Η Μάχη των Αθηνών το 1977 και το VETO της Βουλγαρίας το 2020 για την «Μακεδονική γλώσσα»


                                          Έκθεμα 1: Ο Στρατάρχης J. B. Tito (αριστερά),

                                         η έδρα του Ο.Η.Ε. στη Νέα Υόρκη (κέντρο),

                                                 και ο Καθ. Γλωσσολογίας Γ. Δ. Μπαμπινιώτης (δεξιά). 





γράφει ο John D. Pappas

Υπό την γεωστρατηγική σκιά τής από το 1974 Τουρκικής εισβολής και κατοχής της Βορείου Κύπρου από τους Τούρκους, και της επακόλουθης αποχώρησης της Ελλάδος από το ΝΑΤΟ, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρωτοστάτησε σε ένα μεγάλο διπλωματικό άνοιγμα εξισορροπητικής σκοπιμότητας της Ελλάδος προς τα Βαλκάνια το 1975-1977, το οποίο άρχισε με την επίσημη περιοδεία του στη Βαλκανική το καλοκαίρι του 1975: στη Ρουμανία (26-27 Μαΐου), την Γιουγκοσλαβία (4-5 Ιουνίου) και την Βουλγαρία (2-4 Ιουλίου), ως μάλιστα ο ιστορικά πρώτος Πρωθυπουργός της Ελλάδος που επεσκέφθη επισήμως την Βουλγαρία, όπου έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής (Έκθ. 2). Στον απόηχο εκείνης της διπλωματικά πρωτοποριακής περιοδείας σε κομμουνιστικές βαλκανικές χώρες στην Ψυχροπολεμική εποχή, στις αρχές του επομένου έτους (1976) συνεκλήθη στην Αθήνα η Α΄ Διαβαλκανική Συνδιάσκεψη σε επίπεδο υφυπουργών και γενικών γραμματέων υπουργείων προς συζήτηση και επεξεργασία οικονομικών και τεχνικών θεμάτων μεταξύ των Βαλκανικών χωρών. Μετά δε από λίγους μήνες (15 Μαΐου 1976) πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα επίσημη επίσκεψη του ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας Στρατάρχη Josip Broz Tito (Έκθ. 1, αριστερά), που μεταξύ άλλων ήταν ο εμπνευστής και διαμορφωτής του Μακεδονικού αλυτρωτισμού στην Μεταπολεμική εποχή.

Σε εκείνο το υφεσιακό διπλωματικό κλίμα, που αποσκοπούσε στη στρατηγική (φιλειρηνική) αναδιάταξη της Ελλάδος έναντι των βορείων γειτόνων της, ώστε η Ελλάδα και οι Ένοπλες Δυνάμεις της να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση των εξ ανατολών απειλών και κινδύνων, κατά το επόμενο έτος επρόκειτο να διεξαχθεί στην Αθήνα επί 20ήμερο (17 Αυγούστου - 7 Σεπτεμβρίου 1977) η «3η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων» (Third United Nations Conference on the Standardization of Geographical Names).

Έκθεμα 2

Ενθουσιώδης υποδοχή του 

Κωνσταντίνου Καραμανλή

στη Βουλγαρία στις 2 Ιουλίου 1975.

Τυπικά (διαδικαστικά) επρόκειτο περί Διάσκεψης τεχνοκρατών (γλωσσολόγων, ιστορικών κ.τ.λ.) και όχι διπλωματών. Εν τούτοις, παρά την μη συμμετοχή διπλωματών και επισήμων εκπροσώπων των υπουργείων Εξωτερικών των διασκεπτομένων μελών-χωρών του Ο.Η.Ε, η Διάσκεψη είχε κατ' ουσίαν και διπλωματική διάσταση, διότι ήταν διάσκεψη του Ο.Η.Ε. και όχι κάποιων ΑΕΙ ή ερευνητικών ινστιτούτων. Επομένως ελλόχευαν κίνδυνοι εκτροχιασμού της Διάσκεψης, λόγω του αλυτρωτικού προβλήματος της «Μακεδονικής γλώσσας», σύμφωνα με την από το 1946 συνταγματική ονομασία της (στο Σύνταγμα της Γιουγκοσλαβίας). Σε κάθε περίπτωση, η Ελληνική αντιπροσωπεία όφειλε να διασφαλίσει την μη εμπλοκή (άμεση ή έμμεση) του Μακεδονικού Ζητήματος στις εργασίες της Διάσκεψης, χωρίς όμως να προκληθεί διπλωματικό επεισόδιο, δηλαδή έπρεπε να αποφευχθεί η έστω και ελαχίστη διατάραξη του θετικά εξελισσομένου ανοίγματος του Καραμανλή τότε προς τα Βαλκάνια.

1. Γιουγκοσλαβο-Αυστριακός άξονας στη Διάσκεψη


Έκθεμα 3: Το εξώφυλλο του Α΄τόμου των
πρακτικών του ΟΗΕ για την διάσκεψη
του 1977 στην Αθήνα
Υπό εκείνους του περιορισμούς, η Ελληνική αντιπροσωπεία (Κεφ. 4  παρακάτω) προσήλθε στη Διάσκεψη του ΟΗΕ στην Αθήνα το 1977 με επιστημονική προετοιμασία και τεχνοκρατική προδιάθεση, με σκοπό να μην επιτρέψει στο γιουγκοσλαβικό τοξικό αλυτρωτικό ιδεολόγημα περί «Μακεδονικής γλώσσας» να πολιτικοποιήσει και εκτρέψει την Διάσκεψη, ώστε να παραμείνει απολύτως επικεντρωμένη στο αντικείμενο των εργασιών της, που ήταν ένα και μόνον ένα, ήτοι «πώς θα προχωρήσουν οι χώρες αυτές για λόγους τυποποίησης (standardization) των γεωγραφικών ονομάτων τους σε μεταγραμματισμό των γεωγραφικών ονομάτων με λατινικά γράμματα βάσει συστημάτων μεταγραμματισμού (romanization / transliteration) που θα πρότειναν οι ίδιες οι χώρες» (Γ. Μπαμπινιώτης, ΤΑ ΝΕΑ, 5 Ιουνίου 2018).

Εν τούτοις, άλλαι αι βουλαί της Ελλάδος και άλλαι της Γιουγκοσλαβίας τότε, παρά την αναθέρμανση των διπλωματικών και οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών το 1975-1977 με πρωτοβουλία του Καραμανλή τότε: Η Γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία θεώρησε ότι η Διάσκεψη του Ο.Η.Ε. στην Αθήνα το 1977 ήταν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να περάσουν επιτηδείως (χωρίς δηλαδή να το αντιληφθούν ή αντιδράσουν οι σύνεδροι των άλλων συνδιασκεπτομένων χωρών) από το «παράθυρο» των Πρακτικών της Διάσκεψης, και συγκεκριμένα στη μελλοντική Έκθεση (Report), ήτοι στον α΄ τόμο1 των Πρακτικών του Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη (Έκθ. 3), ρητές έγγραφες αναφορές στη «Μακεδονική γλώσσα» και μάλιστα προσδιοριζομένη ρητώς στην εν λόγω Έκθεση ως «εθνική γλώσσα». Εάν οι Γιουγκοσλάβοι κατόρθωναν να επιτύχουν τον μάλλον φιλόδοξο σκοπό τους, θα ήταν η πρώτη φορά που σε επίσημη Έκθεση (Report) του Ο.Η.Ε. θα ανεφέρετο ο όρος «Μακεδονική γλώσσα» ρητώς και εγγράφωςκάτι που εν πολλοίς θα συνιστούσε μια πρώτη, έστω και έμμεση (σαφή, αν και μη ρητή), «αναγνώριση» της Βουλγαρικής διαλέκτου που ομιλείται στην πρώην νότια Γιουγκοσλαβία ως «εθνικής Μακεδονικής γλώσσας», και κατά συνακολουθία (κατ' εθνοτική αντιστοίχηση εθνικότητος και γλώσσας) έμμεση «αναγνώριση» του πληθυσμού που επικοινωνεί σε αυτή την «εθνική γλώσσα» ως του πολιτισμικώς διακριτού «Μακεδονικού έθνους».

Προς τούτο, η Γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία κατέθεσε στη Διάσκεψη του Ο.Η.Ε την δική της εισήγηση (όχι του Ο.Η.Ε.) που μεταξύ άλλων συμπεριελάμβανε έναν πίνακα (Έκθ. 5) όπου η καθομιλουμένη διάλεκτος στη νότια Γιουγκοσλαβία προσδιορίζετο ονοματοδοτικώς ως «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language). Παράλληλα, η Αυστριακή αντιπροσωπεία, σε συνέργεια με την Γιουγκοσλαβική, κατέθεσε έναν άλλο πίνακα (Έκθ. 6), όπου η «Μακεδονική» (Macedonian) κατηγοριοποιείτο, και επομένως χαρακτηρίζετο έμμεσα αλλά σαφώς (λογικώς), ως «Εθνική γλώσσα» (National language).

Και τα δύο έγγραφα, ως αναπόσπαστα μέρη των επισήμων εισηγήσεων της Γιουγκοσλαβίας και Αυστρίας, θα κατεχωρούντο ούτως ή άλλως αμελλητί στον β΄ τόμο2 των Πρακτικών του Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη (Έκθ. 4). Tο μέγα ζητούμενο για την Γιουγκοσλαβία και Αυστρία, ήταν εάν οι εν λόγω αναφορές σε «Μακεδονική γλώσσα» ως «εθνική γλώσσα» θα ενεκρίνοντο και ψηφίζοντο ως είχαν, χωρίς τροποποιήσεις, από τους Συνέδρους των άλλων χωρών, ώστε οι εν λόγω πίνακες και οι συναφείς εισηγήσεις των δύο αντιπροσωπειών να καταχωρηθούν και στον τόμο των Συμπερασμάτων του Συνεδρίου, ήτοι στον ως άνω α΄ τόμο των Πρακτικών του Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη (Έκθ. 3).

2. Ελληνο-Βουλγαρικός άξονας στη Διάσκεψη


έκθεμα 4: το εξώφυλλο του β΄ τόμου των
των πρακτικών της συνδιάσκεψης 
του 1997 στην Αθήνα
Η Ελληνική αντιπροσωπεία όμως, που διατελούσε σε εθνική και επιστημονική επαγρύπνηση, κατόρθωσε να αντιμετωπίσει επιτυχώς και να εξουδετερώσει πλήρως εκείνους των αλυτρωτικώς προκλητικούς και γλωσσολογικώς αντιεπιστημονικούς ελιγμούς του άξονα Γιουγκοσλαβίας-Αυστρίας στη Διάσκεψη. Οι ρητές ονοματολογικές αναφορές της Γιουγκοσλαβίας και της Αυστρίας σε «Μακεδονική γλώσσα» (Μacedonian language) και μάλιστα ως «Εθνική γλώσσα» (National language), στις σελίδες 145 και 389 αντίστοιχα στον β΄ τόμο των Πρακτικών του Συνεδρίου, τελικά  ΔΕΝ υιοθετήθησαν, ούτε ενεκρίθησαν, ούτε εψηφίσθησαν από τους Συνέδρους, πολλώ δε μάλλον από τον ίδιο τον Ο.Η.Ε. το 1977. Απεναντίας μάλιστα: Ενώ στον πίνακα της αλφαβήτου των «Κυριλλικών γλωσσών» της Γιουγκοσλαβίας, τον οποίο υπέβαλε η Γιουγκοσλαβία στην Προεδρία του Συνεδρίου, αναγράφεται στον τίτλο της 2ης στήλης («Cyrillic script of the Macedonian language standard») ο προσδιορισμός «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language) στη σελ. 144 του β΄ τόμου, εντούτοις στον αντίστοιχο πίνακα (Έκθ. 7) που τελικά ενεκρίθη και εψηφίσθη από τους Συνέδρους, και κατ' επακολουθία συμπεριελήφθη στην επίσημη Έκθεση (Report) του O.H.E. στον α΄ τόμο, η λέξη «γλώσσα» (language) έχει παραληφθεί (σβησθεί), και απλώς αναγράφεται στον αντίστοιχο τίτλο της 2ης στήλης «Κυριλλικός χαρακτήρας - Mακεδονικός» (Cyrillic character - Macedonian)χωρίς το «γλώσσα» (language)χωρίς δηλαδή ο Ο.Η.Ε. να προσδιορίζει εάν πρόκειται περί γλώσσας, διαλέκτου ή ιδιώματος (σελ. 31 του α΄ τόμου).


                                                                            Έκθεμα 5

Σελ. 144 του β΄ τόμου των Πρακτικών του Ο.Η.Ε.

για την Διάσκεψη του 1977 στην Αθήνα.

Όσον αφορά δε στον φιλόδοξο (αλλά και μάταιο) Αυστριακό χαρακτηρισμό της «Μακεδονικής γλώσσας» (Μacedonian language) ως «Εθνικής γλώσσας» (National language), εκείνος ο χαρακτηρισμός έλαβε επίσης την άγουσα προς τον κάλαθο των (μη εγκριθέντων) αχρήστων της Διάσκεψης, αφού η απόρριψη του χαρακτηρισμού της «Μακεδονικής»  ως «γλώσσας» (language), συνεπέφερε αναποδράστως και την απόρριψη του συναρτωμένου χαρακτηρισμού της ως (δήθεν) «Εθνικής» (National): Στα επίσημα (εγκεκριμένα, ψηφισμένα και δημοσιευμένα) Συμπεράσματα της Διάσκεψης, ήτοι στον  α΄ τόμο των Πρακτικών του Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη, ουδαμού υπάρχουν χαρακτηρισμοί περί γλώσσας και δη εθνικής γλώσσας όσον αφορά την «Κυρριλομακεδονική» διάλεκτο της Βουλγαρικής γλώσσας, που ομιλείται στη νότια Γιουγκοσλαβία και γράφεται με «Κυρριλομακεδονικούς» χαρακτήρες σύμφωνα με τον Ο.Η.Ε.

Εκ του αποτελέσματος, η συντεταγμένη ονοματολογική Γιουγκοσλαβο-Αυστριακή «επίθεση» στη Διάσκεψη του Ο.Η.Ε. το 1977 κατά της Ελλάδος και Βουλγαρίας έπεσε στο κενό, το μόνο δε που πέτυχε ήταν να σφυρηλατήσει την σύμπλευση ή και «φυσική συμμαχία» (collusion) Ελλάδος και Βουλγαρίας έκτοτε όσον αφορά στο Τιτοϊκό αλυτρωτικό ιδεολόγημα περί (τεχνητής) «Μακεδονικής γλώσσας». Εν τοις πράγμασι, ο «επιθετικός» (αλυτρωτικός) Γιουγκοσλαβο-Αυστριακός άξονας βρήκε απέναντί του τον αμυντικό (αντιαλυτρωτικό) Ελληνο-Βουλγαρικό άξονα στη Διάσκεψη:  Παρότι η Ελλάδα και η Βουλγαρία ανήκαν τότε σε αντίπαλα ψυχροπολεμικά στρατόπεδα, εν τούτοις επ' ουδενί επρόκειτο να αποδεχθούν να παρεισφρήσει ο όρος «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language) και μάλιστα ως «Εθνική γλώσσα» (National language), διότι η Ελλάδα θεωρεί ευλόγως ότι η λέξη «Μακεδονική» αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της πανάρχαιας πολιτισμικής και εθνικής της κληρονομιάς, η δε Βουλγαρία διότι γνώριζε και γνωρίζει, πολύ καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη σύνεδρο-χώρα, ότι η επιλεγομένη «Μακεδονική γλώσσα» είναι εν πολλοίς μια διάλεκτος της Βουλγαρικής γλώσσας, η οποία αποτελεί θεμελιώδες και αναπόσπαστο μέρος της Βουλγαρικής εθνικής ταυτότητας και πολιτισμικής κληρονομιάς.


Έκθεμα 6:

σελ. 389 του β΄ τόμου των Πρακτικών του Ο.Η.Ε.

για την Διάσκεψη του 1977 στην Αθήνα.

Προφανώς, απεδείχθησαν φρούδες τυχόν ελπίδες του Τίτο ότι ίσως είχε επιτύχει να αποπροσανατολίσει ή και «υπνώσει» την Ελληνική κυβέρνηση, δηλαδή να αμβλύνει τα εθνικά της αντανακλαστικά στο «Μακεδονικό Ζήτημα» και ειδικά στη «Μακεδονική γλώσσα», στο υφεσιακό πλαίσιο του διπλωματικού ανοίγματος της Ελλάδος στα Βαλκάνια και της αναθέρμανσης των Ελληνο-Γιουγκοσλαβικών σχέσεων, μετά μάλιστα την επίσκεψη του Τίτο στην Αθήνα προ έτους (1976), υπό την σκιά της επιτακτικής εθνικής ανάγκης και στρατηγικής σκοπιμότητας της εκτός ΝΑΤΟ Ελλάδος να εξισορροπήσει τον Τουρκικό επεκτατισμό διά του ανοίγματός της στα Βαλκάνια. Απεναντίας, λόγω της διαρκούς επαγρύπνησης της Ελληνικής κυβέρνησης τότε όσον αφορά στη «Μακεδονική γλώσσα», ανεξάρτητα από τις αντίξοες εξελίξεις και μείζονες προκλήσεις σε άλλα εθνικά θέματα (Κυπριακό, Αιγαίο, ένταξη στην Ε.Ο.Κ.), η τυπικώς γλωσσολογική αλλά κατ' ουσίαν διπλωματική απόπειρα της Γιουγκοσλαβίας και της Αυστρίας να «περάσουν» τον επίμαχο όρο «Μακεδονική γλώσσα», και μάλιστα ως «Εθνική γλώσσα», κουτοπονήρως από το «παράθυρο» του μεταγραμματισμού, ήτοι ως ρητή διατύπωση στην επίσημη Έκθεση (Report) του Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη το 1977, απέτυχε. Και απέτυχε ολοσχερώς.

3. Άνευ γνώμης ο Ο.Η.Ε. στη Διάσκεψη

Επιπροσθέτως, δι' εκείνης της Διάσκεψης στην Αθήνα το 1977, ο Ο.Η.Ε. δεν «ανεγνώρισε» κάποια «Μακεδονική γλώσσα», ούτε καμία άλλη γλώσσα, ούτε κάποια «χώρα, περιφέρεια, πόλη ή περιοχή», όπως π.χ. την τότε «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας» (Socialist Republic of Macedonia)μετέπειτα (1993) επονομασθείσα αλλά όχι ονομασθείσα με το προσωρινό προσωνύμιο και όχι όνομα (appellation, not a name) «f.Y.R.O.M.»ούτε «ανεγνώρισε» ο Ο.Η.Ε. την πολιτική ή διοικητική «εξουσία» (authorities) σε οποιαδήποτε «χώρα, περιφέρεια, πόλη ή περιοχή», ούτε «οριοθέτηση των συνόρων και ορίων της», ούτε οτιδήποτε άλλο. Και όχι μόνον o O.H.E. δεν «ανεγνώρισε» τίποτα απολύτως δι εκείνου του Συνεδρίου στην Αθήνα το 1977, αλλά μάλιστα ο Ο.Η.Ε. δεν διετύπωσε τότε ούτε καν «κάποια γνώμη, οποιαδήποτε» για οτιδήποτε σε εκείνη την Διάσκεψη, όπως δηλώνει ο ίδιος ο Ο.Η.Ε. ρητώς, σαφώς, απεριφράστως και εγγράφως στην αρχή εκατέρου των δύο τόμων των Πρακτικών της Διάσκεψης, ήτοι στη «ΣΗΜΕΙΩΣΗ» (ΝΟΤΕ) στην αρχή του α΄ τόμου (σελίδα ii), όπως επίσης και στο «ΠΡΟΟΙΜΙΟ» (PREFACE) στην αρχή του β΄ τόμου (σελίδα ii), επί λέξει ως εξής:


Οι χρησιμοποιούμενοι προσδιορισμοί και η παρουσίαση του υλικού σε αυτή την έκδοση δεν υποδηλώνουν την διατύπωση κάποιας γνώμης, οποιασδήποτε, από την πλευρά της Γραμματείας (Secretariat) των Ηνωμένων Εθνών, όσον αφορά στη νομική υπόσταση οποιασδήποτε χώρας, περιφέρειας, πόλεως ή περιοχής, ή της (πολιτικής-διοικητικής) εξουσίας της, ή όσον αφορά στην οριοθέτηση των συνόρων και ορίων της.

 

 ( The designations employed and the presentation of the material in this publication do not imply the expression of any opinion whatsoever on the part of the Secretariat of the United Nations concerning the legal status of any country, territory, city or area or of its authorities, or concerning the delimitation of its frontiers or boundaries.)

Προς αποφυγή δε αμφισημίας, μεταξύ άλλων, όσον αφορά στον ρόλο της Γραμματείας (Secretariat) του Ο.Η.Ε. στη Διάσκεψη, στο ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ του α΄ τόμου (ΑΝΕΧ ΙΙΙ, ch. IV, σελίδα 60) ορίζεται ρητώς και σαφώς ότι «ο Εκτελεστικός Γραμματέας του Συνεδρίου είναι διορισμένος από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών και θα ενεργεί υπό αυτή την ιδιότητα σε όλες τις συνόδους του Συνεδρίου»he Executive Secretary of the Conference appointed by the Secretary General of the United Nations shall act in that capacity in all meetings of the Conference). Επομένως, η μη-διατύπωση ούτε καν «κάποιας γνώμης, οποιασδήποτε», πολλώ δε μάλλον «αναγνώρισης» για ο,τιδήποτε, στους δύο τόμους του Συνεδρίου εκπορεύεται δεσμευτικώς από το ύψιστο επίπεδο της ιεραρχίας του Ο.Η.Ε., ήτοι από τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών.


Έκθεμα 7:

Σελ. 31 του α΄ τόμου των Πρακτικών του Ο.Η.Ε.

για την Διάσκεψη του 1977 στην Αθήνα.

Συγκεφαλαιωτικά, όχι μόνον ο Ο.Η.Ε. (είτε διά του Εκτελεστικού Γραμματέως του Συνεδρίου, είτε δια του Γενικού Γραμματέως των Ηνωμένων Εθνών, πολλώ δε μάλλον διά της Γενικής Συνελεύσεως ή και τού... Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ) δεν ανεγνώρισε κάποια γλώσσα ως «Μακεδονική» σε εκείνη την Διάσκεψη, αλλά ούτε καν «κάποια γνώμη, οποιαδήποτε» διετύπωσε, ούτε καν αναφορά σε τέτοια «Μακεδονική γλώσσα» συμπεριέλαβε, έστω και εν παρόδω, στην μία και μοναδική επίσημη Έκθεση του Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη, ήτοι στο κείμενο του σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο μοναδικού δεσμευτικού τόμου (του α΄ τόμου) των Πρακτικών της Διάσκεψης.

4. Πρωτεργάτες της Μάχης των Αθηνών το 1977

Για την Ιστορία, αξίζει να μνημονευθεί ότι εκείνη η εθνική επιτυχία οφείλεται σε ευπατρίδες ακαδημαϊκούς, επιστήμονες και πολιτικούς που εξεπροσώπησαν τότε επαξίως την Ελλάδα και προήσπισαν τα Ελληνικά συμφέροντα. Μεταξύ εκείνων ήσαν ο Λ. Ν. Μαυρίδης, που εξελέγη Πρόεδρος της Διάσκεψης, ο ειδικός συνεργάτης του Υπουργείου Εξωτερικών για βαλκανικά θέματα και συγγραφέας Βαλκανιολόγος Δρ. Ευάγγελος Κωφός, και ο τακτικός Καθηγητής Γλωσσολογίας του ΕΚΠΑ Γεώργιος Δ. Μπαμπινιώτης3  ο οποίος αν και νεαρός, 38ετής (Έκθ. 1, δεξιά), και σχετικά άπειρος τότε σε επικοινωνιακό επίπεδο (είχε διορισθεί στην έδρα Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ μόλις προ 3ετίας, το 1974) επωμίσθη αίφνης ένα δυσανάλογα περίπλοκο έργο υψίστης εθνικής σημασίας στη Διάσκεψη: Δι' επιστημονικών επιχειρημάτων και ακαδημαϊκής μεθοδολογίας ο καθηγητής Μπαμπινιώτης εκλήθη να συμβάλει θετικά στη συνειδητή και συστηματική επικέντρωση των Συνέδρων στο μοναδικό θέμα της Διάσκεψης, η οποία αφορούσε μόνο τον μεταγραμματισμό χαρακτήρων (characters) στη Λατινική, και όχι άλλα ευρύτερα θέματα ιδιωμάτων, διαλέκτων, γλωσσών, χωρών, εθνών κ.τ.λ.. Δι' εκείνης δε της θεματικής επικέντρωσης, καθίστατο εφικτή η αντιμετώπιση και πλήρης εξουδετέρωση των μεθοδεύσεων του Γιουγκοσλαβο-Αυστριακού άξονα στη Διάσκεψη, χωρίς να προκληθούν προβλήματα στις Ελληνο-Γιουγκοσλαβικές σχέσεις. Την Ελληνική Κυβέρνηση εξεπροσώπησε ο Υπουργός Πολιτισμού Κωνσταντίνος Τρυπάνηςόχι ο Υπουργός Εξωτερικών, ούτε και επισήμως το Υπουργείο Εξωτερικών, δηλαδή μέλη του Διπλωματικού Σώματος της Ελλάδος δεν συμμετείχαν στη Διάσκεψηεπί Κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Ειδικά δε το έργο του προεδρεύσαντος Λ. Ν. Μαυρίδη, ήταν ιδιαιτέρως ευαίσθητο και απαιτούσε περίτεχνους χειρισμούς επί 4 χρόνια (1977-1981), διότι (1) οι «επιτιθέμενες» χώρες (Γιουγκοσλαβία, Αυστρία) έπρεπε μεν να αποτύχουν στην ως άνω απόπειρά τους κατά της Ελλάδος και της Βουλγαρίας, αλλά χωρίς όμως να προσβληθούν, δεδομένου ότι η Ελλάδα ήταν η φιλοξενούσα χώρα (host country) της Διάσκεψης και επίσης δεν είχε περιθώρια, σε επίπεδο εθνικής ασφαλείας, να ανασχεθή το άνοιγμα Καραμανλή προς τα Βαλκάνια, και (2) Αρχιεκδότης (Editor-in-Chief) των Πρακτικών της Διάσκεψης και της Έκθεσης του Ο.Η.Ε. για την Διάσκεψη είχε εκλεγεί ο J. Breu της Αυστρίας, δηλαδή μίας από τις δύο χώρες του Γιουγκοσλαβο-Αυστριακού άξονα το 1977-1981 όσον αφορά στη «Μακεδονική γλώσσα».

5. «Ξεμπρόστιασμα» Τιτοϊκών μεθοδεύσεων

Η νίκη δε της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στη Διάσκεψη του Ο.Η.Ε. στην Αθήνα το 1977, προσέλαβε διαστάσεις θριάμβου, διότι ο Ο.Η.Ε., στην Έκθεσή του για την Διάσκεψη, «ξεμπρόστιασε» τις κατά Ελλάδος και Βουλγαρίας σχεδόν γελοίες μηχανεύσεις του Τίτο περί δήθεν αυτογενούς, αυτοτελούς και αυτοδυνάμου «Μακεδονικής γλώσσας». Συγκεκριμένα, στον αναφερθέντα πίνακα (Έκθ. 7) που συμπεριελήφθη ως Προσάρτημα (Annex) στην Έκθεση (Report) της Διάσκεψης, εμφανίζονται κατ' αντιπαράθεση σε 33 αριθμημένες γραμμές (στήλη 1) και 4 στήλες, τα αλφαβητάρια αφ' ενός των Κυριλλοσερβοκροατικών χαρακτήρων (Cyrillic characters - Serbo-Croatian) στη δεύτερη στήλη, και αφ' ετέρου των Κυριλλομακεδονικών χαρακτήρων (Cyrillic characters - Macedonian)  στην τρίτη στήλη. Από οπτική αντιπαράθεση των δύο αλφαβητικών συνόλων καθίσταται αμέσως προφανές, ακόμη και σε μαθητές α΄ δημοτικού, ότι τα δύο σύνολα σχεδόν ταυτίζονται. Από τους 31 Κυριλλομακεδονικούς χαρακτήρες, οι 28 χαρακτήρες είναι ταυτόσημοι με τους αντιστοίχους Κυριλλοσερβοκροατικούς, δηλαδή μόνον τρείς (3) είναι οι χαρακτήρες (γραμμή 7, 11 και 26) που περιέχονται στην τρίτη στήλη (Cyrillic characters - Macedonian) και δεν περιέχονται στη δεύτερη στήλη (Cyrillic characters - Serbo-Croatian). 

Επομένως, από αυτόν τον επίσημο πίνακα (Έκθ. 7) του Ο.Η.Ε. καταδεικνύεται ότι η από τον Τίτο επί τρεις δεκαετίες (1946-1977) εφαρμοσθείσα γλωσσολογική μηχανολογία (linguistic engineering) δεν είχε καταφέρει τίποτα περισσότερο παρά να επιβεβαιώσει την κατηγοριοποίηση της «Μακεδονικής γλώσσας» στις γλωσσολογική ομάδα των Σλαβικών γλωσσών, που απολύτως ουδεμία σχέση έχουν με την αρχαία Μακεδονία και τον Μέγα Αλέξανδρο. 

6. Ύβρις κατά λογίων τροπαιοφόρων

Πέραν των γελοιοτήτων περί δήθεν αναγνώρισης της «μακεδονικής γλώσσας» από δήθεν την Ελλάδα και τον ΟΗΕ το 1977, τις οποίες άναυδοι οι Έλληνες άκουγαν να διατυπώνονται το 2018-2019 από κυβερνητικούς παράγοντες, από δήθεν εμπερίστατους δημοσιογράφους συστημικών Μ.Μ.Ε., αλλά και επίσημα από του βήματος της Βουλής των Ελλήνων στις 24-1-2019,4 οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» διολίσθησαν έτι περαιτέρω στην ατραπό της Ύβρεως, καθυβρίζοντες, και μάλιστα από του βήματος της Βουλής των Ελλήνων, τους λογίους και γλωσσολόγους (δηλαδή πρωτίστως τον ομ. Καθηγητή Γλωσσολογίας Γεώργιο Δ. Μπαμπινιώτη) που τεκμηρίωσαν με αδιάσειστα στοιχεία την επιστημονική αλήθεια περί της (δήθεν) «μακεδονικής γλώσσας», χαρακτηρίζοντάς τους ως (δήθεν)υποτιθέμενους λόγιους και γλωσσολόγους” που (δήθεν) είναι «επιστημονικά αναξιοπρεπείς» διότι, λέει, με το (δήθεν «υποτιθέμενο») επιστημονικό τους έργο έχουν στείλει στον κάλαθο των αχρήστων και την επιστημονική τους αξιοπρέπεια αλλά και τον ορθό λόγο(Τσίπρας, Βουλή των Ελλήνων, 24-1-2019).

7. Ακυρότητα της «Συμφωνίας των Πρεσπών»

Η Ύβρις5 όμως επιφέρει την Νέμεσι, προς αποκατάσταση της δικαιοσύνης, της λογικής και της ισορροπίας. Και η Νέμεσις, η αχίλλειος πτέρνα της «Συμφωνίας των Πρεσπών», ένυπάρχει και ελλοχεύει στο ίδιο το κείμενό της και συγκεκριμένα στο άρθρο 1.3, εδάφιο (c), όπου ορίζεται ως «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language”) μια… ανύπαρκτη γλώσσα, στη μεν Αγγλική ως εξής:

c) The official language of the Second Party shall be the “Macedonian language”, as recognised by the Third UN Conference on the Standardization of Geographical Names, held in Athens in 1977, and described in Article 7(3) and (4) of this Agreement.

Στη δε Ελληνική ως εξής:

γ) Η επίσημη γλώσσα του Δεύτερου Μέρους θα είναι η «Μακεδονική γλώσσα», όπως αναγνωρίσθηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977, και περιγράφεται στο Άρθρο 7 (3) και (4) της παρούσας Συμφωνίας.

Δεδομένου όμως ότι, υπό το πρίσμα της παραπάνω ανάλυσης, ουδεμία απολύτως γλώσσα γενικώς και ουδεμία «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language”) ειδικώς «αναγνωρίσθηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977», το εν λόγω εδάφιο (1.3.c) της «Συμφωνίας των Πρεσπών» προσδιορίζει ασαφώς και αορίστως ως «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language”) μια ανύπαρκτη γλώσσα, επί τη βάσει μάλιστα ενός ψευδούς γεγονότος παρισταμένου εν γνώσει6 ως δήθεν αληθούς, ότι δηλαδή δήθεν στην «Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977» δήθεν αναγνωρίσθηκε κάποια, οποιαδήποτε, γλώσσα, και ειδικά μάλιστα κάποια... «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language).

Επομένως το ως άνω εδάφιο παραβιάζει κατάφωρα δύο θεμελιώδεις αρχές του Δικαίου, την αρχή της Σαφηνείας (μη αμφισημίας, μη αοριστίας) και την αρχή της Αληθείας, αφού δι' ενός χονδροειδούς και παραπειστικού ψεύδους ορίζεται ως «Μακεδονική γλώσσα» (Macedonian language) κάποια ανύπαρκτη γλώσσα ασαφώς και αορίστως και μάλιστα κατά ένα παράλογο τρόπο. Συνδυαστικά δε αυτές οι δύο αρχές (Σαφήνεια και Αλήθεια) συναποτελούν τον ακρογωνιαίο αξιακό λίθο επί του οποίου εδράζεται η Αυθεντία της Δικαιοσύνης, είτε σε επίπεδο εθνικού δικαίου είτε σε επίπεδο διεθνούς δικαίου. Δεδομένου δε ότι το εν λόγω εδάφιο είναι ουσιώδες, και μάλιστα με θεμελιώδη σημασίααφού η Μακεδονική γλώσσα είναι ένα από τα τρία μείζονα διακυβεύματα τα οποία η «Συμφωνία των Πρεσπών» δήθεν «διαρρυθμίζει» (settles), και μάλιστα δήθεν οριστικά και «αμετάκλητα» (irrevocably)αυτή η εξωπραγματική Συμφωνία τελεί υπό αίρεση και σε κάθε περίπτωση δεν παράγει δίκαιο, ήτοι δεν έχει έννομες συνέπειες: Μπορεί να καταγγελθεί από εκάτερο των συμβαλλομένων μερών οποτεδήποτε και μονομερώς στο μέλλον ως θεμελιωδώς ακυρώσιμη, ήτοι ως ερειδομένη επί ψευδών, αοριστιών, ασαφειών και παραπειστικών ψευδοϊστορικών στοιχείων. 

8. Νομική και διεθνοπολιτική αλληλο-ομηρία.

Το εύλογο ερώτημα, που ανακύπτει επομένως, είναι: «Ποιός την έφερε σε ποιόν;». Ποιός είναι ο πολιτικός «ιθύνων νους» ή διοικητικός παράγοντας, και ποιάς χώρας, που συνέλαβε την πρωταρχική ιδέα για τον εν λόγω παραπειστικό ορισμό περί (ανυπάρκτου) «Μακεδονικής γλώσσας» και για την ρητή υπεισαγωγή αυτού του ψευδοϊστοριογραφικού ορισμού της κατά παράλογο τρόπο στο κείμενο της «Συμφωνίας των Πρεσπών»;

— Μήπως ήταν ιδέα του τότε Υπουργού Εξωτερικών της Ελλάδος, ώστε να θέσει την «Μακεδονική γλώσσα» και τα εννοιολογικώς, νομικώς και πολιτικώς συναρτώμενα δύο άλλα διακυβεύματα («Μακεδονική εθνικότητα» και «Βόρεια Μακεδονία») σε κατάσταση νομικής και διεθνοπολιτικής ομηρίας από την Ελλάδα, δεδομένης της νομικής a priori δυνατότητας κάθε μετέπειτα ελληνικής κυβέρνησης να καταγγείλει αμέσως, μονομερώς και εν συνόλω την Συμφωνία, ή έστω να ζητήσει και επισπεύσει την τροποποίησή της όσον αφορά στο επίμαχο άρθρο 1.3;

Ή μήπως ήταν ιδέα του τότε Υπουργού Εξωτερικών της «πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» (fYROM), ώστε να θέσει την Ελλάδα σε κατάσταση νομικής ομηρίας από την «Βόρεια Μακεδονία», δεδομένης της κατά νομική και λογική αντιστοιχία νομικής a priori δυνατότητας κάθε μετέπειτα κυβέρνησης της «Βόρειας Μακεδονίας» και μελλοντικά ίσως (σκέτης) «Μακεδονίας», να καταγγείλει επίσης αμέσως, μονομερώς και εν συνόλω την Συμφωνία ως προδήλως άκυρη, ήτοι μη-δεσμευτική για την τότε fYROM, που στο μεταξύ όμως κατόρθωσε, δι' εκείνης ακριβώς της Συμφωνίας, να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ;

Ή μήπως εκείνος ο ορισμός είναι αποτέλεσμα άτυπης συνεννόησης (collusion), ή και μεθοδευθείσης συμπαιγνίας και των δύο υπουργών Εξωτερικών (Ελλάδος και fYROM) από κοινού προς πολιτική παραπλάνηση του εκλεκτορικού σώματος αμφοτέρων των χωρών και κατά πολιτική επακολουθία προς παραπειστική εκμαίευση της κυρώσεως της Συμφωνίας από «κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους» εκατέρας χώρας;

Ή μήπως εξ υπαρχής εκείνος ο ορισμός είναι αποτέλεσμα «συνταγματικής-κοινοβουλευτικής μηχανολογίας» (constitutional engineering) που εφηρμόσθη ή μάλλον επεβλήθη στους δύο λαούς, Ελλάδος και fYROM τότε, από τις Δυτικές Δυνάμεις εσπευσμένα και χονδροειδώς (άνευ προσχημάτων νομιμότητος ή και απλής λογικής) για λόγους γεωπολιτικής σκοπιμότητος, προκειμένου ενταχθεί εσπευσμένα η τότε fYROM στο ΝΑΤΟ ώστε να αναχαιτισθεί η περαιτέρω διείσδυση της Ρωσίας στα Βαλκάνια;

Γεγονός είναι ότι ο τότε Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος ανέλαβε τον προπαγανδιστικό ρόλο του διαπρύσιου κήρυκα και διακινητή του πολιτικού ψεύδους περί δήθεν αναγνώρισης της «μακεδονικής γλώσσας» από τον ΟΗΕ το 1977. Αυτό το ιστορικά καταγεγραμμένο γεγονός όμως δεν αποδεικνύει αφ' εαυτού (ipso facto) ότι η αρχική ιδέα εκπορεύθηκε από την Ελλάδα. Σαφής και οριστική απάντηση σε αυτά τα εύλογα ερωτήματα θα δοθεί στο μέλλον μόνον όταν και εάν αποχαρακτηρισθούν (declassified) τα εν τω παρόντι απόρρητα έγγραφα των σχετικών εισηγήσεων στα υπουργεία Εξωτερικών των δύο άμεσα εμπλεκομένων χωρών (της Ελλάδος και της τότε fYROM), όπως επίσης της Βουλγαρίας και των H.Π.Α., ή όταν επισυμβούν δραστικά γεγονότα (game changers) στις σχέσεις των δύο χωρών, π.χ. όταν και εάν μία από τις δύο χώρες αναδειχθή επισπεύδουσα σε τυχόν διαδικασία τροποποίησης ή και ακύρωσης εκείνης της νομικώς έωλης ή και λογικώς εξωφρενικής Συμφωνίας.

9. Η Βουλγαρία ξέρει, και ανθίσταται.

Στο μεταξύ, η Βουλγαρία, έχοντας ήδη «πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα» (the bull from the horns), δηλαδή με στέρεα νομική έδραση όσον αφορά στον ως άνω θεμελιώδη λόγο ακυρότητος της «Συμφωνίας των Πρεσπών», συνεχίζει να μπλοκάρει την διαδικασία ένταξης της «Βόρειας Μακεδονίας» στην Ευρωπαϊκή Ένωσηωσάν η Βουλγαρία να έχει αναλάβει να «βγάλει» το αλυτρωτικό «φίδι από την τρύπα»για όσο χρόνο η «Βόρεια Μακεδονία» συνεχίζει να εμμένει στο ιδεολόγημα περί (ανυπάρκτου) «Μακεδονικής γλώσσας».


Έκθεμα 8

Washington, D.C. 5-11-2018: Η Υπουργός Εξωτερικών της Βουλγαρίας

 Ekaterina Spasova Gecheva-Zaharieva σε συνάντησή της με τον

Υπουργό Εξωτερικών των Η.Π.Α. Michael R. Pompeo,

πέντε μήνες μετά την υπογραφή της «Συμφωνίας τών Πρεσπών»

και δυόμισυ μήνες πριν την κύρωσή της από την Βουλή τών Ελλήνων.


Αυτό που οι Βούλγαροι γνωρίζουν άριστα είναι ότι η αποκαλουμένη «
Μακεδονική γλώσσα» είναι κατά το πλείστον η δική τους γλώσσα, η Βουλγαρική: Το γνωρίζουν βιωματικά διότι η Βουλγαρική και το «μακεδονίτικο» ιδίωμά της (η Βουλγαροσερβική, αποκαλουμένη «μακεδονική γλώσσα») είναι αμοιβαίως κατανοητές (mutually intelligible).7 Οι Βούλγαροι της Σόφιας και οι ομόγλωσσοί τους των Σκοπίων συνεννοούνται πλήρως μεταξύ τους (άνευ χρείας μεταφραστή) ομιλούντες στη μητρική τους γλώσσα (Βουλγαρική και Βουλγαροσερβική αντίστοιχα)όπως συνεννοούνται πλήρως και επακριβώς μεταξύ τους οι Αθηναίοι με Σφακιανούς, Κυπρίους, Πελοποννησίους, Θεσσαλούς κ.τ.λ. (άνευ χρείας μεταφραστή) ομιλούντες άπαντες στη μητρική τους γλώσσα (Ελληνική)ανεξάρτητα από τις διαφορές και ιδιομορφίες στην τοπική προφορά και εν γένει εκφορά λόγου ενός εκάστου.8

Η σθεναρή αντίδραση της Βουλγαρίας επομένως κατά της «Συμφωνίας των Πρεσπών» όσον αφορά στην αποκαλουμένη «Μακεδονική γλώσσα» είναι και εύλογη και νομικώς βάσιμη σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, ειδικά μάλιστα υπό το πρίσμα του νομικώς πάσχοντος (ανιστόρητου, παράλογου και ψευδούς) ορισμού της «Μακεδονικής γλώσσας» στο άρθρο 1.3, εδάφιο (c) της «Συμφωνίας των Πρεσπών», η οποία διατελεί πλέον υπό αναθεώρηση («συμβιβασμό») με επισπεύδουσα χώρα την Βουλγαρία (Κεφ. 11).

10. Και η Ελλάδα ήξερε, και προέβλεπε.

Από ιστοριογραφική δε άποψη, είναι ενδιαφέρον ότι η σθεναρή και συντονισμένη αντίδραση της Βουλγαρίας στη «Συμφωνία των Πρεσπών» όσον αφορά στην αποκαλουμένη «Μακεδονική γλώσσα» ήταν αναμενομένη από το πολιτικό προσωπικό της Ελλάδος, όπως διαφαίνεται από τις σχετικές επισημάνσεις του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης (Έκθ. 9) κατά την διαδικασία κύρωσης της «Συμφωνίας των Πρεσπών» στη Βουλή των Ελλήνων (Μητσοτάκης, Βουλή των Ελλήνων, 24-1-2019):


Η αναγνώριση της «μακεδονικής γλώσσας» συνοδεύεται και από την δήθεν ιστορία για προγενέστερη αναγνώρισή της το 1977. Πρόκειται για διπλό ψέμα! Όχι μόνο γιατί εκείνη η Διάσκεψη του ΟΗΕ αφορούσε στον μεταγραμματισμό κυριλλικών στοιχείων στο λατινικό αλφάβητο για λόγους τυποποίησης κυρίως των επιγραφών. Ήταν, δηλαδή, απολύτως τεχνική, όπως έχει εξηγήσει και ο γλωσσολόγος καθηγητής Μπαμπινιώτης που μετείχε σε εκείνη την Διάσκεψη. Αλλά γιατί είναι ψέμα και σε πολιτικό επίπεδο που αποδεικνύεται και από την άλλη πλευρά. Στα πρακτικά των συσκέψεων των πολιτικών αρχηγών των Σκοπίωντα δημοσίευσε η «Καθημερινή»εμφανίζονται οι ίδιοι να ομολογούν ότι η Ελλάδα ανέκαθεν δεν αναγνώριζε καμία «μακεδονική γλώσσα». Ποτέ η Ελλάδα δεν είχε αναγνωρίσει «μακεδονική γλώσσα». Ποτέ. . . Ήδη, μάλιστα, ξυπνά εθνικισμούς ή ακραίες συμπεριφορές, που είχε ξεπεράσει η ίδια η ζωή και στις δύο χώρες. Έχει, όμως, και παράπλευρες συνέπειες, τις οποίες με επικίνδυνη επιπολαιότητα αγνοεί η κυβέρνηση [ΣΥΡΙΖΑ]. Για παράδειγμα, αντανακλά στην παλιά διαμάχη μεταξύ Σκοπίων και Βουλγαρίας, καθώς η Βουλγαρία ουδέποτε έχει αναγνωρίσει Μακεδονικό έθνος και γλώσσα, δεν αναγνωρίζει ξεχωριστό έθνος και θεωρεί την γλώσσα της fYROM βουλγαρική διάλεκτο. Η υπουργός Εξωτερικών [της Βουλγαρίας] Αικατερίνα Ζαχαρίεβα (Έκθ. 8), μάλιστα, έκανε αυτό που δεν τολμήσατε εσείς: Προειδοποίησε ότι θα μπλοκάρει την είσοδο των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση αν οι θέσεις της δεν ικανοποιηθούν. Και εσείς δεχθήκατε να απεμπολήσετε αυτό το δικαίωμα για την Ελλάδα.


Έκθεμα 9

Ελληνική Βουλή 24-1-2019: Ο Κυριάκος Μητσοτάκης,

τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης,

κατά την εισήγησή του περί της «Συμφωνίας των Πρεσπών».

Είναι δε αξιοσημείωτο ότι σε εκείνη την μάλλον προφητική ομιλία του όσον αφορά στις επακόλουθες αντιδράσεις της Βουλγαρίας σχετικά με την «Μακεδονική γλώσσα», ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπεδήλωσε ότι η Βουλγαρία αποτελεί τον κύριο (φύσει και θέσει) στρατηγικό εταίρο της Ελλάδος προς επίλυση του τεχνητού Τιτοϊκού προβλήματος της «Μακεδονικής γλώσσας»το οποίο επί πολλές δεκαετίες ενέπλεξε και ταλάνισε τις χώρες και τους λαούς της νοτίου Βαλκανικής σε ανούσιες γλωσσολογικές διαμάχες περί μιας Βουλγαροσεβικής διαλέκτουεπί λέξει ως εξής: Αναρωτιέμαι κ. Τσίπρα η Βουλγαρία είναι γείτονας και εταίρος μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ. Γιατί δεν αξιοποιήσατε τα σημεία όπου οι θέσεις μας συγκλίνουν; Τί εξωτερική πολιτική έχουμε; Και στο βωμό ποίων συμφερόντων δεν κάνουμε εμείς τα πάντα για το δικό μας εθνικό συμφέρον;

11. Προς αναθεώρηση της «Συμφωνίας των Πρεσπών»;

Διά του κειμένου της, στο άρθρο 1.1, η «Συμφωνία των Πρεσπών» αυτοχαρακτηρίζεται ως «τελική» (final). Στο δε άρθρο 20.9 αυτοπροσδιορίζεται ως «αμετάκλητη» (irrevocable) και μη-τροποποιήσιμη (nοn-modifiable) όσον αφορά στην νέα ονοματοδοσία της fYROM—ήτοι όνομα χώρας: «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας» (RepubIic of North Macedonia) και κατά σύντμηση «Βόρεια Μακεδονία» (North Macedonia) (άρθρο 1.3.a) · εθνικότητα (nationality): «Μακεδονική» (Macedonian) (άρθρο 1.3.b) · επίσημη γλώσσα (official language): «Μακεδονική» (Macedonian) (άρθρο 1.3.c)—επί λέξει ως εξής:

« 9. Οι διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας θα παραμείνουν σε ισχύ για αόριστο χρονικό διάστημα και είναι αμετάκλητες. Δεν επιτρέπεται καμία τροποποίηση της παρούσας Συμφωνίας που περιέχεται στο Άρθρο 1(3) και στο Άρθρο 1(4).»

 

[ 9. The provisions of this Agreement shall remain in force for an indefinite period of time and are irrevocable. Νο modification tο this Agreement contained in Article 1(3) and Article 1(4).]

Εν τούτοις, πάντα ταύτα συνεφώνησαν μόνον δύο χώρες, η Ελλάδα και η τότε fYROM, λογαριάζουσες χωρίς τον «ξενοδόχο», την Βουλγαρία, η οποία δεν συμμετείχε στη διαπραγμάτευση των δύο χωρών (Ελλάδος και fYROM), δεν συνυπέγραψε ούτε προσυπέγραψε ή προσεπικύρωσε την «Συμφωνία των Πρεσπών», και επομένως δεν δεσμεύεται από τους όρους της σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο.

Σε αυτό το πλαίσιο, επί Γερμανικής Προεδρίας της Ε.Ε., η Βουλγαρική Κυβέρνηση από τις 17-11-2020 άσκησε veto στην έναρξη ενταξιακού διαλόγου της Ε.Ε. με τα Σκόπια, αξιώνοντας «από την Βόρεια Μακεδονία να αναγνωρίσει βουλγαρικές ρίζες στη γλώσσα της και την ιστορία της, και μάλιστα κάποια στιγμή ζήτησε η γλώσσα της να χαρακτηριστεί ως βουλγαρική διάλεκτος» (Deutsche Welle, 18-11-2020). Μετέπειτα δε, επί Πορτογαλικής Προεδρίας της Ε.Ε., «έπεσαν στο κενό οι απόπειρες Ευρωπαίων αξιωματούχων να πεισθεί η Βουλγαρία να άρει το βέτο στην έναρξη διαπραγματεύσεων για την ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στην Ε.Ε.» (Καθημερινή, 25-5-2021).

Τουτέστιν, η Βουλγαρία αμύνεται, και αμύνεται μόνη αλλά σθεναρά στο πολιτισμικό της προπύργιο (τήν εθνική της γλώσσα) κατά της «Συμφωνίας των Πρεσπών» και ειδικά κατά της ψευδεπίγραφης «Μακεδονικής γλώσσας», παρά τις πολλαπλές και ασφυκτικές διπλωματικές πιέσεις που υφίσταται από Μεγάλες Δυνάμεις (Η.Π.Α., ΝΑΤΟ, Ε.Ε.). Ενδέχεται ευλόγως, επομένως, να κατορθώσει να παρωθήσει τους δύο γείτονές της να αναθεωρήσουν την μεταξύ τους «Συμφωνία των Πρεσπών» όσον αφορά στο άρθρο 1.3 περί γλώσσας και εθνικότητας, εάν βέβαια η ανθέξει μέχρι τέλους τις σε βάρος της διεθνείς διπλωματικές πιέσεις, οπότε το ως άνω άρθρο 20.9 της «Συμφωνίας των Πρεσπών» θα λάβει και αυτό την άγουσα για τον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας.

12. Τί μπορεί να κάνει η Ελλάδα για την Βουλγαρία;


Συγκεφαλαιωτικά, η
«άτυπη συμμαχία» μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας, όσον αφορά στην Τιτοϊκή ιδεοληψία περί «Μακεδονικής γλώσσας», άρχισε από το 1946, από τότε δηλαδή που ο Τίτο μηχανεύθηκε και έθεσε σε εφαρμογή το μεγαλοϊδεατικό του σχέδιο9 για συστηματική αναβίωση και διεθνή πολιτικοποίηση του μακεδονικού αλυτρωτισμού σε βάρος της Ελλάδος και της Βουλγαρίας στην ψυχροπολεμική εποχή. H διαχρονική Ελληνο-Βουλγαρική άτυπη συμμαχία (collusion) σχετικά με την «μακεδονική γλώσσα» σφυρηλατήθηκε στη Μάχη των Αθηνών το 1977, στο πλαίσιο της Διάσκεψης του O.H.E. για τον μεταγραμματισμό τοπωνυμίων από το Κυριλλικό αλφάβητο σε αντίστοιχους λατινικούς χαρακτήρες (romanization). Η μεγάλη σημασία της Μάχης των Αθηνών το 1977 προσέλαβε διαχρονική διάσταση το 2018, τότε που υπεγράφη η «Συμφωνία των Πρεσπών», αφού η ρητή αναφορά (άρθρο 1.3.c) ψευδών γεγονότων ως δήθεν αληθών περί της εκβάσεως της Μάχης των Αθηνών το 1977—ότι δηλαδή δήθεν η «Μακεδονική γλώσσα . . . αναγνωρίσθηκε από την Τρίτη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Τυποποίηση των Γεωγραφικών Ονομάτων, που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977»—καθιστά την «Συμφωνία των Πρεσπών» εκ προοιμίου άκυρη και ούτως οπλίζει την νομική φαρέτρα της Βουλγαρίας, σε επίπεδο Διεθνούς Δικαίου, προς λυσιτελή αντιμετώπιση της περί «Μακεδονικής γλώσσας» ιδεοληπτικής ονοματοδοτικής εμμονής των δυτικώς ομόρων ομογλώσσων τους.

Στο ως άνω πλαίσιο, ίσως έχει επέλθει η κρίσιμη ώρα—παραφράζοντας την ιστορική ρήση των πρ. Προέδρων των Η.Π.Α. Franklin Delano Roosevelt και John Fitzgerald Kennedy—να αναστοχαστούν και αναρωτηθούν οι Έλληνες όχι τί μπορεί να κάνει η Βουλγαρία για την Ελλάδα αλλά τί μπορεί να κάνει η Ελλάδα για την Βουλγαρία προς οριστική ονοματοδοτική εξάλειψη του αλυτρωτικού (προκλητικού και ανιστόρητου) όρου «Μακεδονική γλώσσα», στον δρόμο της αληθείας που χάραξε η περιφανής Ελληνο-Βουλγαρική νίκη στη Μάχη των Αθηνών το 1977.

ΕΠΙΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

                              

1 Ο α΄ τόμος των Πρακτικών της Διάσκεψης του ΟΗΕ στην Αθήνα το 1977, ο οποίος εξεδόθη το 1979 με τίτλο «Vol. I. Report of the Conference» (Έκθ. 3), εμπεριέχει τα από τους Συνέδρους εγκριθέντα και ψηφισθέντα συμπεράσματα της Διάσκεψης, δηλαδή δεν εμπεριέχει απορριφθείσες ή μη εγκριθείσες αρχικές εισηγήσεις συνέδρων, δεδομένου ότι αυτός και μόνον αυτός ο (α΄) τόμος είναι, ως Έκθεση-Αναφορά (Report) των συμπερασμάτων της Διάσκεψης, νομικά δεσμευτικός για τον Ο.Η.Ε. και τα μέλη του.

2 Ο β΄ τόμος των Πρακτικών της Διάσκεψης του ΟΗΕ στην Αθήνα το 1977, ο οποίος εξεδόθη το 1981 με τίτλο «Vol. II. Techical pepers» (Έκθ. 4), εμπεριέχει αναγκαστικώς και αμελλητί οποιαδήποτε έγγραφα, αναφορές, εισηγήσεις, προτάσεις, ενστάσεις, κ.τ.λ., που εκάστη χώρα-σύνεδρος υπέβαλε μονομερώς στην Προεδρία του Συνεδρίου, προς επεξεργασία, τροποποίηση και έγκριση ή απόρριψη. Τα έγγραφα της μεν Γιουγκοσλαβίας περιλαμβάνονται στις σελίδες 66-67 και 143-145 του β΄ τόμου, της δε Αυστρίας στις σελίδες 386-391 του β΄ τόμου. Ειδικά δε οι δύο ρητές αναφορές της Γιουγκοσλαβίας και της Αυστρίας σε «Μακεδονική γλώσσα» («Μacedonian language») περιλαμβάνονται, όπως ακριβώς υπεβλήθησαν στη γραμματεία της Διάσκεψης από τις δύο χώρες, στις σελίδες 144 (Έκθ. 5) και 389 (Έκθ. 6) αντίστοιχα στον β΄ τόμο.

3 Ο Γεώργιος Δ. Μπαμπινιώτης είναι ομ. Καθηγητής Γλωσσολογίας και πρ. Πρύτανης του ΕΚΠΑ. Διετέλεσε υπουργός Παιδείας το 2012. την δε 31η Μαΐου 2015, Κυριακή της Πεντηκοστής, σε πανηγυρική λειτουργική σύναξη εις τον Πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου στην Κωνσταντινούπολη, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος απένειμε εις τον καθηγητή Μπαμπινιώτη, «ως νέον Διδάσκαλον του Γένους», «το της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας Οφφίκιον του Άρχοντος Διδασκάλου του Γένους».

 

4 Είναι γνωστό στη δημόσια κοινή γνώμη το ανιστόρητο πολιτικό ψεύδος ότι (δήθεν) από το 1977 ... αποδεχτήκαμε την πρόταση της Γιουγκοσλαβίας, να ορισθεί επίσημη γλώσσα η Μακεδονική (Ν. Κοτζιάς, 6-6-2018), και συγκεκριμένα ότι (δήθεν) «το 1977 στο πλαίσιο συνεδρίου του ΟΗΕ η Ελλάδα αναγνώρισε τη “Μακεδονική γλώσσα» (Π. Κουρουμπλής, 3-6-2018), και μάλιστα ότι (δήθεν) τότε, το 1977, η Μακεδονική γλώσσα (δήθεν) αναγνωρίσθηκε όχι μόνον (δήθεν) από την Ελλάδα αλλά και (δήθεν) από τις χώρες του ΟΗΕ, ανάμεσά τους και η Ελλάδα”, οι οποίες (δήθεν) “έχουν αποδεχτεί την ύπαρξη της μακεδονικής γλώσσας”, και επομένως ότι (δήθεν) το θέμα αυτό έχει κλείσει εδώ και πάνω από 40 χρόνια” (Ν. Σβέρκος, Εφημερίδα των Συντακτών, 31-1-2018). Ως επιστέγασμα δε αυτής της ψευδολογίας, εδηλώθησαν σε ύψιστο πολιτικό επίπεδο, από του βήματος της Βουλής των Ελλήνων κατά την κοινοβουλευτική συζήτηση για την κύρωση της «Συμφωνίας των Πρεσπών», επί λέξει τα εξής ψευδή εν γνώσει:6 “Μας λέτε ότι εκχωρήσαμε τη γλώσσα, παρά το γεγονός ότι μάλλον δικές σας κυβερνήσεις [τού κόμματος Νέα Δημοκρατία] το έκαναν αυτό στη διάσκεψη του ΟΗΕ για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων που έλαβε χώρα στην Αθήνα το ’77 (Τσίπρας, 24-1-2019).

5 Οι λέξεις Ύβρις και υβριστική χρησιμοποιούνται ενταύθα εν τη αρχαία τους εννοία. Περί της εννοίας του μέτρου και των επιπτώσεων της ύβρεως (ακραία ή ανισόρροπη απόκλιση από το μέτρο) στην πολιτική και γεωπολιτική αρένα, ιδέ:

 

John D. Pappas, The Concept of Measure and the Criterion of Sustainability,

The St. John’s Review (Fall 2014: Annapolis, MD, U.S.A.), 56.1 (74-94), κεφ. 1-2, σσ. 74-88. [έκδ. στην Ελληνική: H Έννοια του Μέτρου και το Κριτήριο της Βιωσιμότητος].

 

6 Οι απεργασθέντες την «Συμφωνία των Πρεσπών» διατελούσανυπό την ποινική έννοια του όρουεν γνώσει της ψευδολογίας περί (δήθεν) αναγνώρισης της (δήθεν) «Μακεδονικής γλώσσας» από την Ελληνική Κυβέρνηση και τον Ο.Η.Ε. το 1977, διότι αφενός μεν είχαν δημοσιευθεί και εκτενώς αναδημοσιευθεί σε δεκάδες Μ.Μ.Ε. οι ως άνω διευκρινιστικές επισημάνσεις του ομ. Καθηγητή Γλωσσολογίας και πρ. Πρύτανη του ΕΚΠΑ Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη (Protagon, 1 Ιουνίου 2018, ΤΑ ΝΕΑ, 5 Ιουνίου 2018, κ.ο.κ.) πρό της υπογραφής της «Συμφωνίας των Πρεσπών» (12-6-2018), αφετέρου δε είχε δημοσιευθεί και αναδημοσιευθεί, ενάμισυ μήνα προ της κύρωσης της «Συμφωνίας των Πρεσπών» από την «Βουλή των Ελλήνων» (25-1-2019), διεξοδική και τεκμηριωμένη ανάλυση περί του τί πράγματι συνέβη στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών το 1977 στην Αθήνα (άρθρο με τίτλο Η αλήθεια περί δήθεν αναγνώρισης της «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗΣ» ΓΛΩΣΣΑΣ το 1977”, Θέματα Ελληνικής Ιστορίας, 12 Δεκεμβρίου 2018).

7 O μεγάλος βαθμός κατά τον οποίο η Βουλγαρική και το «μακεδονίτικο» ιδίωμά της («Μακεδονική γλώσσα») είναι αμοιβαία κατανοητές (mutually intelligible), αναδεικνύεται από τους αλγορίθμους αυτομάτων προγραμμάτων μετάφρασης, όπως προσομοιώνεται σε συγκεκριμένο μεταφραστικό πείραμα στο Παράρτημα του πλήρους άρθρου σε αρχείο PDF (δωρεάν διαθεσίμου εδώ), όπου έχουν χρησιμοποιηθεί προς τούτο δύο τέτοια προγράμματα (Google Translate και DeepLe Translator), που αμφότερα είναι (δωρεάν) προσβάσιμα στο διαδίκτυο από κάθε χρήστη. Επομένως, εν τοις πράγμασι και σε εφηρμοσμένο τεχνικό (γλωσσολογικό-μεταφραστικό) επίπεδο, ο μεγάλος σύμμαχος της Βουλγαρίας στην από το 2020 δική της μάχη κατά της ιδεοληψίας περί «Μακεδονικής γλώσσας» είναι ίσως το διαδίκτυο και ειδικά η Google.

8 Από τo 1946, οι γλωσσολόγοι του Τίτο επεδόθησαν σε μια συστηματική προσπάθεια εκσερβισμού του Βουλγαρικής διαλέκτου που ομιλείτο στη νότια Γιουγκοσλαβία και μετατροπής της διαλέκτου σε μια αυτόνομη, αυτοτελή και αυτοδύναμη γλώσσα («Μακεδονική γλώσσα») διά της κωδικοποίησης, μεταξύ άλλων μεθόδων, σε λίγους συγκεκριμένους «κυριλλικού τύπου» χαρακτήρες διαφορών στην προφορά μεταξύ των Σκοπιανών και των ομογλώσσων τους σε όμορες χώρες (Σερβία, Βουλγαρία). Ενδεικτικά, τρεις χαρακτήρες της «μακεδονικής γλώσσας» (Έκθ. 7, στήλη 3: γραμμές 7, 11 και 26) δεν απαντώνται ούτε στο Σερβο-Κροατικό αλφάβητο ούτε στο Βουλγαρικό αλφάβητο, ενώ επιπρόσθετοι άλλοι τρεις (Σερβοκροατικοί) χαρακτήρες της «μακεδονικής γλώσσας» (Έκθ. 7, στήλη 3: γραμμές 13, 16 και 19) δεν απαντώνται στο Βουλγαρικό αλφάβητο. Γενικά, «η γλώσσα της τότε Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας έχει περάσει από την διαδικασία εσκσερβισμού της, στην οποία επισήμως και με κρατική μέριμνα επί Τίτο υπεβλήθη η γλώσσα για να γίνει περισσότερο Γιουγκοσλαβική, δηλαδή σερβική, με μείωση του βουλγαρικού στοιχείου για προφανείς πολιτικούς λόγους» (Γεώργιος Μπαμπινιώτης, ΤΑ ΝΕΑ, 12-3-2019).

9 Το Τιτοϊκό σχέδιο περί Μακεδονικού αλυτρωτισμού σκιαγραφείται στη δίγλωσση μονογραφία με τίτλο «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1946-1987: Γιατί η Ελλάδα αποκοιμήθηκε» (Macedonia 1946-1987: Why Greece overslept), η οποία πρωτοδημοσιεύθηκε στην Ελληνική και Αγγλική στα Θέματα Ελληνικής Ιστορίας, 16-6-2018 (Ιssues of Greek History, 18-6-2018) και είναι δωρεάν αναγνώσιμη και διαθέσιμη (downloadabe σε αρχεία pdf) στις παρακάτω διαδικτυακές δευθύνσεις:

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1946-1987: Γιατί η Ελλάδα αποκοιμήθηκε (Έκθ. 10.α).

ΑΡΘΡΟ (Θέματα Ελληνικής Ιστορίας):

                https://www.istorikathemata.com/2018/07/1946-1987.html

PDF (δωρεάν downloadable):

                https://www.academia.edu/37036942/Μακεδονία_1946_1987_Γιατί_η_Ελλάδα_αποκοιμήθηκε

Macedonia 1946-1987: Why Greece overslept (Έκθ. 10.β).

ΑΡΘΡΟ (Issues of Greek History):

                http://www.istorikathemata.com/2018/06/macedonia-1946-1987-why-greece-overslept.html

PDF (δωρεάν downloadable):

                https://www.academia.edu/36862897/Macedonia_1946-1987_Why_Greece_overslept

Η παρούσα μονογραφία είναι διαθέσιμη σε αρχείο PDF εδώ.

Σχόλια

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας