτικών κύκλων, να στεφθεί αυτός Αυτοκράτορας.

Όμως η προσπάθεια έπεσε στο κενό, αφού όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Φραντζής :  `` η μήτηρ  και οι αδελφοί και το πρωτείον του χρόνου και η αγάπη των εν τη Πόλει σχεδόν πάντων τον Κυρ Κωνσταντίνο εις βασιλέα κρίνουσι``. Η στέψη έγινε στις 06 Ιανουαρίου 1449 στην Μητρόπολη του Μυστρά και παρά τα αυτοκρατορικά τυπικά ήταν λιτή. Όπως ανέφερε ο Francisco Filelfo, ο Κωνσταντίνος είχε την ψυχήν`` υψηλόφρονα και ευσεβή``. Ο ίδιος έχοντας συνείδηση των δυσκολιών ανέφερε: ``Η Βασιλεία αγών εστί άνευ τέλους και εν περιπτώσει εισέτι νίκης ο Βασιλεύς θα έχει απωλέσει τας χαράς της ζωής``.          

Στις 12 Μαρτίου, έφτανε στην Κωνσταντινούπολη που τον υποδέχτηκε ραίνοντας τον με άνθη και αναφωνώντας : Βασιλεί των Κωνσταντίνω πολλά τα έτη!

Πρώτη του απόφαση, ήταν το μοίρασμα της Πελοποννήσου στα αδέρφια του Δημήτριο και Θωμά, βάζοντας τους να ορκιστούν ότι ο ένας θα σεβόταν τα εδάφη του άλλου. Βασική του όμως μέριμνα η εξεύρεση χρημάτων. Γα το λόγο αυτό επιβλήθηκαν φόροι σε ορισμένα εισαγόμενα προϊόντα όπως το κρασί και τα δέρματα, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση των Βενετών, αλλά και των Ραγουζαίων.Τον Φεβρουάριο του 1451, ο Σουλτάνος Μουράτ αποβιώνει και στο θρόνο ανέρχεται ο νεαρός και φιλόδοξος Μεχμέτ Β’.  Ο Κωνσταντίνος ως όφειλε έστειλε αντιπροσωπεία με δώρα , κάνοντας λόγο για συνέχιση των συμφωνιών.

Ο Σουλτάνος που ακόμη δεν είχε εδραιωθεί, αλλά και αντιμετώπιζε επίθεση από το εμιράτο του Καραμάν, δέχτηκε δωρίζοντας μάλιστα και τα εισοδήματα των χωριών γύρω από την περιοχή του Στρυμόνα που ανέρχονταν σε 300.000 άσπρα , ως αποζημίωση για τα έξοδα και την διατροφή ενός ξαδέρφου του, του Ορχάν , που είχε καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη και που ουσιαστικά οι Οθωμανοί πλήρωναν λύτρα για να μένει περιορισμένος εκεί! 


Ο Μεχμέτ χωρίς να χάσει καιρό εκστράτευσε εναντίον του Καραμάν, αναγκάζοντας τον Εμίρη Ιμπραήμ να ζητήσει συγχώρεση, στο μεταξύ όμως ο Παλαιολόγος υπέπεσε σε στρατηγικό σφάλμα. Έχοντας λανθασμένες πληροφορίες για τις ικανότητες και την δυναμική του νέου Σουλτάνου, έστειλε νέα αντιπροσωπεία με αίτημα τον διπλασιασμό των λύτρων … φύλαξης του Ορχάν. Ο Σουλτάνος μαθαίνοντας τα καθέκαστα χάρηκε γιατί του έδιναν την δυνατότητα να απεμπλακεί από τους όρκους του, την στιγμή μάλιστα που ήδη στροβιλιζόταν στο μυαλό του η κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Ο Κωνσταντίνος αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο απευθύνθηκε για βοήθεια τόσο στην Βενετία όσο και στον Πάπα, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα της ένωσης των Εκκλησιών.

Όμως η επαναφορά του θέματος προκάλεσε την αντίδραση ανθενωτικών κύκλων, που μάλιστα το καλοκαίρι του 1451, πραγματοποίησαν σύναξη στην οποία καθαίρεσαν τον ενωτικό Πατριάρχη , Γρηγόριο Μελισσηνό, τοποθετώντας στην θέση του τον Ανθενωτικό Αθανάσιο. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν αντέδρασε, αλλά και ούτε και αποδέχτηκε τις ενέργειες αυτές, προτιμώντας να παραμείνει η πατριαρχική θέση κενή! Την άνοιξη του 1452, ο Μεχμέτ , αποφάσισε να κτίσει δεύτερο φρούριο (Ρούμελη Χισάρ)  στην ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου σε εδάφη που θεωρητικά ανήκαν στην Κωνσταντινούπολη.  Ήδη στην Ασιατική πλευρά υπήρχε από την εποχή του παππού του Βαγιαζήτ , αντίστοιχο φρούριο το Ανατολού Χισάρ.

Με φιρμάνι κάθε διοικητής αναλάμβανε να συνεισφέρει με άνδρες και υλικά το χτίσιμο, η έναρξη του οποίου αποφασίστηκε να ξεκινήσει τον Ιούνιο του 1452. Παράλληλα είχε δοθεί η εντολή να ξεκινήσει η κατάληψη κάθε εδάφους, έξω από τα τείχη. Στις διαμαρτυρίες του Κωνσταντίνου απάντησε , ότι θα έκανε ότι του αρέσει και όποιος μπορούσε ας τον εμπόδιζε…Τότε ο Αυτοκράτορας του έστειλε δεύτερη επιστολή , στην οποία του τόνιζε ότι με δική του ευθύνη ο πόλεμος αρχίζει και ας τους κρίνει ο Θεός!

Πρώτη απόφαση του Κωνσταντίνου, ήταν να εισέλθουν στην πόλη, οι κάτοικοι των έξω περιοχών, αλλά και να σταλούν πλοία , προς εξεύρεση βασικών προϊόντων όπως σιτάρι. Παράλληλα υπήρξε έκκληση σε όλο τον χριστιανικό κόσμο για βοήθεια.Βασικό του επίσης μέλημα η εξεύρεση χρημάτων, απαραίτητων για την πληρωμή των εξόδων. Έτσι με πιθανό εγγυητή τον Λουκά Νοταρά, τον ισχυρότερο πολίτη της Πόλης, έλαβε δάνεια τόσο από τους Γενουάτες του Πέρα , αλλά και από τους Βενετούς. (Τόνια Κιουσοπούλου `` Βασιλεύς ή Οικονόμος``).

Όμως τα προβλήματα ήταν πολλά και δισεπίλυτα…. Ήδη τον είχε εγκαταλείψει ο Ούρμπαν, ειδικός στην κατασκευή κανονιών , δελεαζόμενος από τα χρήματα του Μεχμέτ…,  ενώ η άφιξη του Καρδινάλιου Ισίδωρου μαζί με διακόσιους στρατιώτες , αναζωπύρωσε το ηθικό , αλλά μαζί και τις αντιδράσεις. Όπως αναφέρει ο Κριτόβουλος `` Τη περί το Θείον δόξη τα τε ένδον αυτή στάσεως γέμει και ταραχής δια ταύτην γε την αιτίαν ``. Οι ταραχές εντάθηκαν όταν την 12η Δεκεμβρίου του 1452, όταν στην Αγία Σοφία πραγματοποιήθηκε ενωτικό συλλείτουργο στο οποίο αναφέρθηκε και το όνομα του Πάπα Νικόλαου Ε’….

Ο διχασμός κορυφωνόταν, πολλοί ανθενωτικοί παροτρυνόμενοι από ιερείς και μοναχούς , κυκλοφορούσαν στην Πόλη, κατηγορώντας τους ενωτικούς και τον Αυτοκράτορα, αποφεύγοντας να περάσουν ακόμη και απέξω από Εκκλησίες που θεωρούνταν ότι είχαν μνημονεύσει τον Πάπα. Παράλληλα ο Γεννάδιος Σχολάριος, από την Μονή του Παντοκράτορα, θυροκολλούσε τις θέσεις του παροτρύνοντας τον κόσμο να μην εγκαταλείψει την πίστη του. Για την ανόρθωση του ηθικού αποφασίστηκε να γίνει μία αστραπιαία επιδρομή στα παράλια της Προποντίδας (απάντηση και για τις σφαγές χωρικών από τον Οθωμανικό στρατό το προηγούμενο καλοκαίρι) , η οποία διήρκεσε τρεις ημέρες και ήταν επιτυχής!

Τον Ιανουάριο του 1453, έφτανε στην Πόλη, μαζί με επτακόσιους πολεμιστές, ο Γενουάτης,  Ιουστινιάνι. Ήταν ονομαστός πολέμαρχος της εποχής του, ο οποίος είχε χρηματίσει και εξουσιαστής της εν Θεοδοσία (Καφφά) της Κριμαίας γενουατικής αποικίας. Ήταν η πρώτη και ουσιαστικά η μόνη βοήθεια από τον χριστιανικό κόσμο, με τον Κωνσταντίνο να του απονέμει το αξίωμα του Πρωτοστράτορα (Αρχιστράτηγου). Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν έλαβε βοήθεια ούτε καν από την Βενετία και τον Πάπα , που όλο αυτό το διάστημα , έριζαν για το ποιος θα πληρώσει τα έξοδα αποστολής , αλλά και τους Γενουάτες, που τηρούσαν μία αμφιλεγόμενη στάση …Αντίθετα χίλιοι πεντακόσιοι, Σέρβοι του Μπράνκοβιτς (ηθελημένα ή όχι) , συνέδραμαν τον Οθωμανικό στρατό….

Εκείνος που ειλικρινά βοήθησε και τελικά το πλήρωσε με τον δικό του αποκεφαλισμό καθώς και του υιού του ήταν ο Βενετός Βάιλος της Κωνσταντινούπολης , Μινότο. Ο Μινότο τήρησε μέχρι τέλους την υπόσχεση του να βοηθήσει, αναλαμβάνοντας την άμυνα των τειχών, στο ευάλωτο σημείο της περιοχής των Βλαχερνών, πείθοντας Βενετούς πλοιάρχους να παραμείνουν , ενώ είναι σίγουρο ότι στις επιστολές του , παρακινούσε τους συμπατριώτες του στην Βενετία , να στείλουν βοήθεια….Όμως την στάση του Μινότο δεν ακολούθησαν άλλοι συμπατριώτες του όπως και Έλληνες. Έτσι το βράδυ της 26ης Φεβρουαρίου, επτά πλοία με πολλές εκατοντάδες ανθρώπους απεχώρησαν κρυφά από την Πόλη.

Την ίδια εποχή κορυφώνονταν οι ετοιμασίες του Οθωμανικού στρατού, με τον Μεχμέτ να δίνει εντολή να ξεκινήσει  από την Αδριανούπολη , η μεταφορά των δεκάδων κανονιών, στα οποία βάσιζε πρωτίστως τις ελπίδες του για την κατάκτηση της Πόλης. Παράλληλα δινόταν εντολή στον στόλο να ξεκινήσει αλλά και να καταλάβει το νησί Πρίγκηπος στην Προποντίδα. Τις τελευταίες ημέρες του Μαρτίου και ενώ το Οθωμανικό στράτευμα κατευθυνόταν προς την Κωνσταντινούπολη, οι φήμες για το μέγεθος και τα κανόνια του, έριχναν το ηθικό , ενισχύοντας τις μοιρολατρικές και ύποπτες προφητείες….

Για να αντιστραφεί το κλίμα, αποφασίζεται να πραγματοποιηθεί από επίλεκτο τμήμα μία ακόμη καταδρομική επίθεση, σε βάρος της Οθωμανικής εμπροσθοφυλακής. Η επίθεση στέφτηκε από επιτυχία , δείχνοντας στους Οθωμανούς ότι η κατάληψη της Πόλης δεν θα ήταν περίπατος. Παράλληλα αποφασίστηκε να απλωθεί η βαριά αλυσίδα με την οποία προφυλασσόταν ο Κεράτιος κόλπος. Στις αρχές Απριλίου αρχικά οι προφυλακές και σταδιακά όλο το στράτευμα , έφτανε έξω από τα τείχη της Πόλης. Από την αρχή βασικός στόχος του Μεχμέτ ήταν η δημιουργία όσο το δυνατόν μεγαλύτερων φθορών στα τείχη. Ειδικά οι μεγάλες μπομπάρδες , παρότι δεν μπορούσαν να ρίξουν πολλές βολές την ημέρα, άρχισαν σταδιακά να πετυχαίνουν το στόχο τους. Όμως οι αμυνόμενοι δεν έμεναν αδρανείς , με την βοήθεια όλου του πληθυσμού, φρόντιζαν να καλύπτουν τις ρωγμές, μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσουν ακόμη και πλάκες από τάφους….

Στις 20 Απριλίου τέσσερα χριστιανικά πλοία, με επικεφαλής τον Φραγκίσκο Λεκανέλλα (Φλαντανελλά) , έφταναν στην Κωνσταντινούπολη. Ο Οθωμανικός στόλος με συνεχείς επιθέσεις προσπάθησε να τα καταλάβει και προς στιγμή, λόγω και της άπνοιας έδειχνε να τα καταφέρνει. Όμως το αεράκι που σηκώθηκε την κατάλληλη στιγμή ήταν καθοριστικό και τα πλοία, εν μέσω ξέφρενων πανηγυρισμών εισέρχονταν στο λιμάνι. Η αποτυχία του Οθωμανικού στόλου, έδειξε πόσο σημαντική για την πορεία της πολιορκίας, θα ήταν η έγκαιρη παρουσία χριστιανικών πλοίων, αφού η ανεπάρκεια των Οθωμανών περί τα ναυτικά ήταν εξόφθαλμη.

Η απογοήτευση στο Οθωμανικό στρατόπεδο ήταν μεγάλη, όμως ο Μεχμέτ φρόντισε να αλλάξει την ψυχολογία, μεταφέροντας δια μέσου ξηράς (δίολκος), εβδομήντα περίπου πλοία , στον Κεράτιο κόλπο, παρακάμπτοντας την βαριά αλυσίδα που μέχρι τότε εμπόδιζε την είσοδο τους σε αυτόν.Η Πόλη ήταν πλέον περικυκλωμένη από παντού και στρατιώτες δεν περίσσευαν για την φύλαξη και του λιμανιού. Έτσι αποφασίστηκε η πυρπόληση των πλοίων….

Την επιχείρηση ανέλαβαν οι Βενετοί, όμως η εμμονή των Γενουατών του Πέρα να συμμετάσχουν, είχε σαν αποτέλεσμα την καθυστέρηση της και όταν τελικά διεξήχθη , οι Οθωμανοί ήταν ειδοποιημένοι, με αποτέλεσμα την αποτυχία του εγχειρήματος και την αιχμαλωσία αρκετών αντρών, τους οποίους ο Σουλτάνος την επόμενη ημέρα διέταξε να τους ανασκολοπίσουν σε κοινή θέα από τα τείχη της Πόλης.Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, όπως ενημερώνει ο Φραντζής, οργισμένος από την απόφαση αυτή, διέταξε με την σειρά του να ανεβάσουν στα τείχη και να αποκεφαλίσουν ως αντίποινα 260 Οθωμανούς στρατιώτες .

Εντωμεταξύ Βενετοί και Γενουάτες αλληλοεκτόξευαν κατηγορίες κάνοντας λόγο οι μεν για προδοσία και οι δε για ανικανότητα. Με συνεχείς παραινέσεις ο Κωνσταντίνος κατόρθωσε να ηρεμήσει έστω και επιφανειακά τα πνεύματα. Τις πρώτες ημέρες του Μαΐου, υπήρχαν λιποταξίες αλλά και έλλειψη τροφίμων , γεγονός που έδινε πάτημα σε όσους υπέσκαπταν το φρόνημα, ενώ σύμφωνα με τον Βαρβερινό κώδικα δεν έλειπαν και εκείνοι που έβριζαν τον ίδιο τον Αυτοκράτορα                  `` Αλλά μηδέ για τον Βασιλέα  δεν εκάμασι και τόνε υβρίζανε ομπρός του και αυτός εκαμωνέτανε πως δεν τα ακούει ``.

Το ίδιο διάστημα ο Μεχμέτ, έθετε σε εφαρμογή κάθε δυνατή ιδέα για την κατάκτηση της Πόλης. Έτσι είτε υπέργεια με ελεπόλεις (μεγάλους κινούμενους πύργους) , είτε με λαγούμια (υπογείως) επιχειρούσε να εισέλθει, όμως οι αμυνόμενοι αντέδρασαν επιτυχώς. Τις ελεπόλεις οι αμυνόμενοι αντιμετώπισαν είτε με την βοήθεια φουρνέλων (Σλαβονικό χρονικό), είτε χάρις σε παράτολμους στρατιώτες που κατάφεραν να τους βάλουν φωτιά. Αντίστοιχα το θέμα των λαγουμιών ανετέθη στον Λουκά Νοταρά, που με την πολύτιμες γνώσεις του Γιοχάνες Γκραντ, ενός έμπειρου από μεταλλεία ανθρώπου του Ιουστινιάνι, κατάφεραν να τα εντοπίσουν και να τα καταστρέψουν όλα.

Παράλληλα οι αμυνόμενοι κατάφεραν να αποκρούσουν δύο γενικές επιθέσεις του οθωμανικού στρατού, μία από την περιοχή της πύλης του Αγίου Ρωμανού και μία από την πλευρά του παλατίου των Βλαχερνών. Στην πρώτη εξ αυτών καθοριστική ήταν η αυτοθυσία του Ραγκαβή ενός Έλληνα αξιωματούχου που σκοτώνοντας τον Αμήρ Βέη σημαιοφόρο του Σουλτάνο, ανέκοψε με τίμημα την ζωή του,  την ορμή των επιτιθέμενων (Σλαβονικό χρονικό).

Οι αμυνόμενοι άντεχαν, όμως οι δυσχέρειες αυξάνονταν, ειδικά η 23η Μαΐου, ήταν δύσκολη ημέρα για τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Αρχικά πληροφορήθηκε από πλοιάριο που είχε σταλεί για το λόγο αυτό, ότι δεν υπήρχε πουθενά χριστιανικός στόλος προς βοήθεια του. Ο Nicolo Barbaro στο ημερολόγιο του αποκαλύπτει ότι ο Κωνσταντίνος δάκρυσε, όμως τα δύσκολα ήταν ακόμη μπροστά….Λίγο μετά ο Νέστωρ Ισκεντέρ γράφει στο Σλαβονικό χρονικό, ότι ο επικεφαλής των Ανθενωτικών, Αθανάσιος, επισκέφτηκε τον Παλαιολόγο για να του αναφέρει ότι οι άγγελοι που φρουρούσαν την Πόλη … έφυγαν, καταλήγοντας ότι `` θέλημα λοιπόν του Θεού είναι να πάρουν την Πόλη οι εχθροί μας ``…

Σύμφωνα πάντα με το Σλαβονικό χρονικό, η ένταση της στιγμής , είχε ως συνέπεια την λιποθυμία του Κωνσταντίνου, όταν όμως συνήλθε , όρκισε τον Αθανάσιο αλλά και τους παρευρισκόμενους, να μην διαρρεύσει τίποτα από τις συνομιλίες στο λαό …Το απόγευμα ο καλά πληροφορημένος Σουλτάνος, έστειλε με τη σειρά του πρεσβευτές με νέες προτάσεις παράδοσης, όμως ο Αυτοκράτορας απάντησε με τρόπο αντάξιο της ανδρείας του , τονίζοντας ότι : `` Το δεν την Πόλην σοι δούναι,  ουκ εμόν έστιν , ουτ’  άλλου των κατοικούντων εν ταύτη κοινή γαρ γνώμην πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών ``.

Ύστερα από την απάντηση αυτή , ο Σουλτάνος Μεχμέτ, συγκάλεσε συμβούλιο στο οποίο ανακοίνωσε την απόφαση του, για την διενέργεια γενικής επίθεσης στις 29 Μαΐου, και αλλοίμονο σε εκείνον που δεν θα είναι έτοιμος την ημέρα εκείνη…Παράλληλα έδωσε εντολή, να ενταθούν οι κανονιοβολισμοί, προκειμένου να μην δοθεί η δυνατότητα στους αμυνομένους να ξεκουραστούν. `` Ο δε τύραννος ήρξατο ημέρα Κυριακήν , πόλεμον καθολικόν `` (Δούκας – Ιστορία).

Η ημέρα της γενικής επίθεσης , έγινε γνωστή στους αμυνόμενους, που ενέτειναν την προσπάθεια τους για την επισκευή των τειχών, προσπάθεια που όμως συναντούσε δυσκολίες , αφού σε αρκετά σημεία και ιδίως στην πύλη του Αγίου Ρωμανού τα κενά ήταν πλέον τεράστια…Στις 28 Μαΐου, αποφασίστηκε να γίνει περιφορά των εικόνων στην Πόλη, αλλά και λειτουργία στην Αγία Σοφία, όπου μέσα σε μία έντονα συγκινησιακή ατμόσφαιρα και χωρίς να κρατούνται πια οι τύποι, ο ένας ζητούσε με δάκρυα στα μάτια , συγχώρεση από τον άλλον.Την ίδια στιγμή , στο Οθωμανικό στρατόπεδο , άναβαν εκατοντάδες φωτιές, συνοδεία ιαχών και αλαλαγμών ένα θέαμα εντυπωσιακό αλλά συνάμα και ανατριχιαστικό!

Στις τρεις το πρωί της 29ης Μαΐου , ξεκίνησε η γενική επίθεση, αρχικά από τα σώματα των ατάκτων, με βασικό στόχο την εξάντληση των αμυνομένων. Παρόλα αυτά η επίθεση δεν στερείτο ορμής , όμως καλά προετοιμασμένοι οι αμυνόμενοι την αντιμετώπισαν επιτυχώς , προκαλώντας μεγάλες απώλειες. Η πρώτη νίκη είχε κερδηθεί, όμως σχεδόν αμέσως , εξαπολύθηκε δεύτερη επίθεση από τα σώματα του τακτικού στρατού, με ιδιαίτερη έμφαση στην περιοχή της πύλης του Αγίου Ρωμανού, που εξαιτίας του χαμηλότερου υψόμετρου, είχε επιλεγεί από τον Μεχμέτ ως το σημείο στο οποίο θα ασκείτο η μεγαλύτερη πίεση. Ακριβώς για το λόγο αυτό, τόσο ο Αυτοκράτορας όσο και ο Πρωτοστράτορας Ιουστινιάνι, βρίσκονταν και εκείνοι στο σημείο αυτό. Οι μάχες που δίνονταν πλέον ήταν σώμα με σώμα,  οι Οθωμανοί στρατιώτες προσπαθούσαν να εισχωρήσουν στον περίβολο, όμως οι αμυνόμενοι με σθένος τους αντιμετώπιζαν επιτυχώς.

Για το λόγο αυτό ο Σουλτάνος διέταξε να συνεχιστούν οι κανονιοβολισμοί, αδιαφορώντας, αν θα προκαλούσε απώλειες και μεταξύ των δικών του στρατιωτών. Οι κανονιοβολισμοί έδωσαν την δυνατότητα σε μία ομάδα τριακοσίων Οθωμανών στρατιωτών να εισχωρήσουν εντός του περιβάλλοντος χώρου… Οι στιγμές ήταν οριακές , όμως οι υπερασπιστές με μία παράφορη ορμή, κατάφεραν σταδιακά να τους εξουδετερώσουν !  Ήταν η ύστατη νίκη… Ο Σουλτάνος βλέποντας τα τεκταινόμενα και μαθαίνοντας ότι και στα υπόλοιπα σημεία οι επιθέσεις του αποκρούστηκαν, έδωσε εντολή για υποχώρηση και ανασύνταξη.

Ανήσυχος θα έπαιζε πλέον και εκείνος το τελευταίο του χαρτί, ρίχνοντας στην μάχη και τους γενίτσαρους, το επίλεκτο σώμα , την προσωπική του φρουρά. Οι γενίτσαροι προορίζονταν για την πύλη του Αγίου Ρωμανού, ενώ στις άλλες περιοχές θα είχαμε ανασύνταξη και επίθεση του τακτικού στρατού.Για ακόμη μία φορά η ζυγαριά της μάχης έγερνε προς την μία ή την άλλη πλευρά, όμως έστω και οριακά οι υπερασπιστές της, κατάφερναν να διατηρούν  τον έλεγχο. Ύστερα από μία ώρα μάχης , έμπειροι πολεμιστές διέκριναν μία κάμψη στην ορμή των επιθέσεων , μία νότα αισιοδοξίας άρχισε να διαφαίνεται! Η Πόλη μπορούσε να σωθεί. Ο Αυτοκράτορας φώναζε στήτε ανδρείως αδερφοί, στήτε ανδρείως ….

Όμως πλέον είχε ξημερώσει και οι Οθωμανοί τοξοβόλοι , μπορούσαν να συμμετέχουν για τα καλά στην μάχη. Ένας εξ αυτών σημάδεψε τον Ιουστινιάνι τον πολέμαρχο που μέχρι τότε ήταν λέοντας που δεν είχε εγκαταλείψει ούτε στιγμή την θέση του. Το τραύμα ήταν θανάσιμο, η πρώτη γνωμάτευση το επιβεβαίωσε, πιθανότατα από τους αξιωματούχους του, αποφασίστηκε η μεταφορά του Πολέμαρχου στο πλοίο. Το γεγονός ήρθε να προκαλέσει αναστάτωση και αποδυνάμωση , την στιγμή που η μάχη ήταν στην κορύφωση της. Ο Αυτοκράτορας προσπάθησε να διατηρήσει την πειθαρχία, δεν μπόρεσε όμως να αποτρέψει την μεταφορά του πολέμαρχου ….

Περίπου την ίδια χρονική στιγμή, διαμέσου μίας μικρής πύλης , της Κερκόπορτας στο βόρειο σημείο των τειχών, ομάδα πενήντα  Οθωμανών διασπούσε την άμυνα, καταλαμβάνοντας ορισμένους πύργους. Αν και έχουν γραφτεί πολλά για την Κερκόπορτα, ή άλωση δεν προήλθε από εκεί. Άλλωστε η Κερκόπορτα, δεν έβγαζε έξω από την πόλη, αλλά στον περίβολο που βρίσκονταν οι υπερασπιστές. Για να εισέλθουν από την Κερκόπορτα σήμαινε ότι Οθωμανοί στρατιώτες είχαν εισβάλει και εδραιωθεί στον περίβολο και ότι η εκεί άμυνα είχε ήδη ραγίσει.

Αν και υπάρχουν μαρτυρίες που αναφέρουν ότι μετά την εισβολή στον περίβολο, η πρώτη είσοδος στην Πόλη έγινε από την πύλη της Αδριανούπολης (πλησίον της Κερκόπορτας) , οι περισσότεροι συμφωνούν ότι το πρώτο σημείο που η άμυνα έσπασε μαζικά  ήταν η πύλη του Αγίου Ρωμανού. Ο Σουλτάνος Μεχμέτ, είχε διακρίνει την σύγχυση , διατάσσοντας να ενταθεί η εκεί πίεση. Η παράφορη μανία με την οποία οι υπερασπιστές μάχονταν, δεν μπορούσε να συγκρατήσει την πλημμυρίδα των αντιπάλων. Με μπροστάρη ένα θηριώδη γενίτσαρο από το Ουλουμπάτ , τον Χασάν, τριάντα περίπου γενίτσαροι εισέβαλλαν στον περίβολο. Οι υπερασπιστές της περιοχής  του Αγίου Ρωμανού, κατάφεραν να τους εξουδετερώσουν, όμως δεν προλάβαιναν να κλείσουν τα κενά στο σταύρωμα.

Έτσι πολυάριθμοι Οθωμανοί στρατιώτες , εισέβαλλαν ξανά και αυτή την φορά κατόρθωσαν αρχικά να σταθεροποιηθούν και στην συνέχεια με την βοήθεια των όλο και περισσότερων στρατιωτών που ερχόντουσαν, να εκδιώξουν τους υπερασπιστές. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, με τους πιστούς του αξιωματούχους και την προσωπική του φρουρά , προσπάθησε να συγκρατήσει τις ορδές των χιλιάδων αντιπάλων, όμως εκείνοι ως ορμητικός χείμαρρος παρέσερναν πλέον τα πάντα στο διάβα τους.

Η άμυνα έσπαζε …. Η Πόλις εάλω….

Ο Αυτοκράτορας ήξερε ότι τα πάντα είχαν τελειώσει, δεν μπορούσε να αποτρέψει την άλωση, μπορούσε όμως να σώσει την δική του τιμή. Ως μεσαιωνικός Λεωνίδας δεν θα παρέδιδε τα όπλα του, μπορούσε να σκοτωθεί, αλλά όχι και να ηττηθεί.  Ήξερε ότι η εκούσια παράδοση του ή η αιχμαλωσία του θα καθιστούσε τον αντίπαλο του όχι μόνο κυρίαρχο,  αλλά και νόμιμο διάδοχο των όσων αντιπροσώπευαν ο ίδιος και η Πόλη του.

Και αυτό ο περήφανος χαρακτήρας του δεν διανοείτο να εκχωρήσει. Με την επιλογή του θανάτου μέσα από την μάχη , εξάγνισε τις αμαρτίες της δυναστείας του, βοηθώντας το γένος, μέσα και από τους θρύλους , να κρατήσει το φρόνημα του, την δυσκολότερη στιγμή της ιστορίας του.

Σχόλια

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας