Ανδρέας Σαμουήλ, Κερύνεια Ώρα μηδέν (ο χαμένος πόλεμος του 1974), εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2013

γράφει ο Νίκος Νικολούδης, διδάκτωρ Ιστορίας πανεπιστημίου Λονδίνου

Διανύουμε ήδη τα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα και, όπως φαίνεται, το παγκόσμιο σοκ από τη διπλή τρομοκρατική επίθεση στους «δίδυμους πύργους» της Νέας Υόρκης, που εγκαινίασε τις ένοπλες συγκρούσεις του αιώνα μας, δεν ήταν παρά μόνο η αφετηρία μιας σειράς «περιφερειακών» (;) πολέμων η κατάληξη των οποίων δύσκολα μπορεί να προβλεφθεί. Ειδικότερα στον περίγυρο της χώρας μας έχει διεξαχθεί (ή βρίσκεται σε εξέλιξη) μια σειρά βίαιων συγκρούσεων, εμφύλιων ή μη, που αποδεικνύουν καθημερινά πόσο αδιέξοδες είναι για τους απλούς ανθρώπους οι πολιτικές επιδιώξεις των πάσης φύσεως «ελίτ». Η Λιβύη, η Αίγυπτος, η Παλαιστίνη, η Συρία, ο Λίβανος, το Ιράκ, η Γεωργία, τα δυτικά Βαλκάνια, η Ουκρανία, μας θυμίζουν ιδιαίτερα εύγλωττα ότι οι φλόγες του πολέμου και των εμφύλιων συγκρούσεων καταπίνουν τους μόχθους εκατομμυρίων ανθρώπων, το μόνο φταίξιμο των οποίων είναι ότι ζούσαν στο λάθος σημείο τη λάθος χρονική συγκυρία. Βέβαια, ο αντίλογος πολλών αναγνωστών θα μπορούσε να είναι ότι ο δικός μας «πόλεμος» είναι η οικονομική κρίση που μας ταλανίζει επί μια πενταετία. Αρκεί όμως η ανάγνωση του βιβλίου που παρουσιάζουμε εδώ για να πειστεί και ο πιο δύσκολος συνομιλητής ότι η θύελλα ενός πολέμου δεν συγκρίνεται με κανένα τρόπο με τα δεινά μιας οικονομικής κρίσης, ακόμη και του μεγέθους της χώρας μας. 

Ο Ανδρέας Σαμουήλ, τα «απομνημονεύματα» του οποίου από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 αποτελούν το θέμα του βιβλίου, ήταν ένας απλός οικογενειάρχης που είχε την ατυχία να ζει στη Λευκωσία τον Ιούλιο του 1974. Σαν καλός πολίτης,  γαλουχημένος με τα ιδεώδη της ελευθερίας και του πατριωτισμού, έσπευσε να πλαισιώσει από τους πρώτους τις τάξεις των Κυπρίων εφέδρων, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι άφηνε πίσω του τη γυναίκα και τον γιο του, ηλικίας μόλις μερικών μηνών. 

Η συνέχεια του επιφύλασσε έναν εφιάλτη που επρόκειτο να διαρκέσει τρεις μήνες, ευτυχώς χωρίς να καταστρέψει ανεπανόρθωτα τη ζωή της οικογένειάς του. Ενταγμένος στο 241 τάγμα πεζικού της Εθνικής Φρουράς, ο ήρωάς μας έζησε από κοντά το φιάσκο της κυπριακής επιστράτευσης και, μετά από πολύωρες άσκοπες περιπλανήσεις, βρέθηκε τη δεύτερη ημέρα της εισβολής αντιμέτωπος (μαζί με τους συμπολεμιστές του, έφεδρους και κληρωτούς) με ένα τουρκικό άρμα μάχης στον περίγυρο του σταδίου της Κερύνειας. Οι περισσότεροι συνάδελφοί του έπεσαν νεκροί προσπαθώντας μάταια να αναχαιτίσουν το άρμα με βολές τυφεκίων και πολυβόλων. Ο ίδιος επέζησε και στη συνέχεια βρέθηκε αποκλεισμένος επί τρεις ημέρες με έναν συμπολεμιστή του σε ένα εξοχικό σπίτι στις υπώρειες του Πενταδάχτυλου. 

Αξιοποιώντας μια ευνοϊκή συγκυρία, παραδόθηκε σε ένα όχημα των Ηνωμένων Εθνών, για να βρεθεί στη συνέχεια υπό καθεστώς ομηρίας σε ένα ξενοδοχείο της Κερύνειας, από το οποίο μεταφέρθηκε για μερικές ημέρες στις τουρκοκυπριακές φυλακές της Λευκωσίας, για να επιστρέψει και πάλι στο ξενοδοχείο απ’ όπου, μετά από νέες ταλαιπωρίες, απελευθερώθηκε σωματικά αλώβητος αλλά ψυχολογικά εντελώς αλλαγμένος. 


Σε όλη την έκταση του έργου η αφήγηση έχει έναν τελείως αντιηρωικό χαρακτήρα, αποφεύγοντας κάθε είδους πατριωτικές «κορώνες». Το χαρακτηριστικό αυτό, πάντως, δεν της στερεί το στοιχείο του σασπένς, το οποίο είναι διάχυτο στο έργο, καθώς ο αναγνώστης ξαναζεί μέσα από κάθε σελίδα την αγωνία του συγγραφέα στην προσπάθειά του να σταθεί αντάξιος των ιδανικών του αλλά ταυτόχρονα να μη χάσει άσκοπα τη ζωή του εμπλεκόμενος στο χάος των πρώτων ημερών της εισβολής, κατά τις οποίες φίλοι και εχθροί αντιμετώπιζαν τη νέα πραγματικότητα  εξίσου αιφνιδιασμένοι.

Σαράντα χρόνια μετά την οδυνηρή απώλεια του 40% της Κύπρου, το έργο αυτό υπενθυμίζει στους παλαιότερους και διαφωτίζει τους νεώτερους για τα δεινά του πολέμου, η αόρατη παρουσία του οποίου συχνά είναι πολύ πιο κοντά μας απόσο μπορούμε να φανταστούμε.

Σχόλια

"Encompass worlds but do not try to encompass me..."

Walt Whitmann

Αναγνώστες

Συνολικές προβολές σελίδας