Συνταγματική Αναθεώρηση, ή «συνταγματικό ξέπλυμα»; (στον "αέρα" η Συμφωνία των Πρεσπών)



1. ΠΡΟΟΙΜΙΟ
(Η προειδοποίηση τού Λόρδου Βύρωνος)

Από ιστορική άποψη, η κατάσταση κοινοβουλευτικής εκτροπής (έξωθεν επιβληθέντος εκφυλισμού κοινοβουλευτικών διαδικασιών και περιορισμού τής εθνικής κυριαρχίας), τήν οποία αναγκαστικά βίωσε (και βιώνει) τό πολιτικό προσωπικό και ο λαός τής Ελλάδος από τό 2010 μέχρι σήμερα, δεν αποτελεί έκπληξη για όσους φιλίστωρες μελετούν τήν Νεωτέρα Ελληνική Ιστορία: Άν μη τι άλλο, ο Λόρδος Βύρωνως Αρχιεπίτροπος1 τού (ιδιωτικού) Α΄ Δανείου τής Ανεξαρτησίας τό 1824, προεδρεύων τής επί τούτω Αγγλο-Ελληνικής 5μελούς Επιτροπήςείχε προειδοποιήσει εγκαίρως, από τό 1824, τό Ελληνικό έθνος για τά μεγάλα δεινά που θα υφίστατο η Ελλάδα, εάν διέπραττε κάποτε στο μέλλον τό μέγα λάθος να προσφύγει σε μείζονα δανεισμό όχι από  ιδιώτες με τήν έκδοση ομολόγων σε διεθνείς χρηματαγορές, αλλά απ ευθείας από ξένες Κυβερνήσεις (με ξένες κρατικές εγγυήσεις),2 όπως δυστυχώς επισυμβαίνει στην «Μεταπολιτευτική» Ελλάδα από τό 2010 μέχρι σήμερα. 

1. ΤΟ ΜΕΓΑ ΛΑΘΟΣ

Από τό 2010, η Ελληνική Πολιτεία απεδέχθη  (αφρόνως σύμφωνα με τόν Λόρδο Βύρωνα) τήν «μετατροπή» τού δημοσίου εξωτερικού χρέους τής χώρας από «τραπεζικό» σε διακρατικό, δηλαδή από χρέος έναντι ξένων ιδιωτών-ομολογιούχων (τράπεζες, pension funds κ.τ.λ.) σε χρέος έναντι Ευρωπαίων φορολογουμένων.

Ειδικότερα, από τήν επιβολή τού πρώτου «μνημονίου» (2010), όσον αφορά στο μείζον μέρος αυτού τού χρέους έκτοτε, οι «ξένοι δανειστές» τής Ελλάδος είναι πρακτικά (in effect) οι Κυβερνήσεις μελών τής «Ευρωζώνης» (όχι ξένες τράπεζες), κυρίως τό Γερμανικό κράτος και τό Γαλλικό κράτος, δεδομένου ότι Γερμανικές και Γαλλικές ήσαν οι τράπεζες που διεσώθησαν από τήν εν λόγω «μετατροπή»:  Οι ξένες τράπεζες (και δι' αυτών οι ξένοι ομολογιούχοι) «ξεφορτώθηκαν» τά Ελληνικά ομόλογα τό 2010-2012, ήτοι διά τού Μνημονίου Α΄, PSI, κ.τ.λ., απομείωσαν τότε και έκτοτε δραστικά τήν πιστοδοτική έκθεσή τους (credit risk exposure) έναντι τού κινδύνου χρεωκοπίας (default) τής Ελληνικής Οικονομίας.

Οσάκις μάλιστα οι «μνημονιακές κυβερνήσεις» προωθούν μείζονος σημασίας νομοσχέδια με «συνοπτικές διαδικασίες» (ωσάν η χώρα να ήτο εμπόλεμος), ή προσφεύγουν συστηματικά σε «πράξεις νομοθετικού περιεχομένου» (Προεδρικά διατάγματα βάσει στρεβλής εφαρμογής εν ειρήνει τού «Δικαίου τής Ανάγκης»), ή σε άλλες «εσπευσμένες» και αδιαφανώς μεθοδευμένες πράξεις τής Εκτελεστικής Εξουσίας και τής Διοίκησης, ή και σε παρασκηνιακές  μεθοδεύσεις κοινοβουλευτικής «αποστασίας» (Συμφωνία τών Πρεσπών κ.τ.λ.), πάντα σε προσχηματικό πλαίσιο (δήθεν) «κατεπείγοντος», χωρίς δηλαδή να προηγηθεί επαρκής δημόσια και τεχνοκρατική διαβούλευσηεπαρκής χρονικά και ουσιαστικά, όπως συνάδει με μια ευρύθμως λειτουργούσα δημοκρατική Πολιτείατότε πίσω από τέτοιες μεθοδεύσεις υποκρύπτονται (ή και καταφαίνονται) εντολές, σχέδια, και παρεμβατικές πιέσεις ξένων παραγόντων (των ξένων δανειστών, κυβερνήσεων, διεθνών οργανισμών κ.τ.λ.).
3. ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ

Αποτελεί δε πλέον κοινό τόπο ότι οι «μνημονιακές κυβερνήσεις» δεν προβαίνουν σε καμία πράξη για μείζονα οικονομικά, πολιτικά ή και εθνικά ζητήματα στην Ελλάδα από τό 2010 μέχρι σήμερα (2019), εάν προηγουμένως δεν έχουν λάβει εντολή ή προς τούτο έγκριση κατά κανόνα ex ante και μόνον κατ εξαίρεση ex post από τούς «ξένους δανειστές».

Ένα δε από τά μείζονα ζητήματα που προωθούνται αυτές τίς μέρες κατά προφανώς «εσπευσμένη» μεθόδευση είναι η αναθεώρηση τού Συντάγματος. Η εν λόγω διαδικασία είναι επιεικώς αδόκιμη, τουλάχιστον με κριτήρια μιας ευρύθμως λειτουργούσης και ανεξάρτητης Πολιτείας, αφού διεξάγεται εν όψει προεκλογικής περιόδου, όχι σε κλίμα πολιτικής νηφαλιότητος αλλά σε πλαίσιο οξυμένων πολιτικών εντάσεων, ή και διχαστικών πολιτικών αντιπαραθέσεων, υπό τό κράτος μάλιστα ασφυκτικών πιέσεων από τούς ξένους δανειστές η χώρα συνεχίζει να παραμένει αποκλεισμένη από τίς διεθνείς αγορές καθ ον χρόνον οι βουλευτές διαλέγονται επί τών αναθεωρητέων άρθρων, όπως κατήγγειλαν βουλευτές τής αξιωματικής αντιπολίτευσης από τού βήματος τής Βουλής τών Ελλήνωνκαι με περιορισμό τής κοινοβουλευτικής και κοινωνικής διαβούλευσης σε ελάχιστους μήνες, παρότι η Αναθεώρηση τού Συντάγματος αποτελεί τήν θεμελιώδη και κορυφαίας σημασίας πράξη κάθε δημοκρατικής Πολιτείας: Ο καταστατικός χάρτης τής Πολιτείας (Σύνταγμα) συναρτάται όχι μόνον με τίς ατομικές ελευθερίες (δικαιώματα και υποχρεώσεις) τών πολιτών, τήν κοινωνική δικαιοσύνη, τήν οικονομική πρόοδο, τήν ουσιαστική διάκριση εξουσιών, τήν πολιτισμική εξέλιξη τού έθνους, κ.τ.λ., αλλά και με τήν εθνική κυριαρχία τής χώρας.

Ανακύπτει επομένως τό εύλογο ερώτημα: Γιατί οι ξένοι δανειστές κήδονται τής αναθεώρησης τού Συντάγματος τής Ελλάδος, σε βαθμό μάλιστα που να έχουν επιβάλει στο πολιτικό προσωπικό τής χώρας μια τέτοια εσπευσμένη πολιτική-κοινοβουλευτική διαδικασία, εν πολλοίς «μνημονιακού» τύπου, τουλάχιστον κατά τά επιφαινόμενα; Γιατί ένα από τά  «γραμμάτια» που καλείται να «αποπληρώσει» τό πολιτικό προσωπικό τής χώρας φαίνεται να είναι και η εσπευσμένη και αδόκιμη αναθεώρηση τού Συντάγματος τής Ελλάδος;
Προφανώς, τούς εν λόγω ξένους δανειστές ποσώς τούς ενδιαφέρει η ποιότητα τής δημοκρατίας στην Ελλάδα, ήτοι ουδόλως ενδιαφέρονται για τήν (εσπευσμένη) ποιοτική... αναβάθμιση και εμβάθυνση τής Ελληνικής Δημοκρατίας: Για τά δανεισθέντα χρήματά τους ενδιαφέρονται, κάποιοι δε από αυτούς ίσως και για πλουτοπαραγωγικές πηγές τής χώρας (ήτοι για επιπρόσθετα χρήματα). Ούτε και είναι διανοητόν ότι, π.χ., η από τό 1948 Αμερικανογενής Γερμανική Δημοκρατία3 (και κατ επέκταση η γερμανοκεντρική Ευρωπαϊκή Ένωση) μπορεί να δώσει «μαθήματα» δημοκρατίας ή διαφάνειας στην από τό 1822 Ελληνογενή Ελληνική Δημοκρατία.4
Επομένως, ποιό είναι τό πρόβλημα τών ξένων δανειστών σχετικά με τό Σύνταγμα τής Ελλάδος, ώστε να δίνουν τήν εντύπωση ότι θέλουν οπωσδήποτε να τό... αλλάξουν, δια τού ενθάδε πολιτικού προσωπικού; Συγκεκριμένα, ποιά είναι η «ταμπακιέρα» τής επιδιωκομένης εσπευσμένης αναθεώρησης τού Συντάγματος τής Ελλάδος, από τήν οπτική γωνία τών ξένων δανειστών;

4. ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ ΔΑΝΕΙΣΤΩΝ
(Τό ιστορικό προηγούμενο τού Βασιλέως Όθωνος)

Τό πρόβλημα τών ξένων δανειστών έναντι τής Ελλάδος είναι νομικό: Όλες οι διεθνείς συμβάσεις, συμφωνίες, προσύμφωνα, letters of understanding, κ.τ.λ., που υπέγραψαν μέλη τού πολιτικού προσωπικού τής χώρας κατά τήν τετραετία 2015-2019 π.χ. Μνημόνιο Γ΄, εκχώρηση αεροδρομίων, λιμένων, οδικών και σιδηροδρομικών δικτύων, εγγυοδοτική εκχώρηση όλης τής δημόσιας περιουσίας στους ξένους δανειστές μέσω ΤΑΥΠΕΔ για 99 χρόνια κ.τ.λ., όπως επίσης και τό προσύμφωνο με τό προσωνύμιο «ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΡΕΣΠΩΝ» είναι όχι απλώς νομικώς άκυρες επί τη βάσει τού συνταγματικού και τού διεθνούς δικαίου αλλά, ακόμη χειρότερα, είναι πολιτειακώς ανυπόστατες: Δηλαδή, υπό αυστηρά νομικό-συνταγματικό πρίσμα, δεν αποτελούν συμφωνίες συναφθείσες μεταξύ τής Ελληνικής Πολιτείας και ξένων δανειστών ή κρατών.

Ειδικότερα, τά μέλη τού πολιτικού προσωπικού τής χώρας που υπέγραψαν όλες αυτές τίς συμβάσεις, συμφωνίες και προσύμφωνα τό 2015-2019, είχαν μεν πολιτική νομιμοποίηση (εξελέγησαν δημοκρατικά) αλλά έπασχαν σε επίπεδο θεσμικής νομιμοποίησης (δεν ανέλαβαν τά καθήκοντά τους σύμφωνα με συγκεκριμένες βασικές διατάξεις τού Συντάγματος τής Ελλάδος, όπως αναλύεται παρακάτω). Επειδή δε, βάσει τού συνταγματικού και διεθνούς δικαίου, η Ελληνική Πολιτεία δεσμεύεται μόνον από πράξεις εκπροσώπων της (μελών τής Κυβέρνησης) που έχουν όχι μόνον πολιτική αλλά και θεσμική νομιμοποίηση, οι ξένοι δανειστές ευρίσκονται αντιμέτωποι σήμερα με τήν εφιαλτική για αυτούς προοπτική να επαναληφθεί τό ιστορικό προηγούμενο τού Βασιλέως  Όθωνος, ο οποίος αντί να καταγγείλει τά δύο Δάνεια τής Ανεξαρτησίας, απλώς αρνείτο επί δεκαετίες να τά... αναγνωρίσει.5

Υφίσταται δηλαδή ο εξής κίνδυνος για τούς ξένους δανειστές:
Μια μελλοντική νόμιμη Κυβέρνηση τής Ελληνικής Πολιτείας, ήτοι κυβέρνηση όχι μόνον με πολιτική αλλά και με θεσμική νομιμοποίηση, έχει τήν διακριτική ευχέρεια είτε να καταγγείλει είτε απλώς να αγνοήσει όλες αυτές τίς συμφωνίες. Προς τούτο αρκεί απλώς να διακηρύξει ότι δεν αναγνωρίζει τίς «συμφωνίες» τής περιόδου 2015-2019, ήτοι ότι τίς θεωρεί ως συμφωνίες μηδέποτε γενόμενες μεταξύ αυτής (Ελληνικής Πολιτείας) και ξένων δανειστών-αντισυμβαλλομένων (counterparties). Σε τέτοια περίπτωση οι ξένοι δανειστές θα εξηναγκάζοντο να προσέλθουν, αργά ή γρήγορα, σε σοβαρές επί τέλους διαπραγματεύσεις για μία δραστική περικοπή τού εξωτερικού χρέους τής χώρας (debt reduction)όπως αλυσιτελώς (ματαίως) επέμενε τό Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (IMF) ενώπιον τών ξένων δανειστών τό 2015-2018, αλλά και όπως λυσιτελώς τό κατόρθωσε η Οθωνική και μετα-Οθωνική Ελλάδα, που τελικά εξανάγκασε τούς ξένους δανειστές να προβούν σε δραστική περικοπή τoύ ετησίως διογκουμένου μέρους τού Ελληνικού εξωτερικού χρέους που προήρχετο από τά δύο Δάνεια τής Ανεξαρτησίας, και μάλιστα περικοπή5 κατά ογδόντα-οκτώ τοις εκατό (88%) τό 1875.6

5. Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΟΣ

Στις διεθνείς τραπεζικές και διακρατικές σχέσεις, όσον αφορά τουλάχιστον σε νόμιμες διεθνείς συμφωνίες μεταξύ δανειστών και δημοκρατικών καθεστώτων, ισχύει απολύτως, και εφαρμόζεται απαρεγκλίτως σε δικαστικό επίπεδο, η αρχή τής νομιμότητος (légalité ή legality), σύμφωνα με τήν οποία ένας ιδιώτης χωρίς ειδική εξουσιοδότηση, ή ένας πολιτευτής χωρίς θεσμική νομιμοποίηση, δεν μπορεί να δεσμεύσει δια τής υπογραφής του τήν χώρα του, ή οποιαδήποτε άλλη χώρα. Επί παραδείγματι, μετά τήν Τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ο εκάστοτε πολιτικός ηγέτης τών Τουρκοκυπρίων, δεν μπορεί να δεσμεύσει μονομερώς διά τής υπογραφής του τήν Κυπριακή Δημοκρατία, διότι ακόμη και εάν νομιμοποιείται εν μέρει πολιτικά (διότι εκπροσωπεί τό 18% τών Κυπρίων), εν τούτοις δεν νομιμοποιείται και θεσμικά (διότι δεν μετέχει τής νομίμου κυβερνήσεως τής Κυπριακής Δημοκρατίας). Ως ένα άλλο (ακραίο) παράδειγμα, οποιοσδήποτε πολιτικός εκπρόσωπος τών Βάσκων, έστω και με μερική πολιτική νομιμοποίηση (εκλεγείς δημοκρατικά), δεν μπορεί να δεσμεύσει διά τής υπογραφής του τήν Ισπανική Πολιτεία αυθαίρετα, δρων ως εκπρόσωπος τών Βάσκων και μόνον, εάν στερείται και τής θεσμικής προς τούτο νομιμοποίησης, δηλαδή εάν δεν έχει εξουσιοδοτηθεί θεσμικά από τήν Κυβέρνηση τής Ισπανίας.
Επιγραμματικά επομένως, τουλάχιστον όσον αφορά τίς δημοκρατικές Πολιτείες, η πολιτική νομιμοποίηση (και μόνον) αποτελεί ενίοτε αναγκαία αλλά όχι επαρκή συνθήκη για τήν νομιμότητα οποιασδήποτε τέτοιας διεθνούς σύμβασης.

6. ΘΕΣΜΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ

Το Ελληνικό Σύνταγμα είναι από τά πλέον φιλελεύθερα στον Κόσμο. Η δε αρχή τής ανεξιθρησκίας, η οποία διέπει περιόπτως τά Επαναστατικά Συντάγματατής Επιδαύρου, τού Άστρους και τής Τροιζήνος, στο αρχικό άρθρο εκάστουείναι μια από τίς βασικές αρχές που διέπουν και τό παρόν Σύνταγμα τής Ελλάδος.

Ειδικότερα, ένας πολίτης μπορεί να γίνει υπουργός, ή και πρωθυπουργός, ακόμη και εάν είναι Μουσουλμάνος ή Βουδιστής ή άθεος, κ.τ.λ.: Επί τη αναλήψει τών καθηκόντων του μπορεί να επιλέξει να ορκισθεί οπουδήποτε, π.χ. στην Αγία Τριάδα, στον Μωάμεθ, στον Βούδα, στον... εαυτό του (με επικλητικό πολιτικό όρκο στην προσωπική τιμή και συνείδησή του), ή και αορίστως στο απόλυτο τίποτα (μη-επικλητικός όρκος), αρκεί να υφίσταται ειδικός προς τούτο νόμος, τό περιεχόμενο τού οποίου τό Σύνταγμα ούτε τό προδιαγράφει ή ούτε τό υπονοεί, σύμφωνα με τό άρθρο 13, παρ. 1 και 5, που ορίζει τά εξής:

  1. Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδηση είναι απαραβίαστη. Η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων δεν εξαρτάται από τις θρησκευτικές πεποιθήσεις καθενός.
` [...]
   5. Κανένας όρκος δεν επιβάλλεται χωρίς νόμο, που ορίζει και τον τύπο του.

Επομένως ο συντακτικός νομοθέτης αναθέτει τήν ρύθμιση τής ορκοδοσίας στον κοινό νομοθέτη επαφιέμενος ο πρώτος προς τούτο στην ευσυνειδησία και τήν «σοβαρότητα» τού δεύτερουπου διαπλάθει τόν πολιτικό όρκο. Ενδεικτικά, ένας τέτοιος νόμος (48/1975, ΦΕΚ Α108/7-6-1975) θεσμοθετεί τήν τελευταία ως άνω επιλογή (μη-επικλητικός πολιτικός όρκος) για λειτουργούς τού Δημοσίου, κ.τ.λ., ως εξής: Ορκίζομαι να φυλάττω πίστιν εις τήν Πατρίδα, υπακοήν εις το Σύνταγμα και τούς νόμους και να εκπληρώ ευσυνειδήτως τά καθήκοντά μου. Δηλαδή, όσον αφορά στην ορκοδοσία λειτουργών τής Διοίκησης και αξιωματούχων τής Κυβέρνησης, τό Σύνταγμα τής Ελλάδος είναι είναι εν πολλοίς κοσμικό: Θεωρητικά, ως ακραίο παράδειγμα, τό Σύνταγμα επιτρέπει σε δημόσιους λειτουργούς, μέχρι και στον Πρωθυπουργό, να δώσουν βεβαιωτικό όρκο επ αναλήψει τών καθηκόντων τους, ακόμη και κατ επίκληση τής Coca-Cola, ή τού Μίκυ-Μάους, υπό τήν προϋπόθεση ότι έχει θεσμοθετηθεί σχετική περί τούτου ρύθμιση από τόν κοινό νομοθέτη.
Σε αυτό τό πλαίσιο και για λόγους δημοσίου συμφέροντος (μη-εκφυλισμός τής ορκοδοσίας και στοιχειώδης σοβαρότητα τών θεσμών μεταξύ άλλων), ο συντακτικός νομοθέτης εισάγει με ειδική διάταξη (άρθρο 59)in exceptio, ήτοι ως εξαίρεση στον κανόνα που προσδιορίζεται στη γενική περί ανεξιθρησκίας διάταξη (άρθρο 13)μία από τίς δικλείδες θεσμικής ασφαλείας (constitutional checks and balances) όσον αφορά στη «σοβαρότητα» τών βουλευτών, ως επιφορτισμένων (μεταξύ άλλων) με τό έργο τής θέσπισης τών περί όρκου νόμων: Κάθε πολίτης μπορεί να εκλεγεί αντιπρόσωπος τού έθνους (βουλευτής), χωρίς να περιορίζεται προς τούτο από τήν θρησκεία του, αρκεί να δώσει θρησκευτικό όρκο, επί τη αναλήψει τών καθηκόντων του, «σύμφωνα με τον τύπο της δικής του θρησκείας ή και τού δικού του δόγματος» (άρθρο 59, παρ. 1-2):

  1. Οι βουλευτές πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους δίνουν στο Βουλευτήριο και σε δημόσια συνεδρίαση τον ακόλουθο όρκο:
«Ορκίζομαι στο όνομα τής Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας να είμαι πιστός στην Πατρίδα και τό δημοκρατικό Πολίτευμα, να υπακούω στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου».
   2. Αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύμφωνα με τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή και του δικού τους δόγματος.

Επομένως, ο συντακτικός νομοθέτης δεν αποκλείει τό (θεωρητικό) ενδεχόμενο, κάποτε στο μέλλον, η πλειοψηφία ή και ολότητα τής κοινοβουλευτικού σώματος να απαρτίζεται από «αλλοθρήσκους» (Μουσουλμάνους, Βουδιστές κ.τ.λ.) ή «ετεροδόξους» (Καθολικούς,  Προτεστάντες κ.τ.λ.), δηλαδή δεν απαγορεύει ούτε αποτρέπει ακόμη και τήν ακραία περίπτωση που ούτε ένας βουλευτής είναι «ομόδοξος» (Χριστιανός Ορθόδοξος).7 Εν τούτοις για τούς ως άνω λόγους δημοσίου συμφέροντος, ένας εκλεγμένος βουλευτής που ως άθεος ή άθρησκος (ή για άλλους λόγους) αρνείται να δώσει θρησκευτικό όρκο (οποιονδήποτε), δεν μπορεί να αναλάβει τά καθήκοντά του, δηλαδή δεν αποκτά θεσμική νομιμοποίηση (ιδιότητα μέλους τού κοινοβουλίου) παρότι έχει πολιτική νομιμοποίηση (αφού έχει εκλεγεί αντιπρόσωπος τού έθνους από τό εκλεκτορικό σώμα, τό ανώτατο όργανο τού κράτους). 

7. ΒΟΥΛΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΎ ΝΟΜΟΘΕΤΗ

Για τό κοινοβουλευτικό έργο τής θέσπισης νόμων, και δη νόμων ορκοδοσίας, ο συντακτικός νομοθέτης εμφαίνεται να εμπιστεύεται για τό αξίωμα τού βουλευτή (ως κοινό νομοθέτη τής ορκοδοσίας όλων τών πολιτών) μόνον τούς έχοντες τήν βούληση άνευ επιφυλάξεως  να δώσουν τόν από τό Σύνταγμα επιτασσόμενο θρησκευτικό όρκο, σύμφωνα με τούς τύπους της θρησκείας ή δόγματός ενός εκάστου.
Απεναντίας, ο συντακτικός νομοθέτης εμφαίνεται ότι δεν εμπιστεύεται για τό αξίωμα τού βουλευτή, ως κοινό νομοθέτη τής ορκοδοσίας τών πολιτών, εκείνους εκ τών αθρήσκων ή αθέων, οι οποίοι δια τής αρνήσεώς τους να δώσουν οποιονδήποτε θρησκευτικό όρκο, διακηρύσσουν εν τοίς πράγμασι (in effect) ότι:

(α)    ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ. Αρνούνται επιδεικτικά και δημόσια να συμμορφωθούν με βασική διάταξη-επιταγή (άρθρο 59) τού Συντάγματος τής Ελλάδος, παραβιάζοντες τήν θεμελιώδη διάταξη (άρθρο 1, παρ. 3) τού Συντάγματος που ορίζει ότι «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα» (και όχι κατά τό δοκούν τού καθενός).

(β)    ΔΥΣΑΡΜΟΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΛΑΟ. Αρνούνται, επίσης επιδεικτικά και δημόσια, τό πνεύμα διακονίας τού Λαού, διότι δια τής αρνήσεώς τους να δώσουν θρησκευτικό όρκο περιέρχονται σε δυσαρμονία με τό θρησκευτικό βίωμα και τήν ιστορική–πολιτισμική παράδοση τού Λαού, δεδομένου ότι εξελέγησαν ως εκπρόσωποι ενός έθνους τό οποίο περιλαμβάνει μεγάλες κοινωνικές ομάδες Χριστιανών πολιτών διαφόρων δογμάτων, Μουσουλμάνων πολιτών τής Θράκης, κ.τ.λ.

(γ)    ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ. Δια τής αρνήσεως ορκοδοσίας τους με θρησκευτικό όρκο, επιβεβαιώνουν εμπράκτως τήν υπονοουμένη αμφιβολία τού συντακτικού νομοθέτη για τήν διανοητική επάρκειά τους να διασφαλίσουν και προασπίσουν τήν «ελευθερία» και τό «απαραβίαστο» τής «θρησκευτικής συνείδησης» (άρθρο 59, παρ. 1), δεδομένου ότι ως άθεοι ή άθρησκοι διακατέχονται από τουλάχιστον ελλιπή βιωματική γνώση περί τού τί καν είναι η «θρησκευτική συνείδηση», ήτοι τί ακριβώς σημαίνει όχι μόνον ως έννοια σε λεξιλογικό επίπεδο αλλά και ως προσωπικό βίωμα σε υπερβατικό επίπεδο αφού δια τής αρνήσεώς τους να συμμορφωθούν προς τίς επιταγές τού Συντάγματος (άρθρο 59), καταδεικνύουν, και δη δημόσια και επιδεικτικά, ότι η «θρησκευτική συνείδηση» δεν τούς αφορά προσωπικά σε βιωματικό επίπεδο.

(δ) ΕΘΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Αδυνατούντες δε να προασπίσουν πλήρως τήν «ελευθερία» και τό «απαραβίαστο» τής «θρησκευτικής συνείδησης» κατά τά ως άνω (άρθρο 59), προκαλούν τήν εύλογη εντύπωση στον Λαό, ή και ευλόγως πιθανολογείται από τόν συντακτικό νομοθέτη, ότι αδυνατούν κατά συνακολουθία να διασφαλίσουν πλήρως τήν ειρηνική και αρμονική συνύπαρξη διαφορετικών θρησκειών και δογμάτων στους κόλπους τού έθνους, ήτοι να διασφαλίσουν, αποτελεσματικά και με a priori βεβαιότητα, τήν εθνική ενότητα τού Λαού σε λειτουργικό πλαίσιο θρησκευτικής ανεκτικότητας με τό νομοθετικό τους έργο.

Η δε εθνική ενότητα αποτελεί μέγα διακύβευμα τής βούλησης τού συντακτικού νομοθέτη, τόν πρώτιστο και κορυφαίο σκοπό τού Συντάγματος, ως καταστατικού χάρτη τής Πολιτείας, δεδομένου ότι η εθνική ενότητα αποτελεί θεμελιώδη παράγοντα εθνικής ασφαλείας και προϋπόθεση για τήν διαχρονική και αποτελεσματική προάσπισης τής εθνικής ανεξαρτησίας. 


8. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΧΩΡΙΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ορκομωσία βουλευτών
Κατ επέκταση, ένα πολιτικό σώμα εκλεγμένων πολιτευτών που εξελέγησαν βουλευτές αλλά αρνήθηκαν να δώσουν θρησκευτικό όρκο, θα έχει μεν πολιτική νομιμοποίηση αλλά δεν θα έχει θεσμική νομιμοποίηση. Δηλαδή, υπό τό αναλυτικό πρίσμα τού Συνταγματικού δικαίου, ένα τέτοιο σώμα αποτελεί πολιτική «σύναξη» ή συγκροτημένη «ομάδα» εκλεγμένων πολιτευτών (χωρίς θεσμική νομιμοποίηση), αλλά Βουλή τών Ελλήνων δεν είναι.
Σε τέτοια περίπτωση, τό πρόβλημα καθίσταται ακόμη δυσχερέστερο, από θεσμική (πολιτειακή) άποψη, εάν οι αρνηθέντες να δώσουν τόν συνταγματικώς επιτασσόμενο θρησκευτικό όρκο υπερβαίνουν τό ένα-τρίτο (1/3) τών εκλεγέντων βουλευτών, διότι με λιγότερους από 200 βουλευτές η Βουλή τών Ελλήνων δεν υφίσταται, ούτε καν με νόμο, σύμφωνα με τό άρθρο 51 παρ. 1 τού Συντάγματος, που ορίζει επί λέξει ότι “ο αριθμός τών βουλευτών ορίζεται με νόμο, που όμως δεν μπορεί να μικρότερος από διακόσιους ούτε μεγαλύτερος από τριακόσιους”.
Στην δε περίπτωση τής αυτοαποκαλουμένης «Βουλής» που προέκυψε από τίς δύο εκλογές τού 2015, ο αριθμός τών νομίμως αναλαβόντων τά καθηκοντά τους βουλευτών αυτών δηλαδή που έχουν αναντιλέκτως πολιτική και θεσμική νομιμοποίηση, ως δημοκρατικώς εκλεγέντες και θρησκευτικώς ορκισθέντεςείναι κατά πολύ μικρότερος από τό ελάχιστο τών 200. Δηλαδή η Βουλή τών Ελλήνων (ακρογωνιαίος και κορυφαίας σημασίας θεσμός τής Ελληνικής Δημοκρατίας) έπαυσε να λειτουργεί από τήν προκήρυξη τών εκλογών τού Ιανουαρίου 2015, και έκτοτε μέχρι σήμερα ουδέποτε επαναλειτούργησε. Όχι τουλάχιστον νομίμως. Όχι σύμφωνα με τό Σύνταγμα τής Ελλάδος.

9. ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ

Αφού επομένως τό Κοινοβούλιο τής δημοκρατικής Ελληνικής Πολιτείας δεν επαναλειτούργησε σύμφωνα με τό Σύνταγμα κατά τήν τετραετία 2015-2019, δεν υπήρξε κυβέρνηση που έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τό κοινοβουλευτικό σώμα, αφού η Βουλή τών Ελλήνων δεν επανήρχησε νομίμως τίς εργασίες της μετεκλογικά (αφού δεν συγκροτήθηκε τό κοινοβουλευτικό σώμα σύμφωνα με τίς διατάξεις τού Συντάγματος) κατά τήν ίδια περίοδο. Συγκεφαλαιωτικά, τό Ελληνικό κράτος λειτούργησε ως «Ακυβέρνητη Πολιτεία» τό 2015-2019.
Τό ότι μέλη τού πολιτικού προσωπικού τής χώρας ανέλαβαν τήν διακυβέρνηση τής χώρας βάσει πολιτικής και μόνον νομιμοποίησης (εκλογές)αν δεν πρόκειται περί «σφετερισμού τής λαϊκής κυριαρχίας» και τής εξουσίας (άρθρο 120 παρ. 3), αφού ουδέποτε έλαβαν και θεσμική νομιμοποίηση, όπως τό Σύνταγμα επιτάσσει δεν σημαίνει επ ουδενί ότι οι διεθνείς συμβάσεις που υπέγραψαν με όποιους ξένους παράγοντες δεσμεύουν a priori τήν Ελληνική Πολιτεία στο μέλλον «μετά τήν αποκατάσταση τής νόμιμης εξουσίας» (άρθρο 120 παρ. 3), ήτοι εξουσίας που συμμορφούται πλήρως και επακριβώς με τό Σύνταγμα τής Ελλάδος.
Παρότι δε οι εν λόγω «διεθνείς συμφωνίες» δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα για τήν Ελληνική Πολιτεία, εντούτοις επιφέρουν νομικές επιπτώσεις για τά φυσικά πρόσωπα που τίς υπέγραψαν (ή και τίς πολιτικές τους παρατάξεις-κόμματα), οι οποίες όμως ευρίσκονται πέραν τών θεματικών ορίων τής παρούσης μονογραφίας.

Επί παραδείγματι, από νομική άποψη, η Συμφωνία τών Πρεσπών συνυπεγράφη αφενός από έναν υπουργό εξωτερικών (Dimitrov) μιάς ξένης χώρας (fYROM), ο οποίος ήταν πολιτικά και θεσμικά νομιμοποιημένος προς τούτο, και αφετέρου από έναν πολιτικό (Κοτζιά) που παρότι αυτοπροσδιορίζετο ως «υπουργός εξωτερικών» τής χώρας (Ελλάδος), εντούτοις στερείτο θεσμικής νομιμοποίησης, αφού δεν ήταν ούτε κάν (νόμιμος) υπουργός: Αποτελούσε μέλος μιας κυβερνώσας ομάδος πολιτικών, αυτοαποκαλουμένης «Ελληνική Κυβέρνηση», η οποία όμως ουδέποτε έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τήν Βουλή τών Ελλήνων, αφού αυτή διέκοψε τίς εργασίες από τόν Δεκέμβριο τού 2014 και παρότι επανασυνεκλήθη νομίμως αμέσως μετά τίς εκλογές, απέτυχε τότε, και έκτοτε μέχρι σήμερα, να λειτουργήσει νομίμως διότι περισσότεροι από 100 βουλευτές αρνήθηκαν να δώσουν τόν από τό Σύνταγμα επιτασσόμενο θρησκευτικό όρκοήτοι πρόκειται περί μιας ιδιόμορφης καταστάσεως: Οι ξένοι αντισυμβαλλόμενοι (ξένοι δανειστές και επενδυτές, όπως και τό κράτος τής fYROM) έχουν κάθε έννομο δικαίωμα και συμφέρον να στραφούν δικαστικά κατά τών φυσικών προσώπων (ή και κατά τών κομμάτων τους) που υπέγραψαν όλες εκείνες τίς διεθνείς συμφωνίες.

Όμως, τά δικανικά επιχειρήματα ξένων παραγόντων σε περίπτωση που αυτοί καταφύγουν σε διεθνή δικαστήρια κατά τής Ελληνικής Πολιτείας, θα έχουν μάλλον σαθρή ή και έωλη έδραση, διότι μεταξύ άλλων οι εν λόγω ξένοι αντισυμβληθέντες διατελούσαν εν γνώσει τής εκρύθμου καταστάσεως στην Ελλάδα τότε (2015-2019), ως Ακυβέρνητης Πολιτείας (με μέλη τού πολιτικού προσωπικού τής χώρας να παριστάνουν ότι είναι υπουργοί, βουλευτές, ή και τά δύο, κατά παράβαση βασικών διατάξεων τού Συντάγματος, ήτοι χωρίς θεσμική νομιμοποίηση), αφού μεταξύ άλλων τό Σύνταγμα τής Ελλάδος είναι έγγραφο δημόσιο, εκτενώς δημοσιοποιημένο, και άμεσα προσβάσιμο (στο διαδίκτυο) από οποιονδήποτε και από οπουδήποτε, στην Ελλάδα ή τό εξωτερικό. Αρκεί βέβαια η Ελληνική Πολιτεία να πράξει στο μέλλον τά δέοντα. Ως δημοκρατική Πολιτεία.
  
10. Η ΤΑΜΠΑΚΙΕΡΑ
ΤΗΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

Επομένως, ήδη από τά παραπάνω εκτεθέντα, ανεδείχθη η «ταμπακιέρα» (άρθρο 59) τής αναθεώρησης τού Συντάγματος. Πέρα από τίς εκατέρωθεν προσχηματικές ή και θεατρικές αντεγκλήσεις μεταξύ τών κομμάτων κατά τίς τελευταίες ημέρες, τό μόνο που ενδιαφέρει τούς ξένους δανειστές, επενδυτές και άλλους παράγοντες, είναι να αναθεωρηθεί τό άρθρο 59 τού Συντάγματος περί όρκου τών βουλευτών. Ο στόχος τους είναι προφανής: Να γίνει ρητώς ή ερμηνευτικώς αποδοχή εκ τών υστέρων (από τό 2019) τής αρνήσεως τών εκλεγέντων βουλευτών (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ) να δώσουν τόν από τό Σύνταγμα επιτασσόμενο θρησκευτικό όρκο τό 2015, ώστε να αποδυναμωθεί τυχόν δικανικό επιχείρημα ή πολιτικοοικονομική θέση τής Ελληνικής Πολιτείας στο μέλλον περί ακυρότητος, κ.τ.λ., όλων τών διεθνών συμφωνιών που συνυπεγράφησαν τό 2015-2019 από μέλη τού εν τώ παρόντι κυβερνώντος καθεστώτος.
Αυτός δε είναι ο λόγος (αναδρομικό συνταγματικό «ξέπλυμα» τών διεθνών συμφωνιών που υπεγράφησαν τό 2015-2019), για τόν οποίο όλα τά κόμματα, πριν κάν ξεκινήσει η κοινοβουλευτική συζήτηση επί τής αναθεώρησης τού Συντάγματος, συνεφώνησαν εξ αρχής στο εξής ένα, ενώ φαινομενικά διαφωνούσαν σχεδόν σε όλα τά άλλα, όπως προκύπτει από τίς έγγραφες αρχικές προτάσεις τους (προ συζήτησης): Στην αναθεώρηση τού άρθρου 59. Τέτοιες εντολές είχαν από τό εξωτερικό (ξένους δανειστές κ.τ.λ), αυτό και (προ)συμφώνησαν: Τήν «ταμπακιέρα».

11. ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΞΕΝΟΔΟΧΟ

Εν τούτοις τόσον οι ξένοι δανειστές και λοιποί διεθνείς παράγοντες, όσον και τό ενθάδε πολιτικό προσωπικό τής χώρας με τό οποίο επί τού παρόντος διαλέγονται υπέρ τών (ξενων) συμφερόντων τους, λογαριάζουν προφανώς «χωρίς τόν ξενοδόχο»: Τό Σύνταγμα τής Ελλάδος. Ειδικότερα, βάσει τής αρχής τής συντακτικής συνεχείας, μια αναθεώρηση τού Συντάγματος καθίσταται πολιτικά νόμιμη και θεσμικά υφιστάμενη μόνον εάν γίνει σύμφωνα με τίς επί μέρους προς τούτο διατάξεις τού ιδίου τού Συντάγματος (όχι κατά τό... δοκούν), και συγκεκριμένα τού άρθρου 110, που ορίζει ότι τό μοναδικό αρμόδιο όργανο να επεξεργασθεί τίς αναθεωρητές διατάξεις είναι η Βουλή και μόνον. Μόνο που η παρούσα συζήτηση (Δεκ. 2018 - Ιαν. 2019) περί έξωθεν παραγγελθείσης «αναθεώρησης» τού Συντάγματος, ναι μεν διεξάγεται στο κτίριο τής Βουλής τών Ελλήνων, αλλά όχι από τήν Βουλή τών Ελλήνων, αφού η νομοθετική της λειτουργία έχει διακοπεί από τίς 31 Δεκεμβρίου 2014. Υπό αυτή τήν νομική άποψη, η εν λόγω περί συνταγματικής αναθεώρησης συζήτηση από πολιτικούς που αυτοπροσδιορίζονται ως «βουλευτές» (ακόμη και εκείνοι που αρνήθηκαν να συμμορφωθούν προς τό άρθρο 59) είναι μεν ίσως χρήσιμη, ως ένα πολυήμερο σεμινάριο ή εργαστήριο ή συνέδριο (ή ότι άλλο) Συνταγματικού Δικαίου, αλλά όμως αναθεώρηση Συντάγματος (άνευ εισαγωγικών) δεν είναι.

ΕΠΙΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ

1  Περί τού Λόρδου Βύρωνος ως Προέδρου (Αρχιεπιτρόπου) τής 5μελούς επιτροπής για τήν (χρηστή) διαχείριση τού Α΄ Δανείου τής Ανεξαρτησίας τό 1824, ιδέ: John D. Pappas, Φιλελληνικές «Μεγάλες Προσδοκίες» ξένων κερδοσκόπων, 1824-1825”, Θέματα Ελληνικής Ιστορίας (Σεπ. 2014), κ. IV, σσ. 11-14, εδώ:
https://www.academia.edu/38168233/Philhellenic_Great_Expectations_of_International_Speculators_1823-1825


3  Περί Αμερικανογένεσης τής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας τής Γερμανίας (Federal Repuplic of Germany - FRG) τό 1949-1953, ιδέ:        John D. Pappas, Socio-economic Hubris, επισ. (endnote) 151, σσ. 306-324, προσβάσιμο και εν μέρει downloadable (book preview) στο academia.edu εδώ:
    https://www.academia.edu/36558629/Socio-economic_Hubris

4  Αν μη τι άλλο, όταν τό εμπόλεμο Ελληνικό έθνος θεμελίωνε τήν πρωτόλεια Ελληνική Δημοκρατία στον Αγώνα τής Παλιγγενεσίαςκαι μάλιστα, μεταξύ άλλων, διά τού «πλέον φιλελεύθερου Συντάγματος στον Κόσμο» τό 1823, ψηφισθέντος στη Β΄ Εθνοσυνέλευση στο Άστροςτά Γερμανικά βασίλεια ούτε κοινοβουλευτικά ήσαν, ούτε καν ανεξάρτητα, αφού διατελούσαν τότε υπό τόν παρεμβατικό εξωτερικό (στρατηγικό και πολιτικό) έλεγχο τού Καγγελαρίου Metternich τής Αυστρίας. Όταν δηλαδή τό εμπόλεμο έθνος τών Ελλήνων «έκτιζε» τήν δημοκρατία του (απ' τά κόκαλα βγαλμένη τών Ελλήνων τά ιερά) και δια τών όπλων επαναποκτούσε τήν εθνική του ανεξαρτησία στη δεκαετία τού 1820, τό Γερμανικό έθνος στέναζε τότε ακόμα υπό διπλή καταπίεση, εσωτερική (μοναρχική) και εξωτερική (Αυστριακή).

5  Περί διαχείρισης τού ζητήματος τών Δανείων τής Ανεξαρτησίας από τόν Βασιλέα Όθωνα ιδέ: John D. Pappas, Φιλελληνικές «Μεγάλες Προσδοκίες» ξένων κερδοσκόπων, 1824-1825”, Θέματα Ελληνικής Ιστορίας (Σεπ. 2014), κ. VIII, σσ. 25-26, εδώ:
https://www.academia.edu/38168233/Philhellenic_Great_Expectations_of_International_Speculators_1823-1825

6  Μέχρι τό 1879, τό σύνολο τών τόκων που τό Ελληνικό κράτος είχε καταβάλει στους δανειστές για τό πρώτο δάνειο τής ανεξαρτησίας (1824), ήταν συσσωρευτικώς ίσο με μηδέν (0). Τό 1867 συνήφθη η πρώτη συμφωνία για κούρεμα τού χρέους κατά 56.71%, ήτοι αναδρομική μείωση τού επιτοκίου από 5% σε 2.16%. Ούτε όμως και τότε η Ελληνική Κυβέρνηση μπορούσε να καταβάλει τούς (μειωμένους) συσσωρευθέντες τόκους. Προηγουμένως δε κατά τήν ωρίμανση τών ομολογιών (1860), η κυβέρνηση δεν είχε καταβάλει οποιοδήποτε ποσό στους τιτλούχους: Μετά από μισό αιώνα (1875), οι δανειστές δεν είχαν λάβει ούτε μία λίρα από τό δημόσιο ταμείο τής Ελλάδος είτε για τόκους είτε για κεφάλαιο.
Μία λειτουργική συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και ομολο-γιούχων επετεύχθη επιτέλους τό 1875 για κούρεμα τού μεν κεφαλαίου κατά 68.88% τών δε συσσωρευθέντων τοκομεριδίων κατά 88.88%, ήτοι εξαγορά τών ομολογιών από τό Ελληνικό κράτος έναντι μόνο £161.761 (εις εξόφληση τού ρευστοποιηθέντος ομολογιακού δανείου £348.000 που έλαβε η Ελληνική Κυβέρνηση τό 1824) και αναδρομική εφαρμογή, για ολόκληρη τήν περίοδο 1826-1880, επιτοκίου ίσου προς 0.56% (έναντι τού αρχικού 5%) επί τής ονομαστικής αξίας τού ομολογιακού δανείου τό 1826 (£519.800). Παρόμοια ήταν και η τύχη τού δευτέρου δανείου τής ανεξαρτησίας (1825).      
       Τελικά η μετα-Οθωνική Ελλάδα απεπλήρωσε τά δύο Δάνεια τής Ανεξαρτησίας (1824-1825), αφού προηγουμένως επέτυχε (κατά τό 1875)  ένα δραστικό “κούρεμα” κατά 88% τού μέρους τού δημοσίου χρέους που προήρχετο από εκέινα τά δάνεια, 60 χρόνια μετά τη σύναψή τους. Η δε απολήρωμή τού υπολοίπου (12%) έγινε διά αναχρηματοδοτήσεώς του δι’ άλλου ομολογιακού δανείου (ονομαστικής αξίας £1.200.000), τό οποίο με τη σειρά του απεπληρώθη τό 1921, έναν αιώνα μετά τήν έναρξη τού Πολέμου τής Ελληνικής Ανεξαρτησίας.

7   Ο συντακτικός νομοθέτης θέτει έναν περιορισμό in exempto, όπως και στην περίπτωση τής ορκοδοσίας τών βουλευτών, σχετικά με τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τού Προέδρου τής Δημοκρατίας, ο οποίος απαιτείται από τό Σύνταγμα να είναι Χριστιανός Ορθόδοξος. Προκειμένου δηλαδή να αναλάβει τά καθήκοντά του στην Προεδρία τής Δημοκρατίας, τό Σύνταγμα ορίζει ρητώς (ως sine qua non προϋπόθεση) ότι ο Πρόεδρος τής Δημοκρατίας, πριν αναναλάβει τήν άσκηση τών καθηκόντων του, δίνει ενώπιον τής Βουλής τόν ακόλουθο όρκο (άρθρο 33, παρ. 2):

Ορκίζομαι στο όνομα τής Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας να φυλάσσω το Σύνταγμα και τους νόμους, να μεριμνώ για τήν πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζω την εθνική ανεξαρτησία και την ακεραιότητα τής Χώρας, να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τών Ελλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού.

Η εν προκειμένω βούληση τού συντακτικού νομοθέτη συναρτάται με τήν Ελληνική Ιστορία, τήν Ελληνοχριστιανική παράδοση, τίς τεράστιες θυσίες τής Ελληνορθοδοξίας στον βωμό τής Εθνικής Παλιγγενεσίας, όπως υποδηλώνεται από τήν προμετωπίδα τού Συντάγματος τής Ελλάδος (σελ. 19): «Εις τό Όνομα τής Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος.


Σχόλια

  1. Αποκαλυπτικό! Έτσι εξηγείται γιατί η Εκκλησία τής Ελλάδος και το Οικ. Πατριαρχείο έχουν πάψει να συνομιλούν, και εδώ και καιρό δεν ασχολούνται πια, με την παρούσα κυβερνητική ομάδα. Καλή λευτεριά λοιπόν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Ο σχολιασμός του αναγνώστη (ενημερωμένου η μη) είναι το καύσιμο για το ιστολόγιο αυτό, έτσι σας προτρέπουμε να μας πείτε την γνώμη σας. Τα σχόλια οφείλουν να είναι κόσμια, εντός θέματος και γραμμένα με Ελληνικούς χαρακτήρες (όχι greeklish και κεφαλαία).

Καλό είναι όποιος θέλει να διατηρεί την ανωνυμία του να χρησιμοποιεί ένα ψευδώνυμο έτσι ώστε σε περίπτωση διαλόγου, να γίνεται αντιληπτό ποιος είπε τι. Κάθε σχόλιο το οποίο είναι υβριστικό η εμπαθές, θα διαγράφεται αυτομάτως.

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας